Της Ευγενίας Ποντικού
William Shakespeare and Isaac Newton did some of their best work while England was ravaged by the plague. Although neither of them had child-care responsibilities. Helen Lewis
Όπως αναγράφεται πλέον στις τηλεοπτικές διαφημίσεις για τις σκηνές που είναι γυρισμένες στα σούπερ μάρκετ, έτσι και εδώ λοιπόν, το παρόν κείμενο γράφεται «…με απόλυτη ασφάλεια» μέσα σε τέσσερις τοίχους, και ο λόγος αυτός τους ανήκει. Σκοπός του κειμένου είναι να αποδοθεί η δέουσα προσοχή στο μέχρι τώρα «μαύρο κουτί» της νεοκλασικής οικονομικής σχολής, το σπίτι ως έναν πολιτικό θεσμό, μέσα από την προσέγγιση της φεμινιστικής οικονομικής θεωρίας. Επιπλέον, θα διερευνηθεί το επίκαιρο παράδειγμα της πανδημίας SARS COVID 19 που ανέδειξε τόσο τις παθογένειες της πατριαρχίας, όσο και τη σημασία της φροντίδας που με οικονομικούς όρους μεταφράζεται σε «οικονομία της φροντίδας» (αγγλ: «economy of care») ή «worry work» καθώς επίσης και «διανοητικό φορτίο» (αγγλ. «mental load»). Το παρόν κείμενο είναι κομμάτι αλλά και προϊόν διαθεματικής ανάλυσης, κι επιχειρεί να αναδείξει τον τρόπο σκέψης με βάση τον οποίο oι θεσμοί και τα συστήματα εξουσίας καθορίζουν αλλά και αλληλοεπιδρούν με τα υποκείμενα ανάλογα με το φύλο, τη φυλή, την τάξη και τη σεξουαλικότητα τους. Συμμετέχοντας στην ευρύτερη κοινωνικοοικονομική συζήτηση[1] σχετικά με το τι σημαίνει και τι ζητάει από εμάς η ιδιωτική σφαίρα όπως και τις σχέσεις και στρατηγικές που χτίζονται μέσα σε ένα σπίτι-πεδίο μάχης ή αναπαραγωγής, καθώς και την άμισθη οικιακή εργασία, θα προσπαθήσουμε μέσα από τους φακούς της πανδημίας να αναδείξουμε τον αντίκτυπο της καραντίνας στις υπάρχουσες κοινωνικές δομές σχετικά με την έμφυλη διάκριση της χωρίς ωράριο δουλειάς στο σπίτι.
Το σπίτι ως κοινωνικοπολιτικός θεσμός και η οικονομία της φροντίδας
Αναλύοντας το σπίτι ως κοινωνικοπολιτικό θεσμό, σαφώς δεν εξετάζουμε τους τοίχους του αλλά τις σχέσεις εξουσίας που διαμορφώνονται και εκφράζονται μέσα σε αυτούς. Για να κατανοήσουμε την κοινωνικοπολιτική σημασία του σπιτιού ως πεδίου μάχης, είναι σημαντικό να απομακρυνθούμε από τις παραδοσιακές προσεγγίσεις του θεσμού της οικογένειας ως «pre-political»[2] και ως μη πολιτικού θεσμού. Υποστηρικτές της πρώτης άποψης είναι κυρίως όσοι πιστεύουν ότι οι κοινωνικοί ρόλοι είναι προκαθορισμένοι από τη φύση και τη βιολογία∙ έτσι υπάρχουν δουλειές, όπως η ανατροφή των παιδιών, που από τη φύση τους οι άντρες δεν είναι προκαθορισμένοι να χρεωθούν. Αντίθετα είναι η βιολογική μοίρα της γυναίκας να ενδιαφέρεται για τα του οίκου της.[3] Η θέση της οικογένειας ως μη-πολιτικού θεσμού είναι πιθανότατα η άλλη πλευρά του ίδιου νομίσματος, σύμφωνα με την οποία η οικογένεια αποτελεί την ιδιωτική –άρα και αθέατη– σφαίρα, χτισμένη με δεσμούς αγάπης και αλτρουισμού όπου οι σχέσεις εξουσίας, το προσωπικό ενδιαφέρον αλλά και η δικαιοσύνη δεν εμπίπτουν∙ σαν να λέγαμε «ό,τι γίνεται στην οικογένεια, μένει στην οικογένεια».
