Ανάλυση

Σημειώσεις πάνω στις εκλογές των ΗΠΑ

Η πρόσφατη εκλογική αναμέτρηση –και η προεκλογική περίοδος που είχε προηγηθεί– στις ΗΠΑ ήταν μια από τις πιο ενδιαφέρουσες (σαφώς «χωράνε» και άλλοι χαρακτηρισμοί εδώ) της σύγχρονης ιστορίας τους. Όχι μόνο γιατί οι δύο βασικοί υποψήφιοι μαγνήτιζαν –για διαφορετικούς λόγους– τα φώτα της δημοσιότητας, αλλά και γιατί έλαβε χώρα σε μια κρίσιμη ιστορικά περίοδο με πάρα πολλά ανοιχτά μέτωπα τόσο στο εσωτερικό των ΗΠΑ όσο και σε παγκόσμια κλίμακα.

Τα συμπεράσματα που εξάγονται, τα νέα δεδομένα που προκύπτουν και οι προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει ο πλανήτης βάσει αποτελέσματος δεν μπορούν να συμπεριληφθούν συνολικά σε ένα κείμενο όπως αυτό. Στο παρόν σημείωμα, λοιπόν, θα επισημάνουμε και θα αναλύσουμε ορισμένα μόνο κατά την άποψη μας σημαντικά σημεία των εκλογών στις ΗΠΑ καθώς και τη συσχέτιση (που έχουν ή μπορεί να έχουν) με τη διεθνή πραγματικότητα.

Συστημικοί «αντισυστημικοί»

 Η υποψηφιότητα και εν γένει η περίπτωση Τραμπ είναι από μόνη της άξια αναφοράς και ανάλυσης, πόσω μάλλον τώρα που είναι και ο μεγάλος νικητής των εκλογών. Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ μπορεί να χαρακτηριστεί για αρκετούς λόγους ως «ιδιάζουσα περίπτωση»: γιατί αποτελεί πλέον έναν πετυχημένο χομπίστα πολιτικό, γιατί κομματικά ακολούθησε διαχρονικά την τακτική «χαμαιλέοντας» (πολλές αλλαγές στρατοπέδων, οικονομική στήριξη στους Κλίντον κτλ), για τη ρητορική του, για τις ακατανόητες αρκετές φορές απόψεις του, για το γεγονός πως κατάφερε να κερδίσει την ψήφο ανθρώπων και τάξεων/κοινωνικών ομάδων που στην πραγματικότητα είναι εναντίον τους(μειονότητες πχ) κοκ. Με δεδομένα τα παραπάνω και όχι μόνο και κοιτώντας τη μεγάλη εικόνα εύκολα παρατηρεί κάποιος πως ο Τραμπ είναι ένα ιδιαίτερο φαινόμενο, το οποίο όμως ταυτόχρονα είναι συνέχεια ενός φαινομένου που βιώνουμε τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη καιρό τώρα: συνοπτικά θα το ορίσουμε ως το φαινόμενο των «συστημικών αντισυστημικών».

Οι πολιτικοί οι οποίοι έχουν αντισυστημικό ή ανατρεπτικό προφίλ είναι εδώ και χρόνια ξανά στο προσκήνιο. Προγενέστερες του Τραμπ περιπτώσεις –με διαφορετικές αφετηρίες προφανώς και κάποιες φορές τεράστιες διαφορές– μπορούν να θεωρηθούν η Λεπέν, ο Φάρατζ, ο Γκρίλο, τα ξενοφοβικά-ρατσιστικά κόμματα της Κεντρικής και Βόρειου Ευρώπης με την αυξανόμενη επιρροή-δύναμη τους.

Βασικό κοινό χαρακτηριστικό των παραπάνω περιπτώσεων είναι πως δεν επιθυμούν να ανατρέψουν ή να αλλάξουν ριζικά το πολιτικοοικονομικό καθεστώς όπως το ξέρουμε.Η αποδοχή του σημερινού συστήματος από τους εν λόγω πολιτικούς γίνεται αμέσως αντιληπτή τόσο στο λόγο όσο και στα έργα τους(όπου αυτοί κατείχαν ή κατέχουν την εξουσία).Ακόμα και τις πιό μεγάλες μεταρρυθμίσεις που προτείνουν να εφάρμοζαν δεν θα επέφεραν αλλαγή στον τρόπο λειτουργίας ή τη δομή του συστήματος. Κοινό σημείο αυτών των περιπτώσεων είναι και η δεξιά ή ακροδεξιά πολλές φορές ιδεολογία, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν υπάρχουν και «αριστερές» ή τέλος πάντων αριστερόστροφες περιπτώσεις, με σαφέστατες διαφορές μεταξύ τους(στις οποίες δεν θα εστιάσουμε στο σημείωμα αυτό) όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, ο Σάντερς, ο Κόρμπιν ή οι Podemos. Έχει έτσι κι αλλιώς αποδειχθεί πως ακόμα και αυτές οι περιπτώσεις δεν ήθελαν-θέλουν να «ρίξουν το σύστημα» αλλά να εφαρμόσουν τις πολιτικές τους στον πολύ αυστηρό και στενό πλαίσιο του.

