πραγματα που σκοπευω να κανω Vol 8 : καθε φορα που καποιος μου λεει οτι η πολη μου πηγαινει , σκοπευω να λεω με ευλαβεια τα παρακατω, επι λεξει .
Η πολη σου παει . παντα σου πηγαινε . φορας κοκκινο κραγιον ωραια καλσον φουστανια και ωραια σκουφια . εισαι αδυνατουλα και ευγενικη . σ αρεσει το σινεμα να πηγαινεις θεατρο να πηγαινεις και καμια λυρικη που και που . πηγαινεις σε εκθεσεις εισαι λιγο μυγιαγγιχτη και κακομαθημενη και διαβαζεις πολυ . η πολη ειναι για σενα
μην ξεγελιεσαι . οταν μου λες οτι εγω δεν ειμαι για να καθομαι στο δρομο και να πινω μπυρες μην ξεγελιεσαι . οταν μου λες οτι μαζι μου θες να μιλας για ταινιες και παραστασεις και οχι για παρτυ στο εμπρος και ασχημα πραγματα μην ξεγελιεσαι . δεν ειμαι αυτο . ή οχι μονο αυτο .
μεγαλωσα σε σπιτια που το πρωι ηταν κανονικα και το βραδυ ειχαν ξεκλειδωτες πορτες και γινονταν λεσχες . χαρτοπαιχτικες . οχι ποιητικες . και δεν ηταν ασχημα . μεγαλωσα σε σπιτια που χαθηκαν στον ιπποδρομο . που γυναικες τρελαθηκαν οταν εχασαν τους αντρες τους με τους οποιους ειχαν υιοθετησει αρνια αντι για παιδια και τα πηγαιναν με ταξι μεχρι το Ελληνικο . καθε μερα . με ιστοριες για προππαπουδες που ειχαν παει στην Αφρικη και εκαναν οικογενεια εκει και δραματα και μπλεξιματα με τις πρεσβειες για να γυρισουν με το ζορι πισω . με κουκλες με ροζ φορεματα απο την Ιταλια δωρο του παππου . στην Ιταλια ταξιδι στις ιταλικες φυλακες .
μεγαλωσα με τους φιλους του παππου μου στο υπογειο στη Σωκρατους με τη φασολαδα και τα κρυφα δωματια . και απεναντι παιρναμε πρασινο σαπουνι και ψαθινες σκουπες . μεγαλωσα με τους φιλους του παππου μου στο μαγαζι μεσα στη βαρβακειο που εκανε τα καλυτερα ποδαρακια . και μετα παιρναμε μυαλο αρνισιο . και ελιτσες σοκολατενιες και τυρι κιτρινο κεφαλι . μεγαλωσα με τους φιλους του παππου μου σε σουβλατζιδικα το καλοκαιρι με τα τραπεζάκια εξω . μεγαλωσα με τους φιλους του παππου μου που ηταν παππατζηδες και μου εμαθαν τα κολπα για να κλεβω στον παπα . μεγαλωσα με τους φιλους του παππου μου που παιζουν χαρτια εκατω χρονια . και εμενα δε με αφησε ποτε να παιξω .
που πινουν ουισκι και που τρωνε το σουβλακι τους με το μαχαιροπιρουνο . που σκαρφαλωναν σε μια καροτσα να πανε στον ιπποδρομο και στα βενζιναδικα πουλαγανε στο βενζινα ρολογια δαχτυλιδια και κασετοφωνακια . με τους φιλους του παππου μου που ειχαν γκομενες και γυρναγαν εδω και εκει μετα την οικοδομη και τις “δουλειές” τους . που επιναν χορτο καπνιζαν αρειμανίως και επιναν εξισου . και γι αυτο ειχαν παθει διακοσια εγκεφαλικα ο ενας . που κουβαλουσαν μονιμως πανω τους ζαρια γιατι “δεν ξερεις ποτε”.
μεγαλωσα ωραια με πολλες ιστοριες . ιστοριες για τον παππου που τα ειχε με τη μαριζα κωχ και τη φυλακη . για τα μαγαζια που πηγαιναν οι οικοδομοι και οι εργολαβοι μετα την οικοδομη και ειχαν ναργιλεδες ουισκι και βραστο . με ιστοριες για το πως ο παππους μου εχτισε το σπιτι που μενουμε κα για το πως εχασε το μισο . ιστοριες για ανθρωπους που τα εδιναν ολα στην κυριολεξια και δεν κραταγαν καμια πισινη . και την παταγαν ξανα και ξανα . και παλι απο την αρχη . για γυναικες που επρεπε να κρατανε ορθια τα σπιτια κανοντας εφτα δουλειες γιατι οι αλλοι ειχαν επιλεξει διαφορετικα . γρηγορα λεφτα . και προφανως εμεναν στον ασσο .
οταν μου λες οτι η πολη μου παει εγω γελαω . δε γελαω γιατι δεν ειναι αληθεια . αλλα γιατι δεν εχεις ιδεα . και αν δηλαδη μου ταιριαζει ειναι γιατι εγω το διαλεξα . και μετα μου λες με εχεις ερωτευτει .
και δεν εχεις δει καν το ωραιο καινουριο φουστανι μου .