H φεμινιστική βιβλιογραφία, από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 και τις αρχές της δεκαετίας του 1970 μέχρι σήμερα, αν και μέσω διαφορετικών προσεγγίσεων, στοχεύει στη μετατόπιση της ιδιωτικής σφαίρας στον δημόσιο λόγο. Από την παρακαταθήκη του βορειοαμερικανικού φεμινιστικού κινήματος της δεκαετίας του 1970 μέσα από το σύνθημα «το προσωπικό είναι πολιτικό»[4] αλλά και το έργο της Beauvoir, μέχρι την ανάγνωση του έργου της Wittig και την αποδόμηση της διάκρισης μεταξύ βιολογικού/κοινωνικού φύλου της Βutler, η φεμινιστική θεωρία ως πολιτική φιλοσοφία αποδίδει επιστημολογική προτεραιότητα στην προβληματοποίηση των δυισμών. Επιπλέον, παρέχει το διανοητικό πλαίσιο για την ανάλυση των ιστορικών, πολιτικών και πολιτισμικών συνθηκών κοινωνικής ανισότητας και για την άρθρωση ενός λόγου εναλλακτικού στις ηγεμονικές εννοιολογήσεις του ιστορικού υποκειμένου της κοινωνικής και πολιτικής αλλαγής.[5] Επιστρέφοντας λοιπόν στη συζήτηση για το βιολογικό πεπρωμένο της γυναικείας εργασίας στην οικογένεια, συναντάμε έναν ατέρμονο διάλογο, στο πλαίσιο του οποίου η Βutler, ανάμεσα σε άλλες, προτείνει το βιολογικό φύλο ως μια λογο-θετική απόρροια και όχι φυσική προϋπόθεση. Σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση δεν υπάρχει μια αιτιοκρατική δέσμευση του κοινωνικού φύλου από το βιολογικό. Τα κοινωνικά φύλα αποτελούν πολιτισμικές και πολιτικές πράξεις ερμηνείας του βιολογικού σώματος που δεν είναι αναγκαίο να συγκλίνουν με το διπολικό σύστημα φύλου.[6] Για τη Βutler, λοιπόν, τα φύλα αποτελούν μια κοινωνικά κατασκευασμένη και στυλιζαρισμένη ταυτότητα που επιβάλλεται κοινωνικά, εξυπηρετώντας τα κοινωνικά ταμπού και τα συμφέροντα της αναπαραγωγής.
Η φεμινιστική οικονομική θεωρία αναπτύχθηκε τόσο ως απάντηση στην παραδοσιακή οικονομία που αγνοούσε την οικιακή εργασία, όσο και στη νεοκλασική οικονομική θεωρία της ορθολογικής επιλογής .Βασικός στόχος της είναι να φανερώσει τις συνδέσεις ανάμεσα στην οικονομία της αγοράς και την οικονομία της κοινωνικής αναπαραγωγής, αναδεικνύοντας παράλληλα τις διαφορές τους. Ένα ακόμη βασικό χαρακτηριστικό της φεμινιστικής οικονομικής θεωρίας είναι η κριτική που ασκεί στην ορθόδοξη μαρξιστική θεωρία των σχέσεων παραγωγής. Η Αθηνά Αθανασίου στο εισαγωγικό της κείμενο στον τόμο Φεμινιστική θεωρία και πολιτισμική κριτική [5] αναφέρεται στο έργο της Linda Nicholson Feminism and Marx: Integrating Kinship with the Economics, στο οποίο αν και αναγνωρίζεται η σημασία της μαρξιστικής προσέγγισης ως πλαισίου ανάλυσης της ιστορικότητας των συγγενικών σχέσεων, κρίνεται ως περιοριστική η έννοια της παραγωγής ως διαδικασία παρασκευής προϊόντων, καθώς δεν περιλαμβάνει τη φροντίδα των παιδιών και την οικιακή εργασία. Έτσι η Nicholson, ανάμεσα σε άλλες, προτείνει μια αναθεωρητική προσέγγιση της μαρξιστικής έννοιας του κοινωνικού καταμερισμού εργασίας εισάγοντας τον κατά φύλο καταμερισμό εργασίας. Η έννοια της κοινωνικής αναπαραγωγής είναι βασική στη φεμινιστική βιβλιογραφία και περιγράφει τις πράξεις, όπως την ανατροφή των παιδιών, την προετοιμασία του φαγητού ή τη φροντίδα των μελών της οικογενείας, ως εργασίες για τη ρύθμιση των καθημερινών αναγκών και τη συντήρηση της ζωής.