Ανάλυση

Ο βαρύς χειμώνας μετά την Αραβική Άνοιξη (μέρος Β)

Τα γεγονότα και η εξέλιξη της Αραβικής Άνοιξης σε κάθε χώρα

Αφού εξετάσαμε τις θεωρίες εκδημοκρατισμού και την ιστορία τους, αξίζει να εστιάσουμε και στην τόσο σημαντική για την περιοχή περίοδο της Αραβικής  Άνοιξης, καταγράφοντας  συνοπτικά τα γεγονότα και τις επιπτώσεις της ανά χώρα.

Σημείο έναρξης της Αραβικής Άνοιξης θεωρείται ο αυτοπυρπολισμός του Τυνήσιου μικροπωλητή Μοχάμεντ Μπουαζίζι σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την επιβολή προστίμου επειδή δεν είχε άδεια αρχικά, αλλά και για την αδιάλλακτη και αυταρχική στάση της αστυνομίας εν συνεχεία. Ένα περιστατικό που απέδειξε πως, όταν θέλουν, τα αυταρχικά καθεστώτα μπορούν να συμπεριφερθούν όπως και αυτά των «δυτικών δημοκρατιών» στάθηκε η αφορμή για μία γενικευμένη εξέγερση που έμελλε να επηρεάσει τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων. Από τις 4 Ιανουαρίου, ημέρα θανάτου του Μπουζίζι, και μετά, ο αραβικός κόσμος εισέρχεται στη νέα πραγματικότητα, στην εποχή της Αραβικής Άνοιξης.

Τυνησία

Οι διαδηλώσεις που ξεκίνησαν στην Τυνησία τον Δεκέμβριο του 2010, ενώ ακόμα ο Μπουαζίζι βρισκόταν στο νοσοκομείο, επί της ουσίας αποτελούν και την απαρχή της Αραβικής Άνοιξης. Αφορμές για τις διαδηλώσεις στάθηκαν η εκτεταμένη φτώχεια, τα υψηλά ποσοστά ανεργίας και η ακρίβεια στις τιμές των τροφίμων. Η κλιμάκωση της λαϊκής οργής είχε ως αποτελέσματα το θάνατο εκατοντάδων Τυνήσιων και την διάλυση της κυβέρνησης Μπεν Άλι, ο οποίος προερχόταν από το πανίσχυρο μέχρι τότε κόμμα RCD. O Μπεν Άλι αναγκάστηκε να παραιτηθεί —σημειολογικά 10 ήμερες μέτα το θάνατο του Μπουαζίζι—  και να φύγει από την χώρα, ενώ εν συνεχεία σχηματίστηκε κυβέρνηση «εθνικής ενότητας». Η συμμετοχή στελεχών του RCD στην κυβέρνηση εξόργισε τους διαδηλωτές, οι οποίοι επιδίωκαν μία ριζική ρήξη με το παρελθόν. Τελικώς, η λειτουργία του κόμματος ανεστάλη, ενώ το Μάρτιο του 2011 το δικαστήριο αποφάσισε τη διάλυσή του, την ρευστοποίηση των περιουσιακών του στοιχείων και τον αποκλεισμό των στελεχών του από τις εκλογές. Τα παραπάνω σφράγισαν το τέλος μίας εποχής για την Τυνησία.

Στις εκλογές για νέα Συνταγματική Συνέλευση (Οκτώβριος 2011) επικράτησε το για πολλά χρόνια εκτός νόμου ισλαμικό κόμμα Ennahnda, το οποίο είχε νομιμοποιηθεί από την κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» τον Μάρτιο του 2011.

Παρά την επικράτηση ισλαμικού κόμματος, στην Τυνησία συνέχισαν να υπάρχουν αρκετές φωνές που ζητούσαν την εγκαθίδρυση ισλαμικού Χαλιφάτου. Κύριοι εκφραστές του αιτήματος αυτού ήταν οι σκληροπυρηνικοί Σαλαφιστές μουσουλμάνοι με προεξέχουσα οργάνωση την Ansar al-shari'ah [AST], την οποία η κυβέρνηση  χαρακτήρισε τρομοκρατική, σε μια προσπάθεια να την αντιμετωπίσει.

