Ανάλυση

Περί ανεξαρτησίας, νεοφιλελευθερισμού και άλλων δαιμονίων

 -Τους βάλαμε για δόλωμα ύμνους και σημαίες. Η ψαριά θα είναι άφθονη.   -Υπέροχα.

 

Το αίτημα της ανεξαρτησίας της Καταλονίας εμφανίζεται τον 18ο αιώνα, ωστόσο εισβάλλει στον κοινωνικοπολιτικό στίβο τυπικά το 1922 ως εξέλιξη του πολιτικού καταλανισμού ή εθνικισμού του τελευταίου τετάρτου του 19ου αιώνα. Από τότε μέχρι σήμερα είναι διαρκώς παρόν και διαπερνά οριζόντια όλο το πολιτικό φάσμα, από την άκρα αριστερά ως την άκρα δεξιά, πράγμα που άλλωστε κατέδειξαν σαφώς η ρητορική και τα αποτελέσματα των πρόσφατων εκλογών της 27ης Σεπτεμβρίου για την τοπική κυβέρνηση της Καταλονίας.

Το αίτημα της ανεξαρτησίας αποτέλεσε τη σημαία ορισμένων δεξιών (CDC), κεντροαριστερών (ERC) και αριστερών (CUP) κομμάτων, μετατρέποντας τις τοπικές εκλογές σε «δημοψηφισματικές». Tην ίδια στιγμή, άλλα δεξιά κόμματα (PP, UDC, C´s) πλειοδοτούσαν υπέρ της ενότητας της Ισπανίας. Σοσιαλιστές (PSC), αριστεροί και οικολόγοι (CatSíqueesPot) υπερασπίζονταν λύσεις ομοσπονδίας και το δικαίωμα δεσμευτικού δημοψηφίσματος. Η πόλωση που παρατηρήθηκε στο εκλογικό σώμα ήταν εντονότατη, βοηθούντων και των κυρίαρχων διαπλεκόμενων κυβερνητικών μέσων της Καταλονίας (TV3, Catalunya Rádio, 8tv), τα οποία στήριξαν φανατικά την ανεξαρτησία και το συνασπισμό Junts pel Si (CDC και ERC), εκθειάζοντας συγχρόνως τη νεοφιλελεύθερη ισοπέδωση που επέφερε η αποχωρούσα κυβέρνηση του CDC.

Με τη σχετική ασφάλεια της απόστασης τεσσάρων εβδομάδων από τις εκλογές θα μπορούσαμε να αποπειραθούμε μια αποτίμηση των αποτελεσμάτων, τα οποία ούτως ή άλλως εντάσσονται στο γενικότερο περίπλοκο κοινωνικόπολιτικο πανόραμα της Ισπανίας των επομένων μηνών.

135 ΕΔΡΕΣ 68 ΑΠΟΛΥΤΗ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ

135 ΕΔΡΕΣ
68 ΑΠΟΛΥΤΗ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ

 

 

Η οριακή νίκη του συνασπισμού υπέρ της ανεξαρτησίας Junts pel Si (CDC και ERC) με 39,54% και 62 έδρες τοποθετεί τους νικητές στη δυσμενή θέση να αναζητήσουν κυβερνητική συμμαχία ή έστω ανοχή από το αντικαπιταλιστικό CUP (8,2% και 10 έδρες), το οποίο τάσσεται επίσης υπέρ της ανεξαρτησίας.

Ωστόσο ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι αρκετά αμφίβολο.Το κεντροδεξιό CDC, που κυβερνά την Καταλονία απο το 1980, με ένα μικρό αντιπολιτευτικό διάλειμμα, είναι υπεύθυνο για μεγάλη γκάμα σκανδάλων, διασπάθισης δημόσιου χρήματος και την ανάπτυξη ενὀς τεράστιου πλέγματος διαπλοκής και διαφθοράς υπό την ηγεσία του ιστορικού του ηγέτη Jordi Pujol. Συγχρόνως ευθύνεται για τη ραγδαία επιδείνωση των εργασιακών συνθηκών και μισθών, για τις ιδιωτικοποιήσεις στην παιδεία, την υγεία, τις κοινωνικές υπηρεσίες, για τις εξώσεις, εν ολίγοις για τη μεγάλη κοινωνική αποσάθρωση των τελευταίων ετών της κρίσης. Το CDC έχει εφαρμόσει μέχρι σήμερα στην Καταλονία τις ίδιες νεοφιλελεύθερες πολιτικές που έχει εφαρμόσει το Λαϊκό Κόμμα (PP) στην υπόλοιπη Ισπανία και αποτελούν το κυρίαρχο πολιτικό δόγμα της νεοφιλελεύθερης Ευρωζώνης. Άλλωστε έχει υπερψηφίσει στο ισπανικό κοινοβούλιο όλα τα καταστροφικά μέτρα που έφερε το Λαϊκό Κόμμα (PP).

Από την άλλη πλευρά, το ERC, ένα είδος αποστεωμένης ΔΗΜΑΡ στα καθ’ ημάς, με ηλικία άνω των 80 ετών και σπουδαίο αγωνιστικό παρελθόν μέχρι το τέλος της δικτατορίας του Φράνκο, έχει γίνει την τελευταία δεκαετία παρακολούθημα των σοσιαλιστών, είτε στην Καταλονία, είτε στην κεντρική ισπανική σκηνή, αναλὀγως των συγκυριών και των συμφερόντων. Πριν τις εκλογές υπερψήφισε τους προϋπολογισμούς λιτότητας της καταλανικής κεντροδεξιάς και σήμερα συμμαχεί μαζί της για το σχηματισμό μιας κυβέρνησης που δυνητικά θα οδηγήσει στην ανεξαρτησία της Καταλονίας.

