Την δεκαετία του 1950 ο Ζακ Λακάν (Jacques Lacan) διακηρύσσει την περίφημη «επιστροφή στον Φρόυντ».
Στο υπάρχον εισαγωγικό δοκίμιο θα αναπτυχθούν οι διαφορές που σηματοδοτεί αυτή η «επιστροφή» σε σχέση με το προηγούμενο έργο του ψυχαναλυτή, όπως επίσης και η σχέση της «επιστροφής» με το έργο του Σωσσύρ (Ferdinand de Saussure) και Λεβί- Στρως (Levi- Strauss).
Το ψυχαναλυτικό οικοδόμημα του Jacques Lacan είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την «επιστροφή στον Freud». Μια επιστροφή η οποία όχι μόνο υπογραμμίζει το έργο του Βιεννέζου εισηγητή από μια άλλη σκοπιά, αλλά παράλληλα καθιστά το φροϋδικό corpus σύγχρονο και επαναστατικό[1]. Ο Lacan διασώζει από τη λήθη τη φροϋδική αλήθεια και τη στιγμή εκείνη ένα ιστορικό ναυάγιο έχει μόλις αποφευχθεί[2]. Η διάσωση ναι μεν είναι ηρωική, αυτό όμως που καθιστά τον Lacan μέρος της ιστορίας είναι ουσιαστικά η απόκλισή του από την φροϋδική ανάγνωση και οι καινούργιες απαντήσεις όπου ο ίδιος προτείνει.
Η έννοια της επιστροφής ενέχει πάντοτε μια συγκεκριμένη αφετηρία. Σημείο εκκίνησης για τη περίπτωση του Lacan θα μπορούσε να θεωρηθεί η θέση περί ασυνειδήτου. Ο όρος ασυνείδητο, έτσι όπως τον περιέγραψε ο Freud στην Πρώτη Τοπική[3], χαρακτηρίζει το πεδίο των απωθημένων αναπαραστάσεων, τον χώρο εκείνο όπου δρουν οι –μη προσβάσιμες στη συνείδηση- ενορμήσεις[4]. Όπως συμβαίνει με τα όνειρα, έτσι και στο ασυνείδητο δεν υπάρχει λογική αλληλουχία γεγονότων, ούτε νομοτελειακή συμπεριφορά δρώντων. Ο χρόνος και ο χώρος δεν υφίσταται γραμμικά, ενώ δεν γίνεται διαχωρισμός ανάμεσα στο πραγματικό ή το εξωπραγματικό, το εφικτό ή το ανέφικτο.[5]Κάθε ψυχική διεργασία κυκλοφορεί ελεύθερη στον χώρο του ασυνειδήτου και για να μετατοπιστεί στη σφαίρα του συνειδητού και του προσυνειδητού πρέπει να συγκρουστεί μαζί τους[6].
Στη Δεύτερη Τοπική ο Freud προτείνει μια τριμερή διάταξη του ψυχικού χώρου. Πρόκειται εδώ για τον διαχωρισμό ανάμεσα στο Εγώ, το Αυτό και το Υπερεγώ. «Σε σύγκριση µε την πρώτη τοπική θεωρία, η δεύτερη μεταθέτει το κέντρο βάρους από το απωθημένο περιεχόμενο, από το παθητικό δηλαδή στοιχείο της απώθησης, στην ενεργό δύναµη, στο υποκείµενο που απωθεί, στο Εγώ. Η μεταβολή εξηγείται από την πρόοδο της θεραπευτικής που έδειξε πως το Εγώ ήταν, και εκείνο, ασυνείδητο σ’ ένα µεγάλο τµήµα του, οπότε ήταν αδύνατο πια να ταυτιστεί µε το προσυνειδητό, όπως στην πρώτη τοπική»[7].
Η επιστροφή στον Freud έρχεται από τη πλευρά του Lacan να αναθεωρήσει και να ερμηνεύσει ξανά το υπερεγώ με αφετηρία το ασυνείδητο της Πρώτης Τοπικής. Ο Lacan όχι μόνο επισημαίνει την εκ νέου χρήση της έννοιας του ασυνειδήτου αλλά επιστρατεύει την επιστήμη της γλωσσολογίας μέσω της θεωρίας του Ferdinand de Saussure και την επιστήμη της δομικής ανθρωπολογίας του Claude Levi- Strauss προκειμένου να ανασκευάσει τον Freud. Ένα νέο λεξιλόγιο εγγράφεται στους κόλπους της ψυχαναλυτικής διεργασίας.
