Το περασμένο Σάββατο, 23 Μαΐου, ο Ben Frost παρουσίασε την τελευταία του κυκλοφορία, το Aurora, εμπλουτισμένη με στιγμές από τις προηγούμενες δουλειές του σε μία από τις καλύτερες συναυλίες της χρονιάς.
Το σετ της μίας και μισής περίπου ώρας που έπαιξε περιελάμβανε beats, επαναλαμβανόμενα μοτίβα, drones, ambient διαλείμματα, experimental στοιχεία, κιθάρες, noise και ό,τι άλλο ξερνάει ο εγκέφαλος αυτού του τεράστιου Αυστραλού, μόνιμου κατοίκου Ισλανδίας που ηχογράφησε το τελευταίο του album σε ένα laptop στη ζούγκλα του Κονγκό.
Το κακό με τις λέξεις είναι πως καμιά φορά δεν φτάνουν να περιγράψουν το μεγαλείο της μουσικής, ειδικά όταν αυτή δεν ακολουθεί τα κλασικά μονοπάτια αλλά παλεύει διαρκώς να εξερευνεί την πρωτοπορία, όπως η μουσική του Frost.
Η συναυλία ήταν προσεγμένη στην εντέλεια, από την υποβλητική αρχή της world μελωδίας με τον Frost απών από τη σκηνή και την εμφάνισή του, όταν και μας έσκισε τα σωθικά με την εκκωφαντική κιθαριστική παραμόρφωση, μέχρι τα φώτα που σιγά-σιγά άρχιζαν να σκίζουν όλο και περισσότερο το σκοτάδι και να εναλλάσσονται με αυτό, συντελώντας σε ένα απόλυτα ταιριαστό με τη μουσική παιχνίδι και συνθέτοντας μία πλήρη conceptual εμπειρία. Το κοινό παρακολουθούσε αποσβολωμένο, χαρακτηριστική είναι άλλωστε η ατάκα που άκουσα όταν κάποιος ζήτησε αναπτήρα και ταυτόχρονα συγγνώμη, επειδή ενόχλησε τον κάτοχό του που άκουγε συγκεντρωμένος. Τα διαλείμματα χορού που ξέσπαγαν ακολουθώντας το σύνθημα των διανθισμένων με beats μερών, ήταν τα μόνα που έσπαγαν λίγο αυτήν τη συγκέντρωση.
Βγαίνοντας από το χώρο μείναμε να κοιταζόμαστε με το στόμα ανοιχτό, συνειδητοποιώντας την τύχη μας που υπήρξαμε μάρτυρες αυτής της συναυλιακής εμπειρίας, η οποία παρά την αρκετά μεγάλη προσέλευση κόσμου, θα έπρεπε αναμφίβολα να είναι sold out, μιας και ελάχιστες φορές παρακολουθεί κανείς στη ζωή του ένα τόσο μεγάλο live.
[Μάριος Κατρίτσης]