Χρήζει ανάλυσης το γιατί ο λαός στρέφεται προς τις αυτοαποκαλούμενες αντισυστημικές λύσεις και γιατί αυτές στην πλειονότητα τους είναι δεξιές-ακροδεξιές. Μέρος αυτής της ανάλυσης θα προσπαθήσουμε να πραγματοποιήσουμεπαρακάτω, αν και (το) σημαντικότερο είναι αυτή η ανάλυση να γίνει εντός της αριστεράς ή και πέραν του φάσματος της, πράγμα που ευτυχώς έχει αρχίσει να γίνεται.

Τα αουτσάιντερ (μπορούν και) κερδίζουν 

Η νίκη Τραμπ σπάει πολλά «πολιτικά ταμπού» γι’ αυτό το μπλοκ πολιτικών δυνάμεων, ενώ ταυτόχρονα ηχεί σαν (το τελευταίο;) καμπανάκι κινδύνου όχι μόνο για τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις αλλά και για τον κόσμο συνολικά. Ο Τραμπ προεκλογικά είχε καταφέρει να βγει εκτός πεπατημένης τόσο επικοινωνιακά όσο και επί της ουσίας, είχε δηλαδή ακολουθήσει και στους δύο αυτούς τομείς μια πρακτική έξω από κάθε στερεότυπο. Ήταν και είναι μια υποψηφιότητα-προσωπικότητα απομακρυσμένη από την πολιτική ορθότητα. Έτσι το μέχρι σήμερα (χτες) δεδομένο πως οι ακραίες, γραφικές και περιθωριακές φωνές-υποψηφιότητες δεν κερδίζουν κατέρρευσε με τον πιο εμφατικό τρόπο: στις πιο σημαντικές εκλογές παγκοσμίως.

Εφόσον κέρδισε ο Τραμπ  –και μάλιστα με «ανορθόδοξη» εκστρατεία– μπορούν όλοι. Όλοι σαν ή περίπου σαν αυτόν. Ο δρόμος είναι ανοιχτός και για άλλες τέτοιες νίκες.

Πέρα από τα κόμματα, μετά τα κόμματα...με τα κόμματα

 Παρά το γεγονός πως ζούμε σε μια εποχή ραγδαίων πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών αλλαγών, εκ των οποίων αρκετές είναι αλληλένδετες, υπάρχει ένας παράγοντας που παραμένει αναλλοίωτος, σχεδόν ανίκητος: τα κόμματα. Είτε γιατί ο ρόλος τους είναι συνταγματικά κατοχυρωμένος –και τους δίνει κατά την άποψη μας παραπάνω αξία και δύναμη απ’ ό,τι αξίζουν– όπως στην Ελλάδα, είτε γιατί χωρίς τη στήριξή τους δεν υπάρχει πιθανότητα να νικήσει κάποιος όπως στις ΗΠΑ, στις οποίες αν και οι υποψήφιοι για την προεδρία είναι πολυάριθμοι είναι δεδομένο πως ο νικητής θα προέρχεται από ένα εκ των δύο πανίσχυρων κομμάτων (Δημοκρατικοί-Ρεπουμπλικάνοι).

Ο Τραμπ πρωτοτύπησε και σε αυτόν τον τομέα, ήταν ένας ξένος μέσα στο κόμμα του. Για την ακρίβεια δεν ήταν καν κόμμα του, άλλωστε κατά το παρελθόν άλλαξε πολλές φορές κόμμα. Από την άλλη ούτε το κόμμα ένιωσε τον Τραμπ δικό του, κι αν τον ένιωσε το έκανε μόνον επειδή δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Είναι ενδεικτικό αυτής της σχέσης πως από τους πρώην προέδρους ή υποψήφιους προέδρους του Ρεπουμπλικανικού κόμματος μόνο ο Μακέιν παρείχε μια αμφιλεγόμενη και αντιφατική στήριξη προς τον Τραμπ, ενώ ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ δέχτηκε επιθέσεις από μέλη της οικογένειας Μπους,τον Ρόμνεϊ και πολλά ακόμη στελέχη του κόμματος. Αντίθετα, η Κλίντον είχε τη στήριξη τόσο του Ομπάμα όσο και του εσωκομματικού της αντιπάλου Σάντερς και συνολικά του Δημοκρατικού κόμματος.

