Ανάλυση

Για τον τάφο της Αμφίπολης

Τις τελευταίες μέρες μαθαίνουμε συνεχώς νέα για την Αμφίπολη στις Σέρρες και την εξέλιξη των ανασκαφών στον τύμβο που έχει ανακαλυφθεί εκεί. Τα ευρήματα κάνουν λόγο για τον μεγαλύτερο τάφο που έχει βρεθεί στην Ελλάδα ενώ έχει διημιουργηθεί και ένα σενάριο ότι ανήκει στον ίδιο τον Μ. Αλέξανδρο1. Οι αρχαιολόγοι τονίζουν πως σε λιγότερο από είκοσι μέρες θα έχουν φτάσει στο επίπεδο του δαπέδου και θα ξέρουν αν ο τάφος έχει συληθεί. Η ερώτηση που προκύπτει είναι η εξής: Τί παραπάνω μπορεί να σημαίνει αυτή η ανακάλυψη πέραν της επιστημονικής και αρχαιολογικής της αξίας;

Το φάντασμα του Ελληνισμού
Ξεκινώντας, για να καταλήξουμε κάπου, το πρώτο ζητούμενο είναι να σκεφτούμε την χροιά της «ελληνικότητας» στο σήμερα και πως αυτή εντοπίζεται. Καθετί πλέον που συνοδεύεται από τον προσδιορισμό «ελληνικός» σηματοδοτείται από μια έντονη κτητικότητα, μια εργαλειακή χρήση και μια φαντασματικότητα.

Κτητικότητα, διότι ο Ελληνισμός συμπυκνώνει γύρω του μια τεράστια γκάμα στοιχείων που κληρονόμοι του έχουν αυτό-προσδιοριστεί πρώτα από όλα οι σύγχρονοι Έλληνες και μετά η υπόλοιπη Ευρώπη. Συγκροτείται εδώ μια αυστηρή, μια κλειστή παράδοση της κληρονομιάς που δεν αφήνει σχεδόν κανένα «ξένο» ως προς αυτήν να την προσεγγίσει, να την ερμηνεύσει και να την διαπραγματευτεί. Μιλάμε, ειδικά στην Ελλάδα, για ένα σύνολο ιδεών σκεπασμένο με το πέπλο του ανεξερεύνητου, του αποδεχτού έτσι ακριβώς όπως είναι, που μέσα από την τυφλή διδασκαλία του διατηρεί μια υπέρ-ιστορική ανωτερότητα έναντι όλων των άλλων.

Εργαλειακή χρήση, γιατί ο Ελληνισμός σήμερα συναντάται ως ένα πεδίο σχεδόν απαράβατων ρυθμιστικών πειθαρχήσεων, ζωτικών αληθειών και φαντασιακών νόμων, συναντάται ως το ουσιώδες νόημα της κατασκευής του ελληνικού έθνους. Όποιος/-α δεν ενσαρκώνεται στα πλαίσια του στιγματίζεται με τον προσδιορισμό «ανθέλληνας», δηλαδή προδοτικός/-ή, αντικοινωνικός/-ή και υποψήφιο τρωτό θύμα της κρατικής βίας και των πάσης φύσεως εγκλεισμών. Αναδύεται έτσι μια διάσταση του υπ-ανθρώπου, του δακτυλοδεικτούμενου και του περιθωριακού σε σχέση με το υπόλοιπο πολιτικό σώμα. Ως παραδείγματα, όχι από τα πιο χτυπητά, αλλά ιδιαίτερως διαφωτιστικά στο πως ξεδιπλώνεται αυτό το κατασκεύασμα, αξίζει να σκεφτούμε:
α) την φοβία της ελληνικής υπογεννητικότητας την δεκαετία του ’90 και την τεχνολογία της γυναίκας που πρέπει να τεκνοποιήσει για να ολοκληρωθεί. Ποιος μπορεί να αρνηθεί ότι όλη αυτή η εφεύρεση δεν εγγράφεται στα πλαίσια της αντιμετώπισης ενός εθνικού μέλλοντος σε κίνδυνο και ενός προτάγματος περί ετεροφυλόφιλης, πατριώτισσας και περήφανης μάνας;
β) το επίθετο «άπλυτος», ο μη-καθαρός, που χρησιμοποιείται από τους πιο βάναυσους φορείς της σημερινής Ελληνικότητας για τους διαφωνούντες, και
γ) το άγχος για την σεξουαλικότητα του Μ. Αλεξάνδρου, μιας και τον αναφέρουμε παραπάνω. Ένας ομοφυλόφιλος δε μπορεί να χωρέσει ως σημείο αναφοράς στην «ομαλή» ιστορία του «κανονικού» ελληνικού έθνους.

Τέλος, φαντασματικότητα, διότι το «ελληνικό πνεύμα» διατηρεί την ικανότητα του, όσο μεγάλη και αν είναι ή δεν είναι όντως η σημασία του, να επανέρχεται διαρκώς στην εξέλιξη της σκέψης και να ζητάει δικαιώματα. Να αξιώνει τον ρόλο του πατέρα κάθε καινούργιας προσπάθειας, να από-υλικοποιείται και να επιστρέφει συνεχώς ως φάντασμα, ως στοιχειό. Τι άραγε μπορούμε να θυμηθούμε που να έχει αφήσει στην ησυχία του μέσα στους αιώνες;

Κάπου εδώ λοιπόν, συνεχίζοντας σε αυτήν την τρόπον τινά εισαγωγή, χρειάζεται να σκεφτούμε και πως όλα αυτά σε συνδυασμό με την γεωπολιτική σημασία της Ελλάδας χρησιμοποιήθηκαν και ενσωματώθηκαν στο διαχρονικό δίπολο πολιτισμένη Δύση-βάρβαρος υπόλοιπος κόσμος.

Η Ελλάδα και η Δύση
Το ελληνικό κράτος παρατηρούμε ότι λόγω της θέσης του αντιπροσωπεύει ένα σύνορο-φρούριο της «κοσμικότητας» της Δύσης, μιας έννοιας βαθειά προβληματικής. Είναι ουσιαστικά το τελευταίο ανάχωμα της συγκρότησης μιας βιοπολιτικής αίσθησης του «ανήκειν» σε έναν υποτίθεται οργανωμένο, χριστιανικό και ανθρώπινο κόσμο. Κοιτάζοντας τον χάρτη με επίκεντρο την Ελλάδα, πάντα στα πλαίσια αυτής της κυρίαρχης αφήγησης, στο δεξί μας χέρι βρίσκονται οι Μουσουλμάνοι που αναπαριστούν την μη-ανεκτικότητα και τον φανατισμό, ακριβώς από πάνω οι βαλκανικοί λαοί που ταυτίζονται με το «100 χρόνια πίσω» και από κάτω οι «μη-άνθρωποι» αφρικανοί. Προεκτείνοντας ακόμα παραπέρα την ματιά μας, συναντάμε τους «Εβραιομασώνους» που θέλουν να εξολοθρεύσουν τον πλανήτη, τους «παράξενους» κατοίκους της Άπω Ανατολής και –σε πιο light βαθμό- τους καουμπόηδες «φονιάδες των λαών», τους Αμερικάνους. Το ερώτημα δεν έφτασε ποτέ στο βάθος του –δηλαδή το γιατί ένα τόσο μεγάλο πλήθος υποκειμένων, απομακρυσμένα απλώς ως προς τις «οντολογικές βεβαιότητες» του δυτικού κόσμου, αποτελεί εν τέλει τον φανταστικό εχθρό προ των πυλών- ακριβώς επειδή το ηγεμονικό ιδεώδες της Δύσης ενσωματώνεται τελετουργικά μέσα στο χρόνο παίρνοντας τη μορφή μιας πεζής κοινοτοπίας2. Με άλλα λόγια, η Δύση «έχτισε» όποια διαφορετικότητα συνάντησε στο δρόμο της ως μια ανεστραμμένη εικόνα της, εγκολπώνοντάς την σε ένα δίπολο αποδεκτού ή «παράνομου», ασφαλούς ή επικίνδυνου.

Έχουμε λοιπόν έναν χώρο, τον δυτικό, που οριοθετεί διαρκώς τί μπορεί να νοηθεί, να ειπωθεί και να βιωθεί μέσω μιας ποιητικής περί οικείων και ξένων σωμάτων. Έναν χώρο που φροντίζει να καθορίσει πρώτα απ΄ όλα τα «μη» του, τις άκρες του, τί ενοικεί και δεν ενοικεί σε αυτόν, καθώς και να οργανώσει ό,τι νόρμες προκύπτουν από αυτή την λογική του «αδυνάτου της επιλογής» και της περιχαράκωσης που τον διέπουν. Πατώντας πάντα στο κουφάρι των πολιτισμικών κεκτημένων του (με απαρχή του τον Ελληνισμό και κορυφαία στιγμή του ίσως τον Διαφωτισμό) καθόρισε το τι είναι ο άνθρωπος (λευκός, ετεροκανονικός κ.ο.κ.) και που μπορεί να κινηθεί, χωρίς όμως ποτέ να ρωτήσει και να συνδιαμορφώσει με κανέναν. Για να ακριβολογούμε όχι απλώς δε ρώτησε και δε μπήκε σε διαδικασία ανταλλαγής απόψεων με τις μειονότητες στο εσωτερικό του και με τις διάφορες κουλτούρες στο εξωτερικό του, αλλά μάλιστα προσπάθησε να επιβάλλει την ορθοδοξία του σε όλους τους υπόλοιπους.

