«Το κακό θριαμβεύει. Η Ευρώπη παρακμάζει» γράφει ο Μπακούνιν το 1875, και πολιτικά αυτό εκφράζεται με την απομάκρυνσή της «από το πολιτικό μοντέλο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής». Η πικρή διαπίστωση συμπληρώνεται με μια εφιαλτική πρόβλεψη, η ευστοχία της οποίας την καθιστούσε ακόμη τρομακτικότερη. Δεν χρειάζεται να αναφέρουμε εδώ το περιεχόμενό της, καθώς αυτού του είδους οι απειλητικές προσθήκες περισσότερο αποδυναμώνουν παρά ενισχύουν το σκεπτικό που εκθέτεται. Ας πούμε απλώς πως η Ευρώπη, και ο πλανήτης, ταλαιπωρήθηκαν δις από αυτή κατά τη διάρκεια του Εικοστού Αιώνα. Η αρχή που συνείχε το πολιτικό μοντέλο που ο Μπακούνιν πρότεινε ως κατάλληλο και για την ευρωπαϊκή ήπειρο ήταν αυτή του φεντεραλισμού, η πολιτική ένωση των περιφερειών, πολιτειών ή κρατών, που ταυτόχρονα και παράλληλα διατηρούν τη δυνατότητα αυτονομίας. Η ένωση των μερών στο όλο, από το απλό στο σύνθετο. Και ταυτόχρονα η διαρκής αποδυνάμωση του όλου, του κέντρου προς όφελος των μερών. Μιας διαρκής κίνηση ένωσης, προς το κέντρο, και μια διαρκής επιστροφή της δύναμης από το κέντρο στην περιφέρεια. Η φεντεραλιστική ιδέα, με αυτόν τον τρόπο, έρχεται να αντιπαρατεθεί στη μονολιθικότητα του συγκεντρωτικού κράτους, το οποίο ως όλο απορροφά και αδυνατίζει τα μέρη γινόμενο έτσι το μοναδικό Μέρος. Βεβαίως, οι ριζοσπάστες φεντεραλιστές, όπως ο Μπακούνιν, δεν παρέβλεπαν πως ακόμη και σε ένα ομοσπονδιακό κράτος όπως οι Η.Π.Α. η κεντρική κυβέρνηση θα μπορούσε να επιβληθεί στις τοπικές εξουσίες. Παρ' όλα αυτά, το πολιτικό σύστημα των Η.Π.Α., ακριβώς λόγω της δομής του, εγγυόταν πολιτικές ελευθερίες και δικαιώματα που ειδικά ένας διωκόμενος Ρώσος εμιγκρές δεν θα μπορούσε παρά να εκτιμά δεόντως.
Η φεντεραλιστική ιδέα πραγματοποιεί, ως το πολιτικό ισοδύναμο της, μία θεμελιώδη φιλοσοφική εναρκτήρια αρχή όλων των σύγχρονων ριζοσπαστικών ιδεολογιών, αυτή της καθολικότητας του ανθρώπου, ο οποίος απεκδυόμενος πλέον των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του γίνεται Άνθρωπος. Τούτη η πολύτιμη αφαίρεση επαναξιολογεί ως ήσσονος σημασίας τις χωριστικές ιδιαιτερότητες, ιδιαιτερότητες που αναβαθμίζονται από την αντιδραστική σκέψη ως το οντολογικό υπόβαθρο της, και καλεί προς την ένωση σύνολης της ανθρωπότητας. Ταυτόχρονα, η φεντεραλιστική πολιτική ένωση, προλαμβάνοντας τις μοντέρνες αιτιάσεις περί σημειακότητας, πολυκεντρισμού και ρευστότητας αποτρέπει την αρτηριοσκλήρωση και παγίωση του κέντρου εις βάρος των περιφερειών. Αντιθέτως, η αντιδιαφωτιστική πολιτική φιλοσοφία αναγνωρίζοντας ως πραγματικότητα μόνο την ιδιαιτερότητα, την ιδιοσυστασία αντιδρά στο διαφωτιστικό σχέδιο καλώντας σε υπαναχώρηση στα εθνικά όρια.
Είναι έτσι ακατανόητο, ή τουλάχιστον ασαφές, πώς μια πολιτική που καλεί στη διάλυση της Ένωσης και την επιβεβλημένη υπαναχώρηση στην, ενδυναμωμένη εκ νέου, κυριαρχία του έθνους- κράτους μπορεί να διατηρεί το ριζοσπαστικό της περιεχόμενο. Η επανένωση μέσω της διάλυσης εις τα μέρη δεν είναι μόνο φιλοσοφικά δύσκολο να στηριχτεί.
Η ευλογοφανής αντίρρηση σε όλα αυτά είναι πως η ενωτική πολιτική πρόταση είναι μάλλον ιδεαλιστική, καθώς παραβλέπει τον πραγματικό χαρακτήρα της Ευρώπης. Την Ευρώπη δηλαδή του πολέμου, του ιμπεριαλισμού, των εθνικισμών και του φασισμού, της πλουτοκρατίας και της ανισότητας. Πέραν, όμως, του γεγονότος πως η αντίρρηση αυτή παραβλέπει με τη σειρά της το εξίσου προφανές, την Ευρώπη δηλαδή της δημοκρατίας, του ριζοσπαστισμού, των επιστημών και των φιλοσοφικών προϋποθέσεων που μας επιτρέπουν να διακρίνουμε και να καταγγέλλουμε τα βάρβαρα χαρακτηριστικά της, ξεχνάει και το εξής: πως η Ευρώπη της δημοκρατίας, ως προϋπόθεσή της και ως συνέπειά της, μας δίδαξε πως τίποτα δεν είναι σταθερό, απαράλλαχτο, μονολιθικό επιτρέποντάς μας έτσι να φανταστούμε και να προσπαθήσουμε την αλλαγή, τη βελτίωση, την ανατροπή. Με απώτερο στόχο, δηλαδή, την ένωση των λαών, ενάντια στην πολιτική και στις ιδεολογίες που την πολεμούν.
Και όπως μια δίδαξε μία από τις μείζονες φιλοσοφίες που η Ευρώπη των ιδεών ανέδειξε, η πολιτική και η ιδεολογία που τη νομιμοποιεί στηρίζονται στην, και οφείλουν να δημιουργούν μια, υλική πραγματικότητα. Ιδού λοιπόν πώς αντιμετώπιζε το ζήτημα ένας εκ των κύριων εκφραστών της, και ένας μετρ του επαναστατικού πραγματισμού: «Αν τα καπιταλιστικά κράτη της Ευρώπης επιτύχουν στην ένωσή τους σε ένα ιμπεριαλιστικό τραστ, αυτό θα ήταν ένα βήμα εμπρός σε σχέση με την υπάρχουσα κατάσταση, καθώς πριν από όλα θα δημιουργούσε μια ενοποιημένη πανευρωπαϊκή υλική βάση για το εργατικό κίνημα. Το προλεταριάτο, σε αυτήν την περίπτωση, οφείλει να παλέψει όχι για την επιστροφή στα ''αυτόνομα'' εθνικά κράτη, αλλά για τη μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολιτειακού τραστ σε μια Ομοσπονδία Ευρωπαϊκών Δημοκρατιών» (Τρότσκυ, Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης;, 1923).