[7] Η φεμινιστική ανάλυση χρησιμοποιεί τον όρο «social reproduction» ώστε όχι μόνο να δώσει έμφαση στην αναπαραγωγή συστημάτων ταξικής και έμφυλης ανισότητας, αλλά και να καταδείξει πώς στις καπιταλιστικές κοινωνίες η άμισθη οικιακή εργασία μετατρέπεται σε πηγή καταπίεσης. Βάσει της μαρξιστικής φεμινιστικής προσέγγισης, η οργάνωση της οικιακής εργασίας βασίζεται σε κοινωνικές σχέσεις εξουσίας και ανισότητας. Έτσι, η κοινωνική αναπαραγωγή δεν αφορά μονάχα την οργάνωση της παραγωγής, αλλά και την οργάνωση της κοινωνικής αναπαραγωγής και τη συντήρηση της σχέσης φύλου και τάξης.[8] Ωστόσο δεν πρέπει να αγνοούμε ότι η οργάνωση της κοινωνικής αναπαραγωγής δεν είναι κάτι απομονωμένο, τα υποκείμενα δεν είναι παθητικοί αποδέκτες κοινωνικών και ιστορικών αλλαγών, αλλά καθορίζουν και καθορίζονται συμμετέχοντας σε ένα δυναμικό πλέγμα πολιτικών, οικονομικών και έμφυλων σχέσεων εξουσίας σε βαθμό που η διαφορά μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας αποσταθεροποιείται.
Τις τελευταίες δεκαετίες, ο κλάδος της φεμινιστικής οικονομίας έχει επαναφέρει το ζήτημα της οικιακής εργασίας υποδεικνύοντας την αξία της φροντίδας και ορίζοντας τα υποκείμενα που την προσφέρουν ως «care givers» ή «care workers». Η φεμινιστική οικονομική θεωρία επιζητά λοιπόν να φωτίσει την αόρατη οικιακή εργασία και να διερευνήσει την οικονομία που παράγεται εντός του οικιακού πλαισίου ως την οικονομία της κοινωνικής αναπαραγωγής και διατήρησης της ζωής.[9] Επιπλέον, συχνά στην κοινωνιολογία συναντάμε τον όρο «mental load», στον οποίο αναφερθήκαμε ήδη, ο οποίος περιγράφει το διανοητικό φορτίο, τη διανοητική διάσταση της οικιακής εργασίας που δεν απαιτεί πρακτικές διεργασίες αλλά αφορά κυρίως την πρόβλεψη, την επίβλεψη και τον έλεγχο των αναγκών. Η νέα αυτή ορολογία προσπαθεί να εξηγήσει το πώς κατανέμεται η οικιακή εργασία αλλά και να αναδείξει μια καθημερινή οικιακή σκηνή όπου η γυναίκα, αυτή τη φορά στον ρόλο της project manager, είναι και υπεύθυνη και πιο γρήγορη. Και όντως δεν είναι δύσκολο να το κάνουμε εικόνα, να μπούμε μέσα σε αυτή τη σκηνή, σ’ αυτό το σπίτι, ως παιδιά που προσπαθούν να βοηθήσουν τη μητέρα τους δυσκολεύοντάς της επίτηδες τη ζωή ώστε να την αναγκάσουν να στρώσει εκείνη το κρεβάτι, ή ακόμα καλύτερα να τη διδάξουν ότι δεν πρέπει να ζητά βοήθεια, εφόσον καμία συμβολή δεν θα είναι τόσο καλή όσο η δική της.
