Προδημοσίευση από το Tο βιβλίο του βιβλιόφιλου του Anatole France που θα κυκλοφορήσει την επόμενη εβδομάδα από τις εκδόσεις Πληθώρα, σε μετάφραση του Νίκου Ταγκούλη.
Στο σύντομο αυτό κείμενο, ο γάλλος συγγραφέας επιχειρεί να συνοψίσει τους αισθητικούς και τεχνικούς κανόνες που ακολουθούνται κατά την εκδοτική παραγωγή σε ό,τι αφορά την επεξεργασία του κειμένου, την εκτύπωση, το χαρτί, τον διάκοσμο και τη βιβλιοδεσία. Με γνώμονα την καλαισθησία και το υψηλό γούστο, ορίζει τους κανόνες που αποδεδειγμένα κατά το παρελθόν ακολουθήθηκαν για τη δημιουργία αισθητικά άρτιων εκδόσεων.
Το κείμενο αυτό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως ένα εγκώμιο της χειροποίητης τυπογραφίας ή ένα έμμεσο «κατηγορώ» για τον ευτελισμό των τυπογραφικών προϊόντων από το νέο πνεύμα βιομηχανοποίησης που κατίσχυσε στις κοινωνίες, συμπαρασύροντας τις παραδοσιακές πολιτιστικές και οικονομικές αξίες.
Με Tο βιβλίο του βιβλιόφιλου οι εκδόσεις Πληθώρα εγκαινιάζουν τη νέα τους εκδοτική σειρά με τίτλο «Τα βιβλία των βιβλίων», στην οποία θα περιλαμβάνονται κείμενα με αμιγώς βιβλιοφιλικό ενδιαφέρον.
Ι
ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
H αποκατάσταση ενός κειμένου αποτελεί αντικείμενο πρωταρχικής σημασίας. Εδώ ακριβώς έγκειται ο βασικός σκοπός μιας επανέκδοσης, και οι τόσο πολύπλοκες πλαστικές φροντίδες, στις οποίες θα υποβληθεί το εν λόγω κείμενο, αποσκοπούν αποκλειστικά και μόνο στο να εκδοθεί όπως αρμόζει και, ως εκ τούτου, με απαράμιλλη ομορφιά. Όλη η δουλειά του εκδότη θα πάει τελείως χαμένη, εάν δεν εργαστεί πάνω σε ένα αψεγάδιαστο κείμενο. Οφείλει επ’ αυτού να επαγρυπνά και, εάν αναλαμβάνει σειρές, εάν δημιουργεί βιβλιοθήκες κλασικές ή ιδιαίτερου ενδιαφέροντος, οφείλει να εφαρμόζει, ως προς την έκδοση των κειμένων, ορισμένους κανόνες εξαρχής προσδιορισμένους και να διασφαλίζει την αποκλειστική συνεργασία των φιλολόγων και των λογίων που τους αποδέχονται.
Ιδού οι κανόνες τους οποίους, σε συνεννόηση με τους συνεργάτες μας, ακολουθούμε απαρέγκλιτα για τα κείμενα που περιλαμβάνονται στη Collection Lemerre, στη Petite Bibliothèque littéraire και στη Bibliothèque d’un curieux. Καθένας από τους τόμους των παραπάνω σειρών αναπαράγει τους τύπους του αυθεντικού κειμένου με την αυστηρότερη πιστότητα. Η ορθογραφία και ο τονισμός, που αποτελούν γνώρισμα του συγγραφέα, διατηρούνται εδώ μέχρι κεραίας. Πιστεύουμε, πράγματι, ότι από τις μυριάδες λεπτομέρειες της στίξης και της ορθογραφίας εξαρτάται, εν μέρει, η γενική φυσιογνωμία ενός συγγραφέα και ότι το να τροποποιήσεις αυτές τις λεπτομέρειες θα αλλοίωνε τον χαρακτήρα του συνόλου.
Πολύ συχνά συναντάται, στα πρωτότυπα κείμενα των συγγραφέων του 16ου και του 17ου αιώνα, η ίδια λέξη γραμμένη με δύο διαφορετικούς τρόπους σε απόσταση μόλις λίγων αράδων. Δεν έχουμε ποτέ επιχειρήσει, ως είθισται ακόμη, να υιοθετήσουμε και για τα δύο σημεία έναν μόνο γραμματικό τύπο. Οι δύο γραφές μάς φαίνονται, τουναντίον, χρήσιμες να τις διατηρήσουμε ως μαρτυρία αναποφασιστικότητας στην οποία ταλαντευότανε για πολύ καιρό η γαλλική ορθογραφία.
Έχει υποστηριχθεί ότι η έγνοια της τελείας και του κόμματος, των κεφαλαίων και της ιδιότυπης ορθογραφίας αποτελεί ίδιον των σύγχρονων συγγραφέων και ότι αυτή δεν απασχόλησε καθόλου τους κλασικούς μας. Στην πραγματικότητα, όμως, η έγνοια αυτού του είδους δεν είναι περισσότερο νεοτερική από εκείνην της μορφής που τόσο έντονα ξαφνιάζει το κοινό στα έργα των σύγχρονων ποιητών κι είναι κοινή στους αληθινούς ποιητές όλων των εποχών. Οι πρωτότυπες εκδόσεις των κλασικών βρίθουν παράδοξων τύπων με ελάχιστο φιλολογικό ενδιαφέρον, που οφείλονται στην ιδιοτροπία των αδαών στοιχειοθετών. Η ορθογραφία εν προκειμένω ποικίλλει, όχι όμως αυθαίρετα, και η στίξη ενοχλεί τον προσεκτικό παρατηρητή πολύ περισσότερο λόγω της σταθερότητάς της παρά της εμφανούς ιδιορρυθμίας της. Εάν μια φορά ο Jean Racine δεν διάβαζε σχολαστικά τα δοκίμια της τελευταίας έκδοσης των θεατρικών του, ο La Fontaine, από την άλλη, πολλαπλασίαζε τα παροράματα στην τελευταία σελίδα της συλλογής των Μύθων του, δείχνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο ότι δεν ήταν διόλου αδιάφορος για την τυπογραφική διόρθωση των έργων του. Ο Molière, που λίγο τον ένοιαζε αν θα εκδοθούν τα θεατρικά του, επέμενε ωστόσο να γίνεται σωστά.
Δεν θέλουμε να θεωρηθούμε περισσότερο αμελείς απ’ ό,τι οι μεγάλοι αυτοί άνδρες. Για να επιτύχουμε την ακρίβεια, την τόσο πολύτιμη για εμάς, αναπαράγουμε πιστά την τελευταία έκδοση που ήρθε στο φως όντας εν ζωή ο συγγραφέας, δεδομένου ότι η συγκεκριμένη έκδοση είχε επανεξεταστεί ή τουλάχιστον είχε αναγνωρισθεί από τον ίδιον. Αλλά εάν μας αρκούσε να ακολουθήσουμε τον κανόνα ετούτο για να αποκαταστήσουμε σχεδόν εξολοκλήρου τα κείμενα του Rabelais, του Régnier, του La Fontaine, του La Rochefoucauld, του La Bruyère κ.ά., κρίνεται ανεπαρκής για συγγραφείς όπως ο Molière, που δεν βρίσκονται εν ζωή αλλά έχουν αφήσει ένα μεγάλο μέρος του έργου τους ανέκδοτο, και παντελώς ανεφάρμοστος σε εκείνους που, όπως ο Montaigne, διόρθωναν και εμπλούτιζαν το κείμενό τους προτού το παραδώσουν οριστικά στον τυπογράφο. Στις διαφορετικές αυτές περιπτώσεις, ελλείψει χειρογράφων, χαμένων τις περισσότερες φορές, αναπαράγουμε από τις μεταθανάτιες εκδόσεις εκείνη που πραγματοποιήθηκε με τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις για να αναπαραχθεί το πνεύμα του συγγραφέα. Ως εκ τούτου, παραδίδουμε το βιβλίο Essais σύμφωνα με το καλό και παλαιό αντίτυπο της δεσποινίδος de Gournay και ακολουθούμε, για τα θεατρικά έργα που ο Molière δεν τύπωσε ο ίδιος, το κείμενο που εξέδωσαν οι συνεργάτες του Lagrange και Vinot…
ΙΙ
Η ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Τα τυπογραφικά στοιχεία
Τα τυπογραφικά στοιχεία ελζεβίρ απέκτησαν εκ νέου την τιμητική τους χάρις στον κύριο Perrin, από τη Λυόν. Τα συγκεκριμένα τυπογραφικά στοιχεία, εξαιρετικά καλαίσθητα καθεαυτά, μας εξασφαλίζουν, για την περίπτωση με την οποία κυρίως ασχολούμαστε, ήτοι την επανέκδοση των παλαιότερων συγγραφέων, ένα αρχαϊκό ύφος που εναρμονίζεται με τα κείμενα. Η χρήση τους εν τοιαύτη περιστάσει συμβάλλει ώστε να παράξουμε τον ιδιαίτερο χαρακτήρα, το τόσο εξεζητημένο δικαίως στις μέρες μας.
