Σημειωματάριο

Tο κόστος της γνώσεως: Συμφωνία με τον Διάβολο (Β’)

Είπαμε στο πρώτο μέρος πως οι αρχαίες μυθολογίες θέλουν τους σοφούς τυφλούς, πληρώνοντας έτσι το δίκαιο αντίτιμο για την απόκτηση της γνώσης. Η γνώση δεν οδηγεί στην ευτυχία, δεν είναι αυτός ο σκοπός της. Ούτε και υπόσχεται κάτι τέτοιο, γιατί δεν είναι ψεύτρα. Η συντροφιά της είναι μελαγχολική και πολλές φορές στενάχωρη. Αυτό τουλάχιστον λέει και ο Εκκλησιαστής στην Παλαιά Διαθήκη (Εκκλησιαστής, 17), πως « ο προστιθείς γνώσιν προσθήσει άλγημα.»

Στο πέρασμα των αιώνων οι ιδέες μετασχηματίζονται απ’ την αλλαγή της στάσης των ανθρώπων. Οι σοφοί του αρχαίου κόσμου έπαψαν πια να είναι σοφοί όταν ο Μεσαίωνας πλάκωσε στην οικουμένη. Δεν είναι μόνον το γεγονός πως φανατικοί θρησκόληπτοι χριστιανοί απέρριπταν τη σοφία, την γνώση, την σπουδή και γενικότερα την καλλιέργεια του πνεύματος, νομίζοντας τα ως αμφισβήτηση του ίδιου του Θεού. Απλοποιούσαν και παρερμήνευαν το «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι»  του Ιησού στα δικά τους πιστεύω, πειθαναγκάζοντας με βία και τρομοκρατία τις κοινωνίες για να συμφωνήσουν. Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έπεφτε κάτω απ’ τις συνεχείς εισβολές των γερμανικών και ευρασιατικών λαών που παραβίαζαν τα βόρεια και ανατολικά σύνορά της. Οι φιλόσοφοι –πόσο μάλλον οι σοφοί- σπάνιζαν όλο και περισσότερο με το πέρασμα του χρόνου, και αντιμετωπίζονταν απ’ το νέο πνευματικό κλίμα που άρχιζε να επικρατεί, με καχυποψία, διάθεση διωγμών, και δογματισμό. Στα ερείπια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας φύτρωναν σαν κισσοί οι νέοι άρχοντες που θα έσφιγγαν με τη δύναμη και την αυθαιρεσία τους τον χώρο επιρροής τους. Και αυτοί δεν ήταν καθόλου ευεπίφοροι στις φιλοσοφικές αναζητήσεις, ούτε πολυσκοτίζονταν για την ακμή της παιδείας. Η θρησκεία πλέον μπορούσε να δώσει όλες τις απαντήσεις, και τα όπλα με τον στρατό να διαφυλάξουν την ασφάλεια. Οι πολλές ερωτήσεις εξάλλου δημιουργούν αμφισβητήσεις, και οι αμφισβητήσεις διαμάχες. Κάτι τέτοιο έπρεπε να αποφευχθεί πάση θυσία. Έτσι, πνευματικός πυλώνας γίνεται το θρησκευτικό δόγμα και τοποτηρητής ο στρατός. Μια νέα εποχή ανατέλλει, πολύ διαφορετική απ’ την προηγούμενη, ο Μεσαίωνας.

στην Αρχαιότητα και στις μυθολογικές ιστορίες το κόστος της γνώσεως ήταν η τύφλωση, σταδιακή ή ακαριαία, μερική ή ολική. Στον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση το κόστος άλλαξε και έγινε πλέον υπαρξιακό, αφού για να γίνει κάποιος κάτοχός της θα έπρεπε να πουλήσει την ψυχή του, κατά κάποιον τρόπο δηλαδή να καταδικάσει τον εαυτό του

