Όταν από το 2010 άρχισαν να πληθαίνουν στην τηλεόραση οι εκπομπές μαγειρικής, και τα προγράμματα με τα σήριαλ αντικαταστάθηκαν αργά αλλά σταθερά και βαθμηδόν με Μάστερ Σεφ και τέτοια, μια αμηχανία και αβεβαιότητα κατέκλυσε την συνείδηση του τηλεθεατή μέσα μου! Τα πράγματα άλλαζαν ραγδαία , και οι ήδη υπάρχουσες τηλεοπτικές συνήθειες έπρεπε να αντικατασταθούν από τα προγράμματα μαγειρικής και τις γευστικές αλχημείες που με ζήλο επιδίδονταν σε αυτές οι διαγωνιζόμενοι παίκτες.
Οι νέες αυτές εκπομπές δεν είχαν κοινά χαρακτηριστικά με τις προηγούμενες σχετικές μαγειρικής. Χαρακτηριστικά θέλω να αναφέρω δύο ονόματα με ξεχωριστή παρουσία : Aυτό του Ηλία Μαμαλάκη και της Βέφας Αλεξιάδου. Ο Μαμαλάκης ήταν ένας πρόσχαρος πενηντάρης που με την όρεξή του πάντα έτοιμη για νέες γαστριμαργικές εμπειρίες μας άνοιγε την καρδιά του, και με έναν ζηλευτό τρόπο αφήγησης μάς διηγιόταν την ιστορία, το παρελθόν και το παρόν του φαγητού και του τόπου που είχε επισκεφθεί για να το γευτεί. Είτε επισκεπτόταν κάποιο απόμακρο χωριό στην Κρήτη είτε τα δυσπρόσιτα μέρη της Ηπείρου, ήταν έτοιμος να λύσει τις οποιεσδήποτε φανταστικές απορίες του τηλεθεατή αναφορικά με το φαγητό και το μέρος. Η φιγούρα του είχε μια αρχοντιά που την συναντάμε σπανιότατα στην τηλεόραση και μπορεί να μας φέρει στο μυαλό τις εξιδανικευμένες εικόνες του παππού μας. Θυμάστε το ελαφρό γρέζι που είχε η φωνή του και πώς προσέδιδε στην παρουσία του μια οικειότητα και ζεστασιά; Αλήθεια λέω, θα ήθελα όσο τίποτε άλλο να τον ακούσω να διηγείται παραμύθια.
Η Βέφα πάλι, αν και όχι σε τέτοιο βαθμό, είχε σχεδόν τα ίδια χαρακτηριστικά. Μαζί με την Μενεγάκη στο πλατό, η κάθε μία έκανε τη δουλειά της διασκεδαστικά και αποτελεσματικά: Η Ελένη έδινε ένα ρεσιτάλ αφέλειας και βλακείας, η Βέφα ένα ρεσιτάλ μαγειρικής.
Οι νέοι μάγειροι όμως είναι τελείως διαφορετικοί άνθρωποι. Νέοι και νέες, με ανταγωνιστική φιλοδοξία, καθώς η εκπομπή έχει να κάνει με δοκιμασίες και προκλήσεις, με πολλά τατουάζ και διαφορετική σκέψη. Φυσικά, δεν κατακρίνω τα πιο πάνω χαρακτηριστικά/ προσόντα. Απλά θέλω να επισημάνω την ποιοτική αλλαγή που έφερε η πλημμυρίδα. Ο Μαμαλάκης ήταν ένας ερασιτέχνης (δηλαδή, εραστής της τέχνης της μαγειρικής, και ερασιφάγος θα έλεγα, αν μου επιτρέπεται ο νεολογισμός) που ήξερε να ομιλεί και να συμπεριφέρεται ως μια καλλιεργημένη φιγούρα, ενώ οι νέοι, όπως ο Πετρετζίκης και ο Σκαρμούτσος είναι επαγγελματίες με αποκλειστικό ενδιαφέρον μπροστά στις κάμερες την μαγειρική.
Κάθε κανάλι σχεδόν προβάλλει σε ώρες αιχμής αυτές τις εκπομπές, δηλαδή απ'τις 7 μέχρι τις 11 μ.μ., ενώ παλιά υπήρχαν μόνο στα μεσημεριανά, 25 με 30 λεπτά σε κάθε εκπομπή. Τι σημαίνει αυτό το φαινόμενο και πώς εξηγείται; Μήπως τελείωσαν οι ιδέες των παραγωγών και αντιγράφονται ξένες εκπομπές και προγράμματα; Μήπως πλέον ο τηλεθεατής θέλει μόνο φαγητό και συμβουλές πάνω σε αυτό; Είναι τόσο δημιουργικό και αναγκαίο όσο πλασάρεται και επιχειρείται;
Αλλά η παρουσία του φαγητού ως θέματος προς συζήτησιν δεν λείπει ούτε από τον έντυπο ούτε και από τον διαδικτυακό χώρο. Πολλά άρθρα στη Lifo αρχίζουν με μια εισαγωγή φαγητού,κάτι σαν συνοδευτικό για το κυρίως θέμα που ακολουθεί. Κάποια άλλα άρθρα έχουν έναν τίτλο του τύπου : ''Το καλύτερο σπετζοφάι είναι στη Νέα Σμύρνη και το φτιάχνει η κυρά - Φροσύνη.''. Φαίνεται πως η αμηχανία που κυριαρχεί πριν το κυρίως θέμα καταπολεμάται με μία ανάλαφρη διάθεση για γευστικές αναμνήσεις και ιδέες.
Δεν υπάρχει ψόγος για αυτές τις εισαγωγές ούτε για τον λόγο ή τον τρόπο που πραγματεύεται κάποιος το φαγητό και τη σχέση που έχει μαζί του. Με προβληματίζει όμως το αύριο της ελληνικής τηλεόρασης, όχι από συναισθηματικό ενδιαφέρον, αλλά από εξελικτικό ενδιαφέρον. Σε ποια στοιχεία θα μεταμορφωθούν οι ιδέες για το life style; Αυτές οι εκπομπές θα παύσουν εντελώς και θα μπουν στο χρονοντούλαπο της μνήμης; Ήδη έχουν αρχίσει να λιγοστεύουν. Λέτε μετά από μερικά χρόνια να σκεφτόμαστε για αυτές ό,τι σκεφτόμαστε και για τα παιχνίδια που αγοράζαμε μικροί και επενδύαμε σε αυτά υπερβολικά πολύ χρόνο και σκέψη,καθώς και αξία; Οι γνωστοί σεφ έχουν γίνει fashion icons. Θα παραμείνουν τα επόμενα χρόνια; Και κυρίως, αυτή η άνοδος που ήταν τόσο ξαφνική και γρήγορη θα ακολουθηθεί από μια αντίστοιχη πτώση;