Ανάλυση

Η γενιά του Δεκέμβρη

Francis Bacon -

 

Υπεράσπιση

Γεννήθηκα το 1991.  Για τη γενιά μου, ο Δεκέμβρης του 2008 ήταν το σημείο επώασης της ουτοπικής σκέψης, η μετέωρη στιγμή μεταξύ του τώρα και του όχι-ακόμα, η στιγμή της συλλογικής συνειδητοποίησης της ασημαντότητάς μας και της δύναμης της ενδεχόμενης αυτονομίας μας.  Ήταν το πέρασμα από την ρομαντική ενατένιση εξεγερσιακών καταστάσεων του παρελθόντος στην υλικότητα του συμβάντος, του γεγονότος που προκαλεί τη ρήξη με την αδιατάρακτη πορεία των πραγμάτων και τη φαινομενική γραμμικότητα του χρόνου, ενώνοντας την παρούσα γενιά με τις προηγούμενες, επιβάλλοντας της το μεσσιανικό καθήκον να τις εξιλεώσει για τις ήττες του παρελθόντος, να τις δικαιώσει ανανοηματοδοτώντας τα ερωτήματα που αυτές είχαν θέσει στο παρελθόν.

Πριν από το Δεκέμβρη δεν υπήρχαμε, γιατί ο Δεκέμβρης ως συμβάν μας δημιούργησε, μας εγκάλεσε ως μέρη ενός υπό διαμόρφωση πολιτικού υποκειμένου, που δεν προϋπήρχε αυτού, αλλά αντίθετα διαμορφωνόταν παράλληλα, σε μια διαδικασία διάπλασης στη δημόσια σφαίρα.  Ο Δεκέμβρης έφτιαξε, δεν ανακάλυψε ένα ιστορικό-πολιτικό υποκείμενο.  Στους διαλόγους που αναπτύχθηκαν εντός αυτής της διαδικασίας βρίσκουμε τα σπέρματα της διερώτησης για τη θέση μας απέναντι στην εξουσία, για τη θέση μας εντός του πολιτικού, για τη συμμετοχή, τη δημοκρατία και την αυτονομία.

Ήταν η στιγμή που ζητήσαμε το λόγο για την παραγκώνιση μας από το πολιτικό και ταυτόχρονα η στιγμή που οραματιστήκαμε πως ένα άλλο πολιτικό είναι εφικτό και διαμορφώσιμο εντός της δημόσιας σφαίρας, σε διαλεκτική σχέση με το κυρίαρχο, ως μορφή ελέγχου του κυρίαρχου, ως μορφή δημοκρατίας.  Παράλληλα, ακόμα πιο ριζοσπαστικά, αναρωτηθήκαμε μήπως εμείς οι ίδιοι θα μπορούσαμε να διαμορφώνουμε τους όρους της ύπαρξης μας, με πλήρη συνείδηση των αναγκών μας, αμφισβητώντας εκ θεμελίων τους νόμους και την ικανότητα του θεσπίζειν.  Δημοκρατία και αυτονομία τέθηκαν ως ερωτήματα κι αποτελούν δυο τρόπους θέασης του κινηματικού διαλόγου που μοιάζουν αμφότεροι έγκυροι.  Όπως ένα μότο το εξέφρασε πετυχημένα: «Ο Δεκέμβρης δεν ήταν η απάντηση.  Ήταν η ερώτηση».  Δεν είχαμε συγκεκριμένα αιτήματα.  Οι λόγοι που μας έβγαλαν στους δρόμους δεν ήταν κατά βάση οικονομικοί, αποδεικνύοντας πως δεν βρίσκεται μόνο στους υλικούς όρους διαβίωσης η κινητήριος δύναμη των κοινωνικών αγώνων.

Έτσι εξηγείται και η φετιχοποίηση της βίας η οποία, δια μέσου του πρωταρχικού και πρωτογενούς αντικατασταλτικού προτάγματος κατόπιν της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, ανάχθηκε σε βασικό χαρακτηριστικό της εύθραυστης και αστάθμητης εξεγερσιακής κατάστασης.  Μια ολιστική προσέγγιση αμφισβήτησης του υπάρχοντος δεν μπορούσε να βρει άλλο τρόπο έκφρασης παρά την ίδια τη σωματοποίηση της αντίστασης, σε έναν θνησιγενή αγώνα  αυθάδειας απέναντι στην εξουσία.  Πρόκειται για μια αντιστροφή των ρόλων, για την αντανάκλαση των πρακτικών του κυρίαρχου, αλλά παράλληλα και για μια εξωτερίκευση της ενδιάθετης τάσης για μάχη ενάντια στην καταπίεση και την καταστολή.