Πολύ αργότερα, και αφού έχουμε περάσει νοερά απ’ την Αρχαιότητα στους Μέσους Αιώνες και από κει στην Αναγέννηση, οι φιλόσοφοι αρχίζουν να ξαναξυπνάνε. Θέτουν ερωτήσεις με πάθος και θέλουν να μάθουν τα μυστικά της Φύσης μέσω της εμπειρίας και της παρατήρησης. Η γνώση όμως παραμένει κάτι το ιερό και απόκρυφο που θα αποκαλυφθεί μόνο σε αυτόν που διατίθεται να κάνει την υπέρτατη θυσία. Ποια είναι όμως αυτή;  Εδώ θα πρέπει να σκεφτούμε έτσι όπως και ο μεσαιωνικός άνθρωπος. Οι ιδέες περί ‘‘ψυχής’’ και ‘‘σωτηρίας’’ είναι κεντρικές στη χριστιανική διδασκαλία, και αποτελούν τον απώτερο σκοπό της ζωής του μεσαιωνικού ανθρώπου. Ο Χριστιανισμός είναι απόλυτος και ξεκάθαρος σε αυτό το υπαρξιακό ζήτημα: Κάθε άνθρωπος έχει ψυχή, και οι πράξεις του ενθάδε θα καθορίσουν την αμοιβή του στην μετέπειτα ζωή, αυτές θα τον χαρακτηρίσουν στο δικαστήριο ενώπιον του Θεού κατά τη Δευτέρα Παρουσία. Η ψυχή λοιπόν είναι ό,τι πολυτιμότερο έχει ένας άνθρωπος, την πνοή του Θεού μέσα του.

Η Αναγέννηση έφερε σε επαφή πολλούς ανθρώπους που θέλησαν να γνωρίσουν την ελληνική και την λατινική γραμματεία του παρελθόντος. Τότε «Δημιουργήθηκε ένας νέος τύπος διανοούμενου ανθρώπου, ο μάγος. Ενώ, δηλαδή, ως τότε οι φιλόσοφοι και, γενικότερα, οι διανοούμενοι είχαν ως στόχο να παρατηρούν τα πράγματα και εμβαθύνοντας σε αυτά, να προσπαθούν να τα ερμηνεύσουν μέσα από τη διατύπωση θεωριών, ο μάγος, που αναδείχθηκε στην εποχή της Αναγέννησης είναι ο σοφός άνθρωπος που δρά επίσης, είναι ο άνθρωπος που δεν περιορίζεται στην ερμηνεία των πραγμάτων, αλλά προσπαθεί, επιπλέον, να επηρεάσει τη συμπεριφορά τους.»(1) Και τότε είναι η εποχή που αρχίζει μια τέχνη διαφορετική, πρωτόγνωρη, να επηρεάζει τους ανθρώπους και τα όνειρά τους. Η τέχνη της αλχημείας. Αλχημιστές και μάγοι λοιπόν. Η αλχημεία δεν ήταν μόνον η προσπάθεια δημιουργίας χρυσού από αγενή μέταλλα, αλλά «…η αλχημεία σήμαινε κάθε διαδικασία μέσω της οποίας ένα σώμα μετασχηματίζεται παίρνοντας μια ανώτερη ή πληρέστερη μορφή.»(2). Έχουμε σχηματίσει την εικόνα ενός μάγου μέσα στη φαντασία μας, ως ενός σοφού γέρου που γνωρίζει ισχυρά ξόρκια σε μιαν άγνωστη γλώσσα και μπορεί να μεταχειρίζεται την Φύση όπως αυτός θέλει- ή σχεδόν όπως θέλει. Ο μάγος συνδέεται με την μελέτη της ουσίας του ιερού, δημιουργεί φίλτρα και ξόρκια (αλχημεία) για την ανακάλυψη της φιλοσοφικής λίθου. Το ερώτημα είναι: Aυτός τι έδωσε για να γίνει κάτοχος αυτής της απόκρυφης, ισχυρής  γνώσης;

αλχημιστη

Η απάντηση είναι: Την ίδια του την ψυχή. Στο ημίφως της μεταβατικής περιόδου απ’ τον Μεσαίωνα στα νεότερα χρόνια στέκεται η Αναγέννηση, με τους λογίους της, τους σκαπανείς της γνώσης, τους νεότευκτους επιστήμονές της· αλλά και με τους οπισθοδρομικούς σχολαστικούς, τους απάνθρωπους ιεροεξεταστές. Αυτοί οι τελευταίοι πίστευαν πως είναι πολλοί εκείνοι που έχουν κάνει μια ανίερη συμφωνία με τον Διάβολο για να αποκτήσουν την πολυπόθητη σοφία.

