Tο πέρασμα των εποχών είναι μια διαδικασία που πέρα από τη αναπόφευκτη σταθερότητα που παρουσιάζει φέρνει μαζί του πάντα και την αλλαγή. Αυτή η αλλαγή εξαπλώνεται σε όλους τους τομείς, από τις συνθήκες ζωής, τα ήθη και τα έθιμα μέχρι και την ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη, αφού κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί πως το περιβάλλον όπου ζούμε διαμορφώνει και την εξέλιξή μας. Ωστόσο, είναι στιγμές που αυτό το χάσμα ανάμεσα στις μεταβαλλόμενες εποχές μοιάζει μεγαλύτερο από ποτέ. Μια απ' αυτές τις στιγμές είναι και η γιορτινή περίοδος των Χριστουγέννων. Πρόκειται για τη μόνη γιορτή που γιορτάζεται την ίδια περίοδο από μία τεράστια μερίδα διαφορετικών χωρών και αυτή της η ιδιαιτερότητα είναι που την κάνει το τέλειο παράδειγμα προς σύγκριση ανά τις δεκαετίες.
Τα Χριστούγεννα σήμερα είναι για πολύ κόσμο η ευκαιρία. Η ευκαιρία να ντύσουν τις επιθυμίες τους με τον μανδύα των εορτών. Η δικαιολογία "ψωνίζω λόγω εορτών" είναι μια καραμέλα που ικανοποιεί κάθε ενοχή του πιθανόν υπερβάλλοντα ζήλου που επιδεικνύουμε στις γιορτινές αγορές μας. Τα Χριστούγεννα όμως δεν είναι μια τυχαία περίπτωση εορτών. Βρετανοί χρονικογράφοι όταν αναφέρονται στην Αγγλία στις αρχές του 20ου αιώνα εξηγούν πως η γιορτή των Χριστουγέννων έχει εξελιχθεί σε τόσο μεγάλη γιορτή όχι λόγω του θρησκευτικού της περιεχομένου, αλλά λόγω της συντονισμένης προσπάθειας των εμπόρων της Αγγλίας που αναζητούσαν μια αργία πρόσφορη να αναδειχθεί σε καταναλωτική εορτή. Έναν αιώνα μετά, μπορούμε να πούμε χωρίς αμφιβολία πως πράγματι, ο στόχος επετεύχθη. Τα Χριστούγεννα σήμερα είναι σε ένα τεράστιο βαθμό συνυφασμένα με τα ψώνια και τα ψώνια είναι επίσης συνυφασμένα με τις γιορτές.
Αυτός είναι και ο λόγος που παραμονές Χριστουγέννων κάνεις κάποιος μία βόλτα στα μαγαζιά και στα σούπερ μάρκετ, υπάρχει μια μεγάλη πιθανότητα να καταλήξει με κρίση αγοραφοβίας. Ο κόσμος κινείται μανιωδώς από μαγαζί σε μαγαζί κουβαλώντας παραμάσχαλα 5-6 σακούλες που μαζί με την προσοχή μπορεί να σου τραβήξουν και κανένα χτύπημα από μέση και κάτω. Πότε όμως έγινε η αρχή; Από ποιο χρονικό σημείο και έπειτα η ταινία Gremlins πήρε διαστάσεις αληγορείας για την γιορτινή πραγματικότητα; Σε αυτό το ερώτημα η απάντηση φαίνεται πως είναι ομόφωνη από κάθε ιστορικό ερευνητή. Η εικόνα των εορτών άρχισε να αλλάζει απ'τη στιγμή που τη σκυτάλη πήραν οι διαφημιστές. Ξαφνικά, κάθε σταρ, εγχώριος και μη, εμφανίστηκε να φιγουράρει δίπλα σε ένα καταστόλιστο δέντρο που στέγαζε καμιά δεκαριά δώρα, ευχές για "Καλά Χριστούγεννα" από την Αλίκη Βουγιουκλάκη και τον Sean Connery παρέα μ' ένα μπουκάλι ουϊσκι και όχι μόνο. Κάπως έτσι, οι διαφημιστές παρέα με τους "εμπόρους" κατάφεραν και έκαναν τις γιορτές υπόθεση lifestyle. Λαμπερές εορτές σημαίνει μια πεντάκιλη γαλοπούλα στο τραπέζι, ενώ ένα μήνα πριν το νεοβάφτιστο "ρεβεγιόν" κάθε εκπομπή στην τηλεόραση μας δείχνει που να βγούμε φέτος τις γιορτές και τι να φορέσουμε τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά.