Υπό αυτή την έννοια, ο Δεκέμβρης μας ενώνει ακόμα ως δεσμός ελευθερίας.  Μιας ελευθερίας που δε νοείται παρά πηγαίνοντας κόντρα, παρά αμφισβητώντας, υπονοώντας τοιουτοτρόπως πως αλλιώς δε γίνεται να ορίσουμε τους εαυτούς μας ως ελεύθερα όντα, παρά μόνο διασπώντας τις κυρίαρχες δομές και αναλαμβάνοντας το καθήκον του αυτοπροσδιορισμού, μέσα από αυθόρμητες, αλλά και μεταθέσιμες, καθολικοποιήσιμες αποφάσεις.

Παίρνοντας θέση στην αναπόφευκτη διαμάχη γύρω από τη νοηματοδότηση του Δεκέμβρη και την ιστορική κληρονομιά του, καλούμαστε να τον υπερασπιστούμε.  Η ιστορία γράφεται από τους νικητές κι οι στιγμές που δε συνάδουν στην κυρίαρχη αφήγηση υποβαθμίζονται ή διαβάλλονται.  Ο χρόνος γίνεται αντιληπτός ως μια προοδευτική πορεία προς τα μπρος που εξομαλύνει τις όποιες αναταράξεις του παρελθόντος και οδηγεί αναπόφευκτα προς την πρόοδο.  Κόντρα σε αυτή την αφήγηση, υπεραμυνόμαστε της εξέγερσης του Δεκέμβρη ως ιστορική στιγμή που ενώνει με το παρελθόν και δικαιώνει τους αγώνες του παρελθόντος, επικαιροποιώντας το μήνυμα μους.  Ως εκ τούτου, το ερώτημα αν ο Δεκέμβρης πέτυχε ή απέτυχε είναι άτοπο.  Ο Δεκέμβρης ήταν καταδικασμένος να πετύχει και να αποτύχει ταυτόχρονα, η αποτυχία του είναι η ίδια επιτυχία.  Τίποτα δε χάνεται στην ιστορία, ανήκει στο εκάστοτε ιστορικό-πολιτικό υποκείμενο που καθίσταται φορέας της ρήξης η υποχρέωση να δρα ως υπόμνηση της συνέχειας με τις πράξεις αμφισβήτησης του παρελθόντος. 

Υπό αυτό το πρίσμα, ο Δεκέμβρης είναι μια στιγμή αντι-αυταρχική, αυτονομιστική και δημοκρατική.  Η παρακαταθήκη του δεν είναι η βία, αντιστεκόμαστε σε αυτή την αφήγηση.  Είναι η επισφράγιση της αντίθεσης στον αυταρχισμό, η επιβεβαίωση του αιτήματος για συμμετοχή στις αποφάσεις, για πραγματική δημοκρατία, για περισσότερο ελεύθερο χώρο· είναι η φαντασίωση μιας αυτόνομης κοινωνίας.  Είναι, πρωτίστως, η δημιουργία ενός νέου υποκειμένου που βρίσκεται σε διαλεκτική σχέση με τα επαναστατικά υποκείμενα του παρελθόντος, αποτελώντας έτσι την υπενθύμιση στο κυρίαρχο ότι ο ρόλος των υποτελών ως τέτοιων τελεί πάντα υπό την αίρεση του αστάθμητου και πως το παρελθόν μπορεί να βγει από τα σάβανα και να καταστεί και πάλι επικίνδυνο.

Υπερασπιζόμαστε εν τέλει τον Δεκέμβρη γιατί, όσο κι αν ο κυρίαρχος λόγος θέλει τα πάντα να ποσοτικοποιούνται, το συναίσθημα της οργής, της θλίψης, αλλά και της δύναμης και του απρόσμενου  που μας μετέγγισε ο Δεκέμβρης δεν μπαίνει στο ζύγι.  Είναι μια εικόνα περάσματος στον ενήλικο κόσμο που συνυπάρχει με τον ρομαντικό αυτοπροσδιορισμό μας ως πρωταγωνιστών της ιστορίας.  Κι αυτή η αίσθηση, πως δηλαδή συμμετείχαμε κι εμείς στην ιστορία, δεν χάνεται.  Υπερασπιζόμαστε τον Δεκέμβρη χωρίς φόβο, με αίσθηση χρέους απέναντι στις παρελθοντικές και τις μελλοντικές στιγμές ρήξης.

Σχετικά με τον αρθρογράφο

Γιάννης Καμπουράκης