Βιβλίο

Ο Σεφέρης κι ο ανθρωπολόγος Ηρόδοτος

Στο τρίτο Ημερολόγιο Καταστρώματος, που περιλαμβάνει ποιήματα γραμμένα σχεδόν αποκλειστικά στην Κύπρο, βρίσκουμε κι ένα πολύ ωραίο ποίημα με αινιγματικό τίτλο: Επικαλέω τοι την θεόν. Τι σημαίνει αυτό και πώς του ήρθε του Σεφέρη να γράψει ένα ερωτικό ποίημα, ενώ βρισκόταν στον περίβολο μιας μικρής εκκλησίας;

Όπως φανερώνει ο ίδιος ο ποιητής στις σημειώσεις του, πρόκειται για φράση που βρίσκουμε στον Ηρόδοτο. Αυτός, μιλώντας στο πρώτο βιβλίο του για τα έθιμα των Βαβυλωνίων, τονίζει κυρίως δύο, το καλύτερο και το χειρότερο κατά τη γνώμη του.

Το καλύτερο είναι ένα παζάρι που γίνεται κάθε χρόνο και αποτελεί τον τρόπο με τον οποίο η κοινότητα διευθετεί το ζήτημα των γάμων: όσες κοπέλες είναι σε ηλικία γάμου (γάμων ωραίαι: θαυμάσια ετυμολογία του ωραίος: αυτός που είναι στην ώρα του για κάτι!) μαζεύονται στην πλατεία και οι άνδρες πλειοδοτούν για να τις κάνουν γυναίκες τους, αρχίζοντας από την πιο όμορφη. Τα χρήματα όμως δεν πάνε στην κοπέλα ή στην οικογένειά της, αλλά, καθώς η διαδικασία προχωράει στις λιγότερο ευπαρουσίαστες, αρχίζουν να δίνονται ως αμοιβή στον άνδρα που θα τις παντρευτεί. Έτσι «οι ομορφότερες παντρεύουν τις ασχημότερες»· αυτός είναι ο τρόπος που είχε θεσμίσει η συγκεκριμένη κοινωνία για τη ρύθμιση του γάμου, ένας τρόπος που κρίνεται ως ιδιοφυής από τον Ηρόδοτο.

Το χειρότερο, όμως, για τον Ηρόδοτο έθιμο των Βαβυλωνίων, είναι αυτό που έχει σχέση με το ποίημά μας.  Σύμφωνα με αυτό, κάθε γυναίκα πρέπει μια φορά στη ζωή της να πάει στο ναό της Αφροδίτης και να παραμείνει εκεί μέχρι να κάνει έρωτα με έναν ξένο, χωρίς δυνατότητα επιλογής. Αυτός, μόλις τη διαλέξει, ρίχνει ένα νόμισμα ανάμεσα στα γόνατά της λέγοντας «επικαλέω τοι την θεόν», δηλαδή «στο όνομα της θεάς», και σμίγει μαζί της. Οι ταξικές διακρίσεις γίνονται φανερές και εκεί: οι πλούσιες γυναίκες πάνε στο ναό περήφανες μέσα σε σκεπασμένες άμαξες· αλλά και οι φυσικές: οι πιο όμορφες βρίσκουν κάποιον αμέσως για να τις διαλέξει και να πάνε σπίτι τους, ενώ άλλες μένουν εκεί για τρία ή τέσσερα χρόνια.

Το έθιμο όμως αυτό, σύμφωνα με τον ιστορικό, υπάρχει και στην Κύπρο, όπου και βρίσκεται ο ποιητής, που θυμάται τον Ηρόδοτο και φαντάζεται ή φαντασίωνεται έναν τέτοιον αρχαίο έρωτα, με μια γυναίκα που θα ανέδιδε «ίσως και άλλα αρώματα, που δε γνωρίσαμε, φτωχά και πλούσια».

Όπως και στο «επί ασπαλάθων», ο Σεφέρης συνομιλεί με την αρχαιοελληνική γραμματεία ήδη από τον τίτλο, στη βάση ενός συνειρμού, γράφοντας αυτήν τη φορά ένα όχι τόσο γνωστό, αλλά πολύ ερωτικό ποίημα, που είναι από τα αγαπημένα μου.

Σχετικά με τον αρθρογράφο

Γιάννης Κτενάς