Τα τελευταία χρόνια, ο όρος φαντασιακό χρησιμοποιείται όλο και πιο πολύ, αντί της φαντασίας ή του φανταστικού, ώστε να αποδοθεί, ίσως με ψυχαναλυτικούς όρους, το περιεχομένο των υποθετικών φαντασιώσεων του εκάστοτε Υποκειμένου. Παρατήρησα, σ' ένα ντοκιμαντέρ για τον Β' παγκόσμιο πόλεμο ότι ο αφηγητής χρησιμοποιούσε αρκετά τον όρο φαντασιακό, ώστε να τονίσει κυρίως τη φαντασία του κεντρικού προσώπου και αυτό που λέμε πιο απλά «τι ίσως φανταζόταν». Αναρωτιέμαι, αν θα μπορούσαμε να μιλάμε, τόσο εύκολα και καθημερινά για το Φαντασιακό ενός Υποκειμένου, πράγμα που καθίσταται δυνατό μόνο μέσα από την αναλυτική εμπειρία, καθώς αποτελεί μέρος του ασυνειδήτου και κυρίως «δουλειά» του αναλυτή.
Ο Λακάν ως πρόδρομος του όρου αυτού, εισήγαγε την έννοια του φαντασιακού στα πρώτα του σεμινάρια ξεκινώντας από το γνωστό σε όλους Στάδιο του καθρέφτη.
Με μια σύντομη αναδρομή θα προσπαθήσω να σας κάνω σαφές τι είναι Φαντασιακό στον Λακάν.
Ο Ζακ Λακάν στο πρώτο του Σεμινάριο για «Τα τεχνικά γραπτά του Φρόυντ» (1953-1954) πραγματεύεται τις συνέπειες που έχει η διάκριση των τριών διαστάσεων που είναι ουσιώδεις για την ανθρώπινη πραγματικότητα, του Συμβολικού, του Φαντασιακού και του Πραγματικού, στην αναλυτική διαδικασία. Τα πρώτα χρόνια της διδασκαλίας του αντί του όρου «φαντασιακό», που χρησιμοποιείται ευρέως σήμερα, χρησιμοποιούσε τον όρο «εικονο-φαντασιακό», έννοια που εξελίχθηκε στη μεταγένεστερη διδασκαλία του μέχρι να φτάσει στην τελική της φάση. Η λέξη προέρχεται απο το imaginaire που περιέχει το images, δηλαδή εικόνες. Το φαντασιακό είναι οι εικόνες, οι αυταπάτες που έχουμε, οι ψευδαισθήσεις, η σαγήνη που μας προκαλείται. Όλα αυτά αποτελούν ποιο άλλο; Το ασυνείδητο.
Ας ξεκινήσουμε από την αρχή. Ο Λακάν με την επιστροφή στον Φρόυντ ξαναδιάβασε ολόκληρη τη θεωρία του και αποδόμησε σημαντικά σημεία της φρουδικής διδασκαλίας, γεγονός που σφράγισε την ταυτότητα του Λακανικού προσανατολισμού και τον Ζακ Λακάν ως στρουκτουραλιστή. Άλλωστε ο ίδιος έλεγε στους ακροατές του «Για εσάς δεν ξέρω τι είστε, πάντως εγώ είμαι Φρουδικός!»
Το στάδιο του καθρέφτη
Κατ΄αρχάς, ο Φρόυντ υποστήριξε ότι η αγάπη για τον εαυτό μας, οδηγεί στην ανάδυση του Εγώ, που σημαίνει ότι ο ναρκισσισμός, η αγάπη για μένα, αναδύει το Εγώ. Ο Λακάν απάντησε στον Φρόυντ με τη θεωρία του για το στάδιο του καθρέφτη στο 16ο Διεθνές Ψυχαναλυτικό Συνέδριο της Ζυρίχης στις 17 Ιουλίου το 1949 με τίτλο: Το στάδιο του καθρέφτη ως διαμορφωτικός παράγοντας της λειτουργίας του πρώτου ενικού προσώπου, όπως αυτή μας αποκαλύπτεται στην ψυχαναλυτική εμπειρία.
