Πανδημία

Στάση COVID-19: Διανύοντας την εποχή των πανδημιών

από kaboomzine

Του Κώστα Αλεξίου

Μεταφραστή και συντονιστή των Εκδόσεων Κυαναυγή

Η επικαιρότητα της τελευταίας χρονιάς έφερε στο προσκήνιο το πολυεπίπεδο πρόβλημα της βιομηχανικής κτηνοτροφίας. Φυσικά το ζήτημα δεν προέκυψε τώρα, απλώς τώρα ετέθη στη δημόσια συζήτηση πιο επιτακτικά λόγω της εκβιαστικής κατάστασης της πανδημίας. Από το 1964 που κυκλοφόρησε το βιβλίο Animal Machines της Ruth Harrison μέχρι και σήμερα, ο συγκεκριμένος τρόπος με τον οποίο μεταχειριζόμαστε τα ζώα έχει αναδειχθεί πολλάκις ως ένα μείζον ηθικό πρόβλημα. Αντιστοίχως, πλέον υπάρχει ένας τεράστιος όγκος δημοσιεύσεων που καταδεικνύει την τεράστια περιβαλλοντική επιβάρυνση που προκαλεί η κτηνοτροφική δραστηριότητα: τη συνεισφορά της στην υπερθέρμανση του πλανήτη, την αποψίλωση των δασών, την εξάντληση της θαλάσσιας ζωής, τη μόλυνση των υδάτων, τη συρρίκνωση της βιοποικιλότητας κ.ο.κ.

Η ιδέα της βιομηχανικής κτηνοτροφίας προέκυψε μέσα στο πνεύμα των ύστερων χρόνων της βιομηχανικής επανάστασης, ως ένας τρόπος μαζικής παραγωγής ικανός να καλύψει τις διατροφικές ανάγκες του ραγδαίως αυξανόμενου ανθρώπινου πληθυσμού που συνέρρεε μαζικά στις πόλεις. Η ιδέα αυτή ωστόσο δεν υλοποιήθηκε πριν από τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, όταν η ανακάλυψη των αντιβιοτικών και των συνθετικών βιταμινών κατέστησε πρακτικά δυνατή τη διαβίωση των ζώων σε κλειστά, πλήρως ελεγχόμενα τεχνητά περιβάλλοντα. Κάνοντας χρήση των βιοτεχνολογικών καινοτομιών της εποχής και εκμεταλλευόμενη τις πολιτικές και οικονομικές συνθήκες των τελευταίων 100 χρόνων, η βιομηχανία της εργοστασιακής εκτροφής ζώων μπήκε σε μια πορεία διαρκούς ανάπτυξης και κατέληξε σήμερα να παράγει ετησίως περίπου 400 εκατομμύρια τόνους «κρέατος» παγκοσμίως, καταναλώνοντας το 75% του συνόλου των παραγόμενων αντιβιοτικών. Ξεκάθαρα, οι τομείς της κτηνοτροφίας και της βιοτεχνολογίας έχουν δημιουργήσει ένα οικονομικό σύμπλεγμα με ετήσιο τζίρο δισεκατομμυρίων.

Πέραν όμως της ηθικής και του περιβάλλοντος, η κτηνοτροφική δραστηριότητα ενέχει και άλλα σοβαρά προβλήματα. Ένα από αυτά, όπως διαπιστώσαμε στην πράξη με πολύ άσχημο τρόπο, είναι η επικινδυνότητά της για τη δημόσια υγεία. Αν και δεν είναι ακόμα εξακριβωμένο πώς ξεκίνησε η πανδημία του COVID-19, γνωρίζουμε ότι πέρασε στον άνθρωπο από κάποιο «βρώσιμο» ζώο, όπως έχει συμβεί πολλάκις στο παρελθόν. Το πρωταρχικό πρόβλημα ωστόσο με τα εκτροφεία ζώων δεν είναι η δυνατότητα μετάδοσης του ιού από τους μη ανθρώπους στους ανθρώπους, αλλά με το γεγονός ότι αποτελούν εστίες δημιουργίας ιών με απρόβλεπτες συνέπειες. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της γρίπης των χοίρων H1N1, η οποία το 2009 εξελίχθηκε σε πανδημία.