Μέσα από αντιπροσωπευτικά λογοτεχνικά έργα της εποχής μπορούμε να καταλάβουμε την άποψη του μέσου ανθρώπου για αυτό το ζήτημα. Ο Σαίξπηρ έγραψε πολλά έργα που είχαν ως στοιχείο πλοκής την άσκηση της μαγείας, ανάμεσα σε αυτά τον “ Μακβέθ ”, το “ Όνειρο Θερινής Νυκτός ” και την “Τρικυμία”. Απ’ όλα αυτά όμως ξεχωρίζει η Τρικυμία ,(3) το κύκνειο άσμα του Βάρδου. Σε αυτό το έργο κεντρικός χαρακτήρας είναι ο Πρόσπερος, ένας σοφός εξορισμένος δούκας που έχει εντρυφήσει στη φιλοσοφία και τις μαγικές τέχνες, χωρίς να είναι ένας κακός μάγος, σε αντίθεση με την Συκόραξα, την κακιά μάγισσα που ήταν πρίν από αυτόν στο νησί και είχε υποδουλώσει όλα τα πνεύματα λατρεύοντας τον Σατανά. Γνωρίζει την μαγία και πως η γνώση της μπορεί να γίνει κακόβουλη, γι’ αυτό και λέει (Η Τρικυμία ,Ε’ ,1. ) :

Τάφοι στην προσταγή μου τους αποθαμένους

που είχαν τους ξύπνησαν κι ανοίγοντάς τους άφησαν

να φύγουν, με την τόση δύναμη της τέχνης μου.

Μα τούτη τη σκληρή μαγεία εδώ την απαρνιέμαι·

και αφού ζητήσω κάποια ουράνια μουσική-

που αυτό ίσα ίσα κάνω τώρα – για να φέρει

στα πνεύματά τους το αποτέλεσμα που θέλω,

κι είναι γι’ αυτό ικανή η αγέρινη γοητεία,

θα σπάσω το ραβδί μου, θα το θάψω κάμποσες

οργιές στη γή, και πιο βαθιά κι απ’ όσο πήγε

ποτέ βολίδι, θα βουλιάξω το βιβλίο μου.

προσπ

 

Στο τέλος του έργου, όταν η πλοκή έχει φέρει σε αίσιο τέλος το θεατρικό, ο Πρόσπερος λέει:

Tώρα ‘ναι τα μάγια όλα σκόρπια χάμου,

και δεν έχω δύναμη άλλη απ’τη δικιά μου,

που είναι λίγη. Τώρα αλήθεια εσείς ορίζετε

και με ξόρκι σας εδώ με περιορίζετε

ή με στέλνετε στη Νεάπολη.

Στην “ Τρικυμία ”, o Πρόσπερος που ασχολείται με τα βιβλία, την φιλοσοφία, την μαγεία και το πνεύμα του, αποποιείται την μαγική τέχνη που μπορεί να τον οδηγήσει σε κακή χρήση της, κάνοντας κακό. Ό,τι έκανε έκανε και, πλέον, αφού κατόρθωσε αυτό που έπρεπε να γίνει, παραδίδει τα σύνεργά του και γίνεται απλός άνθρωπος.

Όμως το λογοτεχνικό έργο που στέκεται η κορυφογραμμή της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας διαπραγματευόμενο την αιώνια πάλη για την Γνώση, είναι ο «Φάουστ» του Γκαίτε (4). Ο Φάουστ είναι ο τραγικός χαρακτήρας που βιώνει το απόλυτο δράμα της απόκτησης της γνώσης. Προσπαθεί να βρεί το νόημα του κόσμου, να ξεδιπλώσει τα μυστικά της Φύσης, προσπαθώντας να εισχωρήσει σε αυτά από όλες τις πιθανές εισόδους. Λέει χαρακτηριστικά στο έργο:

Aχ, σπούδασα φιλοσοφία

και νομική και γιατρική

και αλί μου και θεολογία

με κόπο και μ’ επιμονή·

και να με δώ με τόσα φώτα

εγώ ο μωρός όσο και πρώτα!