Στο στάδιο του καθρέφτη, που συντελείται ανάμεσα στους έξι και στους δεκαοχτώ μήνες, το παιδί κοιτάζει τον εαυτό του στον καθρέφτη και αναγνωρίζει την εικόνά του, μια εικόνα σωματική, ένα σωματικό εγώ. Η εικόνα αυτή του αποφέρει μια ανησυχία καθώς αποτελεί το είδωλο του, μια αντανάκλασή του. Ο ίδιος λέει «βλέπει τον εαυτό του να βλέπει»! Η μητέρα πηγαίνει το παιδί ενστικτωδώς στον καθρέφτη και ονοματίζει την εικόνα του. Το παιδί βλεπει τον εαυτό του μέσα από τα μάτια της μητέρας του και αναδύεται το εγώ (Je). Η πρωταρχική αυτή ταύτιση έχει μεγάλη σημασία για τη διαμόρφωση του Ιδεώδους του Εγώ (Je-Ideal). Η μνήμη του θα σφραγίσει αυτή την ανακάλυψη, ώστε ενήλικας πλέον όταν θα συλλαμβάνει την εικόνα του στον καθρέφτη ή σε κάποια φωτογραφία θα λέει: Ααα αυτός είμαι εγώ...Πώς είμαι έτσι;... Σου αρέσω;...Πώς βγήκα έτσι;
εγώ, Εγώ
Η ενικότητα του Υποκειμένου είναι αντιπροσωπευτική. Τι σημαίνει αυτή η φράση; Κάθε φορά που το παιδί θα βλέπει τον εαυτό του στον καθρέφτη θα αναρωτιέται: είμαι εγώ; Aυτή η εικόνα είναι δική μου; Εδώ ο Λακάν παραθέτει το στάδιο του καθρέφτη ως διαμορφωτή του πρώτου ενικού προσώπου, καθώς η πλαισίωση της εικόνας του μέσα από τα λόγια της μητέρας και κυρίως από τα συναισθήματά της θα δημιουργήσουν το Εγώ (Moi). Η άποψη του παιδιού για τον εαυτό του στον καθρέφτη προϊδεάζει τον αλλοτριωμένο προορισμό του, δηλαδή την ίδια την γλώσσα. Μέσα από την εικόνα το παιδί θα μπορέσει να βρεί κάτι άλλο έξω από αυτόν, έναν τρόπο να φανταστεί τον εαυτό του σαν ολότητα, ως «έχοντα εαυτό». Μαθαίνοντας να μιλάει, δανείζεται κάτι πέρα από τον εαυτό του, την ικανότητα να σχηματίσει τον εαυτό του στην έννοια Εγώ. Έτσι θα αρθρώσει τον εαυτό του μέσα στην γλώσσα, χρησιμοποιώντας το Εγώ, για να καταστείλει τον εγγενή κατακερματισμό του ψυχικού του χαρακτήρα, που προέρχεται μεταξύ του συνειδητού και ασυνείδητου νου. Ο Λακάν αντιτίθεται στο καρτεσιανό cogito ergo sum, λέγοντας I am not where I think.
Η εικόνα που βλέπει το παιδί στον καθρέφτη είναι μια ολική σωματική εικόνα με την οποία το Υποκείμενο ταυτίζεται και ενσαρκώνει ζωτική ισχύ. Η λειτουργία του σταδίου του καθρέφτη έχει καθοριστικό ρόλο καθώς υποδηλώνει με ποιον τρόπο το παιδί ωθείται προς τα εμπρός από το Φαντασιακό, που συνεπώς αποτελεί μια μήτρα. Το Φαντασιακό αποτελεί δομή άχρονη, αιώνια και ασυνείδητη. Σημαντικό ρόλο σε αυτό το σημείο συντελεί η μητέρα, που μέσω του βλέμματος επικυρώνει το είδωλο του Υποκειμένου. Καθώς και ο πατέρας, στου οποίου το όνομα πρέπει μέσα από τον λόγο της μητέρας.
Το Υποκείμενο ως αντικείμενο της επιθυμίας της μητέρας του, ως φαλλός, μέσα από την πατρική μεταφορά (το Όνομα-του-Πατέρα) θα αντικαταστήσει τα σημαίνοντα του και θα συμβολοποιήσει, δηλαδή θα ενταχθεί στην σημαίνουσα αλυσίδα (γλώσσα). Ο φαλλός, κατέχει πλέον τη θέση του σημαινόμενου και το Υποκείμενο αλλοτροιώνεται. Το παιδί πρέπει να ταυτιστεί με έναν Άλλο. Η συγκρότηση του Εγώ προϋποθέτει την ύπαρξη ενός «εσύ» (και συμβολίζεται από τον Lacan ως Άλλος) δημιουργώντας μια φαντασιακή σχέση που χαρακτηρίζεται από την δυαδικότητα. Στο στάδιο του καθρέφτη γίνεται η πρώτη συνάντηση με την εικόνα μας και σε εκείνο το σημείο δομείται και η νεύρωση, καθώς το παιδί βρίσκεται σε μία αβεβαιότητα για τον εαυτό του και αρνείται να είναι η αιτία απόλαυσης του Άλλου. Το παιδί ταυτίζεται με την εικόνα του ομοίου του που είναι ενσωματωμένος στην κοινωνία. Με το στάδιο του καθρέφτη ένα τμήμα της νεύρωσης θα περατωθεί, ώστε να επέλθει το κοινωνικό πρώτο ενικό πρόσωπο. Το Υποκείμενο παίρνει θέση στην κοινωνία, επιθυμεί γιατί κάτι του λείπει!
