Κάτι επικίνδυνα κομμάτια
χάος
είν' η ψυχή μου
γράφει ο σπουδαίος Μίλτος Σαχτούρης στο προτελευταίο ποίημα της συλλογής Ο Περίπατος (1960). Και είναι από αυτούς τους στίχους που με κάνουν να αναρωτιέμαι αν γράφτηκαν μετά από μελέτη, διάβασμα, μετά από κάποιον φιλοσοφικού τύπου στοχασμό τέλος πάντων, ή αν πρόκειται για μια ακόμη από αυτές τις στιγμές έμπνευσης, όταν οι ποιητές συλλαμβάνουν και αποκρυσταλλώνουν, τρόπον τινά διαισθητικά, μια σημαντική ιδέα που θα μπορούσε να αναλύεται για χρόνια και μέσα σε χιλιάδες σελίδες.
Πρώτα απ'όλα, όμως, λίγη ετυμολογία: το χάος προέρχεται από το ρήμα χαίνω, που σημαίνει χάσκω, είμαι ανοιχτός (εξ ου και χαίνουσα πληγή), είμαι άδειος .
Πρώτη φορά βρίσκουμε τη λέξη στη Θεογονία του Ησιόδου, αλλά όχι με τη σημερινή έννοια: το Χάος είναι το πρώτο που έγινε, που εγένετο, πριν ακόμα κι από τη Γη, που ακολουθεί. Ο τύπος του ρήματος είναι σημαντικός: το χάος δεν το έφτιαξε κανείς, έγινε από μόνο του, και πρόκειται εδώ για το κενό, το άδειο, το μη-ον, από το οποίο αναδύεται και το ον.
Υπάρχει όμως στη Θεογονία και αυτό που εμείς σήμερα ονομάζουμε χάος, μόνο που ο Ησίοδος δεν το ονομάζει έτσι. Πρόκειται για τα Τάρταρα, ένα αχανές μέρος που δεν έχει αρχή και τέλος, ούτε διευθύνσεις, για ένα πηγάδι χωρίς πάτο, για την ανάποδη του κόσμου. Πάνω εκεί όμως, φυτρώνουν και οι ρίζες της Γης. Έτσι κι εμείς, όταν λέμε χάος εννοούμε το εντελώς ασυνάρτητο, το τελείως μπερδεμένο, ένα μέρος ή μια κατάσταση όπου επικρατεί πλήρης α-ταξία.
Όμως εγώ ο ίδιος, η ψυχή μου, σύμφωνα με το Σαχτούρη, γιατί είναι ένα επικίνδυνο χάος και μάλιστα σε κομμάτια; Δεν μπορούμε βέβαια εδώ -κι ούτε θα ήταν ωραίο- να πούμε τι εννοεί ο ποιητής, ας πούμε όμως κάποιες ιδέες που μας ήρθαν διαβάζοντας τους στίχους του.
Πρώτ' απ' όλα, το επικίνδυνο χάος υπάρχει μέσα μας ως ύβρις. Το χαρακτηριστικό της ύβρεως είναι ακριβώς ότι, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει όταν παραβιάζουμε ένα νόμο ή μια διαταγή, μπορούμε να ξέρουμε ότι τη διαπράξαμε μόνο αφού την έχουμε διαπράξει. Τα όρια δεν ήταν προκαθορισμένα, αλλά φανερώθηκαν μόνο μετά την πράξη και αυτό είναι το επικίνδυνο-και η τραγωδία έχει το ρόλο να το θυμίζει στους Αθηναίους: προσέξτε, να το χάος που υπάρχει μέσα μας, προσέξτε, να τι κτηνωδία θα μπορούσατε να είχατε διαπράξει κι εσείς οι ίδιοι. (Αυτός είναι ένας εγγενής κίνδυνος της ανθρώπινης κατάστασης, είναι το ρίσκο της πράξης, όχι μόνο γιατί είμαστε δυνάμει κτήνη, δηλαδή δεν ελέγχουμε τα όρια των πράξεών μας, αλλά επίσης -άλλη χαρακτηριστική περίπτωση στις τραγωδίες- γιατί σε τελευταία ανάλυση δεν ελέγχουμε πάντα ούτε το νόημα των πράξεών μας, όπως το δείχνει συχνά και ο Κούντερα στα βιβλία του-είμαι εξάλλου της άποψης ότι ο Κούντερα γράφει σε σύγχρονα συμφραζόμενα αττικές τραγωδίες ή έστω κωμικοτραγωδίες.)
Επίσης -κι εδώ νομίζω ότι είμαστε πιο κοντά στο νόημα του ποιήματος- η ψυχή είναι κομμάτια χάος, με την έννοια ότι είναι μια αέναη ροή παραστάσεων, αισθημάτων και επιθυμιών. Αυτή η ροή δε σταματάει με τίποτα και μετέχει του χάους γιατί, λόγου χάρη, ενώ σκεφτόμαστε κάτι, ξαφνικά μας έρχεται κάτι άλλο· ενώ είμαστε χαρούμενοι, ξαφνικά μελαγχολούμε, χωρίς να καταλάβουμε καν γιατί. Οι συνειρμοί μας είναι πράγματι τόσο ελεύθεροι, που μπορούν να φέρουν κοντά σχεδόν δύο οποιαδήποτε πράγματα, χωρίς υπακοή στους κανόνες της τυπικής λογικής. Όταν μιλάμε για παραστάσεις ψυχικές "οι γειτονιές δεν καθορίζονται ή συνεχώς ξανακαθορίζονται", "κάθε σημείο βρίσκεται σχεδόν αυθαίρετα κοντά και συνάμα αυθαίρετα μακριά από κάθε άλλο σημείο"*. Πολύ σχετικά ο Φρόυντ, στην Ερμηνεία των Ονείρων, γράφει ότι συχνά, ακόμη και στα πιο καλά ερμηνευμένα όνειρα, υπάρχει ένα "κουβάρι σκέψεων" που δε λέει να ξετυλιχθεί και που είναι "ο ομφαλός του ονείρου, το μέρος όπου το όνειρο στηρίζεται πάνω στο άγνωστο". Με αυτή τη έννοια, την έννοια δηλαδή της σχετικής ασυναρτησίας, η ψυχή μας είναι κομμάτια χάος, μολονότι δεν είναι βέβαια εντελώς χάος, καθώς από αυτήν αναδύονται συνεχώς έννοιες και στόχοι και ιδέες συγκροτημένες με τάξη, συγκροτημένες σε κόσμο, για να ακολουθήσουμε το αρχαίο δίπολο.
Όλα αυτά προέκυψαν, κάπως χαοτικά, αν κι ελπίζω όχι εντελώς, από λίγους στίχους του καταπληκτικού ποιήματος "ΚΑΤΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΚΟΜΜΑΤΙΑ", που αξίζει βέβαια να το διαβάσει κανείς ολόκληρο.
*Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας σελ 393