Πανδημία

Προστατεύοντας γυμνά σωματα: πολιτικές της υγείας στα camps του Αιγαίου

από kaboomzine

του Γιώργη Μακρή

Γιατρός, πρώην εργαζόμενος στο προσφυγικό

«Μια μυστηριώδης πνευμονία προσβάλλει δεκάδες ανθρώπους». Με μια τέτοια περίπου διατύπωση μάθαμε τις πρώτες μέρες του 2020 για την ύπαρξη ενός νέου ιού, που έμελλε να ονομαστεί SARS_COV_2 (Severe Acute Respiratory Syndrome_Coronavirus_2). Τα χαρακτηριστικά της αλληλεπίδρασης ιού και ανθρώπινου ξενιστή τα οποία θα οδηγούσαν αναπόφευκτα ─λαμβάνοντας υπόψη τον υπερσυνδεδεμένο χαρακτήρα του κόσμου μας─ σε μια πανδημία, έγιναν ευρύτατα γνωστά εκ των υστέρων:

  1. Μετάδοση μέσω αναπνευστικών σταγονιδίων
  2. Υψηλή μεταδοτικότητα υπό όρους (γεγονότα υπερμετάδοσης)
  3. Ασυμπτωματική φορεία
  4. Μικρό ποσοστό θνητότητας (Case Fatality Rate)

Με δεδομένη την παγκόσμια εξάπλωση του ιού, το επόμενο διαχειριστικό ερώτημα ήταν αυτονόητο: πότε θα προσεγγίζαμε μια αξιόπιστη ποσοτικοποίηση της θνησιμότητας και με ποιον τρόπο θα αποτρέπονταν όσο το δυνατόν περισσότεροι θάνατοι από τη νόσο CoViD-19. Οι εμπειρίες της Κίνας και της Ιταλίας παρήγαγαν επιστημονικά δεδομένα που απάντησαν εν μέρει σε αυτά τα ερωτήματα, αλλά επίσης εδραίωσαν την αμεσότητα και πραγματικότητα της απειλής μέσα από την ακατάπαυστη ροή εικόνων. Οι «εκατόμβες» θανάτων ─ιδιαίτερα στην περίπτωση της κοντινής Ιταλίας─ έκαναν πολλούς να χάσουν τον ύπνο τους. Ακόμη, τα παραπάνω κατέστησαν σαφές ότι η διαχείριση της πανδημίας θα μετατρεπόταν στο πλέον κομβικό σημείο πολιτικού ανταγωνισμού και διεκδίκησης ηγεμονίας.

Η επανανοηματοδότηση της ζωής ως μια συνάρτησης πιθανότητας επιβίωσης με κύρια στοιχεία την ηλικία, τις συννοσηρότητες (που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό και από κοινωνικούς παράγοντες), τις εφεδρείες των συστημάτων υγείας αλλά και την αποτελεσματικότητα συλλογικών μέτρων πρόληψης της μετάδοσης, παρήγαγε μια πρωτόγνωρη αβεβαιότητα και ασυνέχεια με το παρελθόν. Η αντίληψη μιας ζωής απειλούμενης από έναν άγνωστο και αόρατο εχθρό και η βίαιη συνειδητοποίηση της ευθραυστότητάς της, σε βιολογικό και συμβολικό επίπεδο, είχαν ως άμεση συνέπεια την αμφισβήτηση και την άρνηση του ιού από πολλούς/πολλές.

Αναφορικά με τον γενικό πληθυσμό (για να χρησιμοποιήσουμε τον επιδημιολογικό όρο), η χρήση των επιστημονικών δεδομένων, που ήταν διαθέσιμα κάθε στιγμή και τα οποία μεταβάλλονταν με την εξέλιξη της πανδημίας και άρα της γνώσης, ήταν επιλεκτική και οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν παρουσίαζαν αντιφάσεις και παραδοξότητες που έχουν συζητηθεί εκτενώς στον δημόσιο διάλογο. Η ιδεολογική χρήση της επιστημονικής γνώσης (ή ίσως η εγγενής της ιδεολογικότητα) είναι αναπόφευκτη και η καταχρηστική αξιοποίησή της από την ελληνική κυβέρνηση και τις υγειονομικές αρχές κατά τη διάρκεια του 2020 δεν εξέπληξε κανέναν. Ένα κλασικό παράδειγμα είναι τα μεταβλητά όρια του δυνατού στην απαγόρευση του συνωστισμού, ενός από τα πιο βασικά μέτρα για την αντιμετώπιση αναπνευστικά μεταδιδόμενων ιών. Η διαφορετική αντιμετώπιση δραστηριοτήτων όπως οι πολιτικές διαδηλώσεις και η εκκλησιαστική λειτουργία δείχνει τη διαφορετική ελαστικότητα των κυβερνώντων όσον αφορά δραστηριότητες και πεδία κοινωνικοποίησης με όμοιες παραμέτρους διασποράς αλλά ριζικά ετερογενή νοήματα.