Αργότερα η διδασκαλία του Λακάν θα εξελιχθεί από τους μεταγενέστερους οι οποίοι θα παραθέσουν τα εξής:
Η ταυτότητα αποκτάται μέσω της ασυνείδητης μίμησης των γονιών, των συγγενών, των δασκάλων και άλλων οι οποίοι παίζουν τον ρόλο του «καθρέφτη» στον οποίο γίνεται η αναγνώριση του εαυτού μας και η συγκρότηση της εικόνας του σώματός μας ως αδιάσπαστη ολότητα (Μιλέρ, 2003).
Η συγκρότηση μιας συνεκτικής ταυτότητας είναι αποτέλεσμα φαντασιακών ταυτίσεων, αναγνωρίσεων που συνιστούν παραγνωρίσεις και οδηγούν στην αλλοτρίωση του Υποκειμένου (Ζίζεκ, 2006)
Φαντασιακό, Συμβολικό, Πραγματικό
Όλα τα φαντασιακά στοιχεία έχουν μια συμβολική διάσταση, για να αναλυθούν πρέπει να να συμβολοποιηθούν, το μέσο είναι η γλώσσα. Το Φαντασιακό αναφέρεται στη σχέση με την εικόνα των ομοίων μας και με την παράσταση του ίδιου μας του σώματος. Η φαντασιώση, λοιπόν, δομείται στην απόλαυση, όπου το αντικείμενο α (το απόρριμα, petit a, το χαμένο αντικείμενο) είναι ο άξονάς της. Το Υποκείμενο έχει ενορμήσεις και επιθυμίες, επιθυμίες με σκοπό την απόλαυση του Άλλου. Στοχεύουμε και περιμένουμε από τον Άλλον, εδώ βρίσκεται το παιχνίδι της φαντασίωσης και συνδέεται με την ίδια την απόλαυση. Η φαντασίωση είναι η ίδια η απόλαυση (ευχαρίστηση ή οδύνη). Επιθυμώ κάτι το οποίο μου λείπει και το βρίσκω στον Άλλον. Μέσα από τις ταυτίσεις το Υποκείμενο εγκαθιδρύει τις φαντασιακές του σχέσεις με τον κόσμο και τη σεξουαλικότητά του. Το Φαντασιακό είναι συνδεδεμένο με το Συμβολικό (σημαίνουσα αλυσίδα, γλώσσα) και με το Πραγματικό (εκτός συμβολοποίησης, εκτός νοήματος) σε τριγωνική μορφή και αποτελούν τις τρεις ψυχικές διαστάσεις. Η μορφή σύνδεσής τους είναι τέτοια, που κάθε φορά που αναφέρομαστε σε μία από αυτές, αναγκαστικά γίνεται λόγος και για τις άλλες, καθώς η μία διάσταση διαπερνάει την άλλη (βορρόμειος κόμβος).
Η φαντασίωση
Για τον Φρόυντ η φαντασίωση είναι η εκπλήρωση μιας ασυνείδητης επιθυμίας. Αντίθετα, ο Λακάν επισημαίνει τη λεκτική διάσταση της φαντασίωσης στη φανταστική της εκδοχή, αλλά και στη συμβολική διάρθρωση όπου σχετίζεται με το Πραγματικό. Η φαντασίωση διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο στην ανάλυση, καθώς το Υποκείμενο απογυμνώνεται και μέσω την συμβολικής διάστασης, δηλαδή της γλώσσας, εκφράζεται, καθώς διαφεύγει του Πραγματικού. Η αλλοτρίωση αποτελεί βασικό συστατικό. Φαντασίωση, λοιπόν, αποτελεί οποιοδήποτε στοιχείο προέρχεται από μια διάσταση διαφορετική από το Συμβολικό και έρχεται να ενταχθεί στο Συμβολικό.
Συμπερασματικά, ο Λακανικός όρος Φαντασιακό αναφέρεται στην ενικότητα του Υποκειμένου, δηλαδή στις φαντασιώσεις του, στις εικόνες που του προκαλούν απόλαυση. Πιστεύω ότι, στη σύγχρονη εποχή, με τη χρήση αυτού του όρου θέλουν ενδεχομένως να εννοήσουν τις φαντασιώσεις του εκάστοτε Υποκείμενου, παρόλ' αυτά, ο μόνος τρόπος «αγγίγματός» τους είναι η αναλυτική εμπειρία. Σήμερα, τα Υποκείμενα είναι φτωχά σε φαντασιώσεις, μεταφορές και ελεύθερους συνειρμούς, γεγονόντα που δυσκολεύουν την ανάλυση. Πλέον, η ανάλυση τίθεται στην πλευρά του σώματος και όχι της ομιλίας. Για τον αναλυτή η φαντασίωση είναι ένα μόρφωμα ασυνειδήτου με αρκετό ζουμί, όπου το Υποκείμενο ξεγυμνώνει όλα του τα σημαίνοντα και στο εξής ξεκινάει η μεταβίβαση με τον αναλυτή.
C'est l'amour!
(για το πρώτο μέρος, που εξηγεί τι σημαίνει φαντασιακό στον Κ. Καστοριάδη, δείτε εδώ.)