Ο Βαγγέλης Στρατηγάκος είναι ηθοποιός με συμμετοχή σε πολλές θεατρικές παραστάσεις και ο Βύρων Κατρίτσης μουσικός με κυκλοφορίες στο φάσμα της πειραματικής κυρίως μουσικής και δημιουργός πολλών μουσικών επενδύσεων θεατρικών παραστάσεων. Οι δυο τους, φίλοι εδώ και χρόνια, έχοντας ήδη συνεργαστεί αρκετές φορές στο θέατρο, παρουσιάζουν την ερχόμενη Δευτέρα 3 Ιουλίου τις «Φοίνισσες» του Ευριπίδη, στο πλαίσιο της Συνάντησης Νέων Δημιουργών υπό την αιγίδα του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου των Δελφών. Η διοργάνωση, που επέστρεψε φέτος, ξεκινά σήμερα, Παρασκευή 30 Ιουνίου με ένα πλούσιο πρόγραμμα που μπορείτε να δείτε στην ιστοσελίδα του Πολιτιστικού Κέντρου. Οι δύο δημιουργοί μίλησαν στο περιοδικό μας για όσα πρόκειται να δουν οι θεατές της παράστασης τη Δευτέρα.
Συμμετέχετε φέτος με τις «Φοίνισσες» του Ευριπίδη στη Συνάντηση Νέων Δημιουργών υπό την αιγίδα του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου των Δελφών. Θέλετε να μας πείτε δυο λόγια για τη διοργάνωση;
Το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο έχει μακρά παράδοση και διεθνή απήχηση. Σεμινάρια, διαλέξεις, προβολή όλων των παραστατικών τεχνών και άλλες δραστηριότητες. Φέτος το φεστιβάλ είναι αφιερωμένο στο αρχαίο δράμα κι εμείς όταν μας έγινε η πρόταση, δουλεύαμε ήδη μία απόδοση των «Φοινισσών» σε μία τύπου περφόρμανς παράσταση.
Γιατί επιλέξατε το συγκεκριμένο έργο;
Όταν αποφασίστηκε το συγκεκριμένο έργο, προέκυψε πολύ φυσικά, εντελώς αβίαστα. Στην πραγματικότητα είναι ανεξήγητο. Μάλλον ήταν η ώρα του. Γενικά δουλεύουμε πολύ με το ένστικτο κι είναι συχνά σαν να ωθούμαστε από μια αόρατη δύναμη, την οποία ποτέ δεν αμφισβητούμε.
Την εποχή που ο Ευριπίδης ο Αθηναίος γράφει τις« Φοίνισσες», ο Πελοποννησιακός πόλεμος κλείνει ήδη τα είκοσι χρόνια του, ενώ η Αθήνα σπαράσσεται από εσωτερικές συγκρούσεις. Τα σημάδια της παρακμής της εμφανή και αδιαμφισβήτητα: αιμοσταγή πραξικοπήματα, φόνοι δημοκρατικών και μια διάχυτη έκπτωση κάθε ηθικής αξίας.
Έτσι ακριβώς και στις «Φοίνισσες», τα πάντα βρίσκονται υπό διάλυση. Τα δεδομένα, τα αυτονόητα, τα σταθερά, αμφισβητούνται, αποδομούνται και διαστρεβλώνονται, και οι σχέσεις μελετώνται μέσα από παραμορφωτικό φακό. «Οι λέξεις αλλάζουν σημασία», σύμφωνα με τον Θουκυδίδη.
Όλα τα παραπάνω θα μπορούσαν να γραφούν για να περιγράψουν την παγκόσμια κατάσταση σήμερα. Οι στρεβλώσεις των πάντων και η αλλαγή της σημασίας των λέξεων βρίσκονται στην κορύφωσή τους.
Προσεγγίζοντας το έργο επιλέξατε να το παρουσιάσετε με τη μορφή μονολόγου. Γιατί;
Επειδή γνωριζόμαστε προσωπικά και καλλιτεχνικά πολλά χρόνια, θέλαμε να κάνουμε κάτι εντελώς δικό μας. Οπότε ενώσαμε τις δυνάμεις μας. Ηθοποιός είναι ο ένας από τους δύο, κατά συνέπεια, μοιραία οδηγηθήκαμε σε δομή μονολόγου. Τόσο απλά.
Ο ένας έχει αναλάβει το σκηνοθετικό και υποκριτικό σκέλος και ο άλλος το μουσικό. Ήταν αυστηρά διακριτοί οι ρόλοι σας κατά τη συνεργασία σας ή το γεγονός ότι το αποτέλεσμα είναι καρπός της εργασίας δύο κυρίως ανθρώπων ρευστοποίησε τρόπω τινά τα όρια της συμμετοχής σας στο τελικό αποτέλεσμα;
Όταν κοιτάζεις προς την ίδια κατεύθυνση με κάποιον άλλον, το να προχωρήσεις μαζί του είναι ό,τι πιο εύκολο. Ο ένας οδηγεί τον άλλον, γίνονται συνοδοιπόροι, ενώ σιγά- σιγά πιο μπροστά τους, προχωρεί από τη στιγμή της γέννησής του και το κοινό τους δημιούργημα, το οποίο ολοένα και αυτονομείται, ανεξαρτητοποιείται και τελικά εξελίσσεται σε οδοδείκτη, τελικά αυτό τους υποδεικνύει τον δρόμο.
Οι διαχωριστικές γραμμές των ρόλων του σκηνοθέτη, του ηθοποιού, του μουσικού, ξεθωριάζουν, θολώνουν και σβήνουν σχεδόν. Μία μόνο γραμμή είναι πλέον διακριτή, μία μόνο πορεία: αυτή του ίδιου του δημιουργήματος.
