Ανάλυση

Μπροστά στις εκλογές

φωτογραφία: Αγγελική Παναγιώτου-scopic.photo

Τι μπορεί να πει αυτές τις μέρες ένας άνθρωπος που είναι υπέρ της δημοκρατίας, αλλά κατά του κοινοβουλευτικού συστήματος, επειδή δεν το θεωρεί δημοκρατικό;

Δημοκρατία σημαίνει ένα πολύ συγκεκριμένο πράγμα: την εξουσία του λαού, δηλαδή τη δυνατότητα των γυναικών και των ανδρών μιας πολιτικής κοινότητας να αποφασίζουν οι ίδιοι για τα σημαντικά ζητήματα της συλλογικής ζωής και να θέτουν οι ίδιοι τους νόμους αυτής της κοινότητας. Σύμφωνα με αυτά, το επίθετο καθίσταται ίσως περιττό, αλλά ας το ξεκαθαρίσουμε: δημοκρατία είναι μόνο η άμεση δημοκρατία. Πώς λοιπόν μπορούμε να αποκαλούμε δημοκρατικό ένα σύστημα στο οποίο οι σημαντικές αποφάσεις λαμβάνονται πίσω από κλειστές πόρτες· στο οποίο η σχέση των περισσότερων "πολιτών" με την πολιτική εξαντλείται στο να δίνουν κάθε τέσσερα χρόνια λευκή επιταγή σε κάποιους άλλους για να παίρνουν όλες τις αποφάσεις στη θέση τους· στο οποίο, όπως πολύ όμορφα λέει ο Cohen, οι πλούσιοι έχουν τα κανάλια τους στις κρεβατοκάμαρες των φτωχών;

