Η πανδημία και η διαχείρισή της δεν φέρνουν μαζί τους μόνο θανάτους, περιορισμούς και αλλαγές στη ζωή μας επί το δυστοπικότερον. Η πανδημία, και ακριβέστερα η συζήτηση και η ανάλυση γύρω από αυτή, γεννά συναισθήματα και πάθη. Αγανακτούμε, οργιζόμαστε, διαφωνούμε, τσακωνόμαστε, φωνάζουμε, σκληραίνουμε τη θέση μας και οχυρωνόμαστε πίσω από αυτή.
Για να κατανοήσουμε αυτό το φαινόμενο, πρέπει να λάβουμε υπόψη τις σύγχρονες συνθήκες διεξαγωγής της πολιτικής συζήτησης, στις οποίες τα social media και γενικότερα το internet –με τον περιορισμένο, σύντομο και αποσπασματικό λόγο, την έλλειψη ενσώματων ορίων, το χάος των πληροφοριών, την ευκολία της κλιμάκωσης κ.λπ.– παίζει κομβικό ρόλο, ιδίως σε μια περίοδο lockdown και αποστασιοποίησης. Δεν μπορούμε ωστόσο να μείνουμε εκεί. Γιατί εν προκειμένω δεν παρατηρούμε μόνο τις κλασικές περιχαρακώσεις, τα συνηθισμένα shitstorms, τη γνωστή εκατέρωθεν απαξίωση των αντιφρονούντων και την επιθετική πρόσκληση να ξυπνήσουν επιτέλους.
Παρατηρούμε όλα αυτά αλλά και πολύ περισσότερα. Για παράδειγμα, οι έριδες και οι θυμικές ποιότητες που τις συνοδεύουν επηρεάζουν ακόμα και στενές διαπροσωπικές σχέσεις· ταυτόχρονα μετατοπίζονται στο εσωτερικό του ευρύτερου ανταγωνιστικού πολιτικού κινήματος, διεισδύουν στους κόλπους πολιτικών ομάδων και εγχειρημάτων, περισσότερο ή λιγότερο συμπαγών συλλογικοτήτων. Όποιος και όποια έχει επιχειρήσει να πάρει θέση για το ζήτημα, όσο διαλλακτικά κι αν προσπάθησε να διατυπώσει τη θέση του, είναι αρκετά πιθανό να βρέθηκε απέναντι στις οικείες πλέον πολωμένες αντιδράσεις: είτε είναι αρνητής και ψεκασμένος, είτε σύμμαχος της κυβέρνησης και κατοικίδιο της εξουσίας...
Οι διαφωνίες είναι λοιπόν πολλές και έντονες, ενίοτε μάλιστα απειλούν να οδηγήσουν σε προσωπικές ή πολιτικές ρήξεις. Φαίνεται λοιπόν πως κάτι συμβαίνει εδώ, που ενώ σε ένα επίπεδο εγγράφεται στις κλασικές τροπικότητες της πολιτικής πράξης και αντιπαράθεσης και στις αντίστοιχες συνήθειες της εποχής, σε ένα άλλο επίπεδο τις υπερβαίνει και τις τροποποιεί, θέτοντάς μας μπροστά στην αινιγματικότητα μιας πρωτόγνωρης κατάστασης.
Με έναν τρόπο, το περιοδικό μας εγγράφεται σε αυτόν τον γενικό κανόνα. Παρότι φυσικά οι σχετικές συζητήσεις και εσωτερικές διαμάχες μας εντάχθηκαν εξ αρχής σε ένα κλίμα συντροφικότητας, σεβασμού και, για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, φιλίας και αγάπης, δεν έλειψαν οι φορές που πιάσαμε τους εαυτούς μας να εντυπωσιάζονται από το δυσθεώρητο της απόστασης που μας χώριζε από την άποψη των συνεργατών και συντρόφων μας, από την ένταση της διαφωνίας, αλλά και των συναισθημάτων που αυτή μας προκαλούσε.