Επιπλέον, το όνομα ελζεβίρ δεν θα πρέπει να εκληφθεί κατά γράμμα. Δεν πρόκειται επ’ ουδενί εδώ περί ενός ακριβούς ορισμού, διότι χρησιμοποιείται αδιακρίτως για χαρακτήρες του 16ου, του 17ου και του 18ου ακόμη αιώνα, αρκετά ανόμοιους αναμεταξύ τους.
Τα τυπογραφικά στοιχεία που χρησιμοποίησαν ο Louis Elzevir και οι πέντε γιοι του, οι οποίοι εργάστηκαν ως τυπογράφοι στo Λέιντεν, στη Χάγη, στην Ουτρέχτη και στο Άμστερνταμ, στις αρχές του 17ου αιώνα, πόρρω απέχουν σε καλαισθησία από εκείνα που χρησιμοποιούσαν οι εκδοτικοί οίκοι της Λυόν και του Παρισιού έναν αιώνα πριν. Αλλά ο Louis Elzevir θεωρείται ότι, από τα τέλη του 16ου αιώνα, επέφερε μια αλλαγή η οποία καθιερώθηκε: πρώτος αυτός, λέγεται, ότι διέκρινε τα πεζά φωνήεντα u και i από τα σύμφωνα v και j. Όπως και να ’χει, οι Elzevir, αν και κατώτατοι υπάλληλοι των εκδόσεων Estienne, επιφορτισμένοι με τη διόρθωση των κειμένων, ορθά χαίρουν εκτίμησης καθώς παρήγαγαν, σε μια εποχή όπου η τέχνη της τυπογραφίας βρισκόταν στη Γαλλία εν υπνώσει, μια μακρά σειρά τομιδίων φτιαγμένων με μεράκι και τυπωμένων επιμελώς. Η συνεισφορά τους είναι μεγάλη από τις δύο αυτές απόψεις· μα θα ήταν λάθος να πιστεύουμε πως οι ίδιοι κατείχαν δικά τους τυπογραφικά στοιχεία, γνωστά στις μέρες μας με το όνομα αυτό. Από το 1550, ο Haultin, από τη Ροσέλ, χρησιμοποιούσε τα τυπογραφικά στοιχεία που οι Elzevir πρέπει να χρησιμοποίησαν πολύ αργότερα.
Περί το 1855, ένας άνθρωπος που προσέφερε πολλά στην τέχνη του και η μνήμη του οποίου θα πρέπει να τιμάται μεγαλοπρεπώς ως εφευρετικού και εξαίρετου καλλιτέχνη, ο κύριος Perrin, τυπογράφος στη Λυόν, εντόπισε στα παλαιά λυονέζικα χυτήρια του κυρίου Rey σμίλες και μήτρες του 16ου αιώνα. Ένα μέρος εξ αυτών πέρασε στην κατοχή του· σχεδίασε και εγχάραξε τις σειρές που του έλειπαν, και πέτυχε έτσι τους χαρακτήρες αυτούς που δημιουργούσαν την αίσθηση του παλαιού, ή για να κυριολεκτήσουμε, την αίσθηση του καινούργιου, και δεν ήταν μικρή η συνεισφορά του στο να καθιερωθούν.
Την ίδια εποχή, και με τον ίδιο σκοπό, ο κύριος Claye, διακεκριμένος τυπογράφος, διεξήγαγε έρευνα σε όλα τα παλαιά χυτήρια τυπογραφικών στοιχείων του Παρισιού. Είναι πέρα για πέρα αληθές πως είχε εκδηλωθεί μια επιστροφή προς την αισθητική των κλασικών τύπων! Οι προσπάθειές του όμως απέβησαν άκαρπες, και καθώς δεν έφεραν κάποιο αποτέλεσμα κατέληξε στο μοναδικό συμπέρασμα ότι όλες οι παλαιές μήτρες από κοκκινωπό χαλκό είχαν μετατραπεί σε χοντρά κέρματα κατά την Επανάσταση.
Ο κύριος Claye ουδόλως
αποθαρρύνθηκε: συνέχισε τις έρευνές του ως τη Λυόν, παλαιό εγκαταλελειμμένο
κέντρο λαϊκής τυπογραφίας, και στο εκατονταετές χυτήριο της οικογένειας Rey
βρήκε και απέκτησε ένα σημαντικό αριθμό από παλαιές σμίλες και μήτρες που
σώθηκαν από την καταστροφή. Έτσι ο οίκος του Perrin, στη Λυόν, και του Claye,
στο Παρίσι, κατέχουν πράγματι τους χαρακτήρες του 16ου αιώνα…