Τον Οκτώβριο του 2014 πραγματοποιήθηκαν εκλογές στις οποίες το Ennahnda ηττήθηκε από το κοσμικό κόμμα Nidaa Tounes, επιβεβαιώνοντας κατά αυτόν τον τρόπο την διαχρονική επιλογή του Τυνήσιου λαού για κοσμικό κράτος. Μία επιλογή που καταμαρτυρά άλλωστε και η επικράτηση της κοσμικής κουλτούρας που είναι σταθερά κυρίαρχη εδώ και χρόνια στην Τυνησία.

Διαδήλωση στην Τυνησία στις 14 Ιανουαρίου 2011. Πηγή: wikipedia.

Συνοπτικά, η Τυνησία μετά την πτώση του Μπεν Άλι, εγκαθίδρυσε ένα νέο, πιο δημοκρατικό, με περισσότερες ελευθερίες και δικαιώματα καθεστώς, το οποίο όμως εξακολουθεί να παλεύει τόσο με τον ισλαμισμό όσο και με το διεφθαρμένο παλαιό καθεστώς. Αξίζει να σημειωθεί πως η Τυνησία είναι ίσως η μοναδική χώρα όπου το κίνημα της Αραβικής Άνοιξης συνέβαλε στον —μερικό έστω— εκδημοκρατισμό της.

 Αίγυπτος 

Από το 1981 έως το 2011 την εξουσία στην Αίγυπτο κατείχε ο Χόσνι Μουμπάρακ, ο οποίος είχε εγκαθιδρύσει μία ισχυρότατη δικτατορία. Λίγο καιρό μετά το ξέσπασμα της γενικευμένης εξέγερσης εναντίον του ίδιου και του καθεστώτος του —και συγκεκριμένα τον Φεβρουάριο του 2011—, ο Μουμπάρακ οδηγήθηκε σε παραίτηση, κάνοντας έτσι την Αίγυπτο χώρα-σύμβολο της Αραβικής Άνοιξης. Οι συγκρούσεις ανάμεσα στους ισλαμιστές και τους οπαδούς του κοσμικού κράτους για την κατάληψη της εξουσίας ήταν έντονες και δεν εκτονώθηκαν ακόμα και μετά την διενέργεια εκλογών, μιας και ο στρατός πραξικοπηματικά θα πάρει ο ίδιος την εξουσία. Η δύναμη του στρατού θα φανεί και το 2013 (3 Ιουλίου) όταν θα θέσει υπό κράτηση τον τότε πρόεδρο Μόρσι, θα αναστείλει την εφαρμογή του Συντάγματος και θα εγκαθιδρύσει προσωρινή κυβέρνηση με επικεφαλής τον Adli Mansour, πρόεδρο του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου.

Εκείνη την περίοδο υπήρξε σχέδιο νέου Συντάγματος, το οποίο έδινε αυξημένες εξουσίες τόσο στον στρατό όσο και στο δικαστικό σώμα, με προφανή στόχο την εδραίωσή τους ως «φύλακες» του νέου καθεστώτος. Ταυτόχρονα, πραγματοποιήθηκαν διώξεις εναντίον των οπαδών του Μόρσι αλλά και των μελών και οπαδών των Αδελφών Μουσουλμάνων, μίας αρκετά ισχυρής ισλαμιστικής οργάνωσης που τελικά τέθηκε εκτός νόμου. Ο Μόρσι θα οδηγηθεί σε διαδοχικές δίκες και αργότερα θα καταδικαστεί σε θανατική ποινή.

Τον Ιανουάριο του 2014 τέθηκε σε δημοψήφισμα ένα νέο σχέδιο Συντάγματος χωρίς ωστόσο να καλύπτει τις διεθνείς απαιτήσεις και προσδοκίες. Το αποτέλεσμα ήταν καθολικά υπέρ του νέου Συντάγματος (98%) αλλά με την συμμετοχή να είναι κάτω του 40% λόγω της αποχής που είχε κηρύξει η οργάνωση των Αδελφών Μουσουλμάνων.

Τον Μάιο του 2014 πραγματοποιήθηκαν προεδρικές εκλογές, στις οποίες ο πρώην αρχηγός του στρατού Αλ Σίσι λαμβάνει το 96,9% των ψήφων με την αποχή να ξεπερνάει ξανά το 50%. Ο Αλ Σίσι πέτυχε μέσω της στήριξης αρκετών αραβικών κρατών να αντιμετωπίσει το αυξημένο χρηματοδοτικό πρόβλημα της Αιγύπτου, αλλά στην περίοδο διακυβέρνησής του τα ανθρώπινα δικαιώματα περιορίστηκαν σε τέτοιο βαθμό που η διεθνής ΜΚΟ «Human Rights Watch» έκανε λόγο «για τη χειρότερη επιδείνωση στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην ιστορία της». Το κύμα οργής και απογοήτευσης θα εκφραστεί μέσω διαδηλώσεων τις οποίες ο Αλ Σίσι θα αντιμετωπίσει με καταστολή και φυλακίσεις αντιφρονούντων, μία πάγια κίνηση αντίδρασης τέτοιων καθεστώτων.