Κατά γενική ομολογία λοιπόν, η προηγούμενη χρονιά ήταν περίεργη, ανοίκεια ή ακόμη και εφιαλτική. Έχουμε, όμως, την ικανότητα να φανταστούμε πώς βιώθηκε από αυτούς που ζουν ήδη από τα προηγούμενα χρόνια σε μέρη που συστηματικά περιγράφονται στα διεθνή μέσα, και επιβεβαιώνονται από την εμπειρία μας, ως «κόλαση»;

***

Ο λόγος για τους/τις 40.000 αιτούντες άσυλο που βρέθηκαν στα camps των ελληνικών νησιών στις αρχές του 2020, αλλά και τους/τις τουλάχιστον 100.000 πρόσφυγες, αιτούντες άσυλο ή μετανάστες «sans papiers» που ζουν στην ενδοχώρα. Επιπλέον, παρά τα αυξημένα εμπόδια εξαιτίας των διεθνών περιορισμών μετακίνησης, περίπου 95.000 επιβίωσαν του επικίνδυνου ταξιδιού και έφτασαν στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του έτους.

Όταν σκέφτομαι την πανδημία και αυτούς τους ανθρώπους, δεν μου έρχεται στο μυαλό η αγωνιώδης προσπάθεια για αναπνοή ή η μηχανική βοή των αναπνευστήρων στο τεχνητό φως του νοσοκομείου. Θυμάμαι Αφγανούς εφήβους να δείχνουν ο ένας τον άλλον, φωνάζοντας «αυτός κορόνα» σε σπαστά ελληνικά και να γελάνε (σε μια απόπειρα να με τρολλάρουν γνωρίζοντας την ιατρική ιδιότητά μου). Επίσης, όμως, θυμάμαι νεοαφιχθέντες  περιορισμένους από την αστυνομία σε απομονωμένες παραλίες της Λέσβου για εβδομάδες χωρίς σκηνές, ή θετικούς σε rapid test νέους Αφρικανούς να κάθονται στη λάσπη πίσω από συρματοπλέγματα κοιτώντας με θλίψη εθελοντές ΜΚΟ να πηγαινοέρχονται βιαστικοί στο νέο camp στο Καρά Τεπέ της Λέσβου. Ακόμη, μετανάστες να έρχονται αντιμέτωποι με την αστυνομική περίμετρο στη Μόρια ζητώντας να προστατευτούν από τον SARS_COV_2 τον Απρίλη, αλλά και να ωθούνται με δακρυγόνα και σωματική βία στο νέο camp τον Σεπτέμβρη μετά την παράδοση της Μόριας στις φλόγες.

Αυτές οι εικόνες είναι μόνο λίγα θραύσματα της τεράστιας μεταβολής που έφερε η πανδημία στη ζωή των μεταναστών, ιδιαίτερα στα camps. Η εκμετάλλευση της συνθήκης του SARS_COV_2 σηματοδότησε μια ακόμη εντονότερη δυσαναλογία μεταξύ των επιβαλλόμενων μέτρων και της επιστημονικής γνώσης σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό, αλλά και πλήρη αδιαφορία ως προς τα αιτήματα και τις ανάγκες των ίδιων των μεταναστών. Ενώ ήδη από χρόνια εφαρμόζονται απάνθρωπες  και απανθρωποποιητικές  πολιτικές και πρακτικές, τα μέτρα που τώρα εφαρμόστηκαν καταστρατήγησαν και τις ελάχιστες ελευθερίες (και απολαύσεις) που είχαν απομείνει σε αυτούς τους ανθρώπους (ή ακόμη και τα δικαιώματά τους, αν ακολουθήσουμε μια πιο αισιόδοξη αφήγηση) και επιβεβαίωσαν ακόμη μια φορά το status της «γυμνής ζωής» (bare life) στο οποίο υποβαθμίζονται κατά Agamben. Όχι μόνο οι συνθήκες διαβίωσης επιδεινώθηκαν τραγικά, αλλά ακόμη και η προσχηματική προστασία του βιολογικού σώματος αυτών των ανθρώπων και η κάλυψη βασικών αναγκών έλαμψαν διά της απουσίας τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

  • Επίσημοι φορείς διαχείρισης του SARS_COV_2

Όποιος δεν έχει έρθει σε επαφή με το μεταναστευτικό ζήτημα στην Ελλάδα, είναι δύσκολο να καταλάβει το μέγεθος της αποτυχίας της διαχείρισης αυτού του φαινομένου συνολικά, το οποίο έχει λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις μετά το 2015 και καθορίστηκε σε μεγάλο βαθμό από την περιβόητη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας τον Μάρτιο του 2016. Ένα μεγάλο μερίδιο της ευθύνης για αυτήν την αποτυχία πρέπει να αναζητηθεί στην αλληλεπικάλυψη των διαφόρων αρμοδιοτήτων μεταξύ των κρατικών και μη κρατικών φορέων, οι οποίες έχουν την τάση να γίνονται όλο και πιο ασαφείς όσο προσεγγίζουν το συγκεκριμένο – παράλληλα αυτή η πολυδιάσπαση ευνοεί και την αδυναμία λογοδοσίας και απόδοσης ευθυνών. Σχετικά με την κεντρική διαχείριση του SARS_COV_2, ο ΕΟΔΥ (πρώην ΚΕΕΛΠΝΟ) ήταν ο φορέας που ανέλαβε την ευθύνη της υλοποίησης του σχεδίου πρόληψης και ελέγχου της μετάδοσης σε ολόκληρη τη χώρα, αλλά και στους καταυλισμούς μεταναστών ειδικότερα. Ωστόσο το Υπουργείο Μετανάστευσης είναι αυτό που έχει επίσημα την ευθύνη των υποδομών και των μετακινήσεων των προσφύγων μέσα στη χώρα. Επιπλέον, ελάχιστες ενέργειες θα μπορούσαν να διεκπεραιωθούν χωρίς τη συμμετοχή και τον νευραλγικό ρόλο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης και μιας σειράς ΜΚΟ διαφορετικού διαμετρήματος, που καλύπτουν χρόνιες δομικές ελλείψεις του συστήματος υποδοχής και ένταξης. Τα διαφορετικά συμφέροντα και οι λειτουργικές ιδιαιτερότητες αυτών των οργανισμών οδήγησαν σε τεράστιες καθυστερήσεις και έλλειψη συντονισμού στην εφαρμογή σχεδίων πρόληψης και αντιμετώπισης στα νησιά του ΒΑ Αιγαίου.

