‘Αμοραλισμός. Η ιδεολογία του μέλλοντος. Όσοι την σπούδασαν τρώνε ήδη με χρυσά πιρούνια σε παραλίες που δεν τους πρέπουν. Με παρέες τρυφηλές, Μανώλη, σε τόπους χλοερούς, σε τόπους αναψύξεως, ένθα απέδρα πάσα θλίψη και οδύνη. Υπάρχει δε και η αντίληψη ότι αυξάνουν –α, ρε Λαυρέντηδες!- το προσδόκιμο ζωής τους κατά τουλάχιστον δέκα χρόνια απ’ το κανονικό. Εννοείται φυσικά ότι δε δίνουν δεκάρα για το αν εμείς του σχολιάζουμε αποκλεισμένοι εδώ, στην εμπύρετη ενδοχώρα’. (Δημήτρης Παπαστεργίου, ‘Μια ιδεολογία’).
Στην ιστορική περίοδο της βαθιάς οικονομικής-κεφαλαιοκρατικής κρίσης, το κράτος αναδιατάσσει τον ιστορικό προσίδιο ρόλο του. Η ‘κρισιακή΄ δομή του κράτους συμπυκνώνει ‘ειδικά’ τα άμεσα αλλά και μακροπρόθεσμα συμφέροντα του άρχοντος αστικού συγκροτήματος εξουσίας. Μία συγκεκριμένη μεθοδολογική προσέγγιση (φιλελεύθερη), θέλει το κράτος ‘ουδέτερο’ και υπερταξικό, δομή που ταυτόχρονα συμπυκνώνει και μετασχηματίζει το κανονιστικά το έθνος σε λαϊκή-πολιτειακή κοινότητα. Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ότι η θεωρία περί του κράτους-μηδενικού αθροίσματος προτάσσει τον υποπροσδιοριστικό του ρόλο, έναν ρόλο που προσδιορίζεται από την οργάνωση της κανονιστικής διαβίωσης των πολιτών σε μία κοινωνία.
Ο Νίκος Πουλαντζάς[1] ανέδειξε με ενάργεια τον ειδικό και ‘σχεσιακό’ ρόλο του κράτους, αποδομώντας ταυτόχρονα τις γωνίες της φιλελεύθερης μεθοδολογικής προσέγγισης. Αναλύοντας τη συγκεκριμένη μέθοδο προσέγγισης, κατέδειξε τον κανονιστικό-νομικό ‘εμφανή’ ρόλο του κράτους. Η έννοια της ‘σχετικής’ αυτονομίας του κράτους διαπερνά την κανονιστική ‘εμφανή’ συγκρότηση και διάρθρωση του: το κράτος, μέσω του πλέγματος των νόμων και των νορμών που διέπουν το γίγνεσθαι σε μία οργανωμένη κοινωνία προβάλλει και εμφανίζεται ως ταξικά ‘ουδέτερο’ και τύποις αυτόνομο, προϊόν μίας ευρύτερης κοινωνικής πραγμάτωσης και συναίνεσης.
Έτσι, η οργανωμένη του επιβολή φαίνεται όχι να συμπυκνώνει ‘ειδικά’ ταξικά συμφέροντα αλλά να τα σχετικοποιεί, αίροντας την ίδια στιγμή το ταξικό τους φορτίο. Πραγματικά, το κράτος-μήτρα της ευρύτερης κοινωνικής διάρθρωσης μετουσιώνει την ‘φαντασιακή’ εθνική κοινότητα σε λαό και ‘τόπο’ κοινών συμφερόντων.