Αυτές τις μέρες, λοιπόν, εν όψει του ενδεχομένου μιας κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, παρουσιάζονται σε έναν άνθρωπο που σκέφτεται έτσι δύο περίπου επιλογές: η μία είναι να πει ότι δεν θέλει να έχει καμία σχέση με τον κοινοβουλευτισμό, να πει το περίφημο "όχι στο όνομά μου", όπως ο Θορώ στο Resistement to Civil Government (στα ελληνικά έχει μεταφραστεί υπό τον τίτλο Πολιτική Ανυπακοή"). Η άλλη είναι να θεωρήσει πως το γεγονός ότι τα όνειρά του για μια άλλη κοινωνία, ριζικά διαφορετική από τη σημερινή, δεν πρόκειται να πραγματοποιηθούν αύριο ή μεθαύριο -και ούτως ή άλλως δεν επρόκειτο ποτέ να πραγματοποιηθούν μέσω της εκλογής μιας κυβέρνησης- δεν πρέπει να μας εμποδίσει από το να εκμεταλλευτούμε τις ευκαιρίες που υπάρχουν για μια προσωρινή έστω βελτίωση της πολιτικής και κοινωνικής κατάστασης. Σκοπεύω σε αυτό το κείμενο να επιχειρηματολογήσω υπέρ της δεύτερης στάσης, χωρίς φυσικά να τη θεωρώ αποδείξιμη ή οπωσδήποτε σωστή, ούτε τη μοναδική αλήθεια για το ζήτημα. Είναι απλώς μια επιλογή, αλλά όχι της λογικής "γούστο μου καπέλο μου", μια επιλογή η οποία μπορεί σε ένα βαθμό να υποστηριχτεί λογικά.
Πρώτα πρώτα, μόνο άσχετη δεν είναι με αυτήν την επιλογή η σημερινή κατάσταση, η δεδομένη χρονική στιγμή, η εμπειρία μας των τελευταίων χρόνων. Αν τώρα τελείωνε η θητεία μιας κυβέρνησης απλώς κεντρώας ή κεντροδεξιάς, μια κυβέρνησης του Ποταμιού λόγου χάρη, το πιθανότερο είναι ότι προσωπικά θα διάλεγα την αποχή από τις εκλογές. Σε λίγες όμως μέρες έρχεται το τέλος της κυβέρνησης του Σαμαρά, της κυβέρνησης που πήρε βραβείο στους βασανισμούς κρατουμένων, που έχτισε στρατόπεδα συγκέντρωσης για να κλείσει τους μετανάστες, που καλλιέργησε τις ούτως ή άλλως υπάρχουσες σχέσεις με την ακροδεξιά, μιας κυβέρνησης της οποίας πρωτοκλασάτα στελέχη ήταν ο Γεωργιάδης και ο Βορίδης και δεξιά, ή μάλλον ακροδεξιά, χέρια του πρωθυπουργού οι Κρανιδιώτης και Μπαλτάκος. Και δυστυχώς υπάρχουν τόσα άλλα, όπως λόγου χάρη η μεσαιωνική καταδίκη του Γέροντα Παστίτσιου, η δήλωση του υπουργού δικαιοσύνης ότι όσο κατέχει αυτός τη θέση οι ομοφυλόφιλοι δεν πρόκειται να παντρευτούν και οι σκανδαλώδεις αθωώσεις σχεδόν όλων των υπόδικων αστυνομικών σε υποθέσεις αστυνομικής βίας, που δεν μπορεί να τα απαριθμήσει κανείς. Είναι λοιπόν φυσικό να θέλει κανείς να φύγουν οπωσδήποτε αυτοί οι άνθρωποι από την εξουσία.
Ποιο είναι το αντίπαλον δέος; Ο ΣΥΡΙΖΑ, με τα αναρίθμητα προβλήματά του, και τα κάποια καλά του. Τα προβλήματα: η ύπαρξη ασόβαρων ανθρώπων όπως ο Μιχελογιαννάκης, η εισροή στελεχών από τα κόμματα της διαφθοράς, ο λαϊκισμός, η πλήρης - δίχως σταγόνα κριτικής- σύμπλευση με τα σάπια κομμάτια του συνδικαλισμού, οι αστείες φαντασιώσεις ορισμένων (ευτυχώς όχι αυτών που επικρατούν εσωκομματικά) ότι μέσω του κοινοβουλευτισμού θα φέρουν την επανάσταση, η αναπόφευκτη κομματική γραφειοκρατία (κι ας θυμηθούμε εδώ τον σιδερένιο νόμο της ολιγαρχίας του Michels, μαθητή του Max Weber) . Εν ολίγοις, η μέχρι ενός προχωρημένου σημείου ταύτιση με το παλιό. Κι είναι να αναρωτιέται κανείς πώς είναι δυνατόν να επιτευχθεί η περίφημη "διαλεκτική αριστερής κυβέρνησης και κοινωνίας", που τάχα θα διαπλάσει τις συνειδήσεις προς προοδευτικότερες κατευθύνσεις, όταν πολλοί ψηφοφόροι επιθυμούν απλώς την επιστροφή στην εποχή των παχιών αγελάδων και ο ΣΥΡΙΖΑ προμοτάρει αυτές τις επιθυμίες.
Υπό αυτές τις συνθήκες, νομίζω ότι ένας άνθρωπος που δεν πιστεύει στα κόμματα μπορεί στις συγκεκριμένες εκλογές να ψηφίσει τον ΣΥΡΙΖΑ με βάση δύο σκέψεις, από τις οποίες σημαντικότερη είναι η δεύτερη:
1)Το ότι το ζήτημα των εκλογών τίθεται με στενά οικονομικούς όρους, το γεγονός ότι στην κυριακάτικη Καθημερινή οι αρχηγοί των κομμάτων τοποθετήθηκαν με σύντομες παρεμβάσεις που αφορούσαν αποκλειστικά την οικονομία, το ότι το πολιτικό διακύβευμα εξαντλείται στο "πώς θα αντιδράσουν οι αγορές", δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί σύμπτωμα της εποχής μας, μιας εποχής που έχει αναγάγει την οικονομία από μέσο της ανθρώπινης ζωής σε αυτοσκοπό. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ξεφεύγει από αυτό το μοτίβο, ούτε όμως μπορεί και να ξεφύγει μόνος του. Αυτό είναι ένα θέμα που απαιτεί τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση σε ευρωπαϊκό αν όχι και παγκόσμιο επίπεδο, την αλλαγή του φαντασιακού, την επανιεράρχηση των στόχων των ανθρώπινων κοινωνιών. Εν προκειμένω, αυτό που μπορεί να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι στο μεν εσωτερικό να προχωρήσει σε μια προοδευτική φορολόγηση των εισοδημάτων, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη σύγκρουση με το μεγάλο κεφάλαιο και τη φοροδιαφυγή, στην ανακούφιση των φτωχοποιημένων ανθρώπων και στην επανόρθωση των πληχθέντων τομέων της παιδείας και της υγείας, στο δε εξωτερικό να προσπαθήσει να προκαλέσει μια στροφή στο ευρωπαϊκό φαντασιακό, να πιέσει για μια Ευρώπη που ξεφεύγει από την αναγωγή της πολιτικής σε οικονομικό ζήτημα.
2) Το γεγονός ότι όλοι μιλάνε μόνο για την οικονομία, αμελώντας τις κοινωνικές διαστάσεις του θέματος, δεν θα πρέπει να μας παραπλανήσει: η προάσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, η καταπολέμηση της αστυνομικής βίας μέσω της παραδειγματικής τιμωρίας των ενόχων (αστυνομικών και δικαστών), η αλλαγή της αντιμετώπισης του κράτους απέναντι στους μετανάστες και τους κρατούμενους είναι κάτι που ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί και πρέπει να κάνει. Και η κριτική απέναντί του σε περίπτωση που δεν το κάνει, θα πρέπει να είναι πολύ αυστηρότερη, γιατί εδώ δεν τίθεται ζήτημα επιπλοκών ή εμποδίων που τίθενται από τα έξω: είναι ξεκάθαρα ένα θέμα πολιτικής βούλησης.
Ας προχωρήσουμε λοιπόν σε μια τελική παρατήρηση: οι άνθρωποι που αγωνίζονται για το ριζικό μετασχηματισμό της κοινωνίας, οφείλουν να γνωρίζουν ποια είναι τα όρια του κοινοβουλευτισμού και να μην περιμένουν από αυτόν παραπάνω από αυτά που μπορεί εξ ορισμού να δώσει. Οι κραυγές που καταγγέλουν τον Αλέξη Τσίπρα για τη συνάντησή του με την πολιτική αφρόκρεμα της Αμερικής ή με τον πρόεδρο του ΣΕΒ μόνο γέλιο μπορούν να προκαλέσουν, ιδίως όταν προέρχονται από άτομα που εντάσσονται στον ΣΥΡΙΖΑ, γιατί φανερώνουν ότι οι εκφραστές τους δεν ξέρουν πού πατούν και πού βρίσκονται.
Όσοι επιθυμούν την άμεση δημοκρατία, γνωρίζουν ότι αυτή μπορεί να έρθει μόνο μέσα από τη συμμετοχή στα αυτοδιαχειριζόμενα εγχειρήματα, στα κινήματα, στις πρωτοβουλίες των ανθρώπων που αποφασίζουν, κόντρα στους φερόμενους ως επαϊοντες της πολιτικής, να πάρουν τη ζωή τους στα χέρια τους, να αυτοθεσμιστούν ρητά, να γίνουν πολίτες με τη βαθειά σημασία του όρου. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι απαγορεύεται να προσπαθήσουν μέσω της ψήφου να διώξουν μια ακροδεξιά κυβέρνηση.
Είναι γνωστό ότι ο Ρουσσώ, ασκώντας κριτική ακριβώς στο αντιπροσωπευτικό σύστημα της Αγγλίας, είχε πει πως οι Άγγλοι νομίζουν ότι είναι ελεύθεροι, στην πραγματικότητα όμως είναι ελεύθεροι μόνο μια φορά κάθε πέντε χρόνια, όταν δηλαδή ψηφίζουν. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι δεν μπορείς να αποκαλέσεις ελευθερία τη δυνατότητα να διαλέξεις ανάμεσα σε προεπιλεγμένες λύσεις που εμφανίζονται εκβιαστικά με τη μορφή "είτε-είτε". Εν πάση περιπτώσει, κρατώντας ελάχιστο καλάθι, αναμένοντας πως θα απογοητευτούμε σε μικρό ή μεγάλο βαθμό, έχοντας επίγνωση ότι η ριζική αλλαγή της κοινωνίας μπορεί να είναι έργο μόνο συλλογικό, "από τα κάτω" κι όχι ανατιθέμενο στους επαγγελματίες πολιτικούς, νομίζω πως μπορούμε να ψηφίσουμε σε αυτές τις εκλογές.
Η φωτογραφία είναι της Αγγελικής Παναγιώτου ("Leaflets and chairs left over after the speech by former PM George Papandreou at the pre-election rally in Athens, on January 21, 2015")

Σχετικά με τον αρθρογράφο

Γιάννης Κτενάς