Επικαιρότητα

Πώς η Ελλάδα διαβάζει την Ιστορία

Ή αλλιώς το Ολοκαύτωμα ως γνώση και μνήμη στα χέρια του όχλου

Από τις πρώτες μέρες  της συγκυβέρνησης των Σύριζα/Αν. Ελ., έχει αρχίσει να ξεκαθαρίζει το τοπίο για το ποια είναι η ρητορική τους, που θα δώσουν τις προτεραιότητες τους, πως θα ψάξουν για συμμάχους, με ποιον ρυθμό και τι δυναμική θα προχωρήσουν στις αλλαγές που έχουν εξαγγελθεί για το σύνολο της κοινωνίας. Μέσα από τις σύντομες διαδικασίες αυτές λοιπόν, έχει αναδειχθεί ως κεντρικοπολιτικό θέμα το ζήτημα του Μνημονίου, ενταγμένο στα πλαίσια μιας μυθολογίας περί εθνικής ανεξαρτησίας, απελευθέρωσης από τον «γερμανικό ζυγό», και μιας ποιητικής που βασίζεται στο τρίπτυχο «ελληνική περηφάνια, φτώχεια και φιλότιμο». Οι πολεμικοί όροι δε και ο θεαματικός τρόπος που πλασάρεται σαν την καυτή πατάτα του ελληνικού μέλλοντος, έχει συσπειρώσει γύρω από τον Σύριζα το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας, που ανεξαρτήτως του πολιτικού προσδιορισμού του, από δεξιούς μέχρι αριστερούς, στο όνομα της πατρίδας, στέκεται στο πλευρό της Κυβέρνησης και συναντιέται στις λίγο-πολύ γνωστές μαζώξεις του μπροστά από την Βουλή. Οι συγκεντρώσεις αυτές δείχνουν να μοιάζουν ποιοτικά με εκείνες των αγανακτισμένων πριν μερικά χρόνια, με μια όμως διαφορά: πλέον σε όλα αυτά τα λαϊκά πλακάτ και μέσα διαμαρτυρίας που πονέσανε και πονάνε τα μάτια μας, δίπλα από τους υπερμεγέθεις φαλλούς που «τιμωρούν» την Γερμανία και την Μέρκελ προσωπικά, κυριαρχεί το μοτίβο του ναζιστικού αγκυλωτού σταυρού και ο παραλληλισμός των θυμάτων των ναζί στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με τους σύγχρονους έλληνες και τον «σταυρό που κουβαλάνε». Ας τα πιάσουμε όμως με την σειρά.

«Για την πατρίδα ρε γαμώτο»!
Αρχικά, αυτή η πολεμική μεταφορά του Μνημονίου και το πως αρθρώνεται ως ο νο.1 εξωτερικός κίνδυνος, είναι εκείνη που συγκροτεί αυτό το ελληνικό καθεστώς τρόμου, ανασφάλειας, αλλά ταυτόχρονα ελπίδας και ομοψυχίας. Στη ρίζα αυτού, ενοικεί ο φόβος της απώλειας του προνομίