Το Κaboom βρέθηκε στην πρεμιέρα της «Χορευτικής Πανούκλας» στο θέατρο Άλμα τη Δευτέρα 3 Νοεμβρίου και μίλησε με το Γρηγόρη Χατζάκη που σκηνοθετεί και το Βύρωνα Κατρίτση που ευθύνεται για το σχεδιασμό του ήχου, ενώ από κοινού υπογράφουν το κείμενο και συμπρωταγωνιστούν.
Η πραγματική ιστορία
Στις 14 Ιουλίου 1518, στο φθινόπωρο του Μεσαίωνα, σε ένα μικρό φτωχικό σπίτι στο Στρασβούργο, ο Herr Troffea, ζητάει από τη γυναίκα του, Frau Troffea, να κάνει μία δουλειά. Εκείνη σηκώνεται, βγαίνει από το σπίτι, σταματάει κάπου στο δρόμο, κάτω από τον καυτό καλοκαιρινό ήλιο και αρχίζει να χορεύει. Δεν ακούγεται μουσική και δεν δείχνει κανένα σημάδι ευχαρίστησης, καθώς τα πόδια της κινούνται ασταμάτητα κάτω από τη φούστα της. Χορεύει για 6 συνεχόμενες μέρες. Κάθε τόσο πέφτει εξαντλημένη και μόλις συνέρχεται συνεχίζει τον παράφρονα χορό της. Μέσα σε λίγες μέρες, γύρω στους 30 ακόμη ανθρώπους, οδηγούμενοι από την ίδια ανάγκη, βγαίνουν στο δρόμο και χορεύουν. Μέσα σε ένα μήνα, πάνω από 400 άλλοι, έχουν ακολουθήσει. Η χορευτική πανούκλα, όπως ονομάσθηκε το φαινόμενο, έχει αρχίσει να εξαπλώνεται σε όλη την πόλη. Κανείς δεν μπορεί να σταματήσει το χορό τους. Έναν χορό, που σιγά σιγά οδηγεί τον έναν μετά τον άλλο στο θάνατο.
Το έργο
Στο καπνιστήριο των Θανάτων το ραδιόφωνο παίζει αγαπημένες επιτυχίες, στην ταβέρνα του Φραντς Τρόφεα περνάει η ώρα και άλλοι παράξενοι πελάτες, ένας μετεωρίτης αναστατώνει την ηρεμία του χωριού, ενώ τρεις φιλόδοξοι επιστήμονες προσπαθούν να δημιουργήσουν τον χορό.
Βασισμένο στα ιστορικά γεγονότα που σύμφωνα με έρευνες οδήγησαν στο ξέσπασμα της χορευτικής πανούκλας του 1518, το έργο είναι μία αμιγώς κωμική/σουρρεαλιστική ανάγνωση της παράξενης αυτής ιστορίας. Χωρισμένο σε σκηνές στον Πάνω και τον Κάτω Κόσμο, δίνει μία απρόσμενη ερμηνεία στα αίτια της επιδημίας.
Η συνέντευξη
Συνυπογράφετε ένα εξαιρετικά πρωτότυπο θεατρικό κείμενο. Για να κάνουμε τις πρώτες συστάσεις, σε ποιό γένος έργων μπορούμε να το εντάξουμε;
ΓΧ: Σίγουρα είναι γόνος σουρεαλισμού, παραλόγου και κωμωδίας.
ΒΚ: Είναι μία κωμωδία με ακραίο χιούμορ. Σουρεαλισμός στο θέατρο; Είναι μια καραμέλα. Όταν βλέπεις συνήθως στο ελληνικό θέατρο ή σινεμά να λένε “σουρεαλισμός” φεύγεις...
ΓΧ: Υπάρχει μία σουρεαλιστική συνθήκη... π.χ. εμφανίζεται η Ώρα και μιλάει! Βέβαια σουρεαλισμός κατά τον Μπρετόν είναι άλλο απ' αυτό που εννοούμε μετέπειτα. Το παράλογο στον Ιονέσκο και τον Μπέκετ δεν είναι σουρεαλισμός; Αν στον κινηματογράφο κάνανε τον “Ρινόκερο” κι αρχίζανε να γίνονται ρινόκεροι σ' όλοι την πόλη δε θα μιλούσαμε για σουρεαλισμό; Το κάνανε ο Νταλί με τον Μπουνιουέλ!
Αν μη τι άλλο το κεντρικό θέμα (η “χορευτική πανώλη” του 1517 στο Στρασβούργο) απ' το οποίο αφορμάται η παράσταση είναι ασυνήθιστα ιδιαίτερο. Τι σας κίνησε το ενδιαφέρον σε αυτό;
ΓΧ: Αυτό ξεκίνησε πριν κάποια χρόνια όταν διάβασα ένα άρθρο στο ίντερνετ γι' αυτή την ιστορία. Με το που το διαβάζω φεύγω απ' το σπίτι, βρίσκω μία φίλη ηθοποιό που είχαμε συνεργαστεί και παλιότερα και της λέω “Πρέπει να κάνουμε μία παράσταση πάνω σ' αυτό!” Ξεκινάμε να δουλεύουμε πάνω στην ιδέα, κλείνουμε θέατρο και αφού έχουμε κάνει ήδη δύο μήνες πρόβα, μαζί και με άλλους ηθοποιούς, μας το ακυρώνουν απ' το θέατρο γιατί έπρεπε να κλείσουν νωρίτερα τη σεζόν... Με τρώει όμως συνέχεια αυτή η ιστορία. Και αρχίζω μετά να γράφω μία μυθιστορηματική εκδοχή αυτού, σε πιο χιουμοριστικό τόνο. Εν τω μεταξύ δουλεύαμε με το Βύρωνα ένα άλλο έργο πιο προσωπικό, πιο κωδικοποιημένο, αλλά κρίναμε πως δεν είναι η εποχή για κάτι τέτοιο. Παράλληλα διάβασε κι ο Βύρωνας ένα βιβλίο που του δάνεισα με μία μελέτη για τα περιστατικά που οδήγησαν στη “Χορευτική Πανούκλα” και κάπως έτσι αρχίσαμε να το δουλεύουμε ξανά.
Ως προς την επιστημονική εξήγηση του φαινομένου έχουν δοθεί πολλές ερμηνείες. Εσείς τι πιστεύετε;
ΓΧ: Ήταν το αποτέλεσμα μιας τρομερά καταπιεστικής περιόδου. Έπεσε πρώτα ο μετεωρίτης, για τον οποίο η Εκκλησία έλεγε ότι ο Θεός πετάει, κυριολεκτικά, πέτρες στους αμαρτωλούς. Μετά ήρθε ο λιμός, ύστερα η πανούκλα… Εν τω μεταξύ απαγορευόταν ο χορός, η γυναίκα θεωρούταν ζώο και κάπως έτσι ήρθε το ξέσπασμα.
ΒΚ: Για μένα δεν έχει σημασία ποιά είναι η εξήγηση. Πάντως συμφωνώ ότι ήταν μία διέξοδος από την καταπίεση της εποχής.
ΓΧ: Υπάρχει και η άποψη ότι το προκάλεσε ένας βάκιλος στα σιτηρά. Αλλά η σύγχρονη ψυχιατρική προσέγγιση είναι η πιο αποδεκτή. Η «χορευτική πανούκλα» του 1517 ήταν η πιο εκτεταμένη και η πρώτη καταγεγραμμένη, αλλά το φαινόμενο παρουσιάστηκε πολλές φορές ακόμη. Ε δε γίνεται σε όλη την Ευρώπη να είχαν πρόβλημα τα σιτηρά! Απόδειξη του ότι η αιτία δεν ήταν παθολογική είναι ότι οι «χορευτές» ηρέμησαν μόνον όταν τους φόρεσαν κόκκινα παπούτσια. Επίσης υπήρξαν και διαφορετικές επιδημίες μαζικής μανίας.