Συνοψίζοντας, γίνεται αντιληπτό ότι το κίνημα αμφισβήτησης της καθεστηκυίας τάξης του 2011 υποχώρησε, δεν μπόρεσε να οργανωθεί πολιτικά και σε μεγάλο βαθμό περιορίστηκε λόγω των Αδελφών Μουσουλμάνων, οι οποίοι ήταν και η μόνη οργανωμένη αντιπολιτευτική ομάδα στην περίοδο Μουμπάρακ. Η δύναμη που είχαν οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι στην πραγματικότητα επισκίασε τόσο τις δυνάμεις της Αριστεράς όσο και αυτές της φιλελεύθερης νεολαίας, δύο πόλων που θα μπορούσαν να έχουν ρόλο στις εξελίξεις και πιθανόν να είχαν πετύχει πολλά παραπάνω αν πρωταγωνιστούσαν στην μετά Μουμπάρακ εποχή. Τα παραπάνω σε συνδυασμό με την καταπιεστική πολιτική του Μόρσι είχαν ως αποτέλεσμα την παλινόρθωση ενός καθεστώτος αντίστοιχης αυταρχικότητας με αυτό πριν το ξέσπασμα της Αραβικής Άνοιξης. Τα όποια σημάδια ανατροπής της πρότερης του Ιανουαρίου 2011 κατάστασης χάθηκαν γρήγορα λόγω της αδυναμίας μαζικής  πολιτικής οργάνωσης των διαδηλωτών και την εκ νέου κυριαρχία αυταρχικών ηγεσιών. Αιτήματα για κοινωνική, πολιτική και οικονομική δημοκρατία ή, κατά μία άλλη οπτική, για μια περαιτέρω αστικοποιήση του κράτους, έμειναν μετέωρα αρχικά και εξαφανίστηκαν εν συνεχεία κάτω από την καταπίεση των Αδελφών Μουσουλμάνων και του Αλ Σίσι. Σήμερα οι ημέρες της πλατείας Ταχρίρ —και ότι αυτή εξέφραζε— φαντάζουν μία μακρινή ανάμνηση.

Συρία 

Η κοινωνική αναταραχή εξαπλώθηκε γρήγορα και στη Συρία και κλιμακώθηκε το Μάρτιο του 2011 με αίτημα την καθεστωτική αλλαγή. Ο δικτάτορας Άσαντ προχώρησε σε βίαιη και αιματηρή καταστολή της εξέγερσης με τα εξής αποτελέσματα: αρκετοί στρατιωτικοί να αποσκιρτίσουν, οι δυνάμεις της αντιπολίτευση να ενωθούν και επί της ουσίας η σύρραξη να γενικευτεί. Η Συρία για αρκετούς μελετητές βρίσκεται από τότε σε έναν ασταμάτητο εμφύλιο πόλεμο με δύσκολα υπολογίσιμες συνέπειες και απώλειες.

Η διεκδίκηση σημαντικών αλλαγών σε τομείς όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα και το πολιτικό σύστημα της χώρας, απέφεραν καρπούς το Φεβρουάριο του 2012 με την υιοθέτηση νέου Συντάγματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι τότε, το κυβερνόν κόμμα Μπααθ ήταν και το μοναδικό συνταγματικά κατοχυρωμένο, κατέχοντας πρακτικά το μονοπώλιο στην εξουσία.

Διαδήλωση στo Baniyas της Συρίας. Πηγή: wikipedia.