  • Αποκλεισμός και περιορισμός της μετακίνησης αντί για μέτρα εντός της κοινότητας

Μέσω της χρήσης μοντέλων προσομοίωσης της μετάδοσης του ιού και της αποτελεσματικότητας παρεμβάσεων για τη μείωσή της, έγινε πολύ σύντομα φανερό ότι τα μέτρα στο εσωτερικό της κοινότητας ήταν πολύ πιο επιδραστικά από τα μέτρα περιορισμού μεταξύ κοινοτήτων. Με άλλα λόγια, η τήρηση των αποστάσεων στις κοινωνικές συναναστροφές, η υγιεινή των χεριών, η αυτο-απομόνωση ατόμων με συμπτώματα, η απομόνωση ατόμων που είχαν στενές επαφές με επιβεβαιωμένα κρούσματα και οι μηχανισμοί εργαστηριακού ελέγχου και εντοπισμού κρουσμάτων αναμένονταν να εφαρμοστούν ευρέως και να υπερτερήσουν έναντι της απαγόρευσης της μετακίνησης μεταξύ χωρών ή και μικρότερων γεωγραφικών μονάδων.

Αντίθετα προς αυτά, το μέτρο που εφαρμόστηκε πιο εκτεταμένα καθ' όλη τη διάρκεια της πανδημίας στον μεταναστευτικό πληθυσμό των camps στην Ελλάδα ήταν η απαγόρευση εξόδου από αυτά αλλά και η απομόνωση των νεοαφιχθέντων σε παραλίες των νησιών ─ πολλές φορές αυτό συνέβαινε ακόμη και για διάστημα μεγαλύτερο του ενός μήνα με συνέπεια την έκθεση των μετακινούμενων στα καιρικά φαινόμενα. Αυτή η συνθήκη γινόταν ολοένα σκληρότερη και πιο καθολική· η σοβαρότητά της είναι προφανής σε αυτούς που έχουν συνείδηση των τραγικών συνθηκών διαβίωσης σε αυτούς τους χώρους και την ψυχική αναγκαιότητα ακόμη και μιας προσωρινής απόδρασης. Υπερσυνωστισμένα κέντρα φιλοξενίας τα οποία στεγάζουν σε container ή σκηνές άτομα πολλαπλάσια από την προδιαγραφόμενη χωρητικότητά τους και χαρακτηρίζονται από περιορισμένη πρόσβαση σε τουαλέτες και ─γενικότερα─ τρεχούμενο νερό, καθημερινή πολύωρη αναμονή για πρόσβαση ακόμη και στις πιο βασικές υπηρεσίες (τροφή, υγεία κ.ο.κ.). Για παράδειγμα στη Μόρια, στην αρχή της πανδημίας 5.000 άτομα δεν είχαν τρεχούμενο νερό σε κοντινή απόσταση από τη σκηνή τους και υπήρχαν λιγότερες από 1 τουαλέτα και ντους για κάθε 100 άτομα. Τα χαρακτηριστικά της χρόνιας αποτυχίας των ευρωπαϊκών (αντι)μεταναστευτικών πολιτικών ήταν αυτά που καθιστούσαν την εφαρμογή των μέτρων πρόληψης αδύνατη για τους διαμένοντες σε camps.

Παρ’ όλα αυτά οι υγειονομικές αρχές επέμεναν να ζητούν το αδύνατο. Η, σχεδόν ειρωνική, προτροπή προς τους μετανάστες να ακολουθήσουν τα γενικά μέτρα που είχαν ανακοινωθεί για τον ελληνικό πληθυσμό (πολλές φορές χωρίς να έχει υπάρξει οποιαδήποτε μετάφραση και εξήγηση) γρήγορα συνοδεύτηκε από σκληρούς περιορισμούς μετακίνησης. Το πλάνο της κυβέρνησης, με το τυπικά τραγελαφικό όνομα «Αγνοδίκη», για τον περιορισμό της μετάδοσης της πανδημίας στα κέντρα φιλοξενίας ήταν ένα στρατιωτικοποιημένο πλάνο δημιουργίας περιμέτρων και αποκλεισμού, το οποίο λακωνικά ανέφερε μόνο ανεφάρμοστα ευχολόγια σε σχέση με υπηρεσίες υγείας και άλλα μέτρα πρόληψης στο εσωτερικό των camps. Οι περιορισμοί στη μετακίνηση συνεχίστηκαν ακόμη και το καλοκαίρι, όταν η υπόλοιπη χώρα επέστρεψε στην εποχιακή τουριστική της κανονικότητα.

