Βιβλίο

Από τους Ανθρωποφύλακες στις Παράπλευρες Καθημερινές Απώλειες

O Περικλής Κοροβέσης δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Εξάλλου η προσφορά του είναι σε όλους γνωστή. Βιβλία, άρθρα, δημόσιες παρεμβάσεις, πολιτική δράση, κριτική και αμφισβήτηση, θεωρητικές αναζητήσεις είναι αυτά που χαρακτηρίζουν τον Κοροβέση. Το οπτικό του πρίσμα όμως δεν είναι γενικό και αφηρημένο, ούτε και ουδέτερο. Πάντα συντάσσεται με τη μεριά των από τα κάτω, πάντα από τη μεριά αυτών που νιώθουν την πίεση και την εκμετάλλευση των κάθε λογής εξουσιών, πάντα με αυτούς που ονειρεύονται και παλεύουν για ένα διαφορετικό αύριο, για μια κοινωνία ελευθερίας και αυτονομίας.

Θα μπορούσαμε να πούμε, με μια δόση αφαίρεσης, ότι ο Κοροβέσης ενσαρκώνει εκείνον τον αγωνιστή και άνθρωπο που κατάφερε να απεγκλωβιστεί από τη μέγγενη των Ιδεολογιών και των κλειστών συστημάτων σκέψης, από τις συμπληγάδες των ολοκληρωτισμών και των βεβαιοτήτων που νομίζουν ότι κατέχουν την αλήθεια, και κράτησε ακέραιη την πίστη του στην ελευθερία του ανθρώπινου είδους, σε πείσμα των καιρών που προωθούσαν την εύκολη ζωή μέσα σε ένα κόσμο πλήρους ασημαντότητας και καθολικής εξατομίκευσης.

Τον Κοροβέση, πέρα από τα κείμενά του στην παλιά Ελευθεροτυπία, τον γνώρισα όταν φοιτητής ακόμη διάβασα εντελώς τυχαία, παρόλο που το γνώριζα, το βιβλίο του Ανθρωποφύλακες. Όποιος νομίζει ότι διαβάζοντας τέτοιου είδους βιβλία μπορεί να βγει αλώβητος, καλύτερα θα είναι να μην το ξεκινήσει. Το βιβλίο αυτό πλέον έχει περάσει στα κλασικά και έχει πάρει τη θέση που του αρμόζει στην Ιστορία. Όπως είναι γνωστό περιγράφει τα βασανιστήρια που υπέστη στα κρατητήρια της ασφάλειας την περίοδο της Χούντας. Στην ουσία αποτελεί την πρώτη δημόσια καταγγελία του φασιστικού καθεστώτος και εκτός από τη λογοτεχνική του αξία, μπορεί να το κατατάξει κάποιος και ως ένα από τα σημαντικότερα πολιτικά ντοκουμέντα της νεότερης ελληνικής Ιστορίας.

Η αμεσότητα της περιγραφής του Περικλή Κοροβέση είναι συναρπαστική, όπως και η μεταφορά του βιώματος. Περιγράφει με λεπτομέρεια τη βαρβαρότητα των βασανιστηρίων, μετατρέποντας τις λέξεις σε εικόνες και συναισθήματα. Δεν ξέρω εάν μπορεί να ειπωθούν περισσότερα από όσα περιγράφονται στο βιβλίο για την προσπάθεια διάλυσης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Διαβάζοντας ξανά τους Ανθρωποφύλακες μου ήρθε στο νου το εμβληματικό έργο του Πρίμο Λέβι Εάν Αυτό Είναι ο Άνθρωπος, η διερώτηση του Λέβι για τα ναζιστικά κρεματόρια και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, και κατά τη γνώμη μου ένα βιβλίο που πρέπει να διαβαστεί εάν κάποιος θέλει πραγματικά να δει μέσα στις ρωγμές της νεωτερικότητας και τη διαμόρφωση του ανθρώπου της Δύσης.