Τα ιικά ξεσπάσματα σε αυτούς τους χώρους δεν είναι τυχαία. Η συγκέντρωση μεγάλου αριθμού γενετικά ομοιόμορφων ζώων σε κλειστούς χώρους υπό συνθήκες ακραίου συνωστισμού, σε συνδυασμό με την ακατάσχετη χορήγηση αντιβιοτικών, αποτελεί το ιδανικό περιβάλλον για να μεταλλαχθούν οι ιοί και να καταστούν επικίνδυνοι για τον άνθρωπο. Είναι επίσης σημαντικό να γνωρίζουμε ότι αυτά τα ιικά ξεσπάσματα δεν είναι σπάνια ή περιστασιακά, αλλά ένα φαινόμενο που συμβαίνει διαρκώς, κατά βάση στα πτηνοτροφεία, το οποίο δεν απασχολεί τη γενική ειδησεογραφία παρά μόνο εάν ο ιός βρει τρόπο και ξεφύγει από το εκάστοτε εκτροφείο. Στην πράξη το ερώτημα δεν είναι εάν θα συμβεί πάλι κάποιο ιικό ξέσπασμα, αλλά πότε θα συμβεί, πόσο μεταδοτικό θα είναι και τι ποσοστό θνησιμότητας θα έχει. Κάπως έτσι προέκυψαν στο πρόσφατο παρελθόν, μεταξύ άλλων, τα διάσημα στελέχη Η5Ν1 και Η7Ν9, των οποίων η θνησιμότητα στον ανθρώπινο πληθυσμό, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, άγγιξε το 60%  και 40% αντιστοίχως. Σε αυτό το μοτίβο, τον περασμένο Μάρτιο υπήρξε ξέσπασμα του στελέχους H5N6 στις Φιλιππίνες, τον Νοέμβριο του H5N8 στην Ολλανδία και στη Γερμανία, και ενός άλλου στελέχους της κατηγορίας H5 στην Ιαπωνία, ενώ τις πρώτες δύο βδομάδες του Ιανουαρίου 2021 παρουσιάστηκαν ξεσπάσματα στη Δανία, τη Γαλλία, την Ουγγαρία, την Ινδία και τη Νότια Κορέα. Για λόγους κατά βάση οικονομικούς, σε όλο τον κόσμο η προτεινόμενη μέθοδος αντιμετώπισης των ιικών ξεσπασμάτων είναι, αντί του εμβολιασμού, το λεγόμενο “culling” – η εξολόθρευση δηλαδή του συνόλου των ζώων των εκτροφείων.

Κρίνοντας από αυτά τα μάλλον τρομακτικά στοιχεία δεν χρειάζεται να είναι κάποιος επιδημιολόγος για να διαπιστώσει ότι η εκτροφή ζώων εγείρει σοβαρά ζητήματα βιοασφάλειας, στα οποία δεν έχουμε τα μέσα να ανταποκριθούμε. Εξίσου, έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι είναι θέμα χρόνου να προκύψει ένας νέος ιός με μεγαλύτερη θνησιμότητα, με καταστροφικές συνέπειες για τη δημόσια υγεία παγκοσμίως. Και ενώ η δημόσια συζήτηση μονοπωλείται από θέματα που αφορούν τα εμβόλια για τον COVID-19 –ένα μέτρο καταστολής της πανδημίας– δεν γίνεται καμία επί της ουσίας διαβούλευση για τα αίτια που την προκάλεσαν, κάτι το οποίο θα μπορούσε να βοηθήσει όχι μόνο στην αντιμετώπιση της τρέχουσας πανδημίας αλλά και να λειτουργήσει προληπτικά για τις επόμενες.

Ένα δεύτερο σημείο που αναδείχθηκε με άσχημο τρόπο έχει να κάνει με το εργατικό δυναμικό των σφαγείων ανά τον κόσμο. Αν κρίνουμε από τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των συγκεκριμένων θέσεων εργασίας, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι αποτελούν τη χειρότερη και τελευταία εργασιακή επιλογή για κάθε άνθρωπο: Είναι στη χαμηλότερη μισθολογική κλίμακα, εξασκούνται σε ρυπαρούς χώρους και έχουν μεγάλα ποσοστά εργατικών ατυχημάτων, ενώ στον δυτικό κόσμο στελεχώνονται σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα από άτομα των χαμηλότερων οικονομικά τάξεων και μετανάστες – Μεξικανούς στην Αμερική, ανατολικοευρωπαίους στην Αγγλία, Ρουμάνους στη Γερμανία, Πακιστανούς στην Ελλάδα. Επιπλέον, η ρουτίνα του θανάτου και η εξοικείωση με τη βιαιότητα μέσα σε αυτούς τους χώρους προκαλεί κατά μεγάλα ποσοστά στους εργάτες ψυχικές ασθένειες, όπως αυξημένη επιθετικότητα, μειωμένη διάθεση κοινωνικοποίησης και μετατραυματικό στρες.

