Ανάλυση

Η Κίνα, η Αμερική και ο Τράμπ

 

Η Κίνα και οι ΗΠΑ μοιράζονται μια μακρά ιστορία ανταγωνισμού, συμμαχίας και συχνά αντιπαλότητας. Πρόκειται ίσως για μια από τις πιο αμφιλεγόμενες διεθνείς σχέσεις στη σύγχρονη ιστορία της ανθρωπότητας, μια σχέση η οποία τις τελευταίες βδομάδες φέρεται να ξαναπαρουσιάζει σημάδια αστάθειας. Στις 3 Δεκεμβρίου 2016, ο νεοεκλεγείς Ντόναλντ Τράμπ δέχτηκε συγχαρητήριο τηλεφώνημα από την πρόεδρο της Ταϊβάν, Tsai Ing-wen. Τώρα, από μόνη της αυτή η ενέργεια δεν μοιάζει ανησυχητική, όμως η δημόσια αναγνώριση της Tsai Ing-wen ως προέδρου της Ταϊβάν μέσω του προσωπικού λογαριασμού twitter του –πλέον– 45ου προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, είναι μια ενέργεια η οποία βάζει τέλος σε μια 40ετή πολιτική αμοιβαίας κατανόησης ανάμεσα σε Κίνα και ΗΠΑ.

Γιατί ωστόσο ανάψαν τα λαμπάκια του κινδύνου; Μια σύντομη αναδρομή στο παρελθόν κρίνεται απαραίτητη, αν θέλουμε να λύσουμε αυτό το διπλωματικό κουβάρι και να δούμε αν θα πρέπει πράγματι να δώσουμε βαρύτητα στην τρομολαγνεία που επικαλούνται τα διεθνή ΜΜΕ.

Ο 19ος αιώνας βρίσκει Κίνα και ΗΠΑ –ως επί το πλείστον– σε αντίπαλα στρατόπεδα. Ο 20ος αιώνας φέρνει την εκθρόνιση της δυναστείας των Τσινγκ και την επικράτηση του εθνικού κόμματος της Κίνας σε αυτό που αργότερα ονομάστηκε και αναγνωρίστηκε διεθνώς ως η «Δημοκρατία της Κίνας» (ΔτΚ). Οι σχέσεις ανάμεσα στα δύο κράτη δείχνουν να βελτιώνονται, με αποκορύφωμα το 1937, όταν οι ΗΠΑ έστειλαν βοήθεια στη ΔτΚ κατά τη διάρκεια του πολέμου που ξέσπασε ανάμεσα σε Κίνα και Ιαπωνία. Οι ΗΠΑ ως καλοί σύμμαχοι της Κινέζικης Δημοκρατίας κηρύσσουν με τη σειρά τους πόλεμο στην Ιαπωνία.

Τα πράγματα αλλάζουν ριζικά με το τέλος του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου και την επικράτηση του κομουνιστικού κόμματος επί της Δημοκρατίας της Κίνας. Η κυβέρνηση της ΔτΚ καταφεύγει στα νότιο-ανατολικά της Κίνας, στο νησάκι που σήμερα αποκαλούμε Ταϊβάν. Στη νέα «Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας» δεν χωρούν συμμαχίες με τη δύση και οι ΗΠΑ αρνούνται να αναγνωρίσουν το νέο καθεστώς ως το κυβερνών καθεστώς της Κίνας. Ξεκινούν επαφές με τη ΔτΚ στην Ταϊβάν την οποία προμηθεύουν έκτοτε με στρατιωτικό εξοπλισμό. Ο πόλεμος της Κορέας και ο πόλεμος του Βιετνάμ λίγο αργότερα βρίσκουν την Κίνα και τις Ηνωμένες Πολιτείες αντίπαλες για μια ακόμη φορά, ενώ Κίνα και Ρωσία φέρονται να στηρίζουν το ίδιο σκοπό, ήτοι τα κομμουνιστικά καθεστώτα σε Βόρεια Κορέα και Βιετνάμ.

Οι ΗΠΑ θέλοντας να απομονώσουν τη Σοβιετική Ένωση αρχίζουν να βλέπουν οφέλη στην αναθέρμανση των σχέσεων τους με την Κίνα και έτσι το 1972 ο πρόεδρος Νίξον επισκέπτεται το Πεκίνο. Ύστερα από μια πολύχρονη επικοινωνιακή εκστρατεία οι ΗΠΑ πείθουν τον αμερικάνικο λαό πως καλύτερες σχέσεις με την Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας ισοδυναμούν με ανάπτυξη για την Αμερική και πλήγμα για τη Σοβιετική Ένωση. Ως εκ τούτου το 1979 Κίνα και ΗΠΑ διακηρύσσουν την αρχή των διπλωματικών τους σχέσεων. Η αναγνώριση της Λαϊκής Δημοκρατίας ως του μόνου νόμιμου καθεστώτος της Κίνας σήμαινε παράλληλα και δημόσια παραδοχή ότι η Ταϊβάν είναι αναπόσπαστο κομμάτι της Κίνας και όχι ανεξάρτητο κράτος. Αυτήν ακριβώς τη δημόσια παραδοχή του 1979 αγνόησε πλήρως ο Τραμπ όταν αναφέρθηκε στην Ταϊβάν ως ανεξάρτητο κράτος.