Και τα δύο αυτά έργα μας δίνουν και μια εξαιρετική περιγραφή του ανθρωπολογικού τύπου του βασανιστή. Απλοί, συνηθισμένοι και φιλήσυχοι άνθρωποι, που όπως περιγράφει η Χάνα Άρεντ στο έργο της για τη δίκη του εγκληματία πολέμου Άιχμαν, απλά εκτελούσαν το καθήκον τους. Άνθρωποι χαμηλής νοημοσύνης, με κουτσαβακισμό και ψευτοτσαμπουκά που έκαναν τη δουλειά τους σαν να ήταν κάτι το συνηθισμένο. Κι ήταν αυτό το γεγονός που έκανε την Άρεντ να μιλήσει για την «κοινοτοπία του κακού». Εξάλλου ποιος μπορεί να αγνοήσει το γεγονός ότι στη δίκη της Νυρεμβέργης για τα εγκλήματα πολέμου των ναζί, η απάντηση στην ερώτηση «Γιατί τα έκανες όλα αυτά;» ήταν το αφοπλιστικό «δεν ξέρω» ή «απλά εκτελούσα εντολές»; Και πώς μπορεί να απαντηθεί η κτηνωδία του Άουσβιτς ή οι βασανισμοί της Μπουμπουλίνας από τον κυνισμό των συμμετεχόντων στους αποτροπιασμούς που έλαβαν χώρα εκεί;

Αυτό που πρέπει να επισημάνουμε όμως είναι ότι δυστυχώς το βιβλίο του Κοροβέση είναι εξαιρετικά επίκαιρο. Και λέω δυστυχώς γιατί αποτελεί πλέον κοινό τόπο ότι όποιος αντιστέκεται, όποιος αμφισβητεί το κυρίαρχο καθεστώς, είτε αυτό είναι ολοκληρωτικό είτε αποκαλείται «δημοκρατία», θα πρέπει να αντιμετωπίσει και τη βία που συνεπάγεται. Ο Κοροβέσης είναι διαφωτιστικός στο επίμετρο αυτής της έκδοσης. Τα βασανιστήρια και οι φυλακίσεις όχι μόνο δεν σταμάτησαν αλλά παρουσιάζονται πάντα ως η δαμόκλειος σπάθη των κυρίαρχων καθεστώτων. Κι ειδικά στις μέρες όπου η κατάσταση εξαίρεσης που επιβάλουν τα κράτη, όχι σαν μια παροδική κατάσταση, αλλά σαν μια μόνιμη τεχνική διακυβέρνησης που κυβερνά με διατάγματα, προσπαθεί να επιβάλει έναν άνευ προηγουμένου ολοκληρωτισμό θυσιάζοντας την κοινωνία. Γιατί η σωτηρία του καθεστώτος σήμερα περνά μέσα από τη διάλυση της κοινωνίας.

Και το δυστύχημα είναι ότι όπως στους Ανθρωποφύλακες, δηλαδή την περίοδο της χούντας, οι φιλήσυχοι πολίτες που κοιτούσαν τη δουλειά τους και τα του οίκου τους δεν αντέδρασαν απέναντι στην κτηνωδία, έτσι και σήμερα η εναντίωση στο υπάρχον δεν φαίνεται να αποτελεί απειλή για τους έχοντες την εξουσία. Ο Κοροβέσης στο τέλος του επιμέτρου της παρούσας έκδοσης αναφέρει το εξής αφοπλιστικό: «Από τότε που γράφτηκε αυτό το βιβλίο έχει περάσει σχεδόν μισός αιώνας. Το γεγονός ότι επανεκδίδεται για πολλοστή φορά είναι απογοητευτικό. Σημαίνει πως, κανονικά, θα έπρεπε να είχαμε πάει 50 χρόνια μπροστά και το περιεχόμενο αυτού του βιβλίου να ήταν ακατανόητο, αν τα βασανιστήρια είχαν εξαφανιστεί. Αλλά η εξουσία χρειάζεται πάντα αυτό το εργαλείο. Κι όσο οι άνθρωποι θα αφήνονται να εξουσιάζονται, με τον δικό τους τρόπο θα συμβάλουν στη διαιώνιση των βασανιστηρίων. Η άγνοια και η αδιαφορία είναι συνενοχή».

Το βιβλίο Παράπλευρες Καθημερινές Απώλειες αποτελεί μια σειρά από μικρά κείμενα ή σημειώσεις του Κοροβέση Το βιβλίο αυτό είναι γραμμένο εκτός των άλλων για την Αγγελική και για τις κάθε είδους Αγγελικές, όπως αναφέρεται στον πρόλογο. Οι Αγγελικές θα μπορούσα να πω ότι είναι η γενιά μου, οι σημερινοί τριαντάρηδες, μια γενιά την οποία τόσα τις έχουν χρεώσει και φορτώσει, δίκαια ή άδικα, και που τα τελευταία χρόνια προσπαθεί να ξεφύγει από την κανονικότητά της αλλά δείχνει ότι κάπου έχει χάσει τον δρόμο. Έτσι είδα αυτό το βιβλίο. Ένα παράθυρο προς το μη κανονικό, προς την άρνηση της καθημερινής ρουτίνας και του συμβιβασμού.

