Ένα κείμενο για την εκπαίδευση, το City plaza και την έννοια του συλλογικού.
Στο βιβλίο του «Ο αδαής δάσκαλος» ο Γάλλος φιλόσοφος Ζακ Ρανσιέρ μας παρουσιάζει το έργο του Ζοζέφ Ζακοτό, ενός Γάλλου διανοούμενου που λόγω των πολιτικών του επιλογών βρέθηκε εξόριστος στη Λουβέν το 1818 (Ρανσιέρ, 2008). Σε αυτή την ολλανδική πόλη ο Ζακοτό κλήθηκε να διδάξει γαλλικά σε Φλαμανδούς φοιτητές που δε γνώριζαν γαλλικά, να διδάξει δηλαδή σε ανθρώπους που δεν ήξεραν καθόλου τη δική του γλώσσα και τη γλώσσα των οποίων αγνοούσε. Για να το πετύχει αυτό αποφάσισε να προχωρήσει σε ένα ιδιότυπο διανοητικό πείραμα. Ζήτησε από τους μαθητές του να μάθουν μόνοι τους γαλλικά με τη βοήθεια μιας δίγλωσσης έκδοσης του Τηλέμαχου. Να μάθουν το γαλλικό κείμενο με τη βοήθεια της μετάφρασης και να το επαναλαμβάνουν ακατάπαυστα μέχρι να μπορούν να το αφηγηθούν. Μέσω της επανάληψης, της απομνημόνευσης, της παρατήρησης και της επαλήθευσης, αντιστοιχούσαν αυτό που έψαχναν να μάθουν σε εκείνο που ήδη γνώριζαν, έπρατταν και αναλογίζονταν αυτό που είχαν ήδη πράξει. Έτσι όχι μόνο έμαθαν γαλλικά αλλά κατόρθωσαν να εκφράσουν γραπτώς τις απόψεις τους πάνω στο κείμενο.
Προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, ο Ζακοτό εισήγαγε την έννοια της καθολικής διδασκαλίας η οποία βρίσκεται στον αντίποδα της κλασικής διδασκαλίας. Στην κλασική διδασκαλία ο ρόλος του δασκάλου είναι να εξηγεί και να μεταδίδει τις γνώσεις του στο μαθητή προοδευτικά, ξεκινώντας από το απλό και καταλήγοντας στο σύνθετο. Αντίθετα, ο Ζακοτό δοκιμάζει να κωδικοποιήσει μια παιδαγωγική όχι πάνω στο ρόλο του παιδαγωγού ως φορέα γνώσης, αλλά πάνω στη σημασία της άγνοιας. Βασικές αρχές της καθολικής διδασκαλίας ήταν οι εξής: Όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι, έχουν την ίδια διάνοια. Μπορούμε να διδάξουμε κάτι που αγνοούμε. Τα πάντα υπάρχουν στα πάντα. Το άτομο δύναται όλα όσα επιθυμεί, η θέληση ορίζεται ως προϋπόθεση μάθησης .
Με το έργο του αυτό ο Ρανσιέρ προτείνει μια ριζοσπαστική αναδιατύπωση των όρων της ισότητας στην εκπαίδευση, τολμώντας την περιγραφή μιας ριζικής ισότητας που αρνείται οποιαδήποτε μορφή κυριαρχίας, ακόμη και της διανοητικής. Το αίτημα της κοινωνικής χειραφέτησης προβάλλεται επιτακτικά και ο ρόλος του δασκάλου μετασχηματίζεται από φορέα της γνώσης σε υποκείμενο της χειραφέτησης. Σε αντίθεση με την κυρίαρχη αντίληψη της παραδοχής μιας διανοητικής ανισότητας ως αφετηρία για την εξάλειψη της, ο Ρανσιέρ προτείνει ότι όλοι οι άνθρωποι είναι εξίσου ικανοί για όλα, ακόμη και για τη χειραφέτηση τους. Η ισότητα ορίζεται όχι ως κατάληξη της κοινωνικής προόδου αλλά ως αφετηρία.
Η σύγχρονη σχολική πραγματικότητα βασίζεται σε αυτή την παραδοχή της ανισότητας. Στόχος των αναλυτικών προγραμμάτων είναι η κανονικοποίηση των μαθητών μέσα από την παροχή γνώσεων και μέσω μεθόδων που απευθύνονται στο μέσο μαθητή, αποκλείοντας οποιονδήποτε μαθητή του οποίου οι εκπαιδευτικές ανάγκες διαφοροποιούνται από τη νόρμα. Στις ομάδες αυτές των μαθητών περιλαμβάνονται οι μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες καθώς και οι πρόσφυγες. Η διατύπωση του αιτήματος του Ρανσιερ για ένα δάσκαλο φορέα χειραφέτησης θέτει ένα οραματικό πλαίσιο για την εκπαίδευση, στο μέτρο που μια τέτοια πρόταση αμφισβητεί το κυρίαρχο πρότυπο εκπαίδευσης. Η πραγματικότητα της σχολικής τάξης ωστόσο, δίνει περιορισμένες δυνατότητες για την εφαρμογή μιας τέτοιας ριζοσπαστικής πρακτικής. Ο χαρακτήρας όμως της καθολικής ισότητας ως δεδομένο αποτελεί πρόκληση για κάθε νέο εκπαιδευτικό που μπορεί να ξεκινήσει με αυτή την παραδοχή.
