Ακολουθεί μετάφραση αποσπάσματος από το βιβλίο Jens Zimmermann, Hermeneutics, a very short introduction, Oxford University Press, 2015, σελίδες 29-33. Όλες οι σημειώσεις είναι του μεταφραστή.
Dilthey: η ερμηνευτική της εμπειρίας της ζωής (life experience)
Όπως ο Schleiermacher, [1] έτσι και ο Wilhelm Dilthey (1833-1911), ιστορικός της λογοτεχνίας και φιλόσοφος, προσπάθησε να ξεπεράσει τον χωρισμό νου και κόσμου, που χαρακτηρίζει το μοντέρνο ιδανικό γα τη γνώση. [2] Σε αντίθεση, όμως, με τον Schleiermacher, απέρριπτε κάθε επίκληση σε πραγματικότητες πέρα από αυτόν τον κόσμο, όπως ένα «κοσμικό Πνεύμα» ή οποιοδήποτε άλλο μεταφυσικό θεμέλιο της ενότητας της ανθρώπινης γνώσης. Αντί να επικαλείται τη μεταφυσική –δηλαδή, κάποιες αναλλοίωτες αρχές που βρίσκονται πίσω από την ανθρώπινη εμπειρία του κόσμου– υποστήριξε ότι η στέρεα βάση της ανθρώπινης γνώσης είναι η ίδια η εμπειρία της ζωής (life experience). Έτσι, όχι το «κοσμικό Πνεύμα» του Schleiermacher, αλλά το ανθρώπινο πνεύμα που σχηματίζει τον πολιτισμό γίνεται το θεμέλιο της ερμηνευτικής.
Προτείνοντας ότι η ίδια η ζωή είναι ο θεμέλιος λίθος του νοήματος, ο Dilthey άσκησε κριτική και στις δύο αντίπαλες θεωρίες περί βέβαιης γνώσης που ήδη συναντήσαμε, τον ρασιοναλισμό και τον εμπειρισμό. Από τη μία, ο Descartes είχε υποστηρίξει ότι η βέβαια γνώση ενυπάρχει μόνο στις λογικές αρχές του νου. Ο ρασιοναλισμός του, όμως, δεν μπορεί να συλλάβει ορθά την ανθρώπινη εμπειρία της πραγματικότητας, αφού δεν συναντάμε τον κόσμο σαν μια σειρά από αφηρημένα θεωρητικά σχήματα και οι ανθρώπινες σχέσεις δεν ανταποκρίνονται στην αριθμητική βεβαιότητα των μαθηματικών. Από την άλλη, οι εμπειριστές επιστήμονες ισχυρίζονταν ότι αποκτούμε πραγματική γνώση μόνο μέσω μιας πειραματικής μεθόδου με επαληθεύσιμα αποτελέσματα. Η ανθρώπινη ελευθερία, όμως, όπως και τα συναισθήματα, δεν συμμορφώνονται με τους νόμους της φυσικής.
Ο Dilthey έφτασε στο συμπέρασμα ότι τόσο οι ρασιοναλιστές όσο και οι εμπειριστές στοχεύουν σε έναν αφύσικο τρόπο γνώσης. Προϋποθέτουν έναν αξιακά ουδέτερο, απρόσωπο κόσμο στον οποίο εμείς οι άνθρωποι επιβάλλουμε ένα νόημα. Ο Dilthey αρνήθηκε ότι βιώνουμε (experience) τον κόσμο σαν μια σειρά από γυμνά δεδομένα που καθεαυτά δεν έχουν αξία ή νόημα. Αντιθέτως, πίστευε ότι ο κόσμος μάς δίνεται μόνο ως μια εμπειρία που έχει ήδη νόημα (already meaningful experience). Από την παιδική μας ηλικία, κινούμαστε κατανοητικά (understandingly) μέσα στον κοινό κόσμο της ανθρώπινης εμπειρίας, στον οποίο το ανθρώπινο πνεύμα έχει αφήσει το δημιουργικό του αποτύπωμα. Είτε πρόκειται για την καλλιέργεια της φύσης, όπως αυτή εκδηλώνεται με τα σπίτια, τις πόλεις και τα χωράφια, είτε για τις ηθικές αξίες, όπως φανερώνονται στους οικογενειακούς κανόνες και τις νομικές προσταγές, η πραγματικότητα την οποία προσπαθούμε να κατανοήσουμε υπάρχει μόνο ως ο κόσμος της εμπειρίας της ζωής, όπως διαμορφώνεται από το ανθρώπινο πνεύμα. Συνεπώς, αν θέλουμε να αποκτήσουμε σωστή γνώση για τον κόσμο, όπως πραγματικά τον βιώνουμε, χρειαζόμαστε μια ανθρώπινη επιστήμη που ερμηνεύει (interprets) την εμπειρία της ζωής.