Γιατί το ντελίριο

Φυσικά και οι σχέσεις ανάμεσα σε Κίνα και ΗΠΑ δεν θα μπορούσαν ποτέ να αποκαλεστούν «ρόδινες», οι ΗΠΑ συνεχίζουν εδώ και δεκαετίες να καταδικάζουν τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας για παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των πολιτών της. Το 2013, κάνοντας ένα δειλό βήμα προς τα μπροστά, η αμερικάνικη και κινέζικη κυβέρνηση συμφώνησαν να συνεργαστούν για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και για την επιβολή κυρώσεων που θα επέφεραν τον περιορισμό του πυρηνικού εξοπλισμού της Βόρεια Κορέας. Μια συμφωνία η οποία την ώρα που μιλάμε βρίσκεται υπό πλήρη αναθεώρηση από τη νέα αμερικάνικη κυβέρνηση.

Η διοίκηση Τράμπ έχει επανειλημμένα παραδεχτεί πως δεν αναγνωρίζει την ορθότητα σχεδόν καμίας από τις συμφωνίες που υπέγραψε ο Ομπάμα. Θεωρεί την κλιματική αλλαγή παγκόσμια πλεκτάνη κατά του λόμπι του πετρελαίου και τα πυρηνικά όπλα καθόλα αποδεκτό τμήμα του στρατιωτικού εξοπλισμού κάθε χώρας. Η κυβέρνηση της Κίνας δείχνει μέχρι στιγμής να μη μοιράζεται τον θερμοκέφαλο παρορμητισμό της διοίκησης Τράμπ. Στο περιστατικό με την Ταϊβάν απάντησε συγκρατημένα και χωρίς προκλήσεις, αν και πρόκειται για ένα θέμα στο οποίο δεν πιστεύω πως θα δεχτεί περαιτέρω πιέσεις. Η περίπτωση να συνεχίσει ο Τράμπ το παιχνίδι του ποντικού με τη γάτα με την Κίνα μού φαίνεται αρκετά ακραία. Ομοίως, η περίπτωση να ζητήσει«λίβρα σάρκας» η κινέζικη κυβέρνηση για το 1,115 τρισεκατομμύριο που της χρωστάνε οι ΗΠΑ μού φαίνεται επίσης μακρινό σενάριο.

Και ενώ τα διεθνή μίντια παραληρούν υπό το ενδεχόμενο μιας σύγκρουσης ανάμεσα σε ΗΠΑ, Κίνα και Ταϊβάν, χάνουν το βουνό κοιτάζοντας το δάχτυλο. Αν ο Τραμπ στραφεί προς τη Ρωσία, όπως όλες του οι εξαγγελίες υποδεικνύουν, τότε θα μιλάμε για μια σημαντική αναστροφή στην παγκόσμια ισορροπία δυνάμεων. Η ειρωνεία βρίσκεται στο γεγονός ότι ο Νίξον το 1972 είχε αλλάξει την παγκόσμια ισορροπία προσεγγίζοντας την Κίνα με σκοπό να ανταγωνιστεί τη Ρωσία. Τα στρατόπεδα παραμένουν φαινομενικά ίδια, με τη διαφορά ότι οι ΗΠΑ αλλάζουν πλευρά κάθε 40 περίπου χρόνια. Ας μην ξεχνάμε ακόμα πως ο Τραμπ έχει χαρακτηριστεί από πολλούς ως μια ακόμα πιο οργισμένη βερσιόν του Νίξον.

Η ιστορία μάς δείχνει πως την Κίνα καλύτερα να την έχεις με το πλευρό σου παρά απέναντί σου και στα πολυάριθμα μέτωπα που έχουν ανοίξει οι ΗΠΑ στη Μέση /Ανατολή δεν έχουν την πολυτέλεια να ρισκάρουν τη στήριξη ή έστω ανοχή του Πεκίνο. Πρόκειται για μία σχέση στην οποία ποτέ δεν είδαμε απευθείας αντιπαλότητα, μόνο εμμέσως, δύσκολα λοιπόν θα γίνει κάτι που θα αλλάξει το συγκεκριμένο δυναμικό. Ναι, φυσικά, ο Τράμπ είναι ιδιαίτερη περίπτωση ψυχοπαθούς, ωστόσο ας μη γελιόμαστε ώστε να πιστεύουμε ότι έχει απόλυτη εξουσία στα χέρια του.

 

Πηγές για περαιτέρω ενασχόληση με το ζήτημα

The economist, How to read Donald Trump’s call with Taiwan’s president.

South China Morning Post, China must prepare for the worst in dealings with US under Donald Trump, experts say.

The guardian, China hits back at US over South China Sea 'takeover' claims.

 

Σχετικά με τον αρθρογράφο

Μελίνα Ζαχαρία