Μας έκανε ιδιαίτερη εντύπωση η ευρηματικότητα όσον αφορά στα σκηνοθετικά τεχνάσματα για την απόδοση της κίνησης -ενώ η ηθοποιοί ήταν κατά κύριο λόγο καθιστοί- και της πρωτότυπης ηχητικής επένδυσης. Αυτό το παιχνίδι με τη θεατρική σύμβαση είναι περισσότερο ανάγκη ή επιλογή;
ΒΚ: Όταν μπήκαμε στο θέατρο θεωρούσαμε ότι θα το παίζαμε όπως το είχαμε γράψει. Τα αντικείμενα και οι ιδέες προέκυψαν επί τόπου.
ΓΧ: Πάντα είχα μία εμμονή σε σχέση με το θεατή. Από παιδί που λάτρευα το θέατρο δε με μάγευε τόσο η ιστορία, όσο το από πίσω -πώς το κάνουν αυτό, πώς λειτουργεί. Επειδή το θέατρο, η μοναδικότητα που έχει ως τέχνη, είναι η άμεση επαφή με το θεατή, με ενδιέφερε το πώς λειτουργεί αυτή η σχέση με το θεατή, που δεν πρέπει να είναι μία σχέση απόστασης. Εξ ου και παραστάσεις όπως ήταν τα “Τα φτερά του Έρωτα” που ήταν μία διαδρομή με το λεωφορείο, στην οποία ο θεατής μπορούσε να δει με άλλο μάτι την ίδια πόλη και το ίδιο μέσο που χρησιμοποιεί καθημερινά... Παρενθετικά να πω ότι σιχαίνομαι βέβαια ό,τι έχει να κάνει με το interactive, το οποίο επιβάλλει στο θεατή κάτι. Ο θεατής πρέπει να αφήνεται, να είναι συνοδοιπόρος κι όχι παρατηρητής. Κι αυτή η συνθήκη, ενώ είναι καθαρά αντιθεατρική, επιχειρεί να εξοικειώσει το θεατή με τον ηθοποιό -κοινό μας σημείο είναι η ιστορία και ο Μεσαίωνας και πώς στεκόμαστε εμείς απέναντι σ' αυτό.
ΒΚ: Έχει την αμεσότητα του αναλογίου, χωρίς να είναι αναλόγιο.
ΓΧ: Ενώ στην αρχή το είχαμε φανταστεί πολύ κοντά στις εικόνες του κειμένου, με μία αρκετά εικαστική διάθεση, όταν μπήκαμε στις αναγνώσεις του τραπεζιού, βλέπαμε ότι έχει τόσο ενδιαφέρον το ν’ ακούς αυτό το πράγμα χωρίς να χρειάζεται να το δείξεις -έχει ενδιαφέρον αν το σκεφτείς: μιλάμε για μία χορευτική επιδημία, αλλά δε χορεύει κανείς!
Αλλά πέρα απ' αυτό, στο έργο η βασική ειρωνεία που υπάρχει, είναι το πόσο εύκολα όλα αυτά που αναφέρονται -σεξισμός, ρατσισμός, ομοφοβία, κακοποίηση- μπορείς να τα εντάξεις στο Μεσαίωνα και να είναι αυτόματα, απόλυτα αποδεκτά από όλους -γιατί εντάξει, στο Μεσαίωνα τα κάνανε, ήταν τρελοί εκείνοι!- ενώ κανείς δε θα παραδεχόταν εύκολα ότι συνεχίζουν να υπάρχουν γύρω μας. Και φυσικά είναι πολύ πιο εύκολο να το δεχτείς σε μία κωμωδία… Αυτό εξυπηρετεί και ο διαχωρισμός του λόγου από την εικόνα, ώστε να οδηγηθεί κι ο θεατής σε αυτόν το συνειρμό.