Στην Ευρώπη ακόμα και σε περιπτώσεις δημιουργίας «κινημάτων»  όπως οι «Αγανακτισμένοι» σε Ελλάδα-Ισπανία παρατηρήθηκε το φαινόμενο είτε της ενίσχυσης (μέσω του καπελώματος-απορρόφησης) ήδη υπάρχοντων κομμάτων πχ ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ-ΧΑ, είτε της δημιουργίας νέων κομμάτων, τα οποία όμως γρήγορα εντάχθηκαν στο «συστημικό αντισυστημικό» πλαίσιο όπως οι Podemos. Η κομματική αντιπροσώπευση φαντάζει ως μονόδρομος στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες, γεγονός αρκετά προβληματικό κατά την άποψη μας. Δεν θα επεκταθούμε, όμως, περαιτέρω πάνω σε αυτό το ζήτημα σε αυτό το κείμενο.

Οι δημοσκοπήσεις πέθαναν

 Οι δημοσκοπήσεις διαχρονικά διαδραματίζουν έναν σημαντικό ρόλο στην πολιτική. Πέραν της αποτύπωσης των ρευμάτων εντός της κοινωνίας, της δημοφιλίας-αποδοχής κομμάτων ή προσώπων, μπορούν να χρησιμοποιηθούν και ως εργαλεία πίεσης για αλλαγές προσώπων, ρητορικής ή και στρατηγικής. Τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη μια αναντιστοιχία ανάμεσα στα ευρήματα των δημοσκοπήσεων και των εκλογικών αποτελεσμάτων. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τα δημοψηφίσματα σε Ελλάδα-Μ.Βρετανία καθώς και οι εκλογές στις εν λόγω χώρες.

Το ίδιο συνέβη –σχεδόν καθολικά– και στις ΗΠΑ. Η πλειονότητα των δημοσκοπήσεων έδειχνε πως η Κλίντον με τον έναν (άνετα) ή τον άλλο (οριακά) τρόπο θα κέρδιζε τις εκλογές. Πέσαν έξω ξανά, κι ο αστάθμητος παράγοντας ήταν ξανά ότι δεν μπόρεσαν να ανιχνεύσουν την επιρροή-δυναμική ενός ακόμα «ανατρεπτικού» πολιτικού. Με τα παραπάνω δεδομένα, η νίκη του Τραμπ φάνηκε εντελώς απρόσμενη. Ήταν όμως;

Ο λαϊκισμός όχι

Αν λάβει κάποιος υπ' όψιν του τις δημοσκοπήσεις, ναι. Από την άλλη, με δεδομένο πως στο πλέον καπιταλιστικά δομημένο κράτος επικράτησε η πλέον καπιταλιστική υποψηφιότητα, όχι. Ειδικότερα αν συνυπολογίσουμε πως ο (αρχι)καπιταλιστής Τραμπ μπόρεσε μέσω του λαϊκισμού –όπως γίνεται πάντοτε– να γοητεύσει μεγάλο αριθμό ανθρώπων. Ο Τραμπ δεν ήταν απλά και μόνο μια συστημική υποψηφιότητα, όπως ήδη είδαμε ήταν μια ξεχωριστή περίπτωση που κέντρισε αρχικά το ενδιαφέρον και έπειτα και την ψήφο του κόσμου (όχι της πλειοψηφίας πάντως)

Ο Τραμπ μπορεί να είναι –για το μεγαλύτερο μέρος των ανθρώπων παγκοσμίως– ρατσιστής, σεξιστής, φασίζουσα προσωπικότητα, ψεύτης ή ηλίθιος (ή όλα αυτά μαζί) όμως τα κύρια χαρακτηριστικά του, οι πυλώνες του είναι: α)ο καπιταλισμός: όχι μόνο ιδεολογικά-πολιτικά αλλά και πιο πέρα, βαθύτερα ως τρόπος ζωής(δεν χρειάζεται να επεκταθούμε περαιτέρω πάνω σε αυτό άλλωστε) και β)ο λαϊκισμός και πάλι ως τρόπος ζωής, με την έννοια πως ήταν λαϊκιστής και πριν κατεβεί για πρόεδρος, και φυσικά ως το κύριο πολιτευτικό του μέσο-εργαλείο.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το κυρίαρχο σύνθημα που χρησιμοποίησε: «Make America great again» (Ας κάνουμε την Αμερική σπουδαία ξανά), ένα σύνθημα κενό στην πραγματικότητα, το οποίο όμως μπορεί να ερμηνευθεί ποικιλοτρόπως (όπως και έγινε) μιας και κάθε υποκείμενο έχει διαφορετική αντίληψη για το τι είναι σπουδαίο.

