Η ταινία του Παζολίνι, Salo or 120 days of Sodom, βασισμένη στο βιβλίο του Μαρκήσιου Ντε Σαντ και με δομή που θυμίζει τη Θεία Κωμωδία του Δάντη, όση κατακραυγή και αν έχει υποστεί, δείχνει με έναν σιχαμένο, γλαφυρό αλλά και με τον πιο ολοκληρωμένο τρόπο, τη «μεγεθυμένη έκφραση-εκδήλωση του κτήνους που περιέχουμε μέσα μας χωρίς εμπόδιο στην ανάπτυξή του, όταν κοινωνικές ή πολιτικές συγκυρίες συντελούν, βοηθούν, ενισχύουν τη βάρβαρη και αντιανθρώπινη παρουσία του».
Παρόλο που τα Σόδομα έχουν κατακριθεί για το άγριο σεξουαλικό τους περιεχόμενο και μάλιστα έχει απαγορευθεί και η προβολή τους, το σεξ δε χρησιμοποιείται κινηματογραφικά ως έκφραση μιας εύθυμης και αναρχικής αθωότητας, αλλά ως όργανο της πολιτικής εξουσίας και της ταπείνωσης:
Εκτός από την αλληγορία της σεξουαλικής επαφής ( υποχρεωτικής και άσχημης) την οποία η ανεκτικότητα της καταναλωτικής εξουσίας μας κάνει τώρα να ζούμε, όλο το σεξ που υπάρχει στο Σαλό ( και υπάρχει και τεράστια ποσότητα) είναι επίσης αλληγορία της σχέσης της εξουσίας με τους υποταγμένους σε αυτήν. Με άλλα λόγια , είναι η απεικόνιση (ενδεχομένως ονειρική) αυτού που ο Μαρξ αποκαλεί μετατροπή του ανθρώπου σε εμπόρευμα, δηλαδή του ξεπεσμού του ανθρώπινου σώματος στην κατάσταση του πράγματος (μέσα από την εκμετάλλευση). Το σεξ λοιπόν καλείται να παίξει ένα φριχτό αλληγορικό ρόλο στην ταινία μου.
Εκτυλισσόμενο στη Δημοκρατία του Σαλό, οι φασίστες παίρνουν ανήλικα παιδιά με τη συγκατάθεση των οικογενειών τους, με απώτερο στόχο τη διαπαιδαγώγησή τους και τα κλείνουν στη βίλα του Σαλό για 120 ημέρες.
Μόλις φτάνουν, τους λέει ο αρχηγός : «Εσείς ασθενικά πλάσματα, είσαστε προορισμένα για την ευχαρίστησή μας. Μην περιμένετε να βρείτε εδώ την ελευθερία που είχατε στον έξω κόσμο. Είσαστε πέρα από κάθε «νομιμότητα». Κανείς δεν ξέρει πως είστε εδώ. Για όσο θα υπάρχει κόσμος, εσείς θα είστε νεκροί».
Τα Σόδομα διαδραματίζονται σε 4 κύκλους:
Οι τέσσερις στρατηγοί πλαισιώνονται από τρεις πόρνες και μία μουσικό. Οι πόρνες, οι οποίες έχουν δουλέψει ήδη με άλλα πολιτικά ή τότε επιφανή άτομα, αναλαμβάνουν να αφηγηθούν τις ιστορίες τους, στις οποίες βίωναν οι ίδιες ή άλλα θύματα σαδιστική μεταχείριση. Κάθε ιστορία εγκαινιάζει και έναν καινούργιο κύκλο.
1ος κύκλος : Πριν την κόλαση
2ος κύκλος :Ο κύκλος της τρέλας-μανίας
3ος κύκλος: Ο κύκλος του αίματος
4ος κύκλος :Ο κύκλος των κοπράνων
Το αποτέλεσμα κάθε διήγησης είναι να ερεθίζονται σεξουαλικά οι φασίστες και να υποβάλουν τα θύματά τους σε μία νέα δοκιμασία.
Σε κάθε κύκλο αυξάνεται η ένταση των βασανιστηρίων και οι αντοχές των θυμάτων. Δεν προσπαθούν πια να δραπετεύσουν, δεν προσπαθούν να εναντιωθούν. Χαρακτηριστικό σε αυτό το σημείο είναι το χιούμορ του Παζολίνι που απεικονίζει τις πόρνες οι οποίες είναι κατά μία έννοια και εκείνες θύματα των φασιστών. Γελάμε με αυτές, όχι μαζί με αυτές, όπως κάνουν οι φασίστες. Δε μπορούμε να ενσωματωθούμε στον κύκλο της σαδιστικής ευχαρίστησης ως θεατές. ( Χαρακτηριστική είναι η φιγούρα της πιανίστα, η οποία δείχνει ήδη από το πρώτο πλάνο της έναρξης πως δε συναινεί στην ηδονή των υπόλοιπων πορνών που υπηρετούν τους στρατηγούς και η οποία, φτάνοντας να αντικρίζει την τελική σκηνή των αφόρητων βασανιστηρίων, αυτοκτονεί και η ίδια).