Οι γιορτές όμως δεν ήταν πάντοτε συνυφασμένες με τα ψώνια και τις λαμπερές εξόδους. Πριν αρχίσει η υπερβολή της εμπορευματοποίησης Χριστούγεννα σήμαινε μια γιορτή για την οικογένεια με την οικογένεια. Παλιότερα, παραδείγματος χάρη, τα κάλαντα είχαν μια διαφορετική όψη απ' ότι σήμερα. Τα παιδιά που πηγαίνανε στα σπίτια να πούνε τα κάλαντα κάθονταν να φάνε γλυκίσματα και να ευχηθούν, ενώ εκείνα που τα θεωρούσαν πολύ καλότυχα τα έστελναν οι γονείς τους στη γειτονιά για να φέρουν τύχη στα νοικοκυριά. Τα νυχτοπερπατήματα ήταν απαγορευμένα ιδίως στα χωριά μιας και υπήρχε ο μύθος πως τα βράδια των γιορτών γυρνούν στους δρόμους οι καλικάντζαροι και αρπάζουν όποιον βρουν έξω. Την παραμονή πρωτοχρονιάς, οι οικογένειες μαζεύονταν για να γιορτάσουν όλοι μαζί και έπεφταν για ύπνο νωρίς καθώς έπρεπε να πάνε στην πρωινή λειτουργία. Για τις γιαγιάδες μας Χριστούγεννα σήμαιναν βόλτα στην εκκλησία με τα καλά τους ρούχα, ενώ την παραμονή της Πρωτοχρονιάς οι μόνοι που κυκλοφορούσαν έξω ήταν οι άντρες που πήγαιναν στα καφενεία για να παίξουν χαρτιά. Τότε, τα δώρα των Χριστουγέννων δεν είχαν γίνει ακόμα αναγκαιότητα και τα παιδιά χαίρονταν και μόνο με τα γλυκά που τους προσέφεραν στα σπίτια.
Από τότε μέχρι σήμερα έχουν αλλάξει πολύ τα δεδομένα της καθημερινότητας, ωστόσο αυτό το οποίο έχει αλλάξει με το παραπάνω είναι η επίπλαστη ανάγκη να ψωνίζουμε για να γεμίσουμε την αίσθηση του απλήρωτου, μιας και την περίοδο των εορτών είμαστε περισσότερο επιρρεπής στην καταναλωτική χειραγώγηση. Σχεδόν αφήνουμε κάθε φραγμό και επιτρέπουμε στο κλίμα του καταναλωτισμού να μας κατακλύσει. Κάθε χρόνος που κλείνει μας γεμίζει μ' έναν τρόμο για το χρόνο που έφυγε και πάνω σε αυτή τη συναισθηματική ευαισθησία οι έμποροι με τις διαφημίσεις έρχονται να μας πουν "ψώνισε για να ξεχάσεις την αγωνία σου". Στην ψυχολογία η καταναλωτική μανία θεωρείται παθολογία, εθισμός χωρίς αντικείμενο, και αυτή ακριβώς η έλλειψη αντικειμένου είναι που το κάνει τόσο δύσκολο να ελεγχθεί.
Οι γιορτές κάνουν κάθε προσπάθεια αυτοσυγκράτησης ακόμα πιο δύσκολη μιας και το εορταστικό πνεύμα επικαλείται ως δικαιολογία. Έχοντας μεγαλώσει σε μια κοινωνία που έχει εξισώσει τα Χριστούγεννα με τα ψώνια είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς μια γιορτή που δεν θα εμπεριέχει ούτε δώρα, ούτε γαλοπούλες και νέα ρούχα για τα ρεβεγιόν. Εδώ ακριβώς ωστόσο βρίσκεται η ανάγκη του να έχουμε κάποιον να μας πει ιστορίες για το πώς περνούσε εκείνος τα Χριστούγεννα μερικά χρόνια πιο πίσω. Γεννημένη και εγώ σ' αυτή την κοινωνία που τα "χριστουγεννιάτικα ψώνια" τα έχει αναγάγει σε θεσμό, νιώθω θλίψη βλέποντας τους δρόμους αυτές τις μέρες να δείχνουν λες έχουν ξεφύγει από τη Χούβιλ στο "How the Grinch stole Christmas". Γι' αυτό το λόγο θεωρώ πιο σωστό να κλείσω αυτό το χριστουγεννιάτικο κείμενο με τον πιο παρεξηγημένο γιορτινό ήρωα (όπως τον προτιμούμε όλοι, δηλαδή στην αρχή πριν αποκτήσει και εκείνος το πνεύμα των Χριστουγέννων).