Ο Λακάν και η γλωσσολογία
Το θεωρητικό πλαίσιο που αφορά στην προβληματική του Lacan συνοψίζεται στην ιδέα ότι «η ανθρώπινη ελευθερία προκύπτει από τη συνείδηση που μπορεί να έχει το υποκείμενο, ότι δεν είναι καθόλου ελεύθερη εξαιτίας του ασυνειδήτου»[8].Ήδή από το 1953[9] ο θεωρητικός απομακρύνεται από τη θέση του Φρόυντ για το ασυνείδητο και τότε είναι που παρατηρείται το πρώτο σχίσμα μέσα στο γαλλικό ψυχαναλυτικό κίνημα[10]. Μια πρώτη σχέση σύνδεσης υποκειμένου, γλώσσας και ομιλίας έχει μόλις πραγματοποιηθεί ενώ το ζήτημα της σχέσης μεταξύ σημαίνοντος και υποκειμένου αρχίζει σταδιακά να θεωρητικοποιείται.[11] Ο ίδιος διευκρινίζει πώς «το ασυνείδητο είναι δομημένο σαν γλώσσα»[12] και προτρέπει τους εκπαιδευόμενους αναλυτές να μελετήσουν τη διάκριση σημαίνοντος και σημαινόμενου, έτσι όπως αυτή αναπτύχθηκε στη θεωρία του Ferdinand de Saussure.
[…] Για να καταλάβουμε αυτό που συμβαίνει στην ανάλυση, πρέπει να καταλάβουμε από πού έρχεται ο λόγος. Για να καταλάβουμε τι είναι η αντίσταση, πρέπει να καταλάβουμε τι είναι αυτό που εμποδίζει την ανάρρηση του λόγου[…][13]Βασικό επιχείρημα της επιστροφής στον Freud είναι η θέαση του πεδίου της ψυχανάλυσης μέσα από την ομιλία. Η ομιλία αποτελεί το μοναδικό μέσο προσέγγισης του ασυνειδήτου κατά τη διάρκεια της ψυχαναλυτικής εμπειρίας. Στην Ερμηνεία των Ονείρων[14], η διάκριση λανθάνοντος και εμφανούς περιεχομένου είναι μια πρώτη προσέγγιση στην οποία ναι μεν εστιάζει και ο Lacan, προσπαθεί όμως να την αναπτύξει περαιτέρω. H έννοια της ομιλίας στο έργο του Freud έτσι όπως παρουσιάζεται από τον Lacan τόσο σε επίπεδο πράξης, όσο και σε επίπεδο θεωρίας, αφήνει επιστημονικά κενά, τα οποία μόνο μέσα από τη σωσσυριανή γλωσσολογία, είναι δυνατό να καλυφθούν.
Οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε πώς η θεωρία που αναπτύσσει ο Lacan, δεν είναι μια θεωρία γλώσσας, παρά μια προσέγγιση δόμησης του υποκειμένου[15].Η πρωτοτυπία του ωστόσο, έγκειται στο εξής παράδοξο. Ο ίδιος θεμελίωσε τη θεωρία του σχετικά με τη δομική αναλογία γλώσσας και ασυνειδήτου, μέσω της επιστήμης και κυρίως της μεθοδολογίας της γλωσσολογίας, ενώ παράλληλα αναθεώρησε μερικές από τις βασικές αρχές της.
Στη θεωρία του Saussure, το γλωσσικό σημείο, παρουσιάζεται ως μια ενιαία οντότητα, στο πλαίσιο της οποίας συναρθρώνεται ένα αισθητό μέρος, το σημαίνον (η έκφραση, η ακουστική εικόνα) και ένα μέρος ελλείπον, το σημαινόμενο (η σημασία, η έννοια)[16]. Το σημαίνον και το σημαινόμενο αντιπροσωπεύουν τη μορφή και το περιεχόμενο του γλωσσικού σημείου. Μεταφορικά θα το ερμηνεύαμε ως τις δυο διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος[17]. Για αυτόν τον λόγο δεν μπορεί να απομονωθεί το ένα από το άλλο. Στη διαδικασία του εννοείν, σημαίνον και σημαινόμενο ενοποιούνται προκειμένου να δημιουργήσουν τη σημασία[18].