Εξήγηση και κατανόηση
Η φιλοδοξία ζωής του Dilthey ήταν να προσδώσει στη γνώση στο πεδίο των ανθρωπιστικών επιστημών το ίδιο επίπεδο σεβασμού που απολάμβαναν οι φυσικές επιστήμες. Σκόπευε να επιτύχει αυτόν τον στόχο μέσω ενός καταμερισμού της εργασίας. Οι φυσικές επιστήμες εξηγούν (explain) τη φύση, αλλά μόνο οι ανθρωπιστικές επιστήμες μπορούν να κατανοήσουν (understand) τον πολιτισμό. Υποστήριξε ότι οι επιστήμες προσεγγίζουν τον κόσμο με τον ίδιο τρόπο που προσεγγίζουμε ένα σύνθετο μηχάνημα, προσπαθώντας να εξηγήσουμε τα μέρη που το αποτελούν και πώς αυτά λειτουργούν. Η ενασχόληση των εμπειρικών επιστημών με τις φυσικές δυνάμεις και τους φυσικούς νόμους μπορεί να είναι επαρκής για να εξηγήσουμε τις διαδικασίες της φύσης, όμως οι φυσικές επιστήμες δεν είναι σε θέση να συλλάβουν τον τρόπο με τον οποίο ο εσωτερικός κόσμος του ανθρώπινου πνεύματος, δηλαδή οι βουλήσεις, τα συναισθήματα και οι φιλοδοξίες μας, διαμορφώνουν τον υλικό κόσμο προκειμένου να δημιουργήσουν πολιτισμό. Αντιλαμβανόμαστε τον ανθρώπινο κόσμο του πολιτισμού πρωτίστως όχι με μηχανιστικούς όρους, αλλά με όρους σχεσιακούς. Παραδείγματος χάρη, η Φυσική μπορεί να μας εξηγήσει από τι αποτελείται ένα κάστρο, αλλά όχι και γιατί οι άνθρωποι θα ήθελαν ή θα χρειάζονταν, πρώτα πρώτα, να χτίσουν ένα κάστρο. Είμαστε σε θέση να διεισδύσουμε σε αυτόν τον ανθρώπινο κόσμο μόνο κατανοώντας την έκφραση της ζωής, δηλαδή αποκρυπτογραφώντας (που σημαίνει ερμηνεύοντας) το αποτύπωμα του ανθρώπινου πνεύματος στον υλικό κόσμο. Αυτό το έργο της κατανόησης είναι ο ερμηνευτικός στόχος των κατά Dilthey «επιστημών του πνεύματος» (Geisteswissenschaften) [3] ή των ανθρώπινων (human) επιστημών.
Ερμηνεύοντας με τον τρόπο του Dilthey
Ο Dilthey πίστευε ότι η γνώση στις ανθρώπινες επιστήμες είναι αντικειμενική γιατί, σε αντίθεση με την ερμηνευτική του Schleiermacher, ο ερμηνευτής δεν προσπαθούσε πια να μπει στον νου (mind) κάποιου άλλου προσώπου, αλλά επικεντρωνόταν σε επαληθεύσιμες πολιτιστικές εκδηλώσεις της εμπειρίας της ζωής. Η ερμηνεία στο πεδίο των ανθρωπιστικών επιστημών εξακολουθούσε να στοχεύει στην ανακατασκευή των απόψεων (insights) άλλων προσώπων σχετικά με την πραγματικότητα, όμως οι ερευνητές πλέον εξέταζαν κείμενα και ντοκουμέντα από το παρελθόν προκειμένου να χαρτογραφήσουν τον κοινωνικοϊστορικό κόσμο, αυτό που ο Dilthey αποκαλούσε «αντικειμενικό πνεύμα» κάθε δεδομένης πολιτισμικής περιόδου. Η ιδέα ήταν να μαζέψει κανείς, χρησιμοποιώντας μια ποικιλία σύγχρονων μεταξύ τους δεδομένων, όπως ιστορικές αναδρομές, κηρύγματα, κρατικά ή εκκλησιαστικά αρχεία και λογοτεχνικά κείμενα, επαρκείς αλληλεπικαλυπτόμενες πληροφορίες ώστε να καθορίσει το συλλογικό κοινωνικό όραμα μιας συγκεκριμένης περιόδου. Σύμφωνα με τον Dilthey, ο ερμηνευτής μεταφράζει τις αντικειμενοποιήσεις (objectifications) της ζωής, ξεκινώντας από ντοκουμέντα και συνδέοντάς τα με την πνευματική ζωή από την οποία τα ίδια αναδύθηκαν.