«Αυτό λοιπόν το Κράτος, φαίνεται διαρκώς σαν ενότητα καθεαυτό πολιτική μιας οικονομικής πάλης που εκδηλώνει, μέσα στη φύση της, αυτή την απομόνωση. Φαίνεται σαν αντιπροσωπευτικό του «γενικού συμφέροντος» των συναγωνιστικών και αντίθετων οικονομικών συμφερόντων που συσκοτίζουν στους δρώντες παράγοντες, έτσι όπως αυτοί τα ζουν αυτά τα συμφέροντα, τον ταξικό τους χαρακτήρα. Σαν άμεση συνέπεια, και με την μεσολάβηση μιας ολόκληρης σύνθετης λειτουργίας του ιδεολογικού στοιχείου, το κεφαλαιοκρατικό Κράτος συσκοτίζει συστηματικά, στο επίπεδο των πολιτικών του θεσμών, τον ταξικό πολιτικό του χαρακτήρα: πρόκειται, με την πιο αυθεντική έννοια, για ένα Κράτος ταξικό-εθνικό-λαϊκό. Αυτό το Κράτος φαίνεται σαν ενσάρκωση της λαϊκής θέλησης του λαού-έθνους. Ο λαός-έθνος προσδιορίζεται θεσμικά σαν το σύνολο των «πολιτών», «ατόμων» που το Κράτος εκπροσωπεί την ενότητα τους και έχει ακριβώς σαν πραγματική υπόσταση αυτό το αποτέλεσμα της απομόνωσης που εκδηλώνουν οι οικονομικές κοινωνικές σχέσεις του Κ.Τ.Π». (σ.σ: Κεφαλαιοκρατικού Τρόπου Παραγωγής).[2] Η «ολική» κανονιστική του συγκρότηση, επιτρέπει στο κράτος να υποαντιπροσωπεύει το ταξικό στοιχείο διάρθρωσης της κοινωνικής δομής την ίδια στιγμή που υπερπροσδιορίζει το λαό ως μία κοινή θέσμιση που κατοικεί εντός μίας συγκεκριμένης εδαφικής επικράτειας. Το κράτος είναι ο συμπυκνωμένος ‘τόπος’ αποκρυστάλλωσης της περίφημης λαϊκής κυριαρχίας. Δείχνοντας ακριβώς αυτή την σχετική του αυτονομία, ο Νίκος Πουλαντζάς εστίασε και ανέδειξε το μείζον: ότι το κράτος, οργανώνοντας το κοινωνικό «είναι», δεν υποπροσδιορίζεται ταξικά-κοινωνικά-πολιτικά.
Αντιθέτως, υπερπροσδιορίζεται κοινωνικά-ταξικά, ασκώντας και εργαλειοποιώντας την κοινωνική συναίνεση προς όφελος της κυρίαρχης αστικής τάξης. Με αυτόν τον τρόπο, η προσίδια ‘ουδετεροποίηση’ και κοινωνική ‘απεργαλειοποίηση’ του κράτους συμφύεται με το διακύβευμα της οργάνωσης των βραχυπρόθεσμων και κύρια των μακροπρόθεσμων συμφερόντων του συγκροτήματος εξουσίας.
Το κράτος εμφανίζεται ως κράτος-μορφή κοινωνικού δικαίου, ως μία ‘υπεράνω’ κανονιστική συγκρότηση του έθνους, προβαίνοντας σε συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους και σε παραχωρήσεις υπέρ του μπλοκ των λαϊκών-υποτελών τάξεων (εισπήδηση της ταξικής πολιτικής πάλης στο πεδίο του κράτους, ήτοι μετασχηματισμός του ταξικού προσδιορισμού σε πολιτική-ιδεολογική διαπάλη), έχοντας ως μείζονα στοχοθεσία αφενός μεν την βαθύτερη και ‘ποιοτικότερη’ οργάνωση των συμφερόντων του αστικού μπλοκ δυνάμεων, αφετέρου δε την διατήρηση και αναπαραγωγή των δεδομένων και συγκεκριμένων ταξικών-παραγωγικών σχέσεων.
Πραγματικά, το κράτος οργανώνει την υλική βάση για την διασφάλιση της απρόσκοπτης κυριαρχίας του αστικού μπλοκ εξουσίας, προβάλλοντας για την επίτευξη αυτού του στόχου, όχι την δια της βίας άμεση καταναγκαστική θωράκιση-θέσμιση, αλλά κύρια την δράση του για την οργάνωση του κοινωνικού όλου, εμφανιζόμενο ως «συλλογικό υποκείμενο» που ρυθμίζει τις σχέσεις των ατόμων που διαβούν σε μία καλά οργανωμένη κοινωνία. Η σχετική αυτονομία του κράτους φιλτράρεται και διαμεσολαβείται στο πεδίο του κοινωνικού.
Την ιστορική περίοδο που διανύουμε, ενυπάρχει πλέον η έννοια της δομικής άρσης: έτσι, το κράτος αίρει την τυπική του σχετική αυτονομία, προωθώντας μία άμεση ταξική υλικότητα, ήτοι την ρύθμιση του κοινωνικού παίγνιου με τέτοιο τρόπο ώστε να μην διαταραχθούν η αστική κυριαρχία και το ίδιο το πλαίσιο των ταξικών-παραγωγικών σχέσεων. Τις κρίσιμες και ‘κρισιακές’ στιγμές, την στιγμή (συμβάν) όπου ενεφανίζονται ρωγμές στο πεδίο άσκησης της εξουσιαστικής τροπικότητας, το κράτος επιτελεί μία διπλή συνάρθρωση: 1. Γειώνει και «υλικοποιεί» την προσδιοριστική του σχέση με το άρχον συγκρότημα εξουσίας, και, 2), χαράζει τα όρια δράσης των κοινωνικών τάξεων, προωθώντας ψηφίσματα και νόμους που «απεδαφικοποιούν» της οργανωμένης εργατικής τάξης, (μπλοκ δυνάμεων).