ΒΚ: Είναι το δεύτερο στάδιο της σκέψης του θεατή: Α, αυτά γίνονταν στο Μεσαίωνα... Ή μήπως γίνονται ακόμα; Και ταυτόχρονα είναι καθοριστική η παρουσία της εξουσίας, η οποία και σήμερα δείχνει το σφοδρό πρόσωπό της. Και αυτή είναι η σύνδεση με τη σημερινή κατάσταση. Γιατί γενικά βλέπεις διάφορα έργα που το έχουν παρακάνει με την κρίση θέλοντας να δείξουν ότι είναι μοντέρνοι και αφουγκράζονται το σήμερα. Το δικό μας σχόλιο σε σχέση με την κρίση είναι το κλείσιμο του ματιού.
Ένας φιλόσοφος έλεγε ότι στην προνεοτερικότητα η εξουσία ήταν κυριαρχία, μας ζητούσε το αίμα μας, πράγμα που το βλέπουμε να φωτογραφίζεται σε μια σκηνή της παράστασης. Αντίθετα, η νεοτερική εξουσία, η σημερινή εξουσία θέλει πιο πολύ να ελέγχει τη ζωή μας. Είμαστε κατά τη γνώμη σας περισσότερο ή λιγότερο ελεύθεροι από τους ανθρώπους του έργου;
ΒΚ: Νομίζω πως είναι πολύ σωστό αυτό, γιατί παλιότερα υπήρχε μια βία πιο άμεση, τώρα είναι πιο έμμεση.
ΓΧ: Εντάξει, σίγουρα ζούμε μια πολύ καταπιεστική κατάσταση, όμως σαφώς είμαστε πιο ελεύθεροι, θα ήταν παράλογο να πούμε ότι είμαστε λιγότερο ελεύθεροι. Μπορούμε να κάνουμε αυτή τη συνέντευξη, να ακούσουμε ό,τι μουσική θέλουμε, να βγούμε βόλτα και να διαδηλώσουμε. Αλλά...
ΒΚ: Υπάρχει ένα μεγάλο αλλά!
ΓΧ:...αλλά υπάρχει κάτι πολύ έμμεσο, σκληρό και καταπιεστικό. Τα πάντα ελέγχονται με πολύ πιο ύπουλους τρόπους. Όμως δε νομίζω ότι είναι ασήμαντη ή λίγη η ελευθερία που έχουμε, ακόμη και η ελευθερία της ψήφου. Μιλάμε δηλαδή για ένα άλλο επίπεδο καταπίεσης.
ΒΚ: Δε λέω ότι είναι λίγη, όμως είσαι πραγματικά ελεύθερος να επιλέγεις όταν ψηφίζεις ή καθοδηγούμαστε όλο και πιο πολύ, αυξάνεται όλο και πιο πολύ η διαπλοκή της οικονομικής εξουσίας με την πολιτική; Το θέμα λοιπόν είναι πώς φτάνει ο άνθρωπος να είναι ελεύθερος. Στο κάτω-κάτω, όταν τουλάχιστον ήξερες πως πρέπει να θυσιάσεις το χέρι σου ή το κεφάλι σου έβρισκες άλλους τρόπους. Τώρα, ένας άνθρωπος καταπολεμάται χωρίς να το πάρει χαμπάρι. Μπορεί να έχει αγνές προθέσεις και να καταλήξει σε κάτι άλλο. Κίνδυνοι δηλαδή υπάρχουν και σήμερα. Και το ύπουλο, που λέει ο Γρηγόρης, μπορεί να επηρεάσει πολύ περισσότερο κόσμο. Η εξουσία ταμπουρώνεται καλά. Βέβαια σήμερα υπάρχει και η Χρυσή Αυγή, που ανήκει κατά κάποιο τρόπο στον προηγούμενο τύπο εξουσίας, τον πιο άμεσα βίαιο...