Ο Τραμπ, όπως κάθε λαϊκιστής που σέβεται τον εαυτό του, κατέφυγε μέσω της συγκεκριμένης συνθηματολογίας (με διάφορες παραλλαγές φυσικά) στο βολικό καταφύγιο του συναισθηματισμού, αποφεύγοντας σχεδόν καθολικά και ταυτόχρονα μαεστρικά κάθε επαφή με τη λογική ή τα τεκμηριωμένα επιχειρήματα.

Το αίτημα/αίσθημα της αλλαγής (Change) προφανώς και υπήρχε στους πολίτες των ΗΠΑ πριν την υποψηφιότητα Τραμπ, αλλά θα πρέπει να αναγνωριστεί πως η ρητορική επιβολή του –μέσω της λαϊκιστικής οδού– τον οδήγησε στην επικράτηση. Οκτώ χρόνια μετά την αλλαγή που έφερε η εκλογή Ομπάμα (τότε εκτός της αλλαγής/change είχαμε και την χρήση της έννοιας ελπίδα/hope), οι ΗΠΑ αποφάσισαν πως θέλουν να αλλάξουν και πάλι, κι αυτό έκαναν ή πίστεψαν πως κάνουν.

Ο λαϊκισμός δεν εφευρέθηκε από τον Τραμπ, αποτελεί ένα διαχρονικό και παγκοσμιοποιημένο φαινόμενο.Σήμερα, μαζί με τον καπιταλισμό αποτελούν το δομικό δίδυμο των «συστημικών αντισυστημικών», ανεξαρτήτως αν ο φορέας ονομάζεται Λεπέν, Καρατζαφέρης, Καμμένος κτλ.

Το φάσμα του 2017

Το 2016 χαρακτηρίστηκε μια από τις σημαντικότερες χρονιές της δεκαετίας που διανύουμε  – και όχι άδικα. Εντός του 2016 σημειώθηκαν μεγάλες αλλαγές σε παγκόσμια κλίμακα και πραγματοποιήθηκαν αρκετά γεγονότα των οποίων τα αποτελέσματα δεν έχουμε δει-βιώσει ακόμα (Brexit, εκλογή Τραμπ–αναλαμβάνει με το νέο έτος άλλωστε–, δημοψήφισμα στην Ιταλία, εκλογές στην Αυστρία είναι μερικά από αυτά). Είναι φανερό πως γεγονότα όπως τα παραπάνω θα επηρεάσουν σχεδόν καθολικά τον παγκόσμιο πληθυσμό. Αν συνυπολογίσουμε-αθροίσουμε σε αυτά και τα γεγονότα που θα πραγματοποιηθούν το 2017, όπως παραδείγματος χάρη οι επικείμενες εκλογές σε Γερμανία-Γαλλία (σοβαρή πιθανότητα εκλογών υπάρχει και σε Ισπανία-Ιταλία-Μ. Βρετανία, ενώ παράλληλα δεν μπορεί να αποκλεισθούν και οι εκλογές στην Ελλάδα),το Κυπριακό, τις νέες σχέσεις Ε.Ε-Μ.Βρετανίας, το διαφαινόμενο «ναυάγιο» σε συμφωνίες όπως η TTIP, το Συριακό και κατ’ επέκταση το προσφυγικό-μεταναστευτικό ζήτημα και ούτω καθεξής,εύκολα εξάγουμε το συμπέρασμα πως μπαίνουμε σε μια κρίσιμη περίοδο για τον πλανήτη.

Σε μια μεταιχμιακή κατάσταση όπως αυτή, ο ισχυρότερος άνθρωπος του πλανήτη επιλέχθηκε να είναι ο Τραμπ, εξέλιξη σχεδόν τρομακτική για πολλούς. Όμως πριν τρομάξουμε όλοι μαζί, αξίζει να σημειωθεί πως ο Τραμπ δεν πρόκειται να κάνει όσα υποσχέθηκε, πρώτον γιατί στην τελική είναι και αυτός πολιτικός –και δη συστημικός– και κατά συνέπεια θα αναιρέσει προεκλογικές δεσμεύσεις του ή θα κάνει και τα ακριβώς αντίθετα και δεύτερον γιατί οι ΗΠΑ έχουν τέτοιες συστημικές δομές που φαντάζει απίθανο να αφήσουν τον Τραμπ ανεξέλεγκτο. Τα παραπάνω σε καμία περίπτωση δεν πρέπει –και δεν μπορούν άλλωστε– να λειτουργήσουν εντελώς καθησυχαστικά για την παγκόσμια κοινωνία.

Η εκλογή Τραμπ είναι μια κακή εξέλιξη-προοπτική συνολικά για τον πλανήτη, το αν θα είναι τόσο κακή όσο πιστεύουν αρκετοί στοχαστές, πολιτικοί, δημοσιογράφοι και αναλυτές μένει να μας το φανερώσει το 2017.

Σχετικά με τον αρθρογράφο

Θανάσης Δημάκας