Ο συγγραφέας στο βιβλίο κάνει μια κατάθεση εμπειριών, μια ανάγλυφη αναπαράσταση των αγωνιών και σκέψεών του. Μέσω της διαδικασίας της στοχαστικής ανακλαστικότητας, για να θυμηθούμε τον Κορνήλιο Καστοριάδη, φαίνεται να οδηγεί τη σκέψη και την επιθυμία του με έναν ανακλαστικό τρόπο, μέσα από τη συλλογή εμπειριών και βιωμάτων, η οποία αποτυπώνεται στο χαρτί με έναν άμεσο και διαυγή τρόπο, σαν να τον έχεις μπροστά σου και να σου διηγείται αυτά που περιγράφει.

Στα ενδιαφέροντά του οι γυναίκες, οι μετανάστες και οι κάθε είδους αποκλεισμένοι, οι φίλοι, οι παρέες, ο προσωπικός αλλά και δημόσιος χώρος και χρόνος, όλα αυτά δένουν τις μικρές ιστορίες και σκέψεις σε ένα σύνολο που μοιάζει να έχει συνοχή, μέσα από την ειρωνεία, τον αυτοσαρκασμό αλλά και την καθαρότητα της γραφής που διακρίνει τον συγγραφέα.

Στο βιβλίο είναι έντονο το στοιχείο της νοσταλγίας για στιγμές, πρόσωπα και εποχές που καθόρισαν τη ζωή του συγγραφέα (και όχι μόνο) και που λειτούργησαν είτε ως ανεκπλήρωτες επιθυμίες, είτε ως γονιμοποιό σπέρμα, αλλά που είχαν ένα κοινό παρανομαστή και αυτός δεν είναι άλλος από την ανάδυση του αυτεξούσιου του ανθρώπινου υποκειμένου. Οι υπαρξιακές αναζητήσεις για τον θάνατο και τις ανθρώπινες σχέσεις, τον έρωτα, τη φιλία, την απογοήτευση, τη χαρά και την ειλικρινή αγωνία για την τύχη και το μέλλον της κοινωνίας συνυφαίνουν την κατάθεση του Περικλή Κοροβέση σε αυτό το βιβλίο.

Αυτό που είναι εμφανές στο δεύτερο μέρος του βιβλίου είναι μια κριτική στον τρόπο που λειτουργεί η κοινωνία και οι άνθρωποι. Το σπάσιμο των κοινωνικών δεσμών που έχει οδηγήσει τον άνθρωπο σήμερα να στέκεται μετέωρος μπροστά στο κενό της ασημαντότητας που βιώνει. Σήμερα η κοινωνία και τα άτομα έχουν χάσει την παράσταση που έχουν τόσο για τον ίδιο τους τον εαυτό όσο και για τους άλλους. Κι ο Κοροβέσης το ξέρει καλά αυτό, το βιώνει καθημερινά από την άμεση περιπλάνησή του στον «ωκεανό» που λέγεται κοινωνία και άνθρωπος. Η κρίση ήρθε να διαλύσει κάθε φαντασιακή σημασία που συγκροτούσε την κοινωνία ως σύνολο. Κι εδώ ο συγγραφέας μας κουνά το δάχτυλο και μας επισημαίνει ότι το εξουσιαστικό παράδειγμα έχει αλλάξει και πρέπει να αλλάξουμε κι εμείς εάν θέλουμε να σπάσουμε τα δεσμά μας, εάν θέλουμε να έρθουμε σε ρήξη με την ξενωτική κατάσταση που βιώνουμε.

Με τον συγγραφέα μοιραζόμαστε κάτι κοινό κι αυτό είναι η αγάπη για την ιστορία. Μέσα στο βιβλίο υπάρχουν αρκετά κείμενα που παραθέτουν ιστορικά γεγονότα και πεπραγμένα, σχετικά άγνωστα, και που στόχο έχουν, μέσω της αναγωγής στο σήμερα, να κριτικάρουν αλλά και να επισημάνουν τους κινδύνους που είναι εμφανείς στις μέρες μας.

