#1 Η αβάσταχτη ελαφρότητα του καλοκαιριού

Με την παρέα των άστρων στα βουνά

   Tις καλοκαιρινές νύχτες βράζει το αίμα μου. Απ'τις υποσχέσεις των ημερών, απ'τη διάθεση της παρέας, απ'τις εικόνες που χαράσσονται ανεξίτηλα . Ένα βράδυ καλοκαιρινής νύχτας δεν ήταν που είχε αναστατώσει ο Πούκ και η ξωτικοπαρέα του τα χαρούμενα παληκάρια και τις όμορφες κοπέλες ; Τότε δεν ήταν που έριξε τον σπόρο της επιθυμίας ανάμεσά τους, που έβρασε στο τσουκάλι του Έρωτα το φρέσκο και νεανικό αίμα τους ; Το καλοκαίρι είναι η κυριαρχία των αισθήσεων και το ντελίριο των επιθυμιών. 

Το καλοκαίρι,
αχ, το καλοκαίρι 
πάντα προκαλεί 
τις αισθήσεις.
Τις ερεθίζει 
μέχρι το σημείο να γίνονται
άδειοι κρατήρες, 
έτοιμοι να γεμίσουν
απ'την κάψα του αίματος.
Η ορμή σου σαν λάβα ξεχύνεται
και απανθρακώνει
τις κοιμισμένες αισθήσεις.
 
     Τα καλοκαίρια μου πάντα με βρίσκουν στη Βυτίνα, στα βουνά. Η δροσερή αύρα των ελάτων και των πεύκων γίνεται η αισθητική υπόκρουση των εμπειριών μου. Το μεσημέρι δεν λιποθυμάς απ'τη ζέστη, αλλά ένα γυαλιστερό μουστάκι ιδρώτα σχηματίζεται πάνω απ'τα χείλη σου, και καθώς κατά το απόγευμα που δύει ο ήλιος και παίρνουν ζωγραφικές εικόνες τα συννεφιασμένα βουνά που μαγευτικά μαγευτικά θαρρείς πως σκοτεινιάζουν, βάζεις τη ζακέτα σου περιμένοντας τον ερχομό της κρύας νύχτας.
 
  Μιάς εποχής πανάρχαιης, μιάς χρυσής,
 σβυστής, με τρώγ'η ενθύμηση κ'η ελπίδα

μου φαίνεται, βουνά, πως είστε εσείς

 η πρώτη και η μεγάλη μου πατρίδα.

Θαρρώ, σε τέτοια σκοτεινή εποχή, 

κρυμμένη σε καιρών αγνώστων βάθη,
κατέβ'η ονειρεμένη μου ψυχή
 και φώλιασε στα ύψη σας κ'εστάθη.

Κ'εστάθη κ'έζησε με τους αϊτούς,

με της γης τους πρωτόλουβους ανθρώπους,
με τους αγρίους και με τους δυνατούς,
 σ'απάτητα λαγκάδια, σ'άλλους τόπους.
(Παλαμάς)
 
     Το βράδυ ξεπροβάλλουν τ'αστέρια μέσα απ'το σκοτεινό τους καταφύγιο. Βγήκαν για να παίξουν το ένα με τ'άλλο ένα ξέφρενο κυνηγητό. Σαν τα μικρά παιδιά, που τρέχουν συνεχώς αλλά ποτέ τους δεν κουράζονται. Να ο Κύκνος και ο Αετός, ο Τοξότης και ο Σκορπιός, και μόνος και περήφανος ο Λέων στη γωνιά του. 
 
     Το Μαίναλο σε καλωσορίζει με την πολυχρωμία του δέρματός του. Τα δέντρα πέφτουν τόσο πυκνά απ'την κορυφή ως τους πρόποδες,που θαρρείς πως Κάποιος έχει απλώσει μια υπερφυσική μοκέτα, ένα τεράστιο χαλί. Είναι πράσινα, κόκκινα, μώβ, βυσσινί. Οι δασοκόμοι λένε πως αυτά είναι άρρωστα και πως όσο περνάει ο καιρός ξεραίνονται και παίρνουν αυτό το χρώμα. Όπως εμείς πρασινοκιτρινίζουμε ή κοκκινίζουμε, ή λευκοί σαν το πανί φέρνουμε το τέλος. "Δύσκολα διορθώνεις το κακό που εύκολα το βλέπεις" όπως είπε ο Μακιαβέλι. Αλλά τί όμορφο τέλος για τα δέντρα!
 
     Μια φορά που καθόμουν με την παρέα μου στο δασάκι, λέω με μελαγχολία και θαυμασμό ταυτόχρονα σ' έναν φίλο μου:
-Bλέπεις εκείνο το αστέρι;Το φώς του είναι 100 χρόνων παλιό. Πολυταξιδεμένο και αρχαίο.Τα αστέρια είναι η μόνη περίπτωση που βλέπουμε με τα μάτια μας το παρελθόν στο Τώρα. Χωρίς υπερβολές και φαντασίες.
 
     Ο Αναξιμένης έλεγε οτι τα άστρα είναι μπηγμένα σαν καρφιά στο κρυσταλλοειδές. Μερικοί όμως λένε οτι είναι φύλλα φωτιάς, θαρρείς ζωγραφισμένα.(Αναξιμένης ήλων δίκην καταπεπηγέναι τα άστρα τωι κρυσταλλοειδεί. ένιοι δε πέταλα είναι πύρινα ώσπερ ζωγραφήματα.) Ο ουράνιος θόλος του καλοκαιριού είναι γεμάτος από λάμψη και έναν διάχυτο μαγνητισμό στην ατμόσφαιρα.Για όσους τον βλέπουν, για λίγο έστω, αλλά με αγάπη, είναι ένα σκούρο μπλέ ποίημα και τα αστέρια είναι τα γράμματα.
 
     Πέρσυ, το 2013 τον Αύγουστο, ο Χρόνος έσβηνε τα γράμματα που είχαν κακογραφεί. Μια βροχή μετεωριτών σκότωνε φαντασμαγορικά τα περιπλανόμενα μέλη του σύμπαντος. Ασήμαντα κοσμικά μεγέθη, που όμως για το μικρό και φιλοπερίεργο βλέμμα μας έχουν τη σημασία κοσμοϊστορικού γεγονότος.
      
     Τόση ώρα αναφέρθηκα ελάχιστα στην παρέα. Δεν θα ήταν όμως κρίμα να παραλείψω την παρέα της Φύσης που τόσες φορές μου έχει κρατήσει συντροφιά, μόνον μου και μαζί με άλλους; Το καλοκαίρι βγάζω κεραίες σαν τα έντομα για να αφουγκραστώ τη γαλήνη της Φύσης. Ένα βουνό έχει να πεί πολλά πράγματα,διαφορετικά απ'τη θάλασσα, αλλά εξίσου σημαντικά. Ο καθηλωτικός αφηγητής είναι ο καιρός. 

Σχετικά με τον αρθρογράφο

Π.Βρεττάκος