Ο Lacan για τη θεωρία του σημείου ακολουθεί τον ορισμό που δίνει ο Charles Sanders Peirce[19] και ορίζει ως σημείο αυτό που αναπαριστά κάτι για κάποιον. Εδώ το σημείο δεν αφορά μόνο τη σχέση ανάμεσα σε μια έννοια και μια ακουστική εικόνα. Εδώ προτεραιότητα έχει το σημαίνον έναντι του σημαίνοντος.
Στη λακανική γραφή ο αλγόριθμος του Saussure είναι ανεστραμμένος. Αυτό σημαίνει λοιπόν ότι δεν είναι το σημείο που δημιουργεί το νόημα, αλλά αντίθετα το σημαίνον[20] το οποίο συναρτάται με άλλα σημαίνοντα της ίδιας γλώσσας και δημιουργεί μια σημαίνουσα αλυσίδα. Το σημαίνον υπάρχει μόνο μέσα σε μια αλυσίδα και αντίστροφα, ένα σύστημα για να συγκροτήσει αλυσίδα χρειάζεται να αποτελείται από σημαίνοντα[21]. Για τον Lacan το ομιλούν υποκείμενο απουσιάζει μέσα στο σημαίνον. Είναι ένα διχασμένο υποκείμενο το οποίο πριν την έλευση του σημαίνοντος, ζει μέσα στην έλλειψη και δε θα φτάσει ποτέ στο τέλος της σημασίας[22].
Η αυτονομία του σημαίνοντος και η πρωτοκαθεδρία του έναντι του σημαινόμενου, θεμελιώνεται μέσω των μετωνυμικών και μεταφορικών διεργασιών. Οι έννοιες της μεταφοράς και της μετωνυμίας χρησιμοποιούνται σε αντιστοιχία με τις φροϋδικές έννοιες της συμπύκνωσης και της μετάθεσης.
Στην Ερμηνεία των ονείρων, όπως ήδη έχει αναφερθεί, ο Freud πραγματοποιεί τη πρώτη απόπειρα σύνδεσης γλώσσας και ασυνειδήτου. Προκειμένου να γίνει μια πρώτη ανάγνωση του ασυνειδήτου εφικτή, οι μηχανισμοί της συμπύκνωσης και της μετάθεσης τίθενται σε ισχύ. Μέσω της συμπύκνωσης μια ασυνείδητη αναπαράσταση συνδέεται με ένα συνειρμικό υλικό. Αντίστοιχα, μέσω του μηχανισμού της μετάθεσης ένα σύνολο ασυνείδητων εκδηλώσεων προσεγγίζουν το λανθάνον για να αναδείξουν τελικά το περιεχόμενο του ονείρου[23].
Στη διδασκαλία του Lacan η μεταφορά και μετωνυμία αποτελούν δυο από τους βασικούς μηχανισμούς μετασχηματισμού σημαινόντων. «Αφού η μεταφορά δείχνει ότι τα σημαίνοντα αντλούν την συνάφειά τους από το δίκτυο των σημαινόντων, ο χαρακτήρας της σημαίνουσας υποκατάστασης αποδεικνύει την αυτονομία του σημαίνοντος σε σχέση με το σημαινόμενο και συνεπώς την πρωτοκαθεδρία του σημαίνοντος»[24].
Επιστροφή στον Freud με τον Levi- Strauss
Η επιστροφή του Lacan στον Freud περνά και από τον δρόμο του Levi Strauss[25]. Τα μεθοδολογικά εργαλεία που αντλεί ο πρώτος από τον χώρο της εθνογραφίας, η σημασία των εννοιών της γλώσσας, των αντιστάσεων και της μεταβίβασης, θεωρούνται στοιχεία κομβικής σημασίας για την έρευνα του Lacan, έτσι όπως αυτή αναθεωρείται και τροποποιείται στις αρχές του 1950.
Σε σχετική εισήγησή του το 1949, ο Levi Strauss[26] αναφέρεται «στη δύναμη της συμβολικής δραστηριότητας»[27]ως θεωρία θεραπείας, μέσω της οποίας η σαμανιστική πρακτική ρέπει προς τη φροϋδική θεωρία, χωρίς όμως να ταυτίζεται απόλυτα με την ψυχανάλυση.
