Ανάλυση

Σκουριές: εκ νέου τομή στην έννοια του αξιοβίωτου βίου

Τα τελευταία χρόνια, στις Σκουριές Χαλκιδικής, έχει αναπτυχθεί ένα κοινωνικό κίνημα που αντιμάχεται την επένδυση (εξόρυξη χρυσού) που πραγματοποιεί η εταιρεία ‘Ελληνικός Χρυσός’. Το κοινωνικό πράττειν που έχει αναπτυχθεί στις Σκουριές Χαλκιδικής διακρίνεται για την ποιοτική του «ένταση» και διάρκεια, καθότι επηρεάζει καθοριστικά το τοπικό κοινωνικό γίγνεσθαι. Το κίνημα στις Σκουριές Χαλκιδικής αποτελεί την  μαζική συμπύκνωση των αγώνων που έχουν «αναπτυχθεί» ενάντια στην Μνημονιακή διαχείριση της βαθιάς οικονομικής κρίσης.

Ως εκ τούτου, σχετίζεται με την κληρονομιά η οποία και αμφισβητεί κύρια το τρέχον υπόδειγμα διαχείρισης των ‘ροών’ της οικονομικής κρίσης. Κι είναι αυτή η έντονη κινηματική δραστηριότητα η οποία και ανανοηματοδοτεί και ανασημασιοδοτεί το τοπικό κοινωνικό γίγνεσθαι.

Εάν προβούμε σε μία σαφή περιοδολόγηση και καταγραφή των πλέον κομβικών στιγμών του κινήματος, θα δούμε ότι χωρίζεται σε δύο κύριες φάσεις:
1) Η πρώτη περίοδος
λαμβάνει τα χαρακτηριστικά της κινηματικής ‘συσσώρευσης’. Σχετίζεται άμεσα με τα κινήματα αμφισβήτησης της κυρίαρχης ‘κρισιακής’ στρατηγικής, απορρίπτει ένα δεδομένο υπόδειγμα κεφαλαιακής συσσώρευσης, το οποίο προσλαμβάνει τη μορφή της με κάθε τρόπο προσέλκυσης ξένων επενδύσεων,  ενώ, την ίδια στιγμή, δύναται να υιοθετεί μορφές εναντίωσης που εκκινούν από λεκτικές διακηρύξεις και καταλήγουν σε περισσότερο μαζικές κινητοποιήσεις.

Η σταδιακή και ‘ποιοτική’ ανάπτυξη των αγώνων ‘σταθεροποιείται’ την περίοδο 2010-2013. Όπως αναφέρει και ο Σπύρος Σακελλαρόπουλος: «Επίσης, σε όλο το διάστημα από το 2010 μέχρι το 2013 πολύ δυναμικοί αγώνες θα πραγματοποιηθούν στις Σκουριές της Χαλκιδικής, ενάντια στην επέκταση των δραστηριοτήτων της εταιρείας Ελληνικός Χρυσός, αφού η υλοποίηση του εν λόγω έργου θα κατέστρεφε περισσότερα από 3.000 στρέμματα δάσους, ενώ οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις θα έχουν καταστροφικές συνέπειες στην υγεία των κατοίκων αλλά και στην αλιεία, την υλοτομία, τη δασοκομία, την οικοδομή και τον τουρισμό».[1]

skouries1
2) Η δεύτερη περίοδος θα λέγαμε πως είναι η περίοδος της αποκαλούμενης θεσμικής αποκρυστάλλωσης. Με αυτόν τον τρόπο, επιτελείται μία μετατόπιση των διεκδικητικών στόχων προς το άμεσο-τοπικό εκλογικό και πολιτικό πεδίο. Σε αυτή την περίπτωση, ο κύκλος της κοινωνικής διαμαρτυρίας εμπεριέχει τα στοιχεία μίας ιδιαίτερης εκλογικής δυναμικής.