Στην παράσταση εσείς οι δύο ενσαρκώνετε δύο άνδρες ξερόλες, σεξιστές, εξουσιαστικούς, που κοιτάνε να πιάσουν την καλή, ως δύο χαρακτηριστικούς τύπους του Μεσαίωνα. Ποια είναι η σύνδεση με το σήμερα;
ΓΧ: Θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι Ελληνάρες! Ξεκάθαρα!
ΒΚ: Ναι, υπάρχουν ακόμη και σήμερα σε αυτή τη μορφή. Δηλαδή σκεφτείτε τον χρυσαυγίτη που τον έπιασε η κάμερα να λέει «θα τους κάνουμε σαπούνια» κλπ. Πόσοι τέτοιοι υπάρχουν!
Μια που κάνουμε την αναλογία με το σήμερα, πιστεύετε πως υπάρχει σήμερα μια αντίστοιχη συλλογική ψυχολογική επιδημία;
ΒΚ: Ο καταναλωτισμός νομίζω.
ΓΧ: Αν θέλουμε μια πραγματική αντιστοιχία, νομίζω πως είναι αυτό που συμβαίνει στην Ιαπωνία: στήνονται στις ουρές δυο τρεις μέρες πριν, επειδή βγαίνει το καινούριο i phone ή playstation, υπάρχουν παιδιά που πεθαίνουν γιατί παίζουν video games δυο τρεις μέρες σερί χωρίς να φάνε και να κοιμηθούν. Αυτή είναι η πραγματική αντιστοιχία.
ΒΚ: Γιατί, και στο Λονδίνο όταν είχα πάει σχηματίζονταν τεράστιες ουρές έξω από ένα κτίριο κι όταν ρώτησα τι γίνεται, έμαθα πως θα έβγαζε τη συλλογή του ο τάδε σχεδιαστής. Ή κι εδώ, θυμάσαι όταν είχαν ανοίξει τα Mc Donald’s;
ΓΧ: Αυτό γίνεται παντού, νομίζω όμως, ότι είναι άλλο πράγμα η πώρωση με κάτι και άλλο η αρρωστημένη κατάντια. Ο καταναλωτισμός νομίζω πως είναι διαφυγή αυτή τη στιγμή, όχι επιδημία.
Στη Χορευτική Πανούκλα αντιμετωπίζετε με χιούμορ τα θέματα του χρόνου και του θανάτου, θέματα που με τον ένα τρόπο ή τον άλλο υπάρχουν και στις προηγούμενες δουλειές σας . Τι είναι το χιούμορ, μια στάση απέναντι στα θέματα που μας ζορίζουν; Είναι, όπως λέει ο Φρόυντ, η στάση αυτού που τον οδηγούν στην κρεμάλα και στο δρόμο ζητάει ένα μαντήλι για να μην κρυώσει ο λαιμός του;
ΓΧ: Στο θέμα του χιούμορ συγκλίνουμε και οι δύο. Το χιούμορ δεν επιβάλλεται, είναι προσωπική λειτουργία. Η άμυνα του καθενός είναι διαφορετική, για εμάς είναι το χιούμορ. Άλλοι δεν έχουν χιούμορ και δεν είναι κακό αυτό! Ούτε και θα πρέπει να αποκτήσουν ντε και καλά λες και αυτό είναι η σωτηρία. Είναι απλώς μία λύση, μία αντιμετώπιση των πραγμάτων. Το βασικότερο είναι ότι συγκλίνουμε και στο είδος του χιούμορ με το Βύρωνα.
ΒΚ: Παλιότερα στη μουσική έβγαζα μία πιο σκοτεινή πλευρά, ενώ στο γράψιμο εστίαζα στην κωμωδία και αυτό είναι και το μόνο που με ενδιαφέρει ως ηθοποιό. Έτσι διαχώριζα δύο κόσμους στην ουσία. Αυτό τώρα αλλάζει, αρχίζουν να αναμειγνύονται. Σχετικά με την παράσταση, μιας και μιλάμε για Μεσαίωνα, δεν είναι τυχαίο ότι τότε αναπτύχθηκε το γκροτέσκο, η αντιμετώπιση του θανάτου με απαξία!