Παραδείγματος χάρη, αν ένας ιστορικός θέλει να κατανοήσει τον πρώσο πολιτικό του 19ου αιώνα Otto von Bismarck, δεν μπορεί απλά να προσεγγίσει αυτή την αξιοσημείωτη προσωπικότητα αφηρημένα, σαν μια μοναδική ιδιοφυϊα, αλλά θα πρέπει να την ανακατασκευάσει ως προϊόν της πρωσικής κοινωνίας της εποχής. Ο Bismarck είναι το «σταυροδρόμι» (Kreuzungspunkt) [4] του πνεύματος αυτής της συγκεκριμένης περιόδου, όπως αυτό εκφράζεται στις κυβερνητικές, νομοθετικές και θρησκευτικές εκφάνσεις της Πρωσίας. Μελετώντας αυτές τις εκφράσεις της ανθρώπινης ζωής ως τις εμπειρικές αποδείξεις του ανθρώπινου πνεύματος, ο ερμηνευτής είναι σε θέση να επαναβιώσει (re-experience) τη συλλογική σκοπιά (outlook) ενός περασμένου κόσμου, ακόμη κι αν αυτός ο κόσμος δεν είναι πια ο δικός του. Ο αναγνώστης τώρα κατανοεί το αντικειμενικό πνεύμα της πρωσικής κοινωνίας του 19ου αιώνα, τον τρόπο με τον οποίο ο Bismarck διαμορφώθηκε από αυτήν, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο τη διαμόρφωσε κι αυτός με τη σειρά του. Σε αντίθεση με τον Schleiermacher, ο Dilthey προσπάθησε να εισέλθει όχι απλώς σε έναν ατομικό νου, αλλά στο συλλογικό ή «αντικειμενικό» πολιτιστικό πνεύμα μιας ιστορικής περιόδου. Τι άλλο μας προσφέρει αυτή η κοπιώδης ερμηνευτική διαδικασία; Κατανοώντας περασμένες κοινωνίες, αποκτούμε μια επίγνωση για την ανθρώπινη φύση και άρα για την αυτοκατανόησή μας, μια καλύτερη αίσθηση για το ποιοι είμαστε ως ανθρώπινα όντα.
Δεν μελετάμε ιστορία· είμαστε ιστορία
Στον Dilthey άρεσε να λέει ότι μόνο η ιστορία μπορεί να μας πει τι είμαστε ως ανθρώπινα όντα. Με αυτή τη δήλωση, επιβεβαίωνε δύο σημαντικές ιδέες της ερμηνευτικής φιλοσοφίας. Πρώτον, η αυτοκατανόηση είναι δυνατή μόνο έμμεσα, μέσα από μια ερμηνευτική παράκαμψη που συνίσταται στο να ερμηνεύουμε τις εκφράσεις της ζωής άλλων. Ξέρουμε τι σημαίνει ανθρώπινο ον και πώς να αξιολογήσουμε τους εαυτούς μας μόνο μέσα από τη μελέτη άλλων ανθρώπων και πολιτισμών. Δεύτερον, η ερμηνευτική του Dilthey αποτελεί την πρώτη πραγματικά ιστορική στροφή στη συζήτησή μας για την ανθρώπινη γνώση. Στη σκέψη του Schleiermacher, συνδεόμασταν με τον νου άλλων ανθρώπων και το παρελθόν μέσα από το κοσμικό Πνεύμα. Αντιθέτως, στον Dilthey, οι παρελθούσες και οι σύγχρονες εμπειρίες της ζωής συνδέονται μέσα από το ρεύμα της ιστορίας στο οποίο όλοι μετέχουμε. Πίστευε ότι η κατανόηση άλλων αλλά και των εαυτών μας είναι δυνατή επειδή είμαστε όντα που έχουμε παραγάγει ιστορία και που γνωρίζουμε τον εαυτό μας μόνο μέσα από αυτή την ιστορία.
