«Σινεμά και Ψυχανάλυση»: τέσσερις Κυριακές τον χρόνο, στον κινηματογράφο «Δαναός» προβάλλονται σημαντικές ταινίες και, μετά την προβολή, ακολουθούν εισηγήσεις από ψυχαναλυτές, ψυχολόγους, κοινωνιολόγους, ανθρωπολόγους, οι οποίοι προτείνουν μια ανάγνωση της ταινίας, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, αν και αυτό που κυριαρχεί είναι η προσέγγιση με βάση το έργο του Λακάν. Στη συνέχεια, ακολουθεί διάλογος με το κοινό, οπότε μπορούν να γίνουν ερωτήσεις και παρατηρήσεις. Έτσι, η κινηματογραφική απόλαυση συνδυάζεται με τη θεωρητική και εμφανίζεται μια διπλή ευκαιρία: τόσο να ακούσει κανείς για τις λακανικές έννοιες από το στόμα των πιο κατάλληλων ανθρώπων, όσο και να «ξεκλειδώσει» την ταινία με τρόπους που δεν είναι ορατοί με μια πρώτη ματιά.
Το Kaboom βρέθηκε στην προβολή της ταινίας Tokyo Story του Ozu, και μίλησε με την κυρία Ελένη Μόλαρη, ψυχίατρο, ψυχαναλύτρια και μέλος της ομάδας που τρέχει το Σινεμά και Ψυχανάλυση.
Πείτε μας μερικά πράγματα για το «Σινεμά και Ψυχανάλυση» ως θεσμό. Πώς ξεκίνησε, ποιος είναι ο σκοπός του κ.λπ.
Το «Σινεμά και Ψυχανάλυση» ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2013, αν λάβουμε ως έναρξή του την προβολή της πρώτης του ταινίας που ήταν η ταινία Χιροσίμα αγάπη μου του Αλέν Ρενέ. Ήταν όμως στα σχέδιά μας αρκετό καιρό πριν. Η ομάδα, που το υλοποιεί, συγκροτήθηκε μερικούς μήνες πριν την πρώτη προβολή και αποτελείται –εκτός από τον κύριο Μπλανσέ και εμένα– από ψυχιάτρους και ψυχολόγους, όλοι σπουδαστές της Ακαδημίας Κλινικών Σπουδών της Αθήνας και μέλη της Ελληνικής Εταιρείας της Νέας Λακανικής Σχολής. Στην ομάδα μας υπάρχει και ένας σκηνοθέτης φιλικά προσκείμενος προς την ανάλυση.
Ο σκοπός αυτού του project είναι η επικοινωνία σε ένα ευρύτερο κοινό της ψυχανάλυσης ως εργαλείο επεξεργασίας και κατανόησης του κόσμου. Ο κινηματογράφος είναι μια προσιτή μορφή τέχνης με μια τεράστια δύναμη αναπαραστατικότητας, όπως έλεγε ο Λακάν, και ως εκ τούτου δύναται να χρησιμοποιηθεί ως όχημα μιας τέτοιας προοπτικής. Εξάλλου η συνδιαλλαγή με ένα «ανειδίκευτο» κοινό ήταν ένα στοίχημα για εμάς του πώς να μπορέσουμε να διατυπώσουμε τον ψυχαναλυτικό λόγο με τέτοιο τρόπο ώστε να περάσει στο κοινό χωρίς να χάσουμε σε αυστηρότητα και ακρίβεια.
Θέλαμε, επίσης, να υπάρξει η αφορμή ώστε η ψυχανάλυση να μπει στον κοινωνικό διάλογο, αφού είναι ίδιον της ψυχανάλυσης λακανικού προσανατολισμού να συνδιαλέγεται ανά πάσα στιγμή με την κοινωνία και τον πολιτισμό και να ενδιαφέρεται για τα φλέγοντα ζητήματα της εποχής. Για τον Λακάν, ο Άλλος προηγείται του υποκειμένου. Ο λακανικός ψυχαναλυτής απέχει μακράν από την εικόνα ενός ανθρώπου κλεισμένου σε ένα γραφείο που δέχεται αιτήματα. Είναι φυσικά αυτό ή μάλλον για να είναι αυτό, απαιτείται μια διαρκής ζωντανή παρουσία του στον κόσμο.
