Εδώ που την έχω αράξει δεν έχει ξημερώσει ακόμη κι είναι ωραία.
Δεν σου λέω πού είναι. Πάντως ήσυχο είναι. Κι έχει θάλασσα. Προφανώς.
Tα είχα λίγο μαζεμένα να σου τα σούρω ξέρεις.
Εγώ σε θεωρούσα φίλο μου.
Κι ακόμη σε θεωρώ δηλαδή, αλλά από την άλλη δεν φεύγουν έτσι οι φίλοι ρε. ΔΕΝ φεύγουν έτσι οι φίλοι.
Θα μου πεις, και πώς φεύγουν; Σωστό κι αυτό. Πάντα ήσουν πιο τετράγωνος στην λογική.
Θυμάμαι εκείνο το όνειρο που έχω δει μερικές φορές, ότι τάχα μας ξεγέλασες όλους και στ’αλήθεια απλά την έκανες για μια χώρα της Νότιας Αμερικής. Τα είχα δει όλα πεντακάθαρα, ξέρεις ότι πάντα βλέπω έγχρωμα όνειρα σινεμασκόπ. Ήταν μια καλή περιπέτεια, τύπου Τεντέν και Τουπαμάρος αν θυμάσαι εκείνο το τεύχος, θα σου άξιζε. Και μια φορά σε είδα κάπου στην Κίνα, έλυνες το μυστήριο του Κάβουρα με τις Χρυσές Δαγκάνες αν δεν κάνω λάθος και έμενες δίπλα στην καμπίνα του Κάπταιν Χάντοκ μέσα στο Καραμπουτζάν.
Άκουσα εκείνο το βράδυ στο Heathrow όσο περίμενα να ξημερώσει ένα τραγούδι για σένα, κι έτσι για μένα αυτό θα είναι πια το τραγούδι σου. Απλά πράγματα για βροχές και φωτιές και στράτες κι από τότε δεν το ξανάκουσα. Αλλά μια και τελευταία φορά σε αεροδρόμιο σε χαιρέτησα, και μια και ξέρω πόσο σου άρεσαν τα αεροπλάνα, σκέφτομαι ότι μπορεί να ζεις πια σαν τον Τομ Χανκς στην ταινία με την Κάθρην Ζέτα Τζόουνς σε κάποιο τέρμιναλ. Δεν μπορώ να φανταστώ πώς θα έφτιαχνες το μουστάκι χωρίς ξυριστική, αλλά αν σε πετύχω ποτέ σε κάποιο αεροδρόμιο πίσω από κανένα γκισέ ή να πίνεις εσπρέσσο και να διαβάζεις την Ναυτεμπορική, θα σε κοροιδέψω ότι το στραβόκοψες όπως και να ‘χει και θα ρίξω κάτι γέλια...
Από την άλλη βέβαια ήθελες να γίνεις αστρονόμος. Ανέβηκα τις προάλλες στην αποθήκη και βρήκα εκείνο το τηλεσκόπιο από τα Jumbo-τα-παιχνίδια-είμαστε-εμείς που είχαμε πάρει και μου είχες δείξει ποιος είναι ο Σείριος και ποια η Μεγάλη Άρκτος και μου άρεσε σαν οπτική γωνία να είσαι σκόνη και να περιφέρεσαι στον γαλαξία της Ανδρομέδας – αλλά μην κολλάς, κι αλλού να σουλατσάρεις, σου αξίζει: τόσα χρόνια είχες να κάνεις μια βόλτα μόνος σου.
«...είμαστε σκυφτοί κι οι δυο στο χάρτη/
γύρισες και μου `πες πως το Μάρτη/
σ’ άλλους παραλλήλους θα `χεις μπει»
Τελικά πήρα το αυτοκίνητο σου. Νομίζω θα ενέκρινες την χρήση που του κάνω, είναι αρκετά σουλατσαδόρικη κι ωραία και δεν το πατάω πολύ (συνήθως). Οπότε, daddy, cool.
Μόνο άνοιξα ρε απατεώνα (να μια λέξη που έχω ένα χρόνο να την χρησιμοποιήσω, δεν έχω κάποιον που να μου κάνει κέφι αν και τον μικρό τον λέω κανάγια συχνά τέτοιος που είναι- δεν φαντάζεσαι...) το πορτ-μπαγκάζ μια μέρα και βρήκα κάτι χαρτιά που θα έπαιρνες στο γραφείο την Δευτέρα, βρήκα και το φαρμακείο του αυτοκινήτου και ξέρεις τί άλλο βρήκα;
Τις πετονιές.