Όσο οι φασίστες βασανίζουν τα θύματά τους όντας ερεθισμένοι, από ένα σημείο και μετά καταλήγουν να βασανίζονται και οι ίδιοι. Ποιος βιάζει ποιον λοιπόν; Ποιος είναι ο εξουσιαστής και ποιος ο εξουσιαζόμενος; Εν τέλει οι φασίστες, απεγκλωβίζονται από αυτό που φοβούνται οι ίδιοι να υποστούν ή καταλήγουν να πονάνε έστω και έμμεσα με αυτά που προκαλούν;
Λάτρης της αρχαίας τραγωδίας όπως έχει ήδη αποδείξει με τη Μήδεια και τον Οιδίποδα Τύραννο, ο Παζολίνι τοποθετεί στοιχεία ιερατικών τελετών στην ταινία. Οι αρχηγοί παντρεύονται μεταξύ τους και ο «παπάς» στέκεται μπροστά τους με παγανιστικού τύπου ενδυμασία , συνιστώντας μια φαλλική μορφή.
Η ανάγκη των εξουσιαστών για ευτυχία, γίνεται τόσο θλιβερή, τη στιγμή που μπαίνοντας στην αίθουσα επιζητούν να είναι όλοι ευτυχισμένοι για τον γάμο τους ενώ κανείς δε γελά και πάλι με την επιβολή και τη βία αναγκάζουν τους πάντες να γελάνε τεχνητά, υποφέροντας οι ίδιοι ενδόμυχα.
Ο Παζολίνι ως έμπειρος σκηνοθέτης, χρησιμοποιεί την παραμικρή λεπτομέρεια για να αποδώσει ένα υποσυνείδητο μήνυμα. Φτιάχνει σουρεαλιστικά δωμάτια, χρησιμοποιώντας τη σύγχρονη ζωγραφική τέχνη, βάζει τους στρατηγούς να αναφέρουν τον Νίτσε… υποδεικνύοντας ενδεχομένως πως ακόμη και πίσω από τις πιο σύγχρονες κανονικότητες του δυτικού πολιτισμού, μπορεί και να κρύβεται ο μεγαλύτερος φασισμός, η μεγαλύτερη μορφή δυστυχίας όπως έλεγε και ο Φρόυντ ή αλλιώς η μεγαλύτερη διαστρέβλωση της αλήθειας και των αναγνωσμάτων της.
Οι φασίστες, αφού έχουν νομιμοποιήσει πλήρως τον σαδισμό πάνω στα θύματά τους, μόλις ανακαλύπτουν οτιδήποτε φυσιολογικό ζητούν αμέσως να το σκοτώσουν. Όπως το νεαρό ζευγάρι που πάντρεψαν και βάζουν να ερωτοτροπήσει, αλλά εν τέλει το διακόπτουν λέγοντας στο αγόρι πως : «Αυτό το λουλούδι είναι δικό μας».
Ή μόλις ανακαλύπτουν πως ο Ezio είναι ερωτευμένος με τη μελαμψή υπηρέτρια και κάνουν έρωτα, στέκονται μπροστά τους και αφού αυτός τους χαιρετά με τον Αριστερό Αγωνιστικό τρόπο, εκτελούν πρώτα εκείνη και μετά αυτόν.
Οι βασικότερες σκηνές- καταπέλτης της ταινίας είναι οι τελευταίες. Αντιγράφοντας με χιουμοριστικό τρόπο το “Rear Windows” του “Hitchcock”, ο Παζολίνι τοποθετεί τους στρατηγούς να παρατηρούν από μακριά τα βασανιστήρια με τα κιάλια, όπως και στον Χίτσκοκ ο πρωταγωνιστής βρίσκεται μπροστά σε έναν φόνο. Αντί να τρέξει όμως να βοηθήσει με κάποιον τρόπο, μένει ακίνητος και βάζει τους δούλους του να τον αυνανίσουν. Σημαντικό στοιχείο είναι πως λείπει ο ήχος.
Δεν υπάρχουν ουρλιαχτά, κλάματα και πόνος. Υπάρχει μόνο η βάρβαρη εικόνα από τα βασανιστήρια που οδηγούν στον θάνατο των νέων αλλά υπολείπεται ο ήχος και το μόνο που καταφέρνει να ακουστεί είναι το Carmina Burana, το πιο φασιστικό κατά τον Παζολίνι τραγούδι.
Ξαφνικά το θύμα μετουσιώνεται στον ανώνυμο θεατή. Γίνεται εμείς, το κοινό. Είμαστε οι θεατές της θέασης των άλλων. Αυτός ο επίλογος, είναι η πολιτικοποίηση της σαδιστικής βίας. Η σαδιστική ευχαρίστηση του Salò, προβάλλεται στο κοινό : σοκαριζόμαστε και απωθούμαστε στα σαδιστικά βασανιστήρια, και σοκαριζόμαστε και σιχαινόμαστε όλο και περισσότερο, όταν συνειδητοποιούμε ότι έχουμε γίνει οι ίδιοι σιωπηλοί συνένοχοι στη βία που ασκείται από την παγκόσμια ηγεμονική τάξη στην καθημερινή μας ζωή.
«Μα αυτή ήταν η επιδίωξή μου. Να εξοργίσω, να θυμώσω τον θεατή. Στην αρχή θα στραφεί εναντίον της ταινίας, εναντίον μου. Ύστερα θα πει πως πρόκειται για ένα πορνό. Αυτό είναι μια βολική εξήγηση. Μερικοί όμως μπορεί να ξανασκεφτούν. Ο φασισμός δεν καίει μόνο σάρκες. Μας "σπρώχνει" στον ολοκληρωτικό αφανισμό».