Είναι η πρώτη φορά που ο Βαγγέλης Στρατηγάκος δοκιμάζεται στη σκηνοθεσία. Πώς προέκυψε κάτι τέτοιο; Τι δυσκολίες συνάντησες; Η διαδικασία σκηνοθεσίας ουσιαστικά του εαυτού σου πώς λειτούργησε στην καλλιτεχνική διαδικασία;
Βαγγέλης: Η αλήθεια είναι ότι δεν είμαι εγώ ο σκηνοθέτης. Ο Ευριπίδης όπως και ο Βύρωνας είναι Χαλανδριώτες, επομένως δεν είχα άλλη επιλογή από το να ακολουθήσω τη σκηνοθετική γραμμή του Βύρωνα.
Η παράσταση θα παρουσιαστεί αφ’ ενός στους Δελφούς, σε τόπο με ιδιαίτερη φόρτιση, και αφ’ ετέρου στην ύπαιθρο, στο μονοπάτι του αλσυλλίου που περιβάλλει το Πολιτιστικό Κέντρο. Τα δύο αυτά στοιχεία επηρέασαν την προσέγγισή σας και με ποιόν τρόπο;
Ο χώρος σαφώς και αποτέλεσε πηγή έμπνευσης. Μία open-air παράσταση λειτουργεί τελείως διαφορετικά απ' ότι σε ένα κλασσικό – και κλειστό – θέατρο. Το τραγούδι των τζιτζικιών έγινε μέρος της παράστασης και η σύνθεση της μουσικής μοιραία πήγε σε μία κατεύθυνση πιο “φυσική”, εντάσσοντας το τραγούδι και άλλων εντόμων, πάντα σε μία φόρμα “πειραματικής” και ηλεκτροακουστικής κατεύθυνσης. Αλλά ας μην τα αποκαλύψουμε όλα... Οι Δελφοί είναι ένα μέρος “φορτωμένο” και με χαρά κουβαλήσαμε το φορτίο του.
Ενώ έχετε συνεργαστεί πλείστες φορές και οι φιλικές σας σχέσεις κρατάνε πολλά χρόνια, είναι αν δεν κάνω λάθος η πρώτη φορά που αναλαμβάνετε κυρίως οι δυο σας, πέραν της συνδρομής της σκηνογράφου και της ενδυματολόγου, εξ ολοκλήρου την παρουσίαση μιας θεατρικής παράστασης. Πώς ήταν η συνεργασία σας; Υπήρχαν εκπλήξεις;
Δεδομένης της παλιάς μας σχέσης δεν υπήρχαν πραγματικές εκπλήξεις. Υπάρχει αμοιβαία στήριξη και θαυμασμός, γεγονός που απλοποιεί τα πράγματα. Η ανάγκη να δημιουργήσουμε κάτι εκ του μηδενός εξάλειψε εγωισμούς και ανασφάλειες και μας οδήγησε στην εξερεύνηση του κειμένου κατά πρώτον και του τι ακριβώς επιθυμούσαμε να πούμε οι ίδιοι κατά δεύτερον. Πρόθεσή μας είναι η δημιουργία μίας ιδιαίτερης θεατρικής γλώσσας που βασίζεται στον μινιμαλισμό των εκφραστικών μέσων και της μουσικής με απώτερο στόχο να προσεγγίσουμε το απαύγασμα του εκάστοτε κειμένου. Την ουσία. Η ουσία είναι και περιζήτητη στις θεατρικές εποχές που διανύουμε καθώς ελάχιστες παραστάσεις κατά την άποψή μας φτάνουν στο στόχο τους, παρά την πληθώρα των εκφραστικών μέσων και το εντυπωσιακό που μόνο εντύπωση δεν μας προκαλεί.
Στην αφίσα αλλά και στις προωθητικές φωτογραφίες κυριαρχούν οι μάσκες του αρχαίου θεάτρου. Ο ρόλος τους είναι εξίσου κομβικός και στην παράσταση; Πώς προέκυψε αυτή η επιλογή;
Το προσωπείο του Αρχαίου δράματος και η παγωμένη του έκφραση υπήρξε η πηγή έμπνευσης για τη συγκεκριμένη παράσταση. Το ερώτημα πώς αυτό το παγωμένο προσωπείο θα αφυπνίσει τη φαντασία του θεατή, ώστε να σχηματιστούν «προ ομμάτων» του εικόνες ικανές να μετουσιώσουν το προσωπείο σε πρόσωπο, διέπει την προσέγγιση της όλης παράστασης.
Στη σκηνή, ο ηθοποιός ακολουθεί ήχους, μελωδίες, το εκάστοτε ηχητικό περιβάλλον, και αλλάζοντας προσωπεία, αναπαριστά τα πρόσωπα του μύθου. Κάθε προσωπείο συνοδεύεται από τη δική του παρτιτούρα: ιδιαίτερος ήχος, ρυθμός, ιδιαίτερη μελωδία, ιδιαίτερο σώμα.
Ευριπίδου Φοίνισσαι. Περφόρμανς
Δευτέρα 3 Ιουλίου, Μονοπάτι Συνεδριακού Κέντρου 20.30-21.30
Σκηνοθεσία - Ερμηνεία: Βαγγέλης Στρατηγάκος
Πρωτότυπη Μουσική: Βύρων Κατρίτσης
Προσωπεία/Σκηνικά: Δέσποινα Μάλλη
Κοστούμια: Βασιλική Μάλλη
Για το Kaboom: Μάριος Κατρίτσης