Πώς διαλέγετε τις ταινίες που προβάλλετε;
Η διαλογή των ταινιών είναι κάθε φορά ένα καίριο ζήτημα, στο οποίο καταναλώνουμε και τον περισσότερο χρόνο της προετοιμασίας. Εκείνο που επιδιώκουμε, καταρχήν, είναι να πρόκειται για ταινίες που μας αρέσουν, που θέλουμε να τις δούμε και να τις ξαναδούμε και να μιλήσουμε για αυτές, ταινίες που μας δημιούργησαν ερωτήματα και κίνητρο για στοχασμό. Οφείλουν, δε, να είναι ταινίες με βάση τις οποίες να μπορούμε να θίξουμε θέματα που συνάδουν με ό,τι ονομάζεται ευρύτερα ψυχισμός, ψυχική πραγματικότητα, ταινίες που πραγματεύονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ανθρώπινα προβλήματα σε συνδυασμό –αν γίνεται– με κάποια θέματα της επικαιρότητας.
Στην επιλογή μας θα βρείτε ταινίες παλιές, αλλά διαχρονικές, όπως η προαναφερόμενη Χιροσίμα αγάπη μου του Αλέν Ρενέ, ο Σιωπηλός μάρτυρας του Άλφρεντ Χίτσκοκ, και άλλες πιο σύγχρονες με μεγάλη απήχηση, όπως η Οικογενειακή γιορτή του Τόμας Βίντενμπεργκ, ο Ένας χωρισμός του Ασγκάρ Φαραντί, η Ερωτική επιθυμία του Γουόνγκ Καρ-Βάι ή ο Άδικος κόσμος του δικού μας Φίλιππου Τσίτου, όπου είχαμε τον ίδιο τον σκηνοθέτη στο πάνελ των ομιλητών.
Κάθε φορά η συζήτηση προχωρά πέρα από το προφανές και αυτό είναι σχεδόν αποκαλυπτικό. Είναι σα να διατρυπάται το φαντασιακό πέπλο της εικόνας και να αναδύεται μια άλλη αλήθεια, η οποία είναι εντέλει εκείνη που κάνει την ταινία να «μιλάει», όπως λέγεται, στο κοινό.
Τι έχει να μας πει η Ψυχανάλυση για το σινεμά, αλλά και για την τέχνη γενικότερα; Νομίζω πως ο Λακάν αναφέρει κάπου ότι ο συγγραφέας ξέρει όσα κι ο ψυχαναλυτής αλλά διαισθητικά, χωρίς να έχει ψυχαναλυτική γνώση. Αυτό συμβαίνει αποκλειστικά χάρη στη χρήση της γλώσσας ή μπορούμε να το πούμε επίσης για τους σκηνοθέτες και τους άλλους δημιουργούς;
Ο Λακάν, όπως ο Φρόιντ, θεωρεί ότι οι καλλιτέχνες είναι αυτοί που διδάσκουν τους ψυχαναλυτές. Οι αναφορές σε συγγραφείς όπως ο Σοφοκλής, ο Σαίξπηρ, ο Τζόις, ο Πόε (για να αναφέρω μερικούς αγαπημένους του Λακάν) είναι πάμπολλες στην ψυχαναλυτική βιβλιογραφία. Ας μην ξεχνάμε ότι ο ίδιος ο Λακάν έχει αφιερώσει το Σεμινάριό του μιας ολόκληρης χρονιάς στην περίπτωση του Τζόις προκειμένου να αναδείξει τη λειτουργία του συνθώματος. Στο 6ο σεμινάριό του με αφορμή τον Άμλετ θα μιλήσει για την επιθυμία και, φυσικά, υπάρχει ο Οιδίποδας που ακόμα μνημονεύεται με τον γνωστό τρόπο (αν και ο Λακάν έχει προχωρήσει πια πέραν αυτού). Παράλληλα δεν ολιγωρεί στις αναφορές ως προς τις εικαστικές τέχνες (ζωγραφική) και τον κινηματογράφο.
Κατά την άποψή μου, όταν ο Λακάν λέει κάτι τέτοιο αναφέρεται γενικά στους δημιουργούς, στο βαθμό που ο καλλιτέχνης πραγματεύεται με τα μέσα που διαθέτει αυτό που προσπαθεί εντέλει να προσεγγίσει η ψυχανάλυση. Η χρήση της γλώσσας ίσως κάνει πιο προφανή αυτήν την προβληματική επειδή ως ομιλ-όντα κολυμπάμε μέσα στην γλώσσα. Όμως δεν παύουν και οι άλλες τέχνες να πραγματεύονται εντέλει το αδύνατο, το ανείπωτο, αυτό το χάσμα ανάμεσα στην ενορμητική απαίτηση του έμβιου και την γλώσσα, που αποτελεί το ίδιον του ομιλ-όντος, που είναι ο άνθρωπος. Αν θέλετε, ο πολιτισμός εν γένει αποτελεί την προσπάθεια του ανθρώπου να ημερεύσει την ενόρμηση, που ποτέ δεν κατορθώνεται απολύτως. Έτσι έχουμε ως υποκείμενα συμπτώματα, με τα οποία προσπαθούμε να βρούμε τρόπους να κάνουμε με αυτό που δεν παύει να μην γράφεται, αυτό το σημείο του μη-νοήματος. Ο καλλιτέχνης μας προτείνει, και πολλές φορές με αριστουργηματικό τρόπο, τη δική του θέση ως προς αυτό.