Εάν σκεφτούμε ότι η ιστορία είναι μια διαρκής δημιουργία τότε τίποτα δεν μπορεί να είναι σίγουρο. Οι κοινωνίες δεν λειτουργούν με κανενός είδους αυτοματισμό κι ο συγγραφέας το ξέρει καλά. Γι’ αυτό και μας επισημαίνει τους κινδύνους που κρύβουν οι εκάστοτε εξουσίες και μας καλεί, με έναν υπόρρητο τρόπο, όχι τόσο να επαναστατήσουμε όσο να είμαστε υπεύθυνοι και συμμέτοχοι στην ιστορία που δημιουργούμε. Γιατί εάν δεν το κάνουμε εμείς τότε σίγουρα θα το κάνει κάποιος άλλος για εμάς. Εξάλλου όπως αναφέρει «συσκευασμένη αλήθεια δεν υπάρχει στις προσφορές του σούπερ μάρκετ της ζωής».

Ο Περικλής κι εγώ ανήκουμε σε δύο διαφορετικές γενιές και καθεμία έχει τα χαρακτηριστικά της. Κάπου συναντιόμαστε, κάπου χωρίζουμε, κάπου συγκρουόμαστε αλλά σίγουρα σήμερα μοιραζόμαστε κάτι κοινό. Κι αυτό είναι η αναζήτηση ενός καινούριου κόσμου, ενός κόσμου διαφορετικού από αυτόν που βιώνουμε. Το εάν θα τα καταφέρουμε η Ιστορία θα το δείξει. Το σίγουρο είναι ότι όλες οι Μεγάλες Αφηγήσεις έγιναν συντρίμμια πάνω στο ακαθόριστο του κοινωνικού πράττειν.

Ζούμε σε μια εξαιρετικά επικίνδυνη περίοδο και ο Κοροβέσης το ξέρει καλά. Γι' αυτό και δεν εφησυχάζεται αλλά με την όρεξη και την εφηβεία του πνεύματος που τον διακρίνει, συμμετέχει ενεργά στην προσπάθεια απεγκλωβισμού από τη βαρβαρότητα. Ο Κοροβέσης, ως γνώστης της Ιστορίας, δείχνει να αντιλαμβάνεται τους κινδύνους που εγκυμονεί η περίοδος που βιώνουμε. Είναι από αυτούς που βλέπουν την απειλή του ολοκληρωτισμού να επανέρχεται ύστερα από 70 χρόνια περίπου αλλά παράλληλα βλέπει και τις δυνατότητες της κοινωνικής αντίστασης και της κοινωνικής δημιουργίας που ανοίγονται σήμερα. Γι' αυτό και παραμένει παρών στους κοινωνικούς αγώνες και στην καταγγελία των κάθε λογής εξουσιών. Και ξέρει ότι μόνο με τη συμμετοχή όλων, σπάζοντας τη διαδικασία της ανάθεσης του παρόντος και του μέλλοντός μας σε κάθε άθλιο ηγετίσκο, αριστερής ή δεξιάς απόχρωσης, μπορούμε να δημιουργήσουμε έναν πιο ελεύθερο κόσμο. Γι' αυτό και μας προειδοποιεί: Πάνω απ’ όλα, εγώ, με την ταπεινή μου γνώμη, θεωρώ την πιο μεγάλη απειλή της ζωής στον πλανήτη την αδιαφορία.

Για το τέλος θα αρκεστώ να αναφέρω μια φράση του Καρλ Μαρξ από ένα γράμμα του στον φιλόσοφο Arnold Ruge που νομίζω ότι αποτελεί κάτι που μπορεί να συνδέει εμένα και τον συγγραφέα, ή εάν θέλετε δύο ανθρώπους διαφορετικής γενιάς αλλά με κοινούς ορίζοντες: «Παρ’ όλη την ανικανότητα των κυρίαρχων και την αδράνεια των κυριαρχούμενων, που με οδηγούν έτσι ώστε να μην έχω και την πιο υψηλή εκτίμηση για τη σύγχρονη εποχή, αν δεν απογοητεύομαι όσον την αφορά, αυτό οφείλεται ακριβώς στο γεγονός ότι η απελπιστική αυτή κατάστασή της με γεμίζει ελπίδα».

~

Οι Ανθρωποφύλακες και οι Παράπλευρες καθημερινές απώλειες κυκλοφόρησαν πρόσφατα από τις Εκδόσεις των συναδέλφων.

Σχετικά με τον αρθρογράφο

Νίκος Κατσιαούνης