Η βάρδια που δεν τελειώνει ποτέ ( Ή καλύτερα: Εμείς μείναμε σπίτι μας αλλά αυτό έπεσε και μας πλάκωσε)
«Οι οδηγίες ήταν σαφείς, εμείς μείναμε σπίτι μας και πού και πού πηγαίναμε στη δουλειά μας, αλλά τον πιο πολύ καιρό τον φάγαμε στην τηλεργασία. Όμως τα πιάτα γέμιζαν τον νεροχύτη και η σκόνη υπερχείλιζε το παρκέ και ήταν κάπως σαφές πια, πως το σπίτι δεν μας ήθελε αλλά εμείς δεν μπορούσαμε να κάνουμε αλλιώς.» [10]
Η πανδημία αποτέλεσε ένα πολύ μεγάλο σοκ για οτιδήποτε θεωρούνταν δεδομένο και ανέδειξε τις παθογένειες των πατριαρχικών σχέσεων, καθώς όπως αναφέρει και η φεμινίστρια οικονομολόγος Μezzadri, η πανδημία αποτελεί πρωτοφανή κρίση του τομέα της κοινωνικής αναπαραγωγής.[11] Καθώς ο χώρος δράσης περιορίστηκε, τα δίπολα δημόσια/ιδιωτική σφαίρα και οικιακή/μη οικιακή εργασία άρχισαν να απορροφούν το ένα το άλλο. Σε αυτήν την συνθήκη, η έννοια της φροντίδας απέκτησε μεγαλύτερη αξία επιβαρύνοντας σαφώς περισσότερο εκείνα τα υποκείμενα που την παρείχαν και πριν.[12] Η αξία της φροντίδας μέσα στα πλαίσια της υποτιθέμενης ιδιωτικής σφαίρας εν μέσω πανδημίας έχει οργανικό ρόλο, με αποτέλεσμα να ξεφεύγει από μια υποσυνείδητη συλλογική παράδοση και να μετατίθεται σε κρατική επιταγή για το δημόσιο καλό. Με αυτόν τον τρόπο λοιπόν διαρρηγνύεται για μια ακόμη φορά, και αυτή τη φορά εκ των έσω, η θεώρηση περί δέουσας αδιαφορίας για την ιδιωτική σφαίρα.
Η μαρξίστρια φεμινίστρια ακαδημαϊκός Tithi Bhattacharya, η οποία αναφορικά με την κοινωνική αναπαραγωγή χρησιμοποιεί τον όρο «Life-making activities», επισημαίνει πως η πανδημία έχει φέρει στο προσκήνιο τόσο την αξία της φροντίδας όσο και τη σημασία των life-making activities για τη διατήρηση του καπιταλισμού.[13] Η Bhattacharya τονίζει πως η πανδημία έχει επαναφέρει αυτό που η φεμινιστική οικονομική πολιτική συζητάει από τη γέννησή της, ότι η άμισθη οικιακή εργασία συντήρησης της ζωής είναι στην ουσία της παραγωγή κοινωνικής υπεραξίας που δεν πρέπει να υποβαθμίζεται.
