Μουσική

Liberace, το άπιαστο όνειρο!

Το 1950 ο μάνατζερ του νέου τότε Liberace, Seymour Heller τον οδήγησε με το αυτοκίνητο στο Beverly Hills. Του είπε να παρατηρήσει τα σπίτια και έπειτα τον πήγε στο San Fernando, σε μια γειτονιά εργατικής τάξης.  «Δες αυτά τα σπίτια  Lee! Ποια διαφορά βλέπεις;»

 Στην αρχή δεν μπορούσε να την διαπιστώσει, σίγουρα τα σπίτια ήταν μικρότερα και καθόλου πολυτελή σε σχέση με αυτά του Beverly Hills.  Λίγο αργότερα παρατήρησε: «Όλα τα σπίτια έχουν κεραίες τηλεόρασης!».

 Ο Heller του είπε : «Αυτό είναι το κοινό σου!»

Ο Liberace ήταν ένας από του καλύτερους τεχνικά πιανίστες στον κόσμο και ο πιο ακριβοπληρωμένος μουσικός . Παράλληλα ήταν γοητευτικός και διαφορετικός. Δεν έπαιζε πιάνο σαν ένας αυστηρός και αγέλαστος βιστουόζος, αλλά σαν ένας χαμογελαστός και παιχνιδιάρης περφόρμερ. Τα δάχτυλά του έρεαν αβίαστα και με μοναδική ταχύτητα πάνω στα πλήκτρα.

Στις πρώτες του εμφανίσεις στην ασπρόμαυρη τότε τηλεόραση ήταν ο πρώτος που κοίταξε το κοινό “στα μάτια” και έκλεινε το μάτι στις κυρίες που ντύνονταν με τα καλά τους για να δουν το Show του απο τον καναπέ, πιστεύοντας  ότι ο Liberace τις έβλεπε μέσα από την οθόνη.

Η αμεσότητα αυτή, το αστείρευτο χιούμορ του αλλά και οι διασκευές και μίξεις των κλασσικών κομματιών σε ένα περισσότερο ποπ στυλ τον καθιέρωσε στο μαζικό κοινό. Και ιδιαίτερα στις γυναίκες μεγάλης ηλικίας. Οι Camp περφόρμερς άρεσαν πάντα στις μεγάλες κυρίες. Γοητεύονταν από αυτόν τον ευχάριστο και ευπαρουσίαστο αυτό gentleman. Τον αγκάλιαζαν, τον θαύμαζαν, του φιλούσαν τα ρούχα και του χάιδευαν τις γούνες και τα μάτια τους άστραφταν σαν μικρών παιδιών όταν εκείνος τους τραγουδούσε και έπαιζε τις γνωστές πλέον μελωδίες διασκευασμένες και για τον πιο αμύητο στην μουσική. Το κοινό ξεσπύσε στα γελια όταν μιλούσε για τα υπερβολικά κοσμήματά του και τα αστραυτερά κουστούμια του.

«Δείτε τη γούνα μου, εσείς την πληρώσατε!»

24-liberace.w750.h560.2x

Δεν είχε έναν μοναδικό τρόπο να μαγνητίζει μόνο το κοινό, αλλά και όσους συναντούσε. Όταν πήγε για πρώτη φορά στα στούντιο ΑTV στην Αγγλία, γύριζε το στούντιο και συστηνόταν σε όλους. Απομνημόνευσε τα ονόματα τους, αλλά και των συζύγων και παιδιών τους. Είχε τέτοιο ταλέντο στον να θυμάται τον καθένα που μετά από 4 χρόνια που επέστρεψε ξανά στο στούντιο για γυρίσματα, τους χαιρετούσε όλους με τα ονόματά τους και ρωτούσε τι κάνουν οι συγγενείς τους των οποίων τα ονόματα θυμόταν ακόμα. Το στούντιο απασχολούσε σχεδόν 2000 άτομα. Το φρόνιμα του συνεργείου είχε εξυψωθεί...

Παρά τα αμύθητα ποσά που αποκόμιζε από τα show και τις αμέτρητες εμφανίσεις του ήταν προσιτός και απλός. Ο ίδιος έλεγε πως δεν είναι ο καλύτερος πιανίστας και τραγουδιστής στον κόσμο. Μπορούσε, όμως, να αγγίξει πραγματικά το κοινό.

Η φλογώδης και υπερβολική του εμφάνιση αλλά και τα εντυπωσιακά σε βαθμό κιτς σπίτια του (Palatial Kitsch) ήταν κομμάτι μιας περσόνας που αυτοσαρκαζόταν και ζούσε μέσα στο χιούμορ και την θεατρικότητα.

Η άνευ όρων δοτικοτητά του στο μαζικό κοινό αφόρισε ένα μεγάλο κομμάτι του εαυτού του.Ήταν απο το πρώτα "θύματα" του μαζικού (τηλεοπτικού) κοινού. Ο Liberace δημιούργησε μια περσόνα. Έναν Liberace μέσα από τον Liberace. Παράλληλα έχτισε μια άμυνα και προστασία από την μάζα και το αδιάκριτο μάτι της δημοσιότητας.

Κυνηγούσε το άπιαστο όνειρο, της ευτυχίας ταυτόχρονα στην προσωπική ζωή όσο στην επαγγελματική.

Την δεκαετία του 80' ο Liberace ήταν πλέον ο βασιλιάς του Las Vegas. Ένας βασιλιάς που πάλευε για αθανασία. Ο κόσμος λάτρευε ένα είδωλο!

Mοίραζε απλόχερα τόση χαρά, που δεν περίσσεψε ποτέ για τον ίδιο.

Ο Liberace είχε βρει το μυστικό της επιτυχίας.

Όλοι θέλουν να νοιώθουν μοναδικοί και αυτό ακριβώς τους έκανε να νοιώθουν.

Το 1987 αφήνει την τελευταία του πνοή κατατρεγμένος από αυτό που τον φόβιζε περισσότερο (τον φόβο αποκάλυψης της ομοφυλοφιλίας του) και νιώθοντας απογυμνωμένος πια από κάθε λάμψη αθάνατου αστεριού.

Οι «μνηστήρες» του, τρώγοντας τις σάρκες του σαν τα όρνια κατασπάραξαν την αξιοπρέπεια που τόσο στοργικά είχε διαφυλάξει, για να κερδίσουν μια στιγμή προβολής, για ένα κούφιο λεπτό δημοσιότητας.

Το αγαπημένο του κομμάτι "The impossible Dream" αναδεικνύει απόλυτα την θλίψη του. Ήταν το μόνο κομμάτι που ερμήνευε χωρίς να χαμογελάει, ο καλλιτέχνης που πάντα χαμογελούσε...

«This is my quest
To follow that star
No matter how hopeless
No matter how far

And the world will be better for this
That one man, scorned and covered with scars
Still strove with his last ounce of courage
To reach the unreachable star»

 

Σχετικά με τον αρθρογράφο

Θάνος Αγγέλης