Αυτά τα προσωρινά πλάνα «εκτάκτου ανάγκης» μας παραπέμπουν στη δεδηλωμένη επιθυμία της κυβέρνησης για κατασκευή κλειστών κέντρων κράτησης αλλά και στη σχετική δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου ότι έτσι η αντιμετώπιση του ιού θα ήταν ευκολότερη, μια δήλωση που προφανώς δεν έγινε κατόπιν συμβουλής από την επιστημονική επιτροπή.

  • Πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας

Η δυνατότητα πρόσβασης των μεταναστών σε υπηρεσίες υγείας κατέστη σημαντικά δυσχερέστερη κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Πολλές δομές υγείας σε camps (όπου τέλος πάντων υπήρχαν) σταμάτησαν τη λειτουργία τους, είτε λόγω φόβου μήπως το προσωπικό τους εισάγει τον ιό στον πληθυσμό του camp, είτε επειδή στελεχώνονταν από διεθνείς επαγγελματίες και εθελοντές που επέστρεψαν στις χώρες τους ή δεν μπορούσαν πια να ταξιδέψουν στην Ελλάδα λόγω των περιορισμών μετακίνησης, κυρίως στο πρώτο κύμα της πανδημίας. Επιπλέον τα νοσοκομεία της Ελλάδας ανέβασαν πολύ το κατώφλι (ουδός) σοβαρότητας περιστατικών που δέχονταν από camps και, σε πολλές περιπτώσεις, απέτρεπαν την προσέλευση σε συνεννόηση με την αστυνομία. Ο συνδυασμός αυτός επέφερε ένα σοβαρό έλλειμμα στην αντιμετώπιση χρόνιων παθήσεων, στην τακτική παρακολούθηση εγκύων αλλά και σε τακτικούς εμβολιασμούς παιδιών (που αποτελούν σχεδόν το 40% του πληθυσμού των camps στα νησιά). Αξίζει να αναφερθεί και η συνεχιζόμενη έλλειψη ιατρικού προσωπικού στα κέντρα κράτησης μεταναστών (ΠΡΟ.ΚΕ.ΚΑ), όπου διαμένουν κατά εκατοντάδες φυλακισμένοι σε άθλιες συνθήκες και μεταξύ τους βρίσκονται και πολλοί ασυνόδευτοι ανήλικοι.

  • Διεθνείς γεωπολιτικές συνέπειες, επιχειρήσεις διάσωσης και διακοπή του δικαιώματος στο άσυλο

Τον Μάρτιο του 2020, η ελληνική κυβέρνηση επικαλούμενη κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, και εν μέσω μιας γεωπολιτικής κρίσης με την Τουρκία, αποφασίζει να στερήσει το δικαίωμα του αιτήματος ασύλου από τους μετακινούμενους. Ο ιός αναφέρεται ως ένας από τους λόγους που η έλευση των μεταναστών πρέπει να ανακοπεί σύμφωνα με την κυβερνητική ρητορική, όπως δηλώνει ο πρωθυπουργός ήδη από τις 27 Φεβρουαρίου, στιγματίζοντας τους μετανάστες ως πιθανούς φορείς εισαγωγής του στη χώρα.

Είναι σημαντικό να αναφερθεί επίσης η επίδραση του SARS_COV_2 στις επιχειρήσεις διάσωσης μεταναστών. Ενώ οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις του Νότου ήδη είχαν δημιουργήσει συνθήκες ποινικοποίησης των οργανώσεων που συμμετείχαν σε επιχειρήσεις θαλάσσιας διάσωσης, τα μέτρα δημόσιας υγείας αξιοποιήθηκαν τελικά για την καθυστέρηση ή πλήρη ματαίωση του απόπλου διασωστικών πλοίων. Παράλληλα, το 2020 παρατηρήθηκε σε πολλές θαλάσσιες οδούς της Μεσογείου αύξηση των επαναπροωθήσεων και καταγράφηκαν 1335 νεκροί και αγνοούμενοι μετανάστες. Πιθανότατα ο πραγματικός αριθμός των θανάτων να είναι σημαντικά μεγαλύτερος.

  • Η απειλή των τοπικών κοινοτήτων

Στη Λέσβο, από τις αρχές της περασμένης άνοιξης, κυκλοφορούσε στην τοπική κοινωνία η ανησυχία ότι τα camps των μεταναστών θα γίνονταν εστίες μετάδοσης του ιού∙ το τσιτάτο της «υγειονομικής βόμβας» έδινε κι έπαιρνε. Από τη μία πλευρά, αυτός ο ισχυρισμός ήταν παράλογος καθώς οι πληθυσμοί αυτοί ήταν εγκλεισμένοι, και τα πρώτα κρούσματα στο νησί εμφανίστηκαν ήδη το Μάιο από Λέσβιους ταξιδιώτες που επέστρεφαν από το εξωτερικό. Από την άλλη όμως, ήταν εύκολα κατανοητός ως συνέχεια της κατασκευής ενός εσωτερικού εχθρού τόσο σε τοπικό όσο και εθνικό επίπεδο. Ας μην ξεχνάμε ότι οι διώξεις κατά μεταναστών στα νησιά ήταν στο απόγειό τους τον Φλεβάρη του 2020, μέχρι να διακοπούν από τη συγκυρία του ιού. Η κατάσταση στη Λέσβο, ίσως συνοψίζεται πιο εύστοχα από τη ρήση αστυνομικού που φύλασσε την περίμετρο της Μόριας: «Προσπαθούμε να τους εμποδίσουμε να βγούνε για το καλό τους! Δεν ξέρω τι θα έκαναν οι ντόπιοι αν κάποιος με κορωνοϊό έβγαινε εκτός!».

  • Το παράδοξο του φαινομένου του «υγιούς μετανάστη» (healthy migrant effect)

Μια υποκείμενη επιστημονική υπόθεση λειτουργούσε ανακουφιστικά ως προς τη συνείδηση των υγειονομικών αρχών, σε σχέση με την έλλειψη εφαρμόσιμων μέτρων στα camps. Η «υπόθεση του υγιούς μετανάστη» εκφράζει την παρατήρηση χαμηλότερων δεικτών θνητότητας σε μετανάστες που κινούνται προς δυτικές κοινωνίες, κυρίως λόγω του σημαντικά μικρότερου μέσου όρου ηλικίας των μεταναστών και μιας διαδικασίας φυσικής επιλογής που συμβαίνει στις χώρες προέλευσης αλλά και στις επισφαλείς μεταναστευτικές οδούς.

Πέραν αυτής της επιστημονικής παρατήρησης, οι ντόπιοι με αντιμεταναστευτικά αισθήματα πολλές φορές αποδίδουν μια μεταφυσική «ανθεκτικότητα» στους μετανάστες, που όμως καθημερινά υφίστανται κακομεταχείριση, τραύματα ή ακόμη και πεθαίνουν εξαιτίας του status τους. Τέτοιες παράδοξες και αντιφατικές νοηματοδοτήσεις έχουν περιγραφεί στις αφηγήσεις κατασκευής του «ξένου» γείτονα ως εσωτερικού εχθρού (π.χ. από τον Slavoj Zizek για τον αντισημιτισμό).

Παρ’ όλα αυτά, αρκετά άτομα που ανήκαν σε ευπαθείς ομάδες διέμεναν σε camps. Μετά από έντονες πιέσεις των ΜΚΟ, κάποιοι ηλικιωμένοι και άτομα με σοβαρές συννοσηρότητες μεταφέρθηκαν στην ενδοχώρα, όπου τοποθετήθηκαν σε ελάχιστα λιγότερο επισφαλείς συνθήκες (συγκεκριμένα στα ξενοδοχεία που διαχειρίζεται ο ΔΟΜ). Ακολουθώντας αυτή τη γραμμή σκέψης, μόνο άτομα χωρίς υψηλό κίνδυνο για σοβαρή νόσο CoVID-19 νόσο παρέμειναν στα camps. Επιπλέον ο κλειστός χαρακτήρας των camps και η έλλειψη δυνατοτήτων ταχείας μετακίνησης των διαμενόντων κατέστησαν απίθανη τη μετάδοση από τα έσω προς τα έξω. Το ερώτημα, λοιπόν, παραμένει για το πώς δικαιολογούνται τα δυσανάλογης σκληρότητας μέτρα περιορισμού των μεταναστών «για την προστασία τους» σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του ΕΟΔΥ.

  • Εργαστηριακός έλεγχος

Η έλλειψη εργαστηριακών ελέγχων στον μεταναστευτικό πληθυσμό ήταν σχεδόν καθολική τους πρώτους μήνες της πανδημίας. Αυτή η απόφαση εντάχθηκε στην αρχική εθνική στρατηγική ελέγχου μόνο σοβαρών περιστατικών στα νοσοκομεία. Φυσικά, όπως υπογραμμίστηκε από πολλούς φορείς, μεταξύ αυτών από το European Center for Disease Prevention and Control (ECDC), μια στρατηγική ευρύτερου testing θα ήταν αναγκαία για τις συνθήκες των camps. Αντί αυτού υπήρχε μια δυσνόητη προσπάθεια περιστολής του testing στα camps, ανεξάρτητη από την πραγματική διαθεσιμότητα των απαραίτητων υλικών αλλά και των σχετικών εργαστηρίων. Τον Ιούνιο, το Υπουργείο Υγείας απαγόρευσε σε γερμανική ΜΚΟ με τεχνογνωσία και εξοπλισμό για τη διεξαγωγή μοριακών τεστ τη δραστηριοποίηση στη Μόρια. Δεν υπήρχε αξιόπιστη εικόνα για την κυκλοφορία του ιού σε κανέναν καταυλισμό, πέραν ορισμένων clusters που ανακαλύπτονταν τυχαία μετά από επισκέψεις σε νοσοκομεία για προεγχειρητικούς ελέγχους. Τα 140 και πλέον κρούσματα στο Κρανίδι αποτέλεσαν την κορυφή των ημερήσιων κρουσμάτων για την Ελλάδα κατά το πρώτο κύμα της πανδημίας. Σε εκείνη τη φάση, το success story της ελληνικής απάντησης στην πανδημία δεν θα διακινδυνευόταν για χάρη των μεταναστών. Ο μεταναστευτικός πληθυσμός δεν υποβαλλόταν σε τεστ, γιατί δεν άξιζε το ρίσκο της ανακάλυψης κρουσμάτων.

Τον Σεπτέμβριο, μετά την ολοσχερή καταστροφή του camp της Μόριας και την έλευση των νέου τύπου rapid tests, έγινε ένας έλεγχος χιλιάδων ατόμων. Θα μπορούσαμε να επικροτήσουμε αυτήν την κίνηση αν δεν συνέβαινε μόνο στη Λέσβο, η οποία βρισκόταν εκείνες τις ημέρες στο επίκεντρο των διεθνών ειδήσεων και σε συνδυασμό με τη βίαιη εξώθηση των μεταναστών σε ένα νέο ακατάλληλο χώρο διαβίωσης. Θετικοί ασυμπτωματικοί ασθενείς τοποθετούνταν σε σκηνές περικυκλωμένες από συρματοπλέγματα για την αποφυγή της ανάμιξής τους με τον υπόλοιπο πληθυσμό.

  • Αντιλήψεις των μεταναστών για την υγεία και αντιδράσεις

Ένα ζήτημα που δεν έχει μελετηθεί συστηματικά και δεν απασχόλησε ιδιαίτερα τους κρατικούς διαχειριστές του μεταναστευτικού, ήταν οι αντιλήψεις των ίδιων των μεταναστών για τον SARS_COV_2. Εμπειρικά, και με μικρές διαπολιτισμικές διαφοροποιήσεις, φάνηκε να υπάρχει μια σταδιακή μεταστροφή των αντιλήψεων των μεταναστών σχετικά με το κατά πόσο είναι πραγματικός ο ιός και η απειλή προς την υγεία. Από μια στάση άρνησης και ερμηνείας του ιού ως μιας δικαιολογίας και μόνο για την εφαρμογή σκληρότερων πολιτικών εναντίον τους, μεταβήκαμε, με την πάροδο των μηνών του 2020, στην αποδοχή της ύπαρξης του ιού και στην αγανάκτηση για την αδυναμία εφαρμογής ισότιμων μέτρων με τον υπόλοιπο πληθυσμό, καθώς και για την παραδοξότητα και σκληρότητα των πολιτικών που εφαρμόστηκαν και αναφέρθηκαν παραπάνω. Διαδηλώσεις και εντάσεις σημειώθηκαν επανειλημμένα φέρνοντας στο προσκήνιο διεκδικήσεις των μεταναστών σε camps όλης της χώρας. Για παράδειγμα, στις 22 του Απρίλη μετανάστες στη Μόρια διαδήλωσαν ενάντια στην εκκένωση των camps, για να μπορούν να προστατευτούν από τον ιό. Από την άλλη, κάποιοι μετανάστες στην ενδοχώρα κυνήγησαν κλιμάκιο του ΕΟΔΥ, που ήθελε να τους υποβάλλει σε τεστ την άνοιξη.

Αξιοσημείωτη επίσης είναι και η δημιουργία ομάδων ευαισθητοποίησης και κοινωνικής αυτο-οργάνωσης σχετικά με τον SARS_COV_2 αλλά και η αυτο-οργάνωση μεταναστριών για τη δημιουργία μασκών. Σύντομα αυτές οι ομάδες, όπως η Moria Corona Awareness Team και άλλες, άρχισαν να χρησιμοποιούν τα social media για να δημοσιοποιήσουν τις συνθήκες διαβίωσης και τα δυσανάλογα μέτρα που είχαν επιβληθεί από την κυβέρνηση και την τοπική διοίκηση. Ακόμη διεξάγουν πολλά σεμινάρια σχετικά με μέτρα αυτοπροστασίας για τον SARS_COV_2 αλλά και σχηματίζουν ομάδες εργασίας για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής και υγιεινής στον καταυλισμό.

