Μουσική

Secondhand classics

(πατήστε ΕΔΩ για ολόκληρη τη λίστα)

Ο μακαρίτης Mark Fisher έχει δίκιο όταν υποστήριζε πως η περίοδος που ακολούθησε την εμφάνιση του punk ήταν μία από τις δημιουργικότερες στιγμές της μαζικής κουλτούρας. Για λόγους που αφορούν αφενός το μάρκετινγκ και αφετέρου τη σχετική δημιουργική ανομβρία και υποχώρηση του ροκ, πειραματικού και μη, υπό την πίεση της ηλεκτρονικής μουσικής, του χιπ χοπ και άλλων ρευμάτων που εμφανίστηκαν τις τελευταίες δεκαετίες, ο όρος post-punk συνεχίζει να χρησιμοποιείται ευρέως μέχρι σήμερα, σαράντα χρόνια κατόπιν εορτής, για να χαρακτηρίσει όλες αυτές τις δευτερογενείς μπάντες που αναμειγνύουν, περισσότερο ή λιγότερο επιτυχημένα, τα υλικά που εφευρέθηκαν κυρίως μεταξύ 1975 και 1980, στον απόηχο του glam, των Velvets, των Stooges και των Dolls, του πειραματικού γερμανικού ροκ, όπως και της επιθυμίας για επιστροφή στο παλιό καλό ροκενρόλ και garage, σε αντίθεση με τα χασμουρητά που προκαλούσαν οι επιδείξεις των βιρτουόζων του progressive και του λεγόμενου hard rock, εκεί στα μέσα της δεκαετίας του '70.

Αυτό που λέμε punk δεν ήταν κάτι ενιαίο, και στο επίπεδο της μουσικής και της νοοτροπίας το χάσμα μεταξύ της Νέας Υόρκης, όπου ο όρος πρωτοεμφανίστηκε, και του Λονδίνου που τον έκανε παγκοσμίως γνωστό, ήταν μεγάλο· το κάθε ένα από τα υπόλοιπα επίκεντρα (π.χ. Καλιφόρνια, Μάντσεστερ, Αυστραλία) είχε επίσης τις ιδιαιτερότητές του. Οι μπάντες που έπαιζαν στο CBGB και στο Max's Kansas City συναπαρτίζονταν από επίδοξους ποιητές, ιδιωματικούς μουσικούς και τύπους στους οποίους –χάρη στον Dylan, τον Beefheart, τον Lou Reed– το χάσμα μεταξύ υψηλής τέχνης και ποπ κουλτούρας δεν έβγαζε πολύ νόημα. Ο καθένας έκανε κάτι τελείως διαφορετικό: αυτό που συνείχε τους Suicide, τους Talking Heads, τους Television, την Patti Smith και τους Blondie ήταν περισσότερο η συνύπαρξη σε μια κοινή σκηνή μαζί με τα βιώματά της, παρά η μουσική ή άλλη ομοιογένεια. Στο Λονδίνο και το Μάντσεστερ τα πράγματα ήταν πιο σαφή, αφού ο ήχος των αρχικών συγκροτημάτων –σε μεγάλο βαθμό εμπνευσμένος από τους Ramones, μα και από το αγγλικό pub rock– ήταν παρόμοιος, ενώ μοιράζονταν επίσης τη ρητά διατυπωμένη προώθηση μιας ριζοσπαστικής από-τα-κάτω πολιτικής, άλλοτε με στοιχεία μηδενιστικά και άλλοτε με έμφαση στη διαμαρτυρία και την περιγραφή του ταξικού και πολιτισμικού τους περιβάλλοντος.

iggy_peanuts

Όλα αυτά άλλαξαν μέσα σε μόλις 2-3 χρόνια, όταν έκλεισε ο κύκλος του πρώτου punk ρεύματος: “In every gimmick hungry yob diggin' gold from rock 'n' roll / Grabs the mic and tell us he'll die before he's sold / But I believe in this and it's been tested by research / He who fucks nuns will later join the church”, τραγουδάει ο Strummer στο “Death or Glory”. Το punk άρχισε να αλώνεται από την πολιτιστική βιομηχανία και να παράγει τους δικούς του αναρριχητές των charts. Παράλληλα όμως, πολλοί από αυτούς που ξεκίνησαν παίζοντας τρία ακόρντα σε κιθαρόμπασα άρχισαν να βαριούνται και να εξερευνούν δυνατότητες, ενώ άλλες και άλλοι συνέχισαν να περιφέρονται στα εξαρχής ανορθόδοξα μονοπάτια τους. Αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας ήταν το αγγλικό post-punk που εξυμνεί ο Fisher και τα υπόλοιπα συναφή ρεύματα: το τραχύ no wave της Νέας Υόρκης, το hardcore και οι μεταλλάξεις του που διέτρεξαν υπογείως τη δεκαετία του '80 μέχρι να εκραγούν με τους Nirvana και τις μπάντες στις οποίες αυτοί άνοιξαν την πόρτα του mainstream, το εναλλακτικό αμερικανικό ροκ στο οποίο εδραιώθηκε εν μέρει το πρώιμο MTV και που κατέληξε, όπως συμβαίνει συχνά κατά τη μεταμόρφωση των πραγμάτων σε αμιγή προϊόντα, σε ποικίλες παρωδίες και αναμασήματα του αρχικού πνεύματος που διέπνεε τις σκηνές του '75-'80.

Όπως σε κάθε άλλο μείζον καλλιτεχνικό ρεύμα, πίσω από τις μπάντες, τα άλμπουμ και τα τραγούδια που έμειναν στην ιστορία, αλλά και στο εσωτερικό του καταλόγου της κάθε μπάντας, κρύβεται ένα βουνό από λιγότερο γνωστά μα εξίσου αξιόλογα έργα. Η αποπάνω λίστα συγκεντρώνει ένα μικρό δείγμα τέτοιων κομματιών, συνήθως από άλμπουμ που εάν ακουστούν ολόκληρα, δίνουν μια ιδέα για τις απίθανα πολυσχιδείς αμφιέσεις που προστέθηκαν στην ντουλάπα της ροκ μουσικής κατά τη διάρκεια αυτής της πενταετίας, που την έκοψε στα δύο. Ξεκινάει από τις ΗΠΑ και τις διάφορες παραλλαγές του garage και, περνώντας μια βόλτα από τα πιο πειραματικά σχήματα στη λεγόμενη χώρα της ελευθερίας, μεταβαίνει σε ένα μικρό δείγμα από την αγγλική σκηνή, καταλήγοντας σε ένα πρόσφατο, ιδιότυπο παραλήρημα, αφορμή της επόμενης.

Σχετικά με τον αρθρογράφο

fragmentary program