Στη Συρία βρίσκεται σε εξέλιξη μια σεχταριστική σύγκρουση, μία σύγκρουση στην οποία δεν υπάρχουν μόνο δύο αντιμαχόμενες πλευρές κι αυτό γιατί στις συγκρούσεις έχουν εμπλοκή και ξένες δυνάμεις κάνοντας ακόμα πιο δύσκολο να οριστούν τα αντίπαλα στρατόπεδα. Η βασική σύγκρουση πάντως είναι η θρησκευτική: ανάμεσα στους σιίτες (σέχτα των Αλεβιτών), οι οποίοι είναι η μειοψηφία του συριακού λαού και υποστηρικτές του Άσαντ και της σουνιτικής πλειοψηφίας της χώρας που κατά κύριο λόγο υποστηρίζει τους αντικαθεστωτικούς. Στις συγκρούσεις έχουν αναπόφευκτα εμπλακεί και άλλες μειονότητες όπως οι Χριστιανοί, οι Κούρδοι και οι Τουρκμένοι. Το Συριακό ζήτημα έχει προ πολλού ξεφύγει από το στενό εθνικό του πλαίσιο και αποτελεί ένα γενικευμένο ζήτημα με παγκόσμιας κλίμακας αποτελέσματα που δεν θα εξετάσουμε στο παρόν κείμενο.

Καταλυτικό ρόλο στις εξελίξεις είχε η άνοδος των δυνάμεων του λεγόμενου Ισλαμικού Κράτους [ΙΚ], το οποίο εμφανίστηκε στο γειτονικό Ιράκ αλλά εξαπλώθηκε ταχύτατα και στις γύρω περιοχές-χώρες. Είναι ενδεικτικό πως στα μέσα του 2015 το ΙΚ έφτασε να κατέχει σχεδόν το 50% του εδάφους της χώρας. Στοιχεία που καταδεικνύουν την ένταση του πολέμου είναι και οι αριθμοί των νεκρών ( ~ 300.000) και των προσφύγων ( ~ 5 εκ.). Το ΙΚ ή αλλιώς Χαλιφάτο είναι από μόνο του ένα φαινόμενο αξιοσημείωτο το οποίο χρήζει και περαιτέρω ανάλυσης, η οποία όμως δεν είναι δυνατόν να γίνει στο συγκεκριμένο άρθρο.

Λιβύη 

Η περίπτωση της Λιβύης διαφέρει σε αρκετά σημεία από αυτές των άλλων χωρών του κινήματος της Αραβικής Άνοιξης, κυρίως γιατί στη Λιβύη η εξέγερση είχε φυλετικά χαρακτηριστικά και δεν βασιζόταν στους νέους και τους εργαζόμενους, αν και σαφώς υπήρχαν κι αυτοί. Μία ακόμη διαφορά είναι ότι στη Λιβύη δεν υπήρχαν κοινωνικοπολιτικά προτάγματα ώστε να ενώσουν  το λαό, η ένωση του οποίου έγινε μόνον για φυλετικούς λόγους. Η μεγαλύτερη αλλαγή που έχει συντελευθεί στο κράτος της Λιβύης εξαιτίας της Αραβικής Άνοιξης είναι η πτώση του καθεστώτος Καντάφι, μία πτώση που ολοκληρώθηκε με την δολοφονία του πάλαι ποτέ πανίσχυρου ηγέτη. Η Λιβύη δεν μπήκε όμως —έστω σε μια στοιχειώδη— φάση εκδημοκρατισμού και κανονικότητας αλλά σε μία περίοδο κατά την οποία κυριάρχησαν οι παραστρατιωτικές οργανώσεις και όλες οι δραστηριότητες που σχετίζονται με την παραοικονομία. Από τότε μέχρι σήμερα η κατάσταση στη Λιβύη εξακολουθεί να είναι έκρυθμη (συνεχείς συγκρούσεις) και μπερδεμένη (ύπαρξη πολλών κέντρων εξουσίας, ειδικά από τις εκλογές του Ιουνίου του 2014 και μετά), κάνοντας έτσι το μέλλον της χώρας να μοιάζει αβέβαιο. Η εκτίμηση πως η Λιβύη δεν πρόκειται, σύντομα τουλάχιστον, να βγει από αυτήν την χαοτική κατάσταση κυριαρχεί ανάμεσα στους αναλυτές.

Υεμένη 

Εμπνευσμένοι από τις διαδηλώσεις σε Αίγυπτο και Τυνησία, φοιτητές κατά κύριο λόγο αλλά και άλλες κοινωνικές ομάδες ξεκίνησαν τον Ιανουάριο του 2011 κινητοποιήσεις σε όλη τη χώρα. Απαιτήσεις των διαδηλωτών ήταν να μπει ένα τέλος στη φτώχεια, να δοθούν μεγαλύτερες δημοκρατικές ελευθερίες και να παραιτηθεί ο Σαλέχ, ο οποίος κυβερνούσε την Υεμένη από το 1978. Αρχικώς υπήρξαν ενδείξεις πως ο Σαλέχ θα προχωρούσε στην υπό όρους παραίτηση του αλλά κάτι τέτοιο δεν έγινε. Τον Ιούνιο του 2011 ο Σαλέχ θα τραυματιστεί βαριά ύστερα από απόπειρα δολοφονίας εναντίον του και πλέον η προσοχή του κόσμου θα στραφεί στη διάδοχη κατάσταση.