Τελικά καταλήγουμε στο πώς η Δύση επένδυσε φαντασιακά μερικά από  τα πιο ειδεχθή εγκλήματα της με σκοπό να ξεχαστούν: από τις Σταυροφορίες και τον αφανισμό των γηγενών της Αμερικής μέχρι τον βίαιο αποικισμό της Αφρικής, της Ασίας και φυσικά το Ολοκαύτωμα, όλα δικαιολογούνται στο όνομα του αναγκαίου κακού, στο όνομα του πολιτισμού της που πρέπει να διαδοθεί ως ο σπουδαιότερος ή καλύτερα ως ο μοναδικός και ο αληθινός. Και ποιος είναι, μετά από όλα αυτά, ιστορικά ο πρώτος πάνω στον οποίον πάτησε και διάλεξε να αντιγράψει στον «ιερό» επεκτατισμό της; Ποιος είναι ο πρώτος διδάξας τέτοιου είδους επιχειρήσεων; Η απάντηση είναι ο Μ. Αλέξανδρος.

                                                      

Η πραγματική σημασία της ανακάλυψης του τάφου
Αναρωτιέμαι αν όλοι αυτοί που πανηγυρίζουν χωρίς τις παραμικρές επιφυλάξεις, ακόμα και για την υποθετική ανακάλυψη του τάφου του ίδιου του Μ. Αλεξάνδρου, έχουν σκεφτεί πόσο εγκληματική ίσως τελικά είναι η ιστορία του «κόσμου μας» ή αν απλά(;) αφελώς πιστεύουν πως η συγκεκριμένη ανακάλυψη δε θα χρωματιστεί προς την κατεύθυνση που σκιαγραφείται παραπάνω, ότι θα παραμείνει δηλαδή ουδέτερη. Άραγε δε νοιάζονται για το ότι θα ξανακούσουμε περισσότερο από ποτέ στα σχολεία για «μεγαλοπρεπείς στρατηλάτες που δίδαξαν ήθος»; Η ίδια η επίσκεψη ενός ακροδεξιού πρωθυπουργού πάντως στο σημείο του τάφου μας προετοιμάζει για τα χειρότερα.

«Κάθε κράτος», υποστήριζε ο Χέγκελ, «φέρει μέσα του τις ουσιώδεις στιγμές της ύπαρξης του». Τί μπορεί λοιπόν να αλλάξει για το ελληνικό κράτος μετά από αυτή την ανακάλυψη;

1. Πρώτα από όλα η ίδια η (ήδη μεγάλη) ιδέα για τον εαυτό του. Ο τάφος αυτός, προσφέρει τα πιο χειροπιαστά στοιχεία για να εδραιωθεί για άλλη μια φορά η ιδέα της ανωτερότητας και της κυριαρχίας της Ελλάδας και μετέπειτα εν γένει της Δύσης, καθώς και να εορτασθεί με κορώνες και παροξυσμούς. Όλη αυτή η παραφιλολογία ότι ανήκει στον Μ. Αλέξανδρο είναι προϊόν ακριβώς αυτής της προδιάθεσης.
2. Η ανακάλυψη από μόνη της κινδυνεύει να καπηλευθεί πολιτικά από την Ν.Δ. επειδή απλά συμπίπτει χρονικά με την περίοδο που αυτή βρίσκεται στην κυβέρνηση. Όπως λέω και λίγο παραπάνω, μόνο τυχαία δεν είναι η επίσκεψη του κ. Σαμαρά στην Αμφίπολη. Η Ν.Δ. θα διεκδικήσει η αξία του τάφου να χρεωθεί στο έργο που άφησε πίσω της και θα προσπαθήσει μέσω αυτής να δημιουργήσει εσωτερικούς «εθνικούς εχθρούς» στα μάτια των ψηφοφόρων3.
3. Κλείνοντας, το σημαντικότερο είναι ότι παρέχει ένα όπλο ώστε να εξαγριωθούν και άλλο οι Έλληνες γύρω από το Μακεδονικό Ζήτημα και να ζητάνε το κεφάλι των γειτόνων τους. Το δικαίωμα ενός πληθυσμού να ονομαστεί και να προσδιοριστεί όπως θέλει αυτός (Μακεδονία αντί Σκόπια) φαντάζει τόσο παράλογο σε όλους αυτούς τους πατριώτες, οι οποίοι δίνουν με την σειρά τους το άλλοθι που χρειάζεται το ελληνικό κράτος ώστε να εξαντλήσει την ανάγκη του να είναι κυρίαρχο και καταπιεστικό.

Πάντα σε τέτοιες καταστάσεις γεννιέται το ηθικό δίλημμα του πώς μια ανακάλυψη είναι θεμιτή ως επίτευγμα ή αθέμιτη σε σχέση με το τι μπορεί να πυροδοτήσει. Δεν θα ομολογήσω τι σκέφτομαι για αυτό, εξ΄ άλλου δεν είμαι και καθόλου σίγουρος. Θα ομολογήσω όμως πως φοβάμαι και ανησυχώ. Αν οι εικασίες επαληθευτούν, πράγματι ανησυχώ.

1. Το σενάριο πάντως δε φαντάζει ρεαλιστικό, δες εδώ.
2. Έχω δανειστεί κάποιες λέξεις από την εργασία της κ. Αθανασίου, «Το εθνικό σώμα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης: Η πολιτική της ζωής και τα όρια του πολιτικού».
3. Μια εικόνα χίλιες λέξεις:

 

Σχετικά με τον αρθρογράφο

Lewnidas V.