  • Διαφορετικές δυνατότητες διαχείρισης στο παρόν

Ο διχασμός ανάμεσα στη φαντασιακή αξιοπρεπή διαχείριση της πανδημίας στον μεταναστευτικό πληθυσμό και την ελληνική πραγματικότητα, διαφαίνεται εξαιρετικά στην παντελή έλλειψη εφαρμογής των ίδιων των ευρωπαϊκών οδηγιών. Στις 15 Ιουνίου 2020 το ΕCDC, απευθυνόμενο σε κυβερνήσεις και οργανισμούς δημόσιας υγείας και πιθανά κινητοποιημένο από τις πιέσεις των ΜΚΟ προς την ΕΕ για την κατάσταση που επικρατούσε στα ελληνικά κέντρα, δημοσίευσε οδηγίες για την πρόληψη και τον έλεγχο του SARS_COV_2 στα κέντρα υποδοχής μεταναστών. Ως όργανο της ΕΕ με επιδημιολογικό και επιστημονικό προσανατολισμό, το ECDC αναπαριστά παραδειγματικά την προσέγγιση της ανθρωπιστικής διακυβέρνησης (humanitarian governance) σε έναν κόσμο όπου η μετανάστευση θα είναι μια συνεχής παγκόσμια σταθερά, καθώς είναι προσανατολισμένο στη μέτρηση και ρύθμιση δεικτών υγείας πληθυσμών. Στο κείμενο γίνονται εκτεταμένες προτάσεις σχετικά με την αποσυμφόρηση, τις στρατηγικές εργαστηριακού ελέγχου και τη βελτίωση των συνθηκών, που ωστόσο ποτέ δεν υλοποιήθηκαν.

Δεν υπάρχουν καθόλου δημοσιευμένα στοιχεία για την άμεση, προκαλούμενη από τον CoViD-19, θνησιμότητα μεταναστών στην Ελλάδα, αλλά πιθανότατα είναι χαμηλή. Δυσκολότερο ακόμη είναι να εκτιμηθεί ο αριθμός των θανάτων που οφείλονται στις συνέπειες των πολιτικών διαχείρισης της πανδημίας∙ είτε από συμβάντα κατά τη διάσχιση θαλάσσιων και χερσαίων συνόρων είτε από βίαια γεγονότα που επιτείνονται από τον περιορισμό των μετακινήσεων, είτε εξαιτίας της νοσηρότητας μη θεραπευόμενων χρόνιων παθήσεων και ψυχιατρικών νοσημάτων σχετιζόμενων με τραύμα, που είναι ιδιαίτερα συχνά σε μετανάστες.

***

Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η ύπαρξη του SARS_COV_2 ως αιτία επιβολής πρακτικών που επιδείνωσαν το ήδη αποτρόπαιο status quo των camps στην Ελλάδα ελάχιστα σχετίζονται με μια πραγματική διάθεση προστασίας αυτού του πληθυσμού από την πρωτόγνωρη βιολογική απειλή. Αντίθετα, αποδεικνύουν αυτό που ήδη ξέραμε, το ότι οι μετανάστες στην Ελλάδα είναι «παιδιά κάποιου κατώτερου θεού» και «γυμνές ζωές», αλλά και ότι κάθε κρίση είναι μια συμβολική ευκαιρία για την όξυνση μιας χρονίζουσας κατάστασης εκτάκτου ανάγκης και για την εντατικοποίηση της οδύνης ως πολιτικής αποτροπής της μετανάστευσης.

Σύμφωνα με τον Φουκώ, η βιοπολιτική και η ανατομοπολιτική είναι τροπικότητες διακυβέρνησης της νεωτερικότητας και περιγράφουν πρακτικές άσκησης εξουσίας και περιστολής της ελευθερίας στο όνομα της υγείας και της παραγωγικότητας στο επίπεδο του πληθυσμού και του σώματος αντίστοιχα. Οι ενδιαφέρουσες, πλην ομιχλώδεις, διαφοροποιήσεις των ρευστών και δυναμικών εννοιών του φουκωικού έργου έχουν συζητηθεί εκτενώς, και μάλιστα από σχολιαστές που επιχειρούν μια ρητή σύνδεσή τους με τη διαχείριση της πανδημίας από ριζοσπαστική σκοπιά. Σίγουρα, τέτοιες αναλύσεις είναι κρίσιμες και επίκαιρες στην εποχή όπου οι νεοφιλελεύθερες φαντασιώσεις της αέναης αυτοβελτίωσης και αναβάθμισης μέσω βιοϊατρικών παρεμβάσεων στο γονιδίωμα και η διασύνδεση ανθρώπου και μηχανής τείνουν προς πραγμάτωση, ενώ ταυτόχρονα τα big data χρησιμοποιούνται για συνεχείς υπολογισμούς ρίσκου και επιβολή στρατηγικών παραγωγικότητας σε επίπεδο πληθυσμού.

Από την άλλη, οι βιοπολιτικές πρακτικές, κατά τον τρόπο που έχουν αναπτυχθεί συγκεκριμένα από τον Giorgio Agamben, είναι από τους κυρίαρχους τρόπους ρύθμισης της μετανάστευσης, υπό την έννοια της υποβάθμισης των μεταναστών σε ανώνυμες μάζες χωρίς υποκειμενική διάσταση, στις οποίες παρέχονται οριακά τα απαραίτητα για την επιβίωση, και των οποίων η συμβολική ύπαρξη και τα δικαιώματα ισχύουν κατά περίπτωση και περιστέλλονται συστηματικά από διάφορες καταστάσεις «εκτάκτου ανάγκης». Αυτές οι βιοπολιτικές μπορούν να φτάσουν και μέχρι τον θάνατο, ως συνέπεια της ρύθμισης των επιχειρήσεων διάσωσης, των επαναπροωθήσεων, των βίαιων επιθέσεων που κινητοποιούνται από την ψυχικά ανυπόφορη στρατοπεδευμένη ζωή αλλά και την πρόσβαση σε υπηρεσίες και αγαθά υγείας. Οι στόχοι αυτών των πολιτικών είναι πολλαπλοί: από τη δημιουργία εικόνων και ειδήσεων αποτροπής της μετανάστευσης έως και τη συμμόρφωση και πειθάρχηση των μεταναστών σε μια νέα κανονικότητα, που γίνεται ρητά σκληρότερη σε μια Ευρώπη όπου οι κατά τόπους εθνικισμοί κερδίζουν έδαφος. Όσοι έχουμε υπάρξει σε camps γνωρίζουμε ότι ίσως η πιο τραγική διάσταση αυτών των χώρων είναι η διαπεραστική απελπισία που πλανάται στον αέρα. Ακόμη και αν το σώμα των μεταναστών επιβιώσει την επικίνδυνη διάσχιση του Αιγαίου, οι προσδοκίες και τα όνειρά τους για μια άλλη ζωή σύντομα πεθαίνουν στο ευρωπαϊκό έδαφος των «hotspots».