Σε αυτή την εξαιρετικά δυσχερή εργασιακή συνθήκη ήρθε εν μέσω πανδημίας να προστεθεί και η εχθρική αντιμετώπιση αυτών των εργατών από τη βιομηχανία και το κράτος. Επιπρόσθετα στο γεγονός ότι ο κορωνοϊός μπορεί να συντηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα στα κατεψυγμένα προϊόντα σφαγής, η υγρασία και οι χαμηλές θερμοκρασίες που επικρατούν στα σφαγεία και τα εργοστάσια επεξεργασίας «κρέατος», αποτελούν ιδανικά περιβάλλοντα για την εξάπλωση ιών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το πρώτο κύμα του κορωνοϊού να χτυπήσει άσχημα τους συγκεκριμένους εργάτες σε όλον τον κόσμο, οι οποίοι έμειναν εκτεθειμένοι απέναντι στον ιικό κίνδυνο. Σαν αυτό να μην ήταν αρκετό, σε περιπτώσεις όπως της Αμερικής αυτοί οι χώροι παρέμειναν ανοιχτοί έπειτα από κυβερνητική εντολή, γεγονός που χαιρέτισε με θέρμη η βιομηχανία κρέατος. Οι εργάτες αντιμετωπίστηκαν ως αναλώσιμοι, με αποτέλεσμα δεκάδες χιλιάδες θετικές διαγνώσεις και εκατοντάδες νεκρούς.

Σε πρώτο βαθμό, έχουμε να κάνουμε με ένα πρόβλημα που έχει ως βασική του αιτία την ανθρώπινη ανάπτυξη/επεκτατικότητα σε παγκόσμιο επίπεδο. Συνήθως στις σχετικές συζητήσεις αυτή η διαδικασία διαχωρίζεται από καθαυτή την κτηνοτροφική δραστηριότητα, πρέπει όμως να έχουμε υπόψη μας ότι η τελευταία είναι βασικός παράγοντας της συνεχιζόμενης καταστροφής της βιοποικιλότητας, λόγω των διαρκών αναγκών της για βοσκήσιμη γη και νέες μονοκαλλιέργειες για να παραχθούν ζωοτροφές για τα «εκτρεφόμενα» ζώα. Επιστημονικά μιλώντας, η σημερινή κατάσταση δεν αποτελεί έκπληξη. Απεναντίας, ήταν απολύτως προβλεπόμενη, όπως είχαν αναδείξει εκ των προτέρων συγγραφείς όπως ο Philip Lymbery, ο Mike Davis και ο Rob Wallace. Ο τελευταίος, μάλιστα, επιμένει να τονίζει ως κύρια αιτία της τρέχουσας πανδημίας το στοιχείο του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού των τελευταίων ετών, που έχει οδηγήσει σε μια μονοπωλιακή κάλυψη της κτηνοτροφικής δραστηριότητας από συγκεκριμένους εταιρικούς ομίλους.

Σε ένα δεύτερο επίπεδο, πιστεύω ότι έχουμε αρκετά εμπειρικά στοιχεία για να διαπιστώσουμε, χωρίς να μπούμε σε συνωμοσιολογικές ατραπούς, ότι η διαχείριση της πανδημικής κρίσης δεν λαμβάνει χώρα με κύριο γνώμονα τη δημόσια υγεία – ή έστω όχι αυστηρά και μόνο αυτή. Παγκοσμίως πάρθηκαν αποφάσεις που ενίσχυσαν σημαντικά συγκεκριμένους κλάδους – στην περίπτωση των βιοτεχνολογικών κολοσσών είχαμε εκτόξευση του τζίρου, ενώ στους αντίστοιχους κτηνοτροφικούς έγινε προσπάθεια να περιοριστεί το μέγεθος της ζημιάς τους. Συγχρόνως, τα οριζόντια μέτρα που ελήφθησαν παντού δεν έχουν μόνο ταξικό αντίκτυπο, αλλά και φυλετικό (αναφέρομαι στις BAME κοινότητες, οι οποίες προσβάλλονται ευκολότερα από τον ιό). Στην Ελλάδα, ειδικότερα, αναδείχθηκε αναφανδόν για μία ακόμα φορά το μέγεθος της επιρροής που ασκεί στην πολιτική εξουσία το λόμπι της γούνας: αδιαφορώντας για τους κινδύνους που εγκυμονεί το μεταλλαγμένο στέλεχος του COVID-19 που βρέθηκε στον πληθυσμό των αιχμάλωτων μινκ της Δυτικής Μακεδονίας, η μελλοντική λειτουργία των εκτροφείων όχι μόνο διασφαλίστηκε από επίσημα κυβερνητικά χείλη αλλά επιδοτήθηκε και με εκατομμύρια ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό.