Η επιστροφή στο σπίτι, το κλείσιμο των σχολείων, η έλλειψη ιδιωτικού χρόνου, η χωρίς ωράριο τηλεργασία, η σκηνή με το ένα χέρι στο λάπτοπ και το άλλο στο τάισμα του νήπιου, δεν είναι κάποιο κινηματογραφικό στιγμιότυπο με πρωταγωνίστρια την Cate Blanchett αλλά πάνω-κάτω η καθημερινότητα ενός μεσοαστικού σπιτικού. Οι δουλειές δεν έχουν πλέον ωράριο γιατί δεν έχουν χώρο και ο χώρος, ή ακόμα καλύτερα η θέση μας σε αυτόν, θέτει υγειονομικά ζητήματα. Η οικιακή εργασία αυξήθηκε παράλληλα με την κατανάλωση στο σπίτι. Οι μαμάδες, οι σύζυγοι, πρέπει να είναι παραγωγικές αλλιώς δεν θα είναι χρήσιμες, γιατί δεν θα είναι αρκετά φροντιστικές· η φροντίδα για τους άλλους είναι κάτι που πρέπει να πραγματώνεται κατά προτεραιότητα, σε αντίθεση με άλλες δραστηριότητες. Η παραπάνω εικόνα δεν είναι πολύ μακριά από την προπαγανδιστική αφίσα της Βρετανίας με το σλόγκαν «Μένουμε σπίτι, σώζουμε ζωές», όπου μια τυποποιημένη γυναικεία φιγούρα, από αυτές που χρησιμοποιεί σαν διαφήμιση και το Facebook, φροντίζει το σπίτι της, ενώ ο άντρας της κάθεται και βλέπει τηλεόραση στον άνετο μπεζ καναπέ του. Ωστόσο, η αρνητική κριτική στα social media και η απάντηση της αντιπολίτευσης, η οποία τη χαρακτήρισε απαρχαιωμένη και σεξιστική, ανάγκασε την κυβέρνηση να αναιρέσει και να κατεβάσει την αφίσα από το Internet.
Όμως οι υπερφορτωμένες γυναικείες φιγούρες δεν υπόκεινται μονάχα στην ελλιπή φαντασία του γραφίστα. Σύμφωνα με μια έρευνα του «Institute for Fiscal Studies» και του «UCL Institute of Education», κατά τη διάρκεια της καραντίνας οι εργαζόμενες μητέρες μπορούσαν να δουλέψουν μέσω τηλεργασίας απερίσπαστες λιγότερο από μία ώρα, ενώ οι σύζυγοί τους τρεις. Επιπλέον, προκύπτει ότι εν μέσω πανδημίας περισσότερες γυναίκες εγκατέλειψαν τις θέσεις εργασίας τους, δημιουργώντας το ενδεχόμενο του να μεγαλώσει η ψαλίδα των μισθολογικών διαφορών ανάμεσα στα φύλα (το δείγμα της έρευνας ήταν 3.500 cis ετερόφυλες οικογένειες κατά το διάστημα 29 Απριλίου-15 Μαΐου 2020 στη Βρετανία). Από την ίδια έρευνα προέκυψε πως οι μητέρες αφιερώνουν κατά μέσο όρο 2,5 ώρες περισσότερο από τους πατεράδες στη φροντίδα των παιδιών, όπως επίσης ότι οι μητέρες είναι κατά 23% πιθανότερο να χάσουν τις δουλείες τους εξαιτίας της κρίσης της πανδημίας. Σε μια άλλη έρευνα που διεξήχθη από τη «Women’s Budget Group» και την «Fawcett Society», το 15% των μητέρων έπρεπε να πάρουν άδεια άνευ αποδοχών σε αντίθεση με τους συζύγους τους (8%). Επιπλέον, το 57% των πατεράδων είπαν ότι είχαν τη δυνατότητα της εργασίας από το σπίτι σε αντίθεση με το 49% των εργαζόμενων μητέρων. Η Sam Smethers, επικεφαλής του «Fawcett Society», δήλωσε ότι αν η κυβέρνηση δεν ενισχύσει τις υποδομές για τη φροντίδα των παιδιών, καθώς κι αν δεν θεσμοθετήσει ένα ευέλικτο ωράριο για την μετά- COVID-19 οικονομία, με βάση τα παραπάνω δεδομένα η θέση της γυναίκας στην εργασία θα επιστρέψει σε επίπεδα προηγούμενων δεκαετιών.