Η μνημονιακή διαχείριση της κρίσης του ελληνικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού συγκροτεί ακριβώς μία «νέα» υλικότητα κοινωνικών δυνάμεων και συμφερόντων, εκεί όπου στόχος καθίσταται η πρωτεϊκή δομική ισχυροποίηση της κυρίαρχης τάξης εν μέσω ενός εντεινόμενου διεθνούς καπιταλιστικού ανταγωνισμού. Η εκ νέου αναδιανομή πλούτου, ισχύος και κοινωνικής δύναμης-δυναμικής από τα ‘κάτω’ προς τα ‘άνω’ ισοδυναμεί με αυτό που ο Ηλίας Ιωακείμογλου πολύ εύστοχα ονομάζει υπόδειγμα μίας νέας συσσώρευσης κεφαλαίου. Η προσδιοριστική (υπερπροσδιορισμένη) σχεσιακή άρθρωση κράτους-αστικού μπλοκ δυνάμεων κανονικοποιεί και εγκολπώνεται το μνημόνιο ως δομικό «εργαλείο» μίας κρισιακής απόσπασης κοινωνικής ισχύος από το μπλοκ των λαϊκών-καταπιεσμένων τάξεων.
Σε αυτό το πλαίσιο, το μνημόνιο «ιδεολογικοποιείται», και «εξωτερικεύεται» επιθετικά, μετασχηματιζόμενο σε αφηγηματικό κρατικό-κυβερνητικό υπόδειγμα άρσης των παθογενειών και των στρεβλώσεων του ελληνικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού μίας δεδομένης ιστορικής περιόδου (Μεταπολίτευση). Ουσιαστικά, έχουμε να κάνουμε με μία ‘νέα’ κρατική πολιτική η οποία και ανανοηματοδοτεί το όλο κοινωνικό πεδίο. Το ‘κρισιακό’ κράτος, προσλαμβάνοντας την μορφή και το περίβλημα του ‘αυταρχικού κρατισμού’, απεντάσσει κοινωνικά τις λαϊκές διεκδικητικές αντιστάσεις, προχωρώντας σε μία εναλλαγή μορφών και τύπων δράσης: οι κατασταλτικοί του μηχανισμοί αίρουν βίαια το πλαίσιο της διεκδικητικής δράσης, ενώ, την ίδια στιγμή, οι ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους την απονομιμοποιούν.
«Η οικονομική λειτουργία του κράτους είναι άμεση κατά τούτο: το κράτος δεν περιορίζεται στην αναπαραγωγή των κοινωνικών συνθηκών της παραγωγής, αλλά παρεμβαίνει αποφασιστικά στην αναπαραγωγή του ίδιου του κύκλου παραγωγής. Σε ορισμένες μορφές παρεμβατικής μορφής καπιταλιστικού κράτους, παρεμβαίνει, όπως έλεγε ο Λένιν, «ως και στις λεπτομέρειες της οικονομίας», δηλαδή ακόμα και στον κύκλο αναπαραγωγής του κεφαλαίου (παρόμοια ήταν άλλωστε η περίπτωση του φασιστικού κράτους). Το κράτος μπορεί να ανταποκρίνεται σ’ αυτήν την οικονομική λειτουργία χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα τον καταπιεστικό μηχανισμό (διοίκηση, κυβέρνηση) και τους ιδεολογικούς μηχανισμούς (συνδικάτα). Ωστόσο, κι αυτό ενδιαφέρει εδώ, η οικονομική λειτουργία του κράτους συναρθρώνεται με τον συνολικό πολιτικό του ρόλο. Μ’ άλλα λόγια, η οικονομική λειτουργία του κράτους, που μπορεί μάλιστα να είναι η βασικότερη σε σχέση μ’ άλλες λειτουργίες του, ασκείται ακριβώς με κύρια όψη είτε την καταπίεση είτε την ιδεολογία».[3]
Είναι εξαιρετικά καίρια και εύστοχη η ως άνω επισήμανση του Νίκου Πουλαντζά. Το κράτος ενσωματώνει αυτή την διπλή λειτουργία (ιδεολογία & καταστολή), διευρύνοντας έτσι τα όρια της παρέμβασης του. Η καταστολή δύναται να απεντάσσει, την στιγμή που η ιδεολογική σκευή «ενοποιεί» και «εσωτερικεύει» στο ‘κρισιακό’ κράτος-φύλακα την ίδια την λειτουργία της κυρίαρχης τάξης. Η παρέμβαση του «ως και στις λεπτομέρειες της οικονομίας» (Λένιν), ισούται με τον δομική ανασημασιοδότηση του ρόλου και της δράσης του, με στόχο και σκοπό μία «νέα» οικονομική-κοινωνική εκκαθάριση. Η «παρέμβαση ως και στις λεπτομέρειες της οικονομίας», (ρύθμιση για το γάλα), καταδεικνύει ακριβώς τα όρια αυτής της διευρυμένης παρέμβασης. Το κράτος ορίζεται (Νίκος Πουλαντζάς) ως ‘πολιτικός οργανωτής’ της κυρίαρχης τάξης, καθώς και ως ‘πολιτικός αποδιοργανωτής’ της επιδίωξης της εργατικής τάξης να συγκροτηθεί σε εν δυνάμει επαναστατικό υποκείμενο. Η μορφή της οργάνωσης, πολιτικά και ιδεολογικά, της κυρίαρχης αστικής τάξης, προσλαμβάνει την μορφή ενός τύποις κρατικού πολιτικού κόμματος.