[…]Ο νευρωτικός ρευστοποιεί έναν ατομικό μύθο αντιμετωπίζοντας έναν πραγματικό ψυχαναλυτή … Στην πραγματικότητα, η σαμανιστική θεραπεία φαίνεται να αποτελεί το ακριβές αντίστοιχο της ψυχαναλυτικής θεραπείας, με αντιστροφή όμως όλων των όρων. Και οι δυο στοχεύουν στην πρόκληση μιας εμπειρίας. Και οι δυο το επιτυγχάνουν αναπλάθοντας ένα μύθο που ο ασθενής πρέπει να βιώσει ή να αναβιώσει. Αλλά στη μια περίπτωση ο ασθενής κατασκευάζει έναν ατομικό μύθο, αντλώντας στοιχεία από το παρελθόν του, στην άλλη περίπτωση ο ασθενής δέχεται από τα έξω έναν κοινωνικό μύθο που δεν αντιστοιχεί σε μια παρελθούσα προσωπική του κατάσταση […][28]Την έννοια του ατομικού μύθου του νευρωτικού την οικειοποιείται και ο Lacan λίγα χρόνια αργότερα, με ανεστραμμένη πορεία. Η λεβι- στρωσιανή αναφορά στη θεραπεία, δίνει μια συμβολική διάσταση στο σύμπτωμα εξασφαλίζοντας κατά αυτόν τον τρόπο την αποτελεσματικότητά της. Ο ίδιος ο εθνολόγος επιχειρηματολογεί:
[…] Με τη σαμανιστική ή ψυχαναλυτική θεραπεία το ζήτημα είναι να προκληθεί μια οργανική αλλαγή που συνίσταται ουσιαστικά σε μια δομική αναδιοργάνωση, οδηγώντας τον ασθενή να βιώσει έντονα ένα μύθο- είτε δεδομένο είτε δημιουργημένο από τον ίδιο, του οποίου η δομή θα μπορούσε να θεωρηθεί, στο επίπεδο του ασυνειδήτου, ανάλογη με τη δομή που θα επιθυμούσαμε να δημιουργήσουμε στο οργανικό, σωματικό επίπεδο. Η συμβολική δραστηριότητα συνίσταται ακριβώς σε αυτήν την επαγωγική ιδιότητα με την οποία συνδέονται μεταξύ τους δομές τυπικά ομόλογες, οικοδομημένες με διαφορετικά υλικά και σε διαφορετικά επίπεδα της ζωικής οργάνωσης: οργανικές διεργασίες, ασυνείδητος ψυχισμός, έλλογη σκέψη […][29]Ο Lacan επιστρέφει στον Freud αντλώντας στοιχεία από τη γαλλική ανθρωπολογία και τη στιγμή εκείνη η ψυχαναλυτική ερμηνεία δίνει έμφαση στο συμβολικό, μέσω της επαγωγικής πρακτικής.
O LS βρίσκεται πολύ κοντά στη θεωρία του ασυνειδήτου έτσι όπως ο ίδιος τη διδάχτηκε από τα κείμενα του δασκάλου του Sigmund Feud. Το ασυνείδητο ως αντικείμενο λοιπόν της φροϋδικής ανακάλυψης, αναπτύσσει πάντοτε μια συγκεκριμένη σχέση με τη γλώσσα και τις συμβολικές δομές.
Ο συμβολισμός στη λεβι- στρωσιανή θεωρία είναι η βασική λειτουργία του ασυνείδητου. Ο ίδιος υποστηρίζει πώς η συμβολική λειτουργία του ασυνειδήτου είναι ένα ανθρώπινο χαρακτηριστικό το οποίο δρα σε όλους τους ανθρώπους με τους ίδιους νόμους[30]. Για τον Lacan, οι νόμοι αυτοί είναι οι νόμοι της γλώσσας[31].
[…]Πρέπει λοιπόν, να ξαναπιάσουμε το έργο του Φρόυντ από την Traumdeutung, για να θυμηθούμε ότι το όνειρο έχει τη δομή μιας φράσης ή, μάλλον, αν θέλουμε να μείνουμε πιστοί στο γράμμα του, ενός γρίφου, δηλαδή της γραφής, της οποίας το όνειρο του παιδιού μοιάζει να αναπαριστά την πρωταρχική ιδεογραφία, και η οποία στον ενήλικο αναπαράγει ταυτόχρονα τη φωνητική και τη συμβολική χρήση των σημαινόντων στοιχείων […][32]Σε ότι αφορά στη διάκριση σημαίνοντος- σημαινόμενου, ο Lacan αναγνωρίζει ξεκάθαρα την επίδραση που του άσκησε ο LS στη θεωρία του για τον ανεστραμμένο σωσσυριανό αλγόριθμο. Ο ίδιος υποστηρίζει πώς αυτή η επιστημονική ανακάλυψη ήταν αποτέλεσμα της ώθησης του λόγου του LS.