Ουσιαστικά, η κοινωνική-κινηματική κίνηση στις Σκουριές «εγχαράζει» τα όρια ενός ιδεολογικού λόγου που θέτει στην προμετωπίδα του την αναγκαιότητα διακοπής της τρέχουσας οικονομικής μεγέθυνσης. Η κοινωνική-κινηματική κίνηση συγκροτείται ως μία «ζώσα» αντιηγεμονική πράξη που τείνει να αποκλείσει την κυρίαρχη ιδεολογική αφήγηση.

Έτσι, η «ζώσα» αντιηγεμονική πράξη ενσωματώνει οργανικά και αρμονικά έναν ιδεολογικό λόγο που αφενός μεν κατισχύει σε τοπικό επίπεδο αφετέρου δε εκτείνεται και πέρα των  γεωγραφικών-κοινωνικών  ορίων της Χαλκιδικής. Η κοινωνική-ιδεολογική απόκλιση μεταξύ της εταιρείας και του κινηματικού πράττειν παράγει τους όρους και τις προϋποθέσεις για την ανάδυση και την αποκρυστάλλωση ενός δομικού δυϊσμού που ορίζει και προσδιορίζει το τοπικό κοινωνικό «όλον».

Αυτός ο τοπικός-δομικός δυϊσμός μεταξύ της εταιρείας ‘Ελληνικός Χρυσός’ και του κοινωνικού κινήματος χαράζει τα όρια δύο ριζικά διαφορετικών κινήσεων και αντιλήψεων για την ανάπτυξη: Από την μία πλευρά, η εταιρεία, συνεπικουρούμενη και από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους, αρθρώνει έναν λόγο που προτάσσει το ζήτημα της οικονομικής ανάπτυξης (μέσω της προσέλκυσης επενδύσεων) και της δημιουργίας θέσεων εργασίας. Από την άλλη πλευρά βρίσκεται το κοινωνικό κίνημα που αντιτάσσεται στη συγκεκριμένη και «φορτισμένη» αντίληψη και λογική. Ο λόγος που αρθρώνει βρίσκεται στον αντίποδα των επιδιώξεων και των συμφερόντων της εταιρείας, καθότι προτάσσει το ζήτημα της μη κατασκευής των μεταλλείων χρυσού.

Οι ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους τείνουν να προσδώσουν μία «εκ των άνω» νομιμοποίηση στα συμφέροντα και τις επιδιώξεις της εταιρείας.

Στο πλαίσιο αυτό, η κυρίαρχη ιδεολογική σκευή «απονομιμοποιεί» την αντιηγεμονική κοινωνική κίνηση, νομιμοποιώντας και «εργαλειοποιώντας» ταυτόχρονα τα συμφέροντα της εταιρείας που δραστηριοποιείται στην περιοχή. Το «στενό» και «περιορισμένο» ταξικό σημαίνον αφενός μεν μετασχηματίζεται σε «εθνικό» και «αναγκαίο», αφετέρου δε συμπυκνώνεται στον ιδεολογικό «τύπο» της προσέλκυσης επενδύσεων που θα συμβάλλουν στην τόνωση της τοπικής (διάβαζε εθνικής) οικονομίας και στη δημιουργία θέσεων εργασίας.

Κάνουμε λόγο για ένα «ολικό» ιδεολογικό υπόδειγμα που την ίδια στιγμή «κατηγοριοποιεί» και «φιλτράρει» ιδεολογικά την κινηματική δράση και άρθρωση των κατοίκων. Έτσι, το κοινωνικό κίνημα της περιοχής νοείται και ορίζεται ως εξόχως «αντιδραστικό» και «οπισθοδρομικό», καθότι δεν επιθυμεί την οικονομική μεγέθυνση και τόνωση της περιοχής. Οι «αντιδραστικοί μπαχαλάκηδες» που αντιτίθενται σφόδρα στην κατασκευή των μεταλλείων χρυσού δύνανται να «απονομιμοποιηθούν» ιδεολογικά και να «παταχθούν» κατασταλτικά.

Οι βασικοί και θεμελιώδεις ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους, ενσωματώνοντας οργανικά το ταξικό πράττειν της εταιρείας, επιδιώκουν την τύποις συγκρότηση μίας νέας, «ολικής» και «κρισιακής» καπιταλιστικής «κανονικότητας» η οποία  «επικαλύψει» και θα «επικαθορίσει» το προτσές της εργατικής-κινηματικής εναντίωσης.

Σε συνθήκες βαθιάς οικονομικής κρίσης, η τύποις συγκρότησης της «ολικής» καπιταλιστικής «κανονικότητας» προϋποθέτει την «ριζική αποδόμηση» του εργατικού-κινηματικού «όλου». Την ιδεολογική «ανακατασκευή» του κοινωνικού κινήματος και της δράσης του, συμπληρώνει η άσκηση κρατικής-κατασταλτικής βίας, μίας βίας που ασκείται στα «διακεκομμένα» όρια της δραστηριοποίησης του κοινωνικού κινήματος. Την στιγμή που το κίνημα γειώνεται κοινωνικά, η εταιρεία εγκολπώνεται στο συστατικό πεδίο του κράτους, όντας ετεροπροσδιοριζόμενη εξωτερικά.

Λίγο πιο γενικά, θα λέγαμε πως ο Νίκος Πουλαντζάς προβαίνει στην εξαιρετικά διαυγή και διαφωτιστική διαπίστωση: «Έτσι, η σχετική αυτονομία του καπιταλιστικού Κράτους απορρέει απ’ την κυρίως πολιτική λειτουργία του απέναντι στις διάφορες τάξεις ενός σχηματισμού που κυριαρχείται απ’ τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, και πιο συγκεκριμένα: β) Απ’ τον ρόλο του σαν παράγοντα πολιτικής αποδιοργάνωσης, δηλαδή εμπόδιο στην οργάνωση σε «αυτόνομο» πολιτικό κόμμα της εργατικής τάξης. Η πολιτική οργάνωση της εργατικής τάξης, η πολιτική της πάλη, είναι ένας παράγοντας που καθιστά αναγκαία, αλλά ταυτόχρονα εμποδίζει, την ηγεμονική οργάνωση των κυρίαρχων τάξεων. Στην περίπτωση αυτή, το Κράτος οργανώνει πολιτικά αυτές τις τελευταίες, προσπαθώντας παράλληλα να αποδιοργανώσει πολιτικά την εργατική τάξη» (Πουλαντζάς, 1982:154-155).

skouries2

Στο γενικότερο «κρισιακό» οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον, το κράτος σταδιακά αίρει τα χαρακτηριστικά της  «αυτόνομης» συγκρότησης του, προσλαμβάνοντας την «κρισιακή» μορφή μίας «σχεσιακής-ποιοτικής» συγκρότησης η οποία άπτεται των συμφερόντων και των ευρύτερων στοχεύσεων του άρχοντος συγκροτήματος εξουσίας. Με αυτόν τον τρόπο και όντας «σχεσιακή ολότητα» επιδιώκει την δομική «αποδιοργάνωση» των αντιθετικών κινήσεων της εργατικής τάξης.

Στις Σκουριές Χαλκιδικής, η εταιρεία και το κράτος στοχεύουν στην εκμηδένιση και στην  «αποδιοργάνωση» της εργατικής-κινηματικής δράσης και δραστηριοποίησης. Και είναι σε αυτό το πεδίο που το κράτος «οργανώνει» και ρυθμίζει ιδεολογικά και πολιτικά τα ευρύτερα κοινωνικά-ταξικά συμφέροντα (και της εταιρείας) με στόχο την τύποις συγκρότηση μίας νέας τοπικής ( που μετασχηματίζεται σε «εθνική») «ολικής» και «κρισιακής» νεοφιλελεύθερης κανονικότητας.