Εάν ο COVID-19 είναι «επιδημία του καπιταλισμού», όπως μας ενημερώνει ο γεωγράφος Davis, και «ο καπιταλισμός είναι η εποχή των πανδημιών», όπως σημειώνει ο εξελικτικός βιολόγος Wallace, τότε η τρέχουσα πανδημία είναι ένα ζήτημα που πρέπει να το προσεγγίζουμε όχι μόνο αναζητώντας το καλύτερο μοντέλο διαχείρισης αλλά, κυρίως, εξετάζοντας το πλαίσιο από το οποίο προέκυψε. Εάν ο πλανήτης γονάτισε από τον συγκεκριμένο ιό, δύσκολα μπορεί να φανταστεί κάποιος τι θα συμβεί εάν αύριο ξεσπάσει μια νέα πανδημία ενός ιού με διπλάσια, πενταπλάσια ή δεκαπλάσια θνησιμότητα. Γνωρίζω ότι κάθε γενιά και κάθε κοινωνία είχε τους εσχατολόγους της, πιστεύω όμως ότι εκ των πραγμάτων ποτέ στο παρελθόν τα δεδομένα δεν ήταν τόσο δυσοίωνα σε κάθε πτυχή της ζωής όσο είναι τώρα. Ποτέ στο παρελθόν, για παράδειγμα, η θαλάσσια βιοποικιλότητα δεν είχε υποστεί τέτοια ανεπανόρθωτη καταστροφή, ποτέ στο παρελθόν δεν είχε γνωρίσει τέτοια μείωση ο πληθυσμός των επικονιαστών και ποτέ στο παρελθόν δεν είχαν εντοπιστεί μικροπλαστικά σωματίδια στα γυναικεία εμβρυικά όργανα. Αντιστοίχως, ποτέ στο παρελθόν δεν είχαμε τόση παραγωγή και κατανάλωση «κρέατος».

Από ό,τι φαίνεται μέχρι στιγμής, η πανδημία έχει αποτελέσει μια πολύ καλή ευκαιρία για την κυρίαρχη τάξη να προβεί σε δομικές αναδιαρθρώσεις. Ωστόσο, μπορεί να αποτελέσει μια εξίσου καλή ευκαιρία για τον κόσμο των κινημάτων να σχηματίσει καινούργιους συσχετισμούς και νέες μορφές συλλογικού αγώνα· απέναντι στις αιτίες της σημερινής πανδημίας, με σκοπό την αποτροπή της επόμενης. Κατά τη διάρκεια του τελευταίου έτους η αφαίρεση της καπιταλιστικής κυριαρχίας έχει προσωποποιηθεί σε μεγάλο βαθμό στο κτηνοτροφικό-βιοτεχνολογικό σύμπλεγμα. Αυτό το καθιστά ένα ιδανικό κοινό σημείο επαφής για το αντικαπιταλιστικό και το περιβαλλοντικό κίνημα, το κίνημα των ζώων και γενικότερα για κάθε άνθρωπο που συνειδητοποιεί το μέγεθος του κινδύνου που διατρέχουμε.

Σε αυτό το πλαίσιο, η συνειδητή επιλογή της αποχής από τα ζωικά προϊόντα είναι το πιο εύκολο πράγμα που μπορεί να κάνει ο καθένας σε ατομικό επίπεδο. Από κει και έπειτα, είναι επιτακτική ανάγκη να ανοίξει μια συζήτηση που να αμφισβητεί ανοιχτά τη διαδικασία των κτηνοτροφικών επιδοτήσεων. Η βιομηχανική παραγωγή «κρέατος» είναι μια διαδικασία με αρνητικό ενεργειακό ισοζύγιο, η οποία ελλείψει επιδοτήσεων παύει να είναι προσοδοφόρα. Ας πάψει λοιπόν, ώστε να πάψουν μαζί και οι επιπτώσεις της. Είναι κάτι παραπάνω από πιθανό ότι η πανδημία θα διαρρήξει την ιστορική συνέχεια και, τόσο κοινωνικά όσο και σε επίπεδο κινημάτων, θα πορευτούμε σε μια άγνωστη γη. Σε κάθε περίπτωση,  η πολιτική σημασία μιας σύμπραξης εναντίον των δυνάμεων που στον βωμό του κέρδους οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην καταστροφή το ανθρώπινο είδος, τα ζώα και το πλανητικό οικοσύστημα συνολικά είναι πιο προφανής από ποτέ.

Σχετικά με τον αρθρογράφο

kaboomzine