ΓΧ: Βέβαια! Τότε βλέπουμε και εικόνες που δείχνουν το Θάνατο να χορεύει…!
ΒΚ: Για μένα το χιούμορ είναι υγεία. Είναι δηλαδή μία έκφραση του αδιανόητου, ένας στοχασμός πάνω σε αυτό. Γι’ αυτό και δεν υπάρχει ακραίο χιούμορ.
ΓΧ: Στην ουσία το χιούμορ είναι η λάθος οπτική στα πράγματα. Ακόμα και με το κακό χιούμορ θα γελάσεις. Για παράδειγμα αν εμφανιστώ εγώ ντυμένος γριά θα γελάσεις, γιατί είναι ασυνεπές ως προς την εικόνα μου.
Η παράσταση διεμβολίζεται από επαναλαμβανόμενα αστεία. Πόσο μπορεί να διαρκέσει ένα αστείο παραμένοντας λειτουργικό; Δεν υπάρχει ο φόβος μήπως κουράσει;
ΓΧ: Το βασικότερο που λατρεύουμε και οι δύο είναι το χιούμορ πάνω στο ίδιο το χιούμορ! Υπάρχει δηλαδή μία ειρωνεία ως προς ένα είδος χιούμορ που κάνουν άλλοι. Τα αστεία μας συνήθως δεν είναι απλά για να γελάσεις. Είναι ταυτόχρονα και ένα σχόλιο πάνω σε ένα πιο κλασικό χιούμορ. Πολύ συχνά όταν γράφουμε επιλέγουμε να «τραβήξουμε» ένα αστείο που μόνο του θα ήταν απλά μία χοντράδα.
ΒΚ: Υπάρχουν δύο τρόποι. Είτε αποφεύγεις τελείως ένα κοινότοπο αστείο, είτε το «τραβάς» κι άλλο, κι άλλο…
ΓX: Εννοείται όμως πως υπάρχει ένα μέτρο.
Στην παράσταση ακούγεται ο Freddie Mercury να αναρωτιέται ‘’is this the real life? Is this just fantasy?’’. Τι απαντάτε;
ΓΧ: Μα η φαντασία ενυπάρχει στην πραγματικότητα! Τη διαμορφώνει και διαμορφώνεται από αυτή!
ΒΚ: Ο Borges είχε πει: «θα πεθάνουμε όταν ξυπνήσει αυτός που μας ονειρεύεται». Δεν μπορείς να ξέρεις! Γι’ αυτό κάνουμε αυτό που κάνουμε, γι’ αυτό είμαστε εδώ που είμαστε… Το ότι δεν ξέρουμε μας παρακινεί να κάνουμε πράγματα.
πληροφορίες παράστασης:
Η Χορευτική Πανούκλα από 3/11/2014 κάθε Δευτέρα και Τρίτη στο θέατρο Άλμα.
ώρα έναρξης 21:00
γενική είσοδος 10 ευρώ
συντελεστές
κείμενο: Βύρων Κατρίτσης - Γρηγόρης Χατζάκης
σκηνοθεσία: Γρηγόρης Χατζάκης
σκηνικά: Ζωή Αρβανίτη
κοστούμια: La Reina
σχεδιασμός ήχου: Βύρων Κατρίτσης
παίζουν: Πανάγος Ιωακείμ, Βύρων Κατρίτσης, Βάλη Μαυρίδη, Βαγγέλης Στρατηγάκος, Γρηγόρης Χατζάκης
*για τη συνέντευξη εκ μέρους του Kaboom συνεργάστηκαν οι Στεφανία Κωνσταντέλλου, Γιάννης Κτενάς και Αναστάσης Πετρολέκας
**τις φωτογραφίες για το Kaboom τράβηξε η Anj Elie