[…] Αν ήθελα να χαρακτηρίσω την κατεύθυνση στην οποία στηρίχθηκα και ωθήθηκα από τον λόγο του Levi Strauss, θα έλεγα ότι εντοπίζεται στην έμφαση που έδωσε… σε ότι θα ονόμαζα λειτουργία του σημαίνοντος, με την έννοια που έχει ο όρος αυτός στη γλωσσολογία, στον βαθμό που αυτό το σημαίνον, δε θα πω απλώς ότι διακρίνεται χάρη στους νόμους του, αλλά υπερισχύει του σημαινόμενου στο οποίο τους επιβάλλει.[33]Κλείνοντας το υπάρχον δοκίμιο, το οποίο κάθε άλλο παρά περιγραφικό μπορεί να είναι, μπροστά στη μεγάλη προβληματική της λακανικής Επιστροφής, παραθέτουμε τη θέση του Αλτουσέρ, σύμφωνα με την οποία «η Επιστροφή στον Freud δεν είναι επιστροφή στη γέννησή του αλλά Επιστροφή στην ωριμότητα του»[34]. Μια ωριμότητα που εγκαθιδρύεται στους κόλπους του γαλλικού δομισμού και ξαναγράφει την ιστορία της ψυχανάλυσης.
Βιβλιογραφία
Αλτουσέρ Λ., Θέσεις, Αθήνα, Θεμέλιο, 1999
Joel Dor, Εισαγωγή στην ανάγνωση του Lacan, (τομ.1) Το ασυνείδητο Δομημένο σαν Γλώσσα, Αθήνα, Πλέθρον,
Ζαφειρόπουλος Μ., Λακάν και Λεβι- στρώς ή Η επιστροφή στον Φρόυντ(1951-1957), Αθήνα, Πλέθρον, 2007
Κρανάκη, Μιµίκα ∆ιαβάζοντας τον Φρόυντ: ∆έκα Μαθήµατα για την Ψυχανάλυση, (Τρίτη έκδοση), Αθήνα, Βιβλιοπωλείο της Εστίας
Μίνερ Ζαν- Κλωντ, Το Κρυστάλλινο έργο. Ο Λακάν, η επιστήμη, η φιλοσοφία, Κέδρος, 2005
Nasio J-D., Πέντε παραδόσεις πάνω στη θεωρία του Jacques Lacan, Αθήνα, Πατάκη, 2010, σ.33
Παπαδάκος Β., Φραγκοπούλου Ζ., Από τον Φρόυντ στον Λακάν, Εισαγωγή σε δέκα βασικές ψυχαναλυτικές έννοιες, Τζαβάρας Θ(επιμ.), Νήσος, Αθήνα, 2011
Roudinesco E., Ζακ Λακάν, Σχεδίασμα μιας ζωής, ιστορία ενός συστήματος σκέψης, Αθήνα, Ίνδικτος. 2007
Φρόυντ Σ., Η ερμηνεία των ονείρων, Αθήνα, Επίκουρος, 1993
[1]Απόσπασμα από τη συνέντευξη του Σλαβόι Ζίζεκ στην Ελευθεροτυπία(14/05/2009): «Σύμφωνα με τον Λακάν, ο Φρόιντ, όπως όλοι οι μεγάλοι επαναστάτες, δεν συνειδητοποίησε τι ακριβώς έκανε, δεν γνώριζε τον πυρήνα της ανακάλυψής του. Οταν ο Λακάν λέει "θέλω να επιστρέψω στον Φρόιντ", δεν εννοεί αυτά που ο Φρόιντ κυριολεκτικά έλεγε. Αλλά την κρίσιμη διάσταση της διδασκαλίας του, για την οποία ο Φρόιντ δεν γνώριζε. Και νομίζω ότι ο Λακάν επιτυγχάνει εδώ έναν θρίαμβο. Πιστεύω ότι χωρίς τον Λακάν, ο Φρόιντ θα ήταν σήμερα εκτός εποχής. Ηταν ο Λακάν που έκανε τον Φρόιντ σύγχρονο».