 Ό,τι κι αν έκανε, όσο κι αν προσπάθησε, χαμένος βγήκε από την κοσμική γνώση, έχανε τον χρόνο του. Γι’ αυτό και πήρε μια απόφαση. Να στραφεί προς την τέχνη του απόκρυφου, του σκοτεινού, της μαγείας. Και λέει πιο κάτω:

Γι’ αυτό έχω στη μαγεία παραδοθεί,

μήπως το πνεύμα το στόμα ανοίξει

κι η δύναμή του μη μου δείξει

κάποια μυστήρια, ώστε άλλο εδώ

να μην παιδεύομαι να πώ

ό,τι δεν ξέρω, να γνωρίσω τι

βαθιά τον κόσμο συγκρατεί,

κάθε αφορμή και σπόρο ν’ αντικρίσω

και κούφια λόγια πια να μην πουλήσω.

 Ο Διάβολος κάνει μια συμφωνία μαζί του όταν μαθαίνει πως είναι διατεθειμένος να θυσιάσει τα πάντα για την απόκτηση της Γνώσης. Θέλει την ψυχή του. Αυτός στέκεται αποσβολωμένος μπροστά σε αυτή την πρόκληση. Καλείται να απαντήσει με μια καταδικαστική απόφαση που θα του στερήσει την αιωνιότητα, αλλά θα του δώσει την ευκαιρία να μάθει τα βαθύτερα μυστικά του Σύμπαντος. Η αινιγματικότητα του Αγνώστου προκαλεί την φιλοσοφική του περιέργεια. Και δέχεται. Σε ένα παιχνίδι θανάτου παίζει την ψυχή του ενάντια στον σίγουρο (;) νικητή,τον Διάβολο. Ο Φάουστ αντιπροσωπεύει τον ύστερο μεσαιωνικό και αναγεννησιακό φιλόσοφο που ανοίγουν μπροστά του όλες οι πύλες της γνώσεως και εκείνος προσπαθεί να γευτεί τους γλυκούς καρπούς της Αλήθειας στο έπακρο. Και αντιπροσωπεύει επίσης την αγωνία της θνητότητας να υπερβεί τα φθαρτά όρια της ύπαρξης της μέσω της γνώσης.

Ολοκληρώνοντας, στην Αρχαιότητα και στις μυθολογικές ιστορίες το κόστος της γνώσεως ήταν η τύφλωση, σταδιακή ή ακαριαία, μερική ή ολική. Στον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση το κόστος άλλαξε και έγινε πλέον υπαρξιακό, αφού για να γίνει κάποιος κάτοχός της θα έπρεπε να πουλήσει την ψυχή του, κατά κάποιον τρόπο δηλαδή να καταδικάσει τον εαυτό του. Λες και ο γνώστης, ο σοφός, είναι ένας βέβηλος κλέφτης και γι’ αυτό πρέπει να τιμωρηθεί έτσι, αιώνια, σαν τον Προμηθέα. Με αρχαίους όρους, θα λέγαμε πως διαπράττει ύβριν για το θράσος του να θέλει να μάθει. Με σύγχρονους, συμφωνία με τις σκοτεινές δυνάμεις.

 

Σημειώσεις.

  1. Θεοδόση Πελεγρίνη, Οι 5 εποχές της φιλοσοφίας, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, 1998, σελ.182
  2. Θεοδόση Πελεγρίνη, Οι 5 εποχές της φιλοσοφίας, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, 1998, σελ.203
  3. Σαίξπηρ, Η Τρικυμία, Μετάφραση Βασίλη Ρώτα.
  4. Γκαίτε, Φάουστ, Μετάφραση Κων. Χατζόπουλου.

Σχετικά με τον αρθρογράφο

Π.Βρεττάκος