Κινηματογράφος

Όταν ξέσπασε η βία, μια ταινία του Μπόγκνταν Μίριτσα

Στο Dogs ή κατά την εύστοχη ελληνική παραλλαγή τίτλου Όταν ξέσπασε η βία, έχουμε ένα δράμα σύνθετο, μια ταινία εξαιρετική ως ντεμπούτο για τον δημιουργό του, με πάρα πολλές προεκτάσεις τόσο στο επίπεδο των κινηματογραφικών αναφορών όσο και σε ένα σύνολο παραγόντων που έχουν να κάνουν με το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ταινίας.

Οι αναφορές στο ανάλογο κλασικό φιλμ του Τζων Μπούρμαν με τον Μπαρτ Ρέυνολντς και τον Γιον Βόιτ είναι εμφανείς. Σε ένα αντικαθρέφτισμα αυτών των επιρροών, όπως και εκεί έτσι και εδώ έχουμε την ένταξη κάποιων χαρακτήρων της πόλης σε ένα τοπίο άγριο και ένα πλαίσιο που αμφισβητεί όχι μόνον την κανονικότητα των έως τότε ζωών τους αλλά και την ίδια τη βάση των ηθικών κανόνων που τις διέπουν. Πολλά συμβάντα που έχουν να κάνουν με τον εγγονό ενός αγρότη που έρχεται για να αναλάβει και να πουλήσει την περιουσία του σε μια απομακρυσμένη από τον Άνθρωπο αλλά και τον Θεό κατάξερη ερημική περιοχή της Ρουμανίας, πυροδοτούν μια σειρά από εξελίξεις που συνάδουν με σκοτεινές πλευρές του παρελθόντος του αγρότη, αλλά και με την τραγική νέμεση των πράξεων του, η οποία καταλήγει να χτυπά από σπόντα τους κληρονόμους του.

Την ίδια στιγμή ένας αστυνομικός με λίγο χρόνο ζωής ακόμα μπροστά του, εμπλέκεται στην διαλεύκανση μιας σειράς γεγονότων, τα οποία ενώ στην αρχή της αφήγησης δίνουν την αίσθηση μιας μαύρης κωμωδίας, γρήγορα εξελίσσονται σε ένα σκοτεινό δράμα με έντονα τα στοιχεία του νατουραλισμού και του νουάρ, αλλά και των πλέον ριζοσπαστικών θεάσεων πάνω στην φόρμα του ουέστερν. Τι μένει όταν το μάτι της κοινωνίας των πόλεων και των νόμων που τις διέπουν βρίσκεται πολύ μακριά από το να μπορεί όχι μόνον να κάνει αλλά και να παρατηρήσει το οτιδήποτε; Αυτό το ερώτημα επανέρχεται ξανά και ξανά στο στοιχειωμένο πνεύμα των χαρακτήρων του Dogs, είτε αυτοί είναι από την πόλη, είτε είναι ντόπιοι που έχουν μάθει σε πολύ διαφορετικούς τρόπους ζωής και διευθέτησης των υποθέσεων τους.

Τρεις κεντρικοί χαρακτήρες, αυτοί του αστυνομικού, του νεαρού κληρονόμου και του αρχιεργάτη γης που θεωρεί πως  διδάχτηκε τα πάντα για το πώς να δρα στην ζωή από τον παππού του νεαρού πρωτευουσιάνου, θα συγκρουστούν υλικά και πνευματικά σε ένα θανάσιμο παιχνίδι δύναμης, ανάμεσα σε διαφορετικές στάσεις ζωής και στις επιλογές που προκύπτουν από αυτές. Η κατάληξη αυτού του μινιμαλιστικού ελλειπτικού λαβυρίνθου έντασης, σημαδεύει τον θεατή ανεξίτηλα, και για πάντα, προκαλώντας τη διερώτηση για το ίδιο το ηθικό υπόβαθρο επιλογών έξω από τα πλαίσια που ορίζονται αυτές ως "καλές" ή "κακές", με τη βία να εμφανίζεται ξαφνικά και απόλυτα , ακριβώς όπως και στην ταινία αναφοράς του Μπούρμαν πριν από 40 χρόνια, σαν ο τελικός ρυθμιστής μιας τάξης πραγμάτων που έχει ανατραπεί  ακριβώς πάνω στη βάση της ίδιας της πολύ σοβαρής πιθανότητας, η αρχική πλαισίωση αυτής της τάξης να μην ήταν τίποτε περισσότερο από μια απλή νοητική κατασκευή και απόρροια απόλυτα προσωπικών, υπαρξιακού βάθους , αποφάσεων χωρίς καμιά άλλη αντικειμενική δικαίωση πέρα από τα ίδια τους τα  αλυσιδωτά δεμένα σημαινόμενα τους  τα αφημένα στην έκπτωση μιας κενής ταυτολογίας, χαμένης στην έρημο του πραγματικού και την απουσία άλλου νοήματος πέρα από αυτό που κάποιοι συγκροτούν και κάποιοι απλώς το αρνούνται.

Σχετικά με τον αρθρογράφο

Γιάννης Ραουζαίος