Όπως είναι αυτονόητο, οι εργασιακές σχέσεις σε μια μετα-πανδημική οικονομία δεν θα είναι ίδιες. Η κρίση της πανδημίας όχι μόνο σε υγειονομικό αλλά και σε κοινωνικοοικονομικό επίπεδο άφησε παρακαταθήκη πολλά ζητήματα, ενώ ταυτόχρονα έφερε μαζί της ή μεγιστοποίησε και κάποια άλλα. Σαφέστατα το #StayHome άφησε πολλά άτομα απέξω, τόσο εκείνα που δεν είχαν σπίτι όσο και άλλα που το σπίτι τους δεν ήταν ένα ασφαλές μέρος για να περάσουν τον χρόνο τους. Η ιδιωτική σφαίρα εγκυμονεί μερικές φορές και έναν σκοτεινό παράγοντα, την ενδοοικογενειακή βία. Ο κατ’ οίκον περιορισμός ίσως και να μειώνει την εξάπλωση της πανδημίας, αλλά αυτό δεν ισχύει στην περίπτωση της ενδοοικογενειακής βίας. Αντίθετα, η κοινωνική απομόνωση έχει ως αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό του θύματος με τον δράστη και την αποδιάρθρωση της κοινωνικής ζωής μέσα από την έλλειψη της ύπαρξης ενός φιλικού υποστηρικτικού δικτύου. Ή ακαδημαϊκός Χριστίνα Τσακιστράκη αναφέρει ότι στις περιπτώσεις που τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας προϋπήρχαν, αυτά έχουν πολλαπλασιαστεί, ενώ ταυτόχρονα σημειώνονται νέα περιστατικά υπό το πέπλο του άγχους, της κοινωνικής-οικονομικής κρίσης, των προσωπικών ταυτοτικών και διαπροσωπικών κρίσεων.[14] Παράλληλα, οι κλήσεις καταγγελίας περιστατικών βίας στην Ελλάδα έχουν αυξηθεί από τον Μάρτιο του 2020 κατά 16% ενώ σε παγκόσμια κλίμακα τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας έχουν αυξηθεί σε τεράστια ποσοστά.
Τέλος, λοιπόν, βλέπουμε ότι το σπίτι δεν είναι μονάχα εκείνοι οι τέσσερις τοίχοι και ένα τραπέζι που δια μαγείας στρώθηκε. Είναι πολιτικός θεσμός, ένα πεδίο μάχης, που στεγάζει συγκρούσεις κοινωνικών ρόλων, σχέσεων εξουσίας και επιβολής. Η αξία της οικιακής εργασίας είναι πολυδιάστατη, μεταβαλλόμενη και πλήρως αλληλεξαρτώμενη από το κοινωνικό πολιτικό πλαίσιο αναφοράς εκτός δίπολων ιδιωτικής/δημόσιας σφαίρας. Η κοινωνική απομόνωση ως μέτρο για τη μη διασπορά του ιού έφερε μαζί της κάποια παλιά αλλά και κάποια καινούργια ζητήματα. Έτσι που τελικά μπορούμε με σιγουριά να πούμε ότι o SARS-COVID 19 δεν υπήρξε ποτέ εκείνος ο σπουδαίος δημοκρατικός εξισορροπιστής που δεν υπολογίζει κοινωνικές διακρίσεις, αλλά έχει σίγουρα υπάρξει εκείνος ο μεγεθυντικός φακός κοινωνικών ανισοτήτων και καταπιέσεων που θέλαμε δεν θέλαμε τις κρατήσαμε.
H φωτογραφία εξωφύλλου είναι από το έργο της Miriam Schapiro «Dollhouse». Αποτελεί κομμάτι της εγκατάστασης «Womanhouse» της Judy Chicago and Miriam Schapiro που πραγματοποιήθηκε το 1972 στο Λος Άντζελες σε συνεργασία με τις φοιτήτριες του «CalArts Feminist Art Program».
[1] Βλ. Clo, S., Crenshaw, K. W., & McCall, L. (2013). Toward a field of intersectionality studies: Theory, applications, and praxis. Signs, 38(4), 785-810.
