Βιβλίο

Ε. Τ. Α. Hoffmann – Τα Νυχτερινά, εκδόσεις Σμίλη

Η πρώτη έκδοση των Νυχτερινών (Nachtstücke) έγινε το 1817, δηλαδή διακόσια χρόνια πριν το 2017. Διακόσια χρόνια, και η θεματολογία του Ρομαντικού κινήματος φαίνεται σαν να μην έχασε καμία από τις ζωτικές δυνάμεις της μέσα στον χρόνο. Ίσα-ίσα, σαν να δυνάμωσε κάπως αυτή η φλόγα για τις σκοτεινές ιστορίες, για τις ανεξήγητες μεταφυσικές μορφές.

Στον Ρομαντισμό, οι ιστορίες δεν λέγονται για να τέρψουν και να ευχαριστήσουν. Στον Ρομαντισμό, οι ιστορίες υπάρχουν για να βγάλουν στην επιφάνεια τον βαθύτερο φόβο, το αρχέγονο συναίσθημα της ανεξήγητης απειλής. Όλο αυτό το σκοτάδι, όλο αυτό το τρομακτικό παιχνίδι με τις σκιές και τους μυστηριώδεις χαρακτήρες, έχει έναν σκοπό. Και αυτός είναι: Η αποκάλυψη της φύσης του ανθρώπου. Η αποδοχή της ευάλωτης και ατελούς ύπαρξής του. Το ότι αποδεικνύεται πως ο άνθρωπος, για να αντέξει τη ζωή του, θωρακίζεται με μύθους και θρύλους και ιστορίες που φτάνουν πολύ πίσω στον χρόνο, στις πρώτες εικόνες της παιδικής του ηλικίας. Σε εκείνη τη φάση της ζωής του που όλα είναι μεγάλα σε σχέση με αυτόν, που το τραπέζι είναι διπλάσιο και η ντουλάπα ένας χώρος τεράτων, και το δάσος γεμάτο ξωτικά και αλλόκοτα πλάσματα που μένουν κάτω από τη γη συνέχεια, από πάντα. Σε εκείνη την ηλικία που αποκτούμε συνείδηση της αδυναμίας μας και θέλουμε να πιαστούμε από δοξασίες και σιγουριές ή, που, τουλάχιστον, θέλουμε να εξορκίσουμε το κακό με το να το διηγηθούμε και να περάσει στα αυτιά και στις σκέψεις τρίτων.

Κατά βάθος, όλοι οι Ρομαντικοί πιστεύω πως έκρυβαν μέσα τους τις περιπέτειες ενός παιδιού που αντιμετωπίζει τον απειλητικό κόσμο των μεγάλων. Όλα αυτά τα γοτθικά κάστρα και οι μεγάλες αψίδες, τα σκοτεινά σχέδια και οι ανεξήγητες πλοκές μας κάνουν να φοβόμαστε το μέγεθος αυτού που έρχεται καταπάνω μας, σαν να είναι μια απειλή έτοιμη να ζωντανέψει μέσα απ’ τις σελίδες.

Ο Hoffmann νομίζω πως με αυτό το δίτομο έργο του, καθιερώθηκε έντονα στη συνείδηση του καιρού του ως πυλώνας έκφρασης του νέου ρεύματος, τότε, του Ρομαντισμού. Ύστερα από πέντε χρόνια, το 1822, πέθανε στα 46 του.

Ο Ζάντμαν είναι μια πραγματικά τρομακτική ιστορία που ξυπνάει εφιάλτες. Είναι δύσκολο να πει κανείς τι είναι αλήθεια και τι είναι ψέμα για τον αφηγητή σε αυτή την ιστορία με την αλχημιστική περιέργεια και τον διάβολο. Όλα είναι ανακατεμένα στο καυτό τσουκάλι της μαγείας, της επιστήμης και του τρόμου.

Ο Ίγκνατς Ντέννερ, η δεύτερη ιστορία, είναι μία συγγενική με την πρώτη διήγηση, αλλά εδώ υπάρχει πολύ μεγαλύτερη έκταση, σχεδόν διπλάσια. Το θέμα γίνεται ακόμα πιο βαρύ, καθώς το καλό και το κακό, τα φαινόμενα και η αλήθεια μάχονται σε υπόγειο επίπεδο, μεταφυσικό θα έλεγε κανείς, και όλη αυτή η μάχη καταδεικνύει τους πρωταγωνιστές, αλλά και γενικότερα το ανθρώπινο είδος τόσο μικρό και ανυπεράσπιστο σε σχέση με τον κόσμο της μαγείας και του Κακού.

Τα Πρωτοτόκια, η έκτη ιστορία, είναι μεγάλη και καθαρά γοτθική, επιβλητική, βαριά σαν σιδερένια σκουριασμένη πόρτα μεσαιωνικού κάστρου. Η ψυχή μετά τον θάνατο· τα φαντάσματα που μπορεί να κυκλοφορούν στους διαδρόμους, αλλά και στην ψυχή εκείνων που έχουν τύψεις· ένας απαγορευμένος έρωτας σε ένα επιβλητικά απομονωμένο μέρος: αυτά είναι τα κύρια στοιχεία μιας πλοκής που γυρίζει σέρνοντας τα βήματά της από δω κι από κει, ανατριχιαστικά μέσα στο σκοτάδι.

Ο Ιερός όρκος, η έβδομη, είναι μυστήρια μέχρι το τέλος, σύντομη, και ακόμα, όλα μοιάζουν πιο σκοτεινά, πιο θλιβερά όσο προχωράνε. Τελικά, το πάθος ξεγελάει την αγάπη, και η μανία της συνάντησης και της επαφής θολώνει τις κρίσεις και την πραγματικότητα.

Αυτή η έκδοση των Νυχτερινών (589 σελίδες), που περιλαμβάνει και τις οκτώ νουβέλες των αρχικών δύο τόμων, στη σειρά των κλασικών λογοτεχνικών της Σμίλης, είναι εφάμιλλη όλων των άλλων των συγγενικών της (των Απάντων της Τζέην Ώστεν, των έργων του Όσκαρ Ουάιλντ κ.ά.). Η φροντίδα είναι μοναδική, και η προσοχή στην μετάφραση τόσο όμορφη, καλλιτεχνική, που σίγουρα είναι ένα απ’ τα πιο περιποιημένα βιβλία που έχω διαβάσει, χάρη στην μετάφραση των Γιάννη Καλιφατίδη και Ηλιάνας Αγγελή. Ο Ε. Τ. Α. Hoffmann και ο Ρομαντισμός σε όλη τους την αξία.

«[...] Σε ολόκληρη τη γύρω περιοχή δεν υπήρχε ούτε ένα ανθρώπινο πλάσμα ούτε μια παρήγορη ψυχή· μονάχα ο άνεμος ούρλιαζε μοιρολογώντας γοερά ανάμεσα στα σκυθρωπά έλατα, ενώ οι μολοσσοί θρηνολογούσαν γύρω από τον δύστυχο αφέντη τους, βουτηγμένοι θαρρείς σε απαρηγόρητη θλίψη. Ξάφνου ο Άντρες άκουσε έξω από το σπίτι θόρυβο, σαν ανθρώπινα βήματα. Για μια στιγμή νόμισε πως ο υπηρέτης του είχε επιστρέψει, παρόλο που δεν τον περίμενε πριν από το σούρουπο. Τα σκυλιά πετάχτηκαν έξω γαβγίζοντας αγριεμένα[...]» Ίγκνατς Ντέννερ

«[...] Στα αυτιά μας έφτανε το σπαρακτικό ουρλιαχτό του θαλασσινού ανέμου, ενώ τα σκοτεινά πεύκα συνόδευαν υπόκωφα το κλάμα του με τα βογκητά και τους θρήνους τους, λες και είχαν μόλις ξυπνήσει από βαθύ, μαγεμένο ύπνο. Λίγο αργότερα είδαμε τα γυμνά, μαύρα τείχη του κάστρου να ορθώνονται μέσα από το χιονισμένο έδαφος. Σταματήσαμε μπροστά στην αμπαρωμένη καστρόπορτα. Μα ούτε οι φωνές και οι καμτσικιές ούτε οι επίμονοι χτύποι μας στην πύλη έφεραν αποτέλεσμα, λες και τα πάντα ήταν νεκρά – ούτε ένα φως στα παράθυρα. Ξάφνου, ο γέρος βάλθηκε να βροντοφωνάζει με όλη του τη δύναμη: […]» Τα Πρωτοτόκια

Σχετικά με τον αρθρογράφο

Π.Βρεττάκος