Η συγκεκριμένη και ‘ειρηνικά’ εξεγερσιακή’ δραστηριότητα μετέβαλλε τους θεμελιώδεις όρους της ευρύτερης κινηματικής στρατηγικής: κίνημα όχι μόνο ‘περιχαρακωμένο’ και τοπικό, αλλά ‘τύπος’ δράσης που έλαβε ευρύτερες προεκτάσεις διεκδικητικής δυναμικής, προσήλωσης στο διακύβευμα της ανατροπής των δραστηριοτήτων της εταιρείας και εναλλαγής μορφών και τρόπων διεκδίκησης καθώς και ανάδειξης μίας νέας πλουραλιστικής κινηματικής ταυτότητας. Πέρα από το λόγο, υπήρξε η δράση, το τοπόσημο προσαρμογής σε ένα νέο κοινωνικό-περιβαλλοντικό υπόδειγμα.

Το ‘κρισιακό’ αντιπαράδειγμα στις Σκουριές Χαλκιδικής είναι ενεργό και ‘ζωντανό’. Η λογική της συνέχειας, και τώρα, σε συνθήκες αριστερής διακυβέρνησης, διέπει το κοινωνικό κίνημα, το οποίο επίσης ενσωματώνει τις όψεις  πραγματολογικής συγκρότησης μίας θετικά φορτισμένης δημόσιας σφαίρας. Το κρισιακό ‘αντιπαράδειγμα’ των Σκουριών διαμόρφωσε τους όρους και τις προϋποθέσεις για την ανάδυση και την αποκρυστάλλωση μίας τύποις νέας κινηματικής ‘κανονικότητας’ δράσης, η οποία διεκδίκησε το δικαίωμα της ριζικής και ρηξιακής αμφισβήτησης των δραστηριοτήτων της εταιρείας.

Η επιδίωξη απίσχνανσης των  κοινωνικών, εργασιακών και περιβαλλοντικών όρων, έτσι όπως εκδηλώθηκε στις Σκουριές, αποτέλεσε προϊόν της κύριας στρατηγικής της συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου. Η εκδίπλωση της κρισιακής-μνημονιακής στρατηγικής,  συνίσταται στην επιδίωξη του μετασχηματισμού του ελληνικού κοινωνικοοικονομικού προτύπου.

Κι αυτός ο δομικός μετασχηματισμός είναι ταυτόχρονα εσωστρεφής και εξωστρεφής: εσωστρεφής ως προς την υποβάθμιση των όρων διαβίωσης των λαϊκών τάξεων, εξωστρεφής ως προς την επιδίωξη ισχυροποίησης του κοινωνικού μπλοκ εξουσίας. Ενάντια σε αυτούς τους κρισιακούς όρους δομικής μεταβολής της κοινωνικής ισχύος και καταμερισμού της εργασίας,  συμπτύχθηκε ένα κοινωνικό μέτωπο που επαναπροσδιόρισε τα όρια της σύγχρονης ‘χαμένης’ κοινωνικής αμφισβήτησης.

Αυτό το κίνημα εναντίωσης και δράσης αναδιατάσσει τα όρια της μάχης που αξίζει να δοθεί, φέροντας εντός του την ίδια την πανσπερμία, την πολυμορφία και την αλληλουχία δράσης του αντιμνημονιακού κινήματος αμφισβήτησης. Οι Σκουριές τέμνουν εκ νέου την έννοια του αξιοβίωτου βίου.

 

 

 

 

 

[1] Βλ. σχετικά, Σακελλαρόπουλος Σπύρος, ‘Κρίση και κοινωνική διαστρωμάτωση στην Ελλάδα του 21ου αιώνα’, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα, 2014, σελ. 141.

Σχετικά με τον αρθρογράφο

Σίμος Ανδρονίδης