Κλείνοντας, ίσως αξίζει να αναλογιστούμε τις επιστημολογικές συνυποδηλώσεις της επιδημιολογίας, που αποτελεί το εργαλείο κατανόησης και αντιμετώπισης κάθε επιδημίας. Εστιάζοντας στη μελέτη της επίπτωσης των νοσημάτων και των αιτίων τους σε πληθυσμούς, πραγματοποιείται επί της ουσίας μια αφαίρεση της υποκειμενικής διάστασης. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ότι η εφαρμογή οποιωνδήποτε μέτρων πρόληψης και ελέγχου των λοιμώξεων, με βάση την επιδημιολογία, είναι από μόνη της μια μορφή βιοπολιτικής, υπό τη διασταλτική φουκωική ερμηνεία του όρου. Ωστόσο, κάθε σχεδιασμός για την υγεία σε επίπεδο πληθυσμού, από τον έλεγχο του νερού και τις εμβολιαστικές καμπάνιες μέχρι ακόμη και πολιτικές αναπαραγωγικής υγείας, δεν μπορεί απλώς να εξισωθεί με σκιώδεις στρατηγικές ελέγχου της συμπεριφοράς ή αύξησης της παραγωγικότητας προς όφελος των ελίτ. Αντίθετα, μπορεί κανείς να φανταστεί μια κοινωνία που να νοιάζεται για τα σώματα των μελών της, χωρίς να αγνοεί τις επιθυμίες τους και η οποία διαφυλάσσει κάποιου είδους αξιοπρέπεια. Αναπόφευκτα, η δυνατότητα μιας δημοκρατικής βιοπολιτικής, παράλληλα με τον ορισμό της υγείας και την αντιμετώπιση της νόσου, θα αποτελέσει κομβικό ιδεολογικό σημείο πολιτικών του μέλλοντος, που θα ανταγωνίζεται το υπάρχον.

Αγώνες σχετιζόμενοι με την υγεία, οι οποίοι δόθηκαν και στο παρελθόν σε συγκεκριμένα  ζητήματα, όπως τα επαγγελματικά νοσήματα (π.χ. ανθρακωρύχοι vs Black Lung) ή το στίγμα και η πρόσβαση στη θεραπεία του HIV/AIDS, αναδύονται σήμερα ως καθολικής σημασίας. Η διεκδίκηση δημόσιου χώρου, ακόμη και διαδικτυακού, από τους μετανάστες στη Λέσβο και η αυτο-οργάνωσή τους για την κατά το δυνατόν (συν)διαμόρφωση των σκληρών πρακτικών στις οποίες υπόκεινται είναι μια κίνηση που δεν μας αφήνει αδιάφορους. Αντίθετα, εντάσσεται στον συλλογικό ανταγωνισμό απέναντι σε μια κρατική νεοφιλελεύθερη διαχείριση της πανδημίας, που χαρακτηρίζεται από συστηματική παραμέληση και αντιμετώπιση των μεταναστών ως «πλεοναζόντων» πληθυσμών αλλά κι από την αποκλειστική αναγνώριση της οικονομίας ως ικανής συνθήκης υπέρβασης των επιδημιολογικών «αναγκαιοτήτων».

Στο παρόν αχαρτογράφητο τοπίο της postviral εποχής, η ρευστή ισορροπία μεταξύ των δικαιωμάτων της υγείας και της ελευθερίας, των παραγωγικών απαιτήσεων του καπιταλισμού και άλλων κοινωνικών αναγκαιοτήτων, είναι υπό διαπραγμάτευση. Το αποτέλεσμα των μοριακών αλλά και συλλογικών διεκδικήσεων θα κριθεί από τους ανταγωνισμούς σχετικά με τον καθορισμό της έννοιας της υγείας και από τη διασφάλιση ισότιμων και συνδιαμορφωμένων μέτρων και υπηρεσιών υγείας ανεξάρτητα από κοινωνικές ταυτίσεις (τάξη, φύλο, φυλή)· δίνοντας έμφαση σε αυτές και αυτούς που είναι «γυμνά σώματα» στα μάτια του κράτους, τους μετανάστες.

Σχετικά με τον αρθρογράφο

kaboomzine