[2] Συχνά στις κοινωνιολογία συναντάμε τους όρους « pre-social, pre-political, pre-moral». Στο βιβλίο, Leviathan, o Thomas Hobbes χρησιμοποιεί αυτούς τους όρους για να αναφερθεί στους θεσμούς που προϋπήρχαν πριν από οργανωμένη δημιουργία του πολιτισμού. Βλ. Hobbes, Thomas, Περί της Φύσης του Ανθρώπου, μτφρ. Δ. Σταυρίδου, Αθήνα: Printa, 2013.
[3] Satz, Debra, «Feminist Perspectives on Reproduction and the Family», The Stanford Encyclopedia of Philosophy, 2017 Edward N. Zalta (επιμ.), διαθέσιμο στο https://plato.stanford.edu/archives/sum2017/entries/feminism-family/
[4] Η διακήρυξη το προσωπικό είναι πολιτικό λειτούργησε ως μια διαπίστωση των προσωπικών αγωνιών ως αποτελεσμάτων κοινωνικών καταστάσεων των γυναικών, που σύμφωνα με το βορειοαμερικανικό φεμινιστικό κίνημα συνιστούν πολιτικά ζητήματα που απαιτούν τον επανορισμό των συνόρων της ίδιας της πολιτικής. Βλ Martin, Biddy/ Mohandy, Chandra Talpade, «Feminist politics: What’s home got to do with this?» στο Teresa de Lauretis (επιμ.), Feminist Studies, Critical Studies, Indiana University Press, 1986, σ.191-212.
[5] Αθηνά Αθανασίου, «Εισαγωγή» στο Αθηνά Αθανασίου (επιμ.), Φεμινιστική θεωρία και πολιτισμική κριτική, Αθήνα, Νήσος, 2006.
[6] Judith, Butler, «Variations on sex and gender: Beauvoir, Wittig and Foucault» στο Seyla, Benhabib/ Drucill, Cornell (επιμ.), Feminism as Critique: On the Politics of Gender, Κέμπριτζ, Polity Press, 1987.
[7] Barbara Laslett and Johanna Brenner, «Gender and Social Reproduction: Historical Perspectives», Annual Review of Sociology, 15, 1989, σ. 381-404. Επιπλέον, L. Vogel, Marxism and the oppression of women: Toward a unitary theory, Λέïντεν, 2013.
[8] Barbara Laslett, Johanna Brenner, «Gender and Social Reproduction: Historical Perspectives», Annual Review of Sociology, 15, 1989, σ. 381-404
[9] Susan Donath, «The other economy: A suggestion for a distinctively feminist economics», Feminist Economics, 6, (1), 2000, σ. 115–123.
[10] Η οποιαδήποτε συσχέτιση μεταξύ ανθρώπων και καταστάσεων είναι απόλυτη και επιθυμητή.
[11] Α. Mezzadri, «A crisis like no other: social reproduction and the regeneration of capitalist life during the COVID-19 pandemic», Developing Economics: A CRITICAL PERSPECTIVE ON DEVELOPMENT ECONOMICS, διαθέσιμο στο https://developingeconomics.org/2020/04/20/a-crisis-like-no-other-social-reproduction-and-the-regeneration-of-capitalist-life-during-the-covid-19-pandemic/
[12] Kate Bahn, Jennifer Cohen, « A feminist perspective on COVID-19 and the value of care work globally», Gender Work and Organization, 2020.
[13] Η Tithi Bhattacharya αναφέρεται τόσο στην οικιακή εργασία όσο και στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης. Βλ. Sarah, Jaffe «Social Reproduction and the Pandemic, with Tithi Bhattacharya» διαθέσιμο στο https://www.dissentmagazine.org/online_articles/social-reproduction-and-the-pandemic-with-tithi-bhattacharya
[14] Χριστίνα Τσακιστράκη, « Όταν ο κίνδυνος βρίσκεται στο σπίτι: o υψηλός επιπολασμός της ενδοοικογενειακής βίας υπό την συνθήκη του αναγκαστικού κατ’ οικον περιορισμού», Τυπικά ιθ’: Αποτυπώσεις σε στιγμές κινδύνου, Νήσος, Αθήνα, 2020.