Με άλλα λόγια διατυπωμένο, το κράτος είναι το κατεξοχήν κόμμα της κυρίαρχης τάξης, οργανωμένο με τέτοιον τρόπο ώστε να επιτελεί την συνέχεια της ‘ίδιας πολιτικής με άλλα μέσα’. Αυτός ο μηχανισμός νομιμοποίησης και ταυτόχρονης απονομιμοποίησης, δρα πολιτικά και σε στιγμές μίας προβληματικής κομματικής εκπροσώπησης-συνάρθρωσης κοινωνικών συμφερόντων.
Η περίοδος του Οκτωβρίου του 2011, με τα γεγονότα και τις λαϊκές κινητοποιήσεις την επέτειο του εορτασμού του ‘Όχι’(28 Οκτωβρίου 2011), κατάδειξε ακριβώς την ‘αναγκαιότητα’ συνέχειας του κράτους. Όταν οι λαϊκές κινητοποιήσεις οδήγησαν σε παραίτηση τον τότε πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου, ο διοικητικός μηχανισμός του κράτους συνάρθρωσε τα αστικά συμφέροντα, με τον πολιτικό τρόπο συνέχισης της κανονικότητας και της ταυτόχρονης επιδίωξης αποκατάστασης των εγκάρσιων τομών που ανέδειξε στο κοινωνικό όλο η λαϊκή παρέμβαση.
Η δημόσια διοίκηση κανονικοποίησε περαιτέρω το μνημόνιο σε μορφή μίας κυρίαρχης κρατικής πολιτικής, αποτελώντας εργαλείο-γέφυρα για την δομική μετάβαση σε έναν τύπο ατελούς (τεχνοκρατικού) πλαισίου αντιπροσώπευσης συμφερόντων. Η συνέχεια της ίδιας πολιτικής με άλλα μέσα αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της ρόλους και της «ροής» του κράτους την περίοδο της βαθιάς και συνεχούς κρίσης.
Το κράτος δρώντας επιτελικά και στο εσωτερικό του κυρίαρχου αστικού μπλοκ δυνάμεων, (εκκαθάριση των μη ανταγωνιστικών κεφαλαίων), ανακατανέμει την ισχύ μεταξύ των διαφόρων μερίδων της κυρίαρχης τάξης, επεμβαίνει επαναπροσδιορίζοντας το κοινωνικό πεδίο, αποσκοπτώντας στο δομικό κατακερματισμό του μπλοκ των λαϊκών-εργατικών δυνάμεων. Πραγματικά, το ‘κρισιακό’ κεφαλαιοκρατικό κράτος ανάγεται στη μορφή μίας διευρυμένης ταξικής «σχέσης», (μέσα-έξω): ρυθμίζει τα συμφέροντα άμεσης και διαρκούς κοινωνικής «επιβίωσης» του «γενικού» κεφαλαίου, την στιγμή που οργανώνει ειδικά τα συμφέροντα της ηγεμονικής του μερίδας (εφοπλιστικό κεφάλαιο). Η ταξική πολιτική πάλη οφείλει να είναι διαρκής και έντονη, (εισπήδηση στο κράτος), «στιγμιαία» και «ειδική», (άρση της δομικής ισχύος του), έχοντας ως μείζον στόχο την μεταβολή του ταξικού συσχετισμού δύναμης.
[1] Οφείλουμε στον Νίκο Πουλαντζά την επιστημονική «ανατροπή» του μεθοδολογικού φιλελεύθερου βολονταρισμού που θέλει το κράτος ρυθμιστή της διαβίωσης των ατομικών υποκειμένων.
[2] Βλ. σχετικά, Πουλαντζάς Νίκος, ‘Πολιτική Εξουσία και Κοινωνικές Τάξεις,’ τόμος α’, γ’ έκδοση, Μετάφραση: Φιλίνης Κώστας, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 1982, σελ. 184.
[3] Βλ. σχετικά, Πουλαντζάς Νίκος, ‘Φασισμός και δικτατορία. Η Τρίτη Διεθνής αντιμέτωπη στον Φασισμό’, Μετάφραση: Αγριαντώνη Χριστίνα, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 2006, σελ. 336-337.