[2] Φράση δάνειο από τον Δημήτρη Βεργέτη στο άρθρο του Το υποκείμενο του ασυνείδητου, το αντικείμενο α, ο φαλλός: «[…] Θα έλεγα ότι η «Επιστροφή στον Freud» υπήρξε η γαλλική Αναγέννηση της ψυχανάλυσης και η διάσωσή της από ένα ιστορικό ναυάγιο»
[3] Πρόκειται για τη τριμερής φροϋδική διάκριση της θεωρίας του ψυχικού οργάνου ανάμεσα σε συνειδητό- προσυνειδητό - ασυνείδητο
[4] Παπαδάκος Β., Φραγκοπούλου Ζ., Από τον Φρόυντ στον Λακάν, Εισαγωγή σε δέκα βασικές ψυχαναλυτικές έννοιες, Τζαβάρας Θ(επιμ.), Νήσος, Αθήνα, 2011, σ. 58-59
[5] Βλ. Ο.π, σ. 59
[6] Ως συνείδηση ορίζεται η επιφάνεια του ψυχικού μηχανισμού η οποία γίνεται δέκτης των ερεθισμάτων τόσο του εξωτερικού κόσμου όσο και του εσωτερικού. Προσυνειδητό είναι το στάδιο εκείνο στο οποίο βρίσκονται τα ασυνείδητα περιεχόμενα προ των πυλών της συνείδησης.
[7]Βλ. Κρανάκη, Μιµίκα ∆ιαβάζοντας τον Φρόυντ: ∆έκα Μαθήµατα για την Ψυχανάλυση, (Τρίτη έκδοση), Αθήνα, Βιβλιοπωλείο της Εστίας, 1988, σ.162-163
[8] Βλ.Roudinesco El., σ. 454
[9] Λόγος της Ρώμης (26/27-09-1953)
[10] Βλ. Joel Dor, Εισαγωγή στην ανάγνωση του Lacan, (τομ.1) Το ασυνείδητο Δομημένο σαν Γλώσσα, Αθήνα, Πλέθρον, 2007, σ.23
[11] Roudinesco E., Ζακ Λακάν, Σχεδίασμα μιας ζωής, ιστορία ενός συστήματος σκέψης, Αθήνα, Ίνδικτος. 2007, σ. 453
[12] Βλ.Joel Dor, σ.23
[13] Απόσπασμα από την «Κατάσταση της ψυχανάλυσης το 1956» του Ζακ Λακάν
[14] Φρόυντ Σ., Η ερμηνεία των ονείρων, Αθήνα, Επίκουρος, 1993
[15] Θεοδωροπούλου, Μ. Saussure και Lacan: Από τη γλωσσολογία στην ψυχανάλυση στο http://www.komvos.edu.gr/, 15/06/2015
[16] Βλ.Παπαδάκος Β., Φραγκοπούλου Ζ. σ.73
[17] Δάνειος όρος από τους Παπαδάκο Β., Φραγκοπούλου Ζ, σ. 64
[18] Ο.π, σ.65
[19] Βλ. Nasio J-D., Πέντε παραδόσεις πάνω στη θεωρία του Jacques Lacan, Αθήνα, Πατάκη, 2010, σ.33
[20] Το νόημα περνάει από το σημείο στην αλυσίδα σημαινόντων. Έτσι, ένα σημαίνον δεν είναι σημαίνον παρά για κάποιο άλλο σημαίνον
[21] Βλ. Μίνερ Ζαν- Κλωντ, Το Κρυστάλλινο έργο. Ο Λακάν, η επιστήμη, η φιλοσοφία, Κέδρος, 2005
[22] Βλ.Παπαδάκος Β., Φραγκοπούλου Ζ. σ.75
[23] Βλ.Παπαδάκος Β., Φραγκοπούλου Ζ. σ.80
[24] Βλ. Joel Dor, σ.64
[25] Ζαφειρόπουλος Μ., Λακάν και Λεβι- στρώς ή Η επιστροφή στον Φρόυντ(1951-1957), Αθήνα, Πλέθρον, 2007, σ.27
[26] Από εδώ και έπειτα ο Levi Strauss θα αναγνωρίζεται μέσα στο κείμενο με τη συντομογραφία LV
[27] Όρος δανειζόμενος από τον Ζαφειρόπουλος Μ., σ.82
[28] Οπ.,σ.85
[29] Οπ, σ.87
[30] Βλ.Παπαδάκος Β., Φραγκοπούλου Ζ. σ.70-71
[31] Οπ., σ. 71
[32] Ζαφειρόπουλος Μ., σ.210
[33] Οπ., σ.258
[34] Βλ. Αλτουσέρ Λ., Θέσεις, Αθήνα, Θεμέλιο, 1999, σ. 19-20