Εν όψει αυτής της κατάστασης, οι δρόμοι που ανοίγονταν μπροστά μας ήταν μετρημένοι. Υπήρχε το ενδεχόμενο να σιωπήσουμε επί του θέματος, να αποφύγουμε οποιαδήποτε περαιτέρω δημόσια τοποθέτηση από τις σελίδες και τον ιστότοπο του περιοδικού μας. Θεωρήσαμε ωστόσο ότι δεν έχει νόημα να απωθήσει κανείς ένα τόσο μεγάλο ζήτημα, κρύβοντάς το κάτω από το χαλί. Μια άλλη λύση θα ήταν να επεξεργαζόμαστε συλλογικά τα προς δημοσίευση κείμενα που αφορούν την πανδημία, αμβλύνοντας τα σημεία που ο καθένας θεωρούσε υπερβολικά ή και άστοχα. Σκεφτήκαμε ωστόσο ότι αυτό μάλλον μετατοπίζει και περιπλέκει, παρά λύνει το πρόβλημα: ο συντάκτης του εκάστοτε κειμένου δεν λέει τελικά αυτό που θέλει να πει και καταλήγει εξίσου δυσαρεστημένος με εκείνους που τον ώθησαν στις αλλαγές, οι οποίοι επίσης νιώθουν ότι υποχώρησαν σε σχέση με την αρχική τους θέση.
Έτσι, καταλήξαμε σε μια τρίτη λύση, που μας φαινόταν η πιο κοπιαστική και ριψοκίνδυνη, αλλά και η πλέον έντιμη και ενδιαφέρουσα: να επιχειρήσουμε να οργανώσουμε ένα πλαίσιο για τη συζήτηση γύρω από την πανδημία. Δεδομένου ότι δεν είμαστε μια πολιτική ομάδα με την αυστηρή έννοια, και συνεπώς δεν υποχρεούμαστε να βγάζουμε προς τα έξω μια ενιαία γραμμή, πιστεύουμε ότι έχει νόημα να επωμιστούμε την ευθύνη για την καλλιέργεια των συνθηκών που θα καταστήσουν δυνατό έναν σοβαρό διάλογο σχετικά με το φλέγον θέμα των ημερών μας.
Ξεκινάμε λοιπόν μια προσπάθεια να φωτιστούν διαφορετικές πτυχές του ζητήματος, να αναδειχθούν ποικίλες οπτικές γωνίες από τις οποίες μπορεί να εξετάσει κανείς την πανδημία, να εκτεθούν οργανωμένα και συστηματικά τα επιχειρήματα που στηρίζουν τις απόψεις οι οποίες εντάσσονται στο πολιτικό φάσμα με το οποίο συνομιλεί το περιοδικό μας. Μέσα από κείμενα τόσο των μελών της συντακτικής όσο και συνεργατών από τον ευρύτερο κύκλο μας –κείμενα που πολύ συχνά θα αντιπαρατίθενται ευθέως μεταξύ τους, αλλά πάντοτε θα πληρούν κάποιες προϋποθέσεις που αφορούν την επιχειρηματολογία και την εγκυρότητα των στοιχείων που επικαλούνται– ευελπιστούμε να φιλοξενήσουμε μια σειρά από αναλύσεις για την πανδημία του κορωνοϊού, στην πολλαπλότητά της· πολλαπλότητα υγειονομική, πολιτισμική, οικονομική, ψυχική, ταξική, πολιτική, κοινωνική, νομική.
Ίσως έτσι, καθώς θα προστίθενται περισσότερες παρεμβάσεις, καθώς θα σχολιάζονται ολοένα και περισσότερες πτυχώσεις της πολυσχιδίας του φαινομένου που βιώνουμε, να αρχίσει να διαγράφεται σιγά-σιγά κι ένα νέο νόημα των πραγμάτων. Ένα νόημα που κι εμείς οι ίδιοι, περιχαρακωμένοι στην κλειστότητα των επιμέρους οπτικών μας, δεν μπορούμε ακόμη ούτε να προκαθορίσουμε, ούτε να φανταστούμε, και που ίσως θα επιτρέψει την άρθρωση μιας πιο συντονισμένης και ουσιαστικής κριτικής.