Παραδείγματα εναλλακτικής εκπαίδευσης βασισμένης στην ισότητα μπορούν να βρεθούν σε άλλες μορφές κοινωνικής οργάνωσης. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι και το εγχείρημα του City Plaza, μιας αυτοοργανωμένης κατάληψης ενός ξενοδοχείου που λειτουργεί ως χώρος στέγασης για πρόσφυγες. Τα παιδιά που ζουν στο City Plaza βρίσκονται από την αρχή σε μια συνθήκη της εξαίρεσης, ζώντας σε ένα διαφορετικό πλαίσιο από αυτό ενός σπιτιού. Στο χώρο του City Plaza έχει συγκροτηθεί μια ομάδα εκπαιδευτικών, η οποία όμως δεν αποτελείται αμιγώς από εκπαιδευτικούς. Στην ομάδα συμμετέχουν εκπαιδευτικοί αλλά και όσοι θέλουν να διδάξουν. Η ομάδα αυτή συντονίζεται μέσα από συνελεύσεις. Αφού πέτυχε την εγγραφή των μαθητών στα σχολεία, συνεχίζει να τους υποστηρίζει μέσα από την διοργάνωση δραστηριοτήτων αλλά και μέσα από μαθήματα ενισχυτικής διδασκαλίας ελληνικών. Δεν παρέχει εκπαίδευση με την κλασική έννοια του όρου. Εδώ καλούμαστε όπως και στην περίπτωση του Ζακοτό να διδάξουμε ελληνικά σε παιδία που δε μιλούν ελληνικά χωρίς εμείς να μιλάμε αραβικά η φαρσί. Ακριβώς αυτή η συνθήκη ορίζει ένα πλαίσιο εκπαίδευσης ριζοσπαστικό. Η χειραφετητική παρουσία του δασκάλου εντοπίζεται σε αυτή την περίπτωση. Μέσα από ένα μη δομημένο μάθημα, περισσότερο εμπειρικά ο «αδαής» δάσκαλος επικοινωνεί, εμψυχώνει και τελικά διδάσκει μη γνωρίζοντας τη γλώσσα των μαθητών, ούτε εκείνοι τη δική του. Αυτή η επικοινωνία βασίζεται στην αρχή της ισότητας και της αποδοχής της διαφορετικότητας. Όλοι είναι ίσοι, ικανοί για τα πάντα αλλά και ταυτόχρονα διαφορετικοί. Ο δάσκαλος καλείται να ενισχύσει τη θέληση τους για να μάθουν, με τις δικές τους δυνάμεις, ενεργοποιώντας τη δική τους νοημοσύνη, χωρίς να εξαρτώνται από τη δική του. Ο κύκλος της δύναμης που πολύ ωραία περιγράφει ο Ρανσιέρ.
Ωστόσο, θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε τις δυσκολίες ενός τέτοιου εγχειρήματος. Δυσκολίες οι οποίες εντοπίζονται ορισμένες φορές στην έλλειψη κινήτρου για μάθηση από την πλευρά των μαθητών και στη διαφορετική κουλτούρα δασκάλου και μαθητών. Ο δάσκαλος εκτός από αδαής πολλές φορές αισθάνεται και αμήχανος μπροστά στο διαφορετικό. Εκεί ακριβώς εντοπίζεται η δύναμη της ενσυναίσθησης. Τι είναι η ενσυναίσθηση; Είναι η προσπάθεια μου να μπω στη θέση του άλλου, όχι απλά να κατανοήσω και να ερμηνεύσω μια κατάσταση αλλά να προχωρήσω ακόμη παραπέρα, να φανταστώ πώς θα ήταν να μου συμβεί, να ταυτιστώ έστω και νοητικά. Για να το κάνω αυτό θα πρέπει να αφήσω πίσω μου τα στερεότυπα που κουβαλάω για το τι είναι σωστό και τι όχι, τι μου επιβάλλει η κουλτούρα μου και η θρησκεία μου, ο κυρίαρχος λόγος και η αστική ηθική. Η αποδοχή της διαφορετικότητας είναι ένα συνεχές διακύβευμα, από την παιδική ηλικία μέχρι την ενήλικη ζωή.
Υπάρχει ένας τρόπος να πετύχει κανείς αυτό το στόχο. Το μέσο λέγεται συλλογικές εμπειρίες, από την εμπειρία της τάξης μέχρι την εμπειρία της συμμετοχής σε ένα αυτοοργανωμένο εγχείρημα. Από τη συμμετοχή σε ένα σύλλογο μέχρι την από κοινού διαχείριση μίας δύσκολης κατάστασης. Η αλλαγή συνίσταται ακριβώς σε αυτή την εμπειρία του συλλογικού που έχει τη δύναμη να μεταστρέφει και να αλλάζει τον άνθρωπο μέσα από ένα βίωμα που εγγράφεται πλέον στη συνείδηση του καθενός.
Κλείνοντας, «Η εκπαίδευση», γράφει ο Ρανσιέρ, «μοιάζει με την ελευθερία: Δεν χαρίζεται, κατακτάται». Ζούμε μαζί, αγωνιζόμαστε μαζί είναι το κεντρικό σύνθημα του City Plaza . Και ο αγώνας αυτός είναι συνεχής.
***
Βιβλιογραφία
*Φωτογραφία εξωφύλλου: Σωτηρία Χριστούλη