Για την διαδοχή ερίζουν: ο Αλί Μουσίν αλ-Αχμάρ (στρατηγός, πρώην έμπιστος του Σαλέχ), ο Χαμίντ αλ-Αχμάρ (συνωνυμία με τον στρατηγό, δισεκατομμυριούχος) και ο μεγαλύτερος γιος του Σαλέχ και ηγέτης της επίλεκτης προεδρικής φρουράς, Αχμέντ. Οι δύο πρώτοι στήριξαν τις κινητοποιήσεις παρά το γεγονός πως αποτελούσαν μέρος του καθεστώτος που ήθελαν να ανατρέψουν οι διαδηλωτές, ενώ ο Αχμέντ Σαλέχ ανέλαβε την προσπάθεια καταστολής των διαδηλωτών. Η σύγκρουση ανάμεσά τους επηρέασε άμεσα την δυναμική των διαδηλώσεων και περιθωριοποίησε την δράση των κομμάτων.

Η εξέγερση πέτυχε πάντως τον κύριο στόχο της, την απομάκρυνση του Σαλέχ από την εξουσία (Φεβρουάριος 2012). Η νίκη των διαδηλωτών δεν οδήγησε την Υεμένη σε δημοκρατικότερο καθεστώς καθώς ο νέος ηγέτης Χάντι —αντιπρόεδρος της χώρας υπό τον Σαλέχ— ακολούθησε την πεπατημένη του προκατόχου του και δεν ικανοποίησε τα αιτήματα των διαδηλωτών. Ο ένοπλος αγώνας των σιιτών Χουθί ενάντια στο νέο καθεστώς, η στρατιωτική εμπλοκή της Σαουδικής Αραβίας και άλλων χωρών σουνιτικής πλειοψηφίας που δεν επιθυμούν η εξουσία να περάσει στους σιίτες, καθώς και η κατοχή σημαντικού ποσοστού του εδάφους της χώρας από την Αλ Κάιντα της Υεμένης έχουν δημιουργήσει και συντηρούν έναν πρωτοφανή για τα δεδομένα της χώρας εμφύλιο πόλεμο.Οι συρράξεις αυτές επέτειναν τη φτώχειια και ακύρωσαν τις λαϊκές κινητοποιήσεις του 2011.

Στην περίπτωση της μη εκδημοκράτησης της  Υεμένης παρατηρούμε σε μεγαλύτερο ίσως βαθμό από τις άλλες χώρες, τόσο την πολυπλοκότητα των αραβικών αυταρχικών καθεστώτων (αλλά και αραβικών κοινωνιών) όσο και το πόσο εύκολα μπορούν να συνυπάρξουν διαφορετικές θεωρίες εκδημοκρατισμού ή τουλάχιστον οι λόγοι της συντήρησης αυταρχικών καθεστώτων που προτάσσουν αυτές.

Μπαχρέιν 

Στο Μπαχρέιν, ένα μικρό νησιωτικό κράτος στον Περσικό Κόλπο, οι διαδηλώσεις ξεκίνησαν τον Φεβρουάριο του 2011 και μαζικοποιήθηκαν γρήγορα. Τα αρχικά αιτήματα των διαδηλωτών που υποστήριζαν το σιιτικό πολιτικό συνασπισμό Αλ Ουεφάκ, ήταν να γίνουν σεβαστά τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώματα και ελευθερίες, να εκλέγεται αντί να διορίζεται ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση και τέλος να παραιτηθεί ο πρωθυπουργός Μπιν Σαλμάν αλ Καλίφα, ο οποίος χάρη στην στήριξη του βασιλιά θείου του  βρίσκεται 40 χρόνια στην εξουσία.

Διαδηλωτές που παίρνουν μέρος στην «Πορεία πίστης στους μάρτυρες» (22/2/2011) στο Μπαχρέιν. Πηγή: wikipedia.

Ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί στο Μπαχρέιν και της δύναμης που έχει το εκεί καθεστώς είναι το γεγονός πως το σιιτικό στοιχείο —το οποίο αποτελεί μια πλειοψηφία της τάξεως του 70% του πληθυσμού— είναι αποκλεισμένο από την εξουσία, την οποία κατέχει η σουνιτική μειοψηφία μέσω της βασιλικής δικτατορίας των Αλ Καλίφα από το 1783.

Σημαντικός παράγοντας στο να μην υπάρξουν αλλαγές στο πολιτικό καθεστώς της χώρας και στην βίαιη καταστολή της εξέγερσης ήταν και πως αυτό είναι η πρώτη επιλογή ισχυρών χωρών, όπως οι ΗΠΑ και η Σαουδική Αραβία. Όπως και σε άλλες χώρες, έτσι και στο Μπαχρέιν, η φλόγα που άναψε το 2011 φαντάζει να έχει προ πολλού σβήσει.

Αντί επιλόγου

Παρά τις όποιες κατακτήσεις τους, ιδίως στην Τυνησία, το συμπέρασμα είναι πως τα δημοκρατικά κινήματα των χωρών που συμμετείχαν στην Αραβική Άνοιξη συντρίφτηκαν κυρίως εξαιτίας δύο πανίσχυρων παραγόντων: τον ισλαμιστικό φονταμενταλισμό και την αντοχή των ελίτ των αυταρχικών καθεστώτων. Αυτό δεν σημαίνει πως αυτοί είναι οι μόνοι λόγοι ή πως αυτοί είχαν την ίδια επίδραση σε όλες τις χώρες. Άλλωστε στην αρνητική εξέλιξη του κινήματος αυτού βοήθησε και η καθολική αποτυχία οργάνωσης του εξεγερμένου πλήθους, το οποίο και υποχώρησε γρήγορα.

Η πτώση τριών πανίσχυρων ηγετών-καθεστώτων (Μπεν Αλι, Καντάφι, Μουμπάρακ) αποτελεί μία κοσμογονική αλλαγή, αλλά δεν αρκεί για να θεωρηθεί η Αραβική Άνοιξη επιτυχημένη. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει. Το αποτέλεσμα της ήταν οι χώρες που συμμετείχαν να είναι σε ίδια ή και χειρότερη οικονομικοκοινωνικοπολιτική κατάσταση. Πρέπει να επισημανθεί δε, πως για πολλούς μελετητές τα «απόνερα» της Αραβικής Άνοιξης (εμφύλιες/φυλετικές συγκρούσεις, στρατιωτικές επεμβάσεις τρίτων χωρών, αύξηση της φτώχειας κ. α.) βοήθησαν στην ανάδειξη και ενδυνάμωση του Ισλαμικού Κράτους.

Το κείμενο προφανώς δεν περιλαμβάνει όλα τα γεγονότα και κεφάλαια της περιόδου, αλλά πιστεύουμε πως πετυχαίνει τον στόχο του —εν αντιθέσει με την Αραβική Άνοιξη— ο οποίος είναι να καταδείξει πως: παρά τα απογοητευτικά της αποτελέσματα η Αραβική Άνοιξη δεν μπορεί και δεν πρέπει να αγνοηθεί και πως μπορεί και πρέπει να μας διδάξει.

 

Βιβλιογραφία-Πηγές

1) Τσατσάνης, Μάνος. «Τα Κύματα των Θεωριών Εκδημοκρατισμού και τα Αραβικά Καθεστώτα: μεταξύ Μεταβασιολογίας και Αραβικού Εξαιρετισμού». Επιστήμη και Κοινωνία, Πολιτική και Εκπαίδευση, Τεύχος 29, Άνοιξη Καλοκαίρι 2012, εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα.

2) Απέργης, Σπύρος. «Μετά την «Αραβική άνοιξη». Οι αραβικές κοινωνίες μεταξύ φατριαστικού και θεοκρατικού φαντασιακού». Πρόταγμα, Τεύχος 9, Ιούλιος 2016.

[Το κείμενο σε μεγάλο βαθμό δομήθηκε ως περίληψη-σύνθεση των δύο παραπάνω]

3) Michael L. Ross. «Does Oil Hinter Democracy» . Cambridge University Press, World Politics, April 2001.

4) www.muftah.org

Ευχαριστίες

Στη Ζωή Τσιούρδα για τις γεμάτες χαμόγελο πληροφορίες.

Στη Μελίνα Ζαχαρία για τις παρατηρήσεις της και την υπόδειξη κάποιων δεδομένων.

Στον Γιάννη Κτενά για την υπομονή και τη δανειστική βιβλιοθήκη του.

Σχετικά με τον αρθρογράφο

Θανάσης Δημάκας