Είναι συχνό φαινόμενο σε τέτοιες εκδηλώσεις κάποιοι ομιλητές να ερμηνεύουν το έργο τέχνης αποκλειστικά μέσα από το στενό πρίσμα της εκάστοτε ειδικότητάς τους. Στην προβολή του Tokyo Story όμως ακούσαμε τον κύριο Μπλανσέ να επιμένει: «ναι, αλλά τι είναι αυτό που κάνει το συγκεκριμένο έργο αριστούργημα;» Πιστεύετε ότι η τέχνη έχει κάποια αυθύπαρκτη αξία, ένα υπόλοιπο πέρα από τις ψυχαναλυτικές, πολιτικές, κοινωνιολογικές κ.λπ. συνδέσεις και αναγωγές που επιχειρούνται;
Η ανάγνωση μιας ταινίας μπορεί να γίνει σε διάφορα επίπεδα. Καταρχήν το κείμενο της ταινίας, το σημαίνον περιεχόμενό της, αυτό που πραγματεύεται και μπορεί να αφορά ζητήματα όπως το αιώνιο θέμα της σχέσης των δύο φύλων, τη θέση του πατέρα στην υποκειμενική συγκρότηση, το πένθος, τη σεξουαλικότητα, κ.ο.κ. Ένα άλλο επίπεδο –και οφείλω να ομολογήσω, πολύ πολύ ενδιαφέρον– είναι η μορφή της ταινίας, το στυλ της, αυτό που με μια γενικότερη έννοια θα ονομάζαμε η αισθητική της. Εκεί είναι που ο καλλιτέχνης-σκηνοθέτης δίνει το προσωπικό του στίγμα. Συμφωνώ μαζί σας ότι υπάρχει ένα υπόλοιπο πέρα από εξηγήσεις, ερμηνείες κ.ο.κ. Όμως η λακανική ψυχανάλυση αναδεικνύει ακριβώς αυτό το υπόλοιπο, αυτό το πέραν κάθε συμβολοποίησης, που ο Λακάν το κατέστησε εντέλει αίτιο της ψυχανάλυσης.
Ας πούμε για το Τόκιο στόρι, που θίξατε, είναι μια ταινία με ανύπαρκτη σχεδόν πλοκή. Μπορούν να γίνουν κάποια σχόλια π.χ. για το πένθος, τη σχέση με τους γονείς κ.ά., αλλά δεν ήταν αυτά που κατέστησαν την ταινία αριστούργημα όπως πολύ σωστά επισημάνατε ότι επέμεινε ο κος Μπλανσέ. Αυτό που κατέστησε την ταινία ένα αριστούργημα –με αποτέλεσμα να συμπεριλαμβάνεται σε πολλούς καταλόγους μέσα στις 10 καλύτερες ταινίες που έχουν φτιαχτεί ποτέ– είναι απλά η ομορφιά της, που εμείς λέμε ότι λειτουργεί ως πέπλο σε αυτό ακριβώς το αδύνατο να ειπωθεί, να δειχθεί, να αναπαρασταθεί, το πραγματικό, που έτσι γίνεται τελικά αίτιο της καλλιτεχνικής πράξης.
Αν η τέχνη είναι λοιπόν ένας τρόπος, η ψυχανάλυση είναι ένας άλλος τρόπος να κάνει κανείς με αυτό, με άλλα λόγια με την οδύνη της ύπαρξης.
~
Το πρόγραμμα της περιόδου 2016-17 περιλαμβάνει τις εξής προβολές στον Δαναό:
11/12: Αστακός του Γιώργου Λάνθιμου
Παρεμβαίνουν ο κριτικός κινηματογράφου Κώστας Κωστάκος, η ψυχολόγος Στέλλα Στελετάρη και ο ψυχίατρος-ψυχαναλυτής Γιάννης Δημητράκος, και συντονίζει ο ψυχαναλυτής Ρεζινάλντ Μπλανσέ.
12/2:Ανωτέρα Βία του Ρούμπεν Όστλουντ
19/3:Παρίσι, Τέξας του Βιμ Βέντερς
Τις ερωτήσεις έκανε για λογαριασμό του Kaboom ο Γιάννης Κτενάς.