Αυτή η ιστορικότητα της ύπαρξής μας είναι τόσο η προϋπόθεση όσο και το όριο της αυτοκατανόησής μας. Μπορούμε τώρα να ξέρουμε τι είμαστε μελετώντας τις περασμένες εκφράσεις της εμπειρίας της ζωής σε κείμενα, μνημεία και πολιτιστικά αντικείμενα. Παρόλ’ αυτά, δεν θα βρούμε μέσα σε αυτά κανένα σταθερό πρότυπο του τι σημαίνει να είναι κανείς άνθρωπος. Το ποιοι είμαστε είναι ένα ανοιχτό ερώτημα για τις ανθρωπιστικές επιστήμες. Σύμφωνα με τον Dilthey, το σύνολο της ανθρώπινης φύσης μας είναι μόνο ιστορία. Ας πούμε, για παράδειγμα, ότι θέλουμε να υποστηρίξουμε την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Δεν μπορούμε να ανασύρουμε την ιδέα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας από κάποια άχρονη αποθήκη ιδεών και να την εξετάσουμε. Αντ’ αυτού, έχουμε πρόσβαση στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια μέσα από τη μακρά ιστορική εξέλιξη αυτής της ιδέας. Η γνώση αυτής της ιστορίας μάς δίνει μια πολύτιμη προοπτική προκειμένου να ενασχοληθούμε κριτικά με τις επιπτώσεις της γενετικής επιστήμης πάνω στην ανθρώπινη ταυτότητα, παραδείγματος χάρη. Η ιδέα, δηλαδή, είναι ότι δεν μελετάμε ιστορία (we don’t do history), ως εάν το παρελθόν να έμοιαζε με ένα απλό αντικείμενο που μπορούμε να μεταχειριστούμε. Για τον Dilthey, είμαστε ιστορία, στον βαθμό που η αυτοκατανόησή μας απαιτεί τη διαρκή ανάκτηση και οικειοποίηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, τη διαμεσολάβηση παρελθόντος και παρόντος. Ο Dilthey είναι, λοιπόν, ένας από τους πρώτους στοχαστές της ερμηνευτικής παράδοσης που εξέφρασε την ιστορική φύση της ανθρώπινης συνείδησης.
Σημειώσεις
[1] Friedrich Daniel Ernst Schleiermacher (1768-1834). Γερμανός φιλόσοφος, κλασικός φιλόλογος, προτεστάντης θεολόγος και μεταφραστής των πλατωνικών διαλόγων. Θεωρείται από τις προπατορικές μορφές της ερμηνευτικής φιλοσοφίας. Επεξεργάστηκε την (προϋπάρχουσα) ιδέα περί του ερμηνευτικού κύκλου (hermeneutischer Zirkel), σύμφωνα με την οποία η κατανόηση του όλου ενός κειμένου εξαρτάται από την κατανόηση των μερών, αλλά και η κατανόηση των μερών εξαρτάται από την κατανόηση του όλου. Αυτό το γεγονός, που παλαιότερα αντιμετωπιζόταν ως πρόβλημα που μείωνε την αξία της ερμηνείας, αναδείχτηκε από τον Schleiermacher ως εγγενές στοιχείο κάθε κατανόησης. Για περισσότερα, βλ. σχόλιο 30 στο Wilhelm Dilthey, Η γένεση της ερμηνευτικής, μτφρ Δημήτρης Υφαντής, Ροές, Αθήνα 2010, σ. 126-127. Επίσης, Robert Audi (επιμέλεια), Το φιλοσοφικό λεξικό του Cambridge, εκδ. Κέδρος, Αθήνα 2011, λήμμα Σλαϊερμάχερ, σ. 1033.
[2] Παραπάνω (σ. 22-23) ο συγγραφέας έχει αποδώσει αυτόν τον χωρισμό νου/κόσμου σε μια παράδοση που ανάγεται στον Descartes. Το καρτεσιανό cogito «πλήρωσε τη βεβαιότητα των λογικών αληθειών με το τίμημα του χωρισμού του νου από τον κόσμο, αφήνοντάς μας με το πρόβλημα της επαλήθευσης: πώς ξέρω αν οι εσωτερικές μου πεποιθήσεις αληθεύουν πράγματι στην πραγματικότητα ‘εκεί έξω’;».
[3] Γερμανικά στο πρωτότυπο. Ο αγγλικός όρος που χρησιμοποιεί Zimmermann είναι “the sciences of the mind”. Παραπάνω (σ. 25) έχει σημειώσει ότι το γερμανικό Geist μπορεί στα αγγλικά να αποδοθεί ως spirit, αλλά και ως mind. Αντίστοιχο «πρόβλημα» έχουμε και στα ελληνικά με την απόδοση του Geist, όπως φαίνεται και από τη μετάφραση της εγελιανής Φαινομενολογίας από τους περισσότερους ως Φαινομενολογίας του Πνεύματος, από τον δε Γ. Φαράκλα ως Φαινομενολογίας του Νου.
[4] Γερμανικά μέσα στην παρένθεση στο πρωτότυπο. Ο αγγλικός όρος του συγγραφέα είναι intersection.