Το αριστερό αντικαπιταλιστικό CUP βρίσκεται στη δύσκολη θέση να δώσει τη στήριξή του σε ένα συνασπισμό με τον οποίο συγκρούεται ιδεολογικά, αλλά μπορεί να δώσει ουσιαστική ώθηση στο κοινό αίτημα της ανεξαρτησίας.

Αυτές οι επίπονες και περίπλοκες πολιτικές διεργασίες που θα απασχολήσουν την ειδησεογραφία των επομένων εβδομάδων ή και μηνών, αφήνουν στη σκιά μιαν άλλη οπτική απέναντι στις καταλανικές εκλογές. Εύκολα μπορεί να παρατηρήσει κανείς ότι τα δεξιά και κεντροδεξιά κόμματα (είτε υπέρ είτε κατά της ανεξαρτησίας) αθροίζουν σε ψήφους ένα σεβαστό 58-60% περίπου, ενώ τα κεντροαριστερά και αριστερά ένα 35-38%. Είναι σαφές ότι ο καταλανικός λαός για μια ακόμη φορά ψήφισε συντηρητικά, εγκλωβισμένος στο «δημοψηφισματικό» δίλημμα της ανεξαρτησίας, ανδεικνύοντας ως πρώτο σχηματισμό το Junts pel Si (CDC και ERC) υπἐρ του Ναι και, το κυριότερο, ως δεύτερο το κόμμα των Ciutadans (C´s) υπέρ του Ὀχι.

Οι Ciutadans, το κεντροδεξιό νεοφιλελεύθερο σχήμα που αποτελεί το πολιτικό όχημα των μεγαλύτερων καταλανικών και ισπανικών επιχειρηματικών ομίλων,  είναι οι πραγματικοί κερδισμένοι των εκλογών (από το 7,56% και 9 έδρες το 2012 στο 17,93% και 25 έδρες το 2015). Η θεαματική τους άνοδος σε τοπικό επίπεδο τους δίνει ήδη μια έντονη ώθηση στην κεντρική πολιτική σκηνή της Ισπανίας, αν πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις της τελευταίας εβδομάδας.

Όπως φαίνεται ήδη, τα δύο μεγάλα κόμματα (CDC και Ciutadans) έχουν επιβάλλει το νεοφιλελευθερισμό ως κυρίαρχο πολιτικό αφήγημα στην καταλανική κοινωνία και στο ορατό μέλλον αναμένεται να συμπορευτούν όσον αφορά στα μέτρα που θα επιδεινώσουν την ήδη τραυματισμένη κοινωνική συνοχή. Είναι απορίας άξιον το πώς ένα σημαντικό μέρος της ελληνικής αριστεράς βλέπει θετικά, αν όχι με ενθουσιασμό, τη νίκη των δυνάμεων της ανεξαρτησίας. Θα ήταν πιο λογικό να αναρωτιέται κανείς ποια θα είναι η τύχη του καταλανικού λαού σε περίπτωση που αυτό το αίτημα ευοδωθεί με κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση νεοφιλελεύθερης κοπής, διαπλεκόμενες με το καταλανικό και ισπανικό κεφάλαιο.

Αν τεθεί το σαφές και ιστορικά δίκαιο ερώτημα «Ανεξαρτησία: Ναι ή Όχι», ο καταλανικός λαός θα μπορέσει να εκφράσει καθαρά τη βούλησή του και τότε αυτό θα πρέπει να γίνει σεβαστό απ’ όλους. Υπό την παρούσα, όμως, συγκυρία των οικονομικών και γεωπολιτκών ευρωπαϊκών δεδομένων μια τέτοια εξέλιξη φαντάζει μακρινή. Τα ενδεχόμενα που προβάλλουν στον ορίζοντα ως πιθανά είναι τρία:

1.Η σφοδρή σύγκρουση που έχει προκύψει τους τελευταίους αρκετούς μήνες μεταξύ της τοπικής καταλανικής κυβέρνησης και της κυβέρνησης της Ισπανίας να ενταθεί, λόγω των ακραίων θέσεων και των δύο, οι οποίες αφυπνίζουν μεν τα πιο δεξιά ανακλαστικά και συσπειρώνουν τις δύο πλευρές, μπορεί ωστόσο να οδηγήσουν σε εκρηκτικές και ανεξέλεγκτες καταστάσεις.

2.Οι δύο κυβερνήσεις να αναλάβουν το βάρος των ευθυνών τους και να οδηγηθούν σε ένα διάλογο για μια διέξοδο που θα περιλαμβάνει κατ’ αρχάς το δικαίωμα της απόφασης, την ευρύτερη αυτονομία, την ομοσπονδοποίηση, το «βελούδινο» διαζύγιο ή ό,τι άλλο.

3.Αυτό που δεν πρέπει να διαιωνιστεί και δυστυχώς μάλλον θα εξακολουθήσει, είναι μια διελκυστίνδα μεταξύ Καταλονίας και Ισπανίας, με διεκδικήσεις στα πρότυπα των τελευταίων 35 χρόνων, που απέφεραν σημαντικά πολιτικά και οικονομικά κέρδη στις κυρίαρχες ελίτ της Καταλονίας και τον κοινωνικό όλεθρο στο λαό της.

Σχετικά με τον αρθρογράφο

Νίκος Στρατής