Πόσα χρόνια είχαμε να ψαρέψουμε; Δεν εννοώ τότε στον Αγιόκαμπο, όχι, τα μπερδεύεις – ακόμη δημοτικό ήμουν τότε, περάσαν χρόνια, τα 27 κλείνω τον Μάιο πλάκα- πλάκα.
Εννοώ κάπου που είχα έρθει να σας βρω ένα καλοκαίρι μετά την πρακτική της σχολής για Δεκαπενταύγουστο. Κι εσύ δεν τις είχες βγάλει ποτέ από το αυτοκίνητο. Μπορεί κάποτε να ξαναπηγαίναμε, ε; Σου άρεσε η προοπτική ενός ψαρέματος με πετονιά κι ας βγάζαμε μισή καλόγρια, 4 κιλά φύκια και τρεις γαλότσες. Αλλά είπαμε, την έκανες απροειδοποίητα και πάντως αυτό ήθελα να σου πω, τις βρήκα τις πετονιές και θα πάω κάποτε ξανά στην Β. Εύβοια να μπω σε μια πλαστική βαρκούλα κίτρινη και να ψαρέψω, μπέσα για μπέσα καπτάν Κόγκα Δράκο Γιάννη Κατράνη.
Ήσουν πολύ Μάγκας. Μάγκας με μ κεφαλαίο, ναι, γιατί τα είπαμε, υπάρχουν οι Μάγκες και υπάρχουν και τα κουτσαβάκια κι εσύ ήσουν το πρώτο και γι’αυτό όταν λίγο μεγάλωσα, κι είδα ότι άνθρωπος ήσουν κι εσύ, αποφάσισα ότι σε ήθελα για φίλο μου. Για τον ορισμό του Μάγκα στην βιβλιοθήκη, Αυτοβιογραφία Βαμβακάρη από Αγγελική Βέλλου-Κάιλ, πάνω βιβλιοθήκη, τέταρτο ράφι δίπλα στον Σχωρέλη. Ξέρεις. Κι επειδή αυτό ήταν το τραγούδι σου με τον νονό μου το βάζω εδώ από κάτω όχι με την πεποίθηση ότι θα το ακούσεις, ή θα το δεις, αλλά γιατί έτσι. Porque hay. Και ξέρω, υπάρχουν καρδιές μπακάληδες που μετράνε τρεις το λάδι και τρεις το ξύδι, υπάρχουν και καρδιές μεγάλες κι ωραίες.
Θυμάσαι ότι όταν ήταν ο μικρός πολύ μικρός, πηγαίναμε βόλτα κάθε Κυριακή με τον κωδικό “Αλητεία”. Την μεγάλη με το τραίνο στο Μοναστηράκι και το Θησείο και την πλατεία Αβυσσινίας για την συλλογή με τα νομίσματα. Και θέατρο: τον Μορμόλη ή εκείνη στο Κουν, τον Μικρό Πρίγκηπα που φορούσαν όλοι μια ολόσωμη άσπρη φόρμα, αν είναι δυνατόν… Ή την μικρή, στον Πειραιά και το Πασαλιμάνι. Καφές στην Στάνη ή το Νέον και μετά Λούκυ Λουκ, Αστερίξ, Τεντέν.
Στο λέω για να ξέρεις ότι και τώρα μένω ακόμη σε ένα ετερόκλητο σύμπαν τυπωμένο στην Μαμούθ Κόμιξ με ΔΡΧ 500 το τεύχος. Μια αράζω στον πύργο του Μουλενσάρ ή καταδύομαι να βρω το ναυάγιο του Κόκκινου Ράκαμ, μια κυνηγάω τους Ντάλτον δυτικά του Ποταμού Πέκος και βόρεια του Ρίο Γκράντε και μια βγάζω την γλώσσα στην Pax Romana γυρνώντας την μισή αρχαία Ευρώπη με ένα μενίρ στις αποσκευές.
Τέλος πάντων. Απλά αυτό ρε παιδί μου, μου ‘λειψες. Μην γίνουμε και μελό.
Y. Γ. Έφαγα λίγο το δεξί φτερό. Στο αμάξι.
*ΕDIT 16/03/2016: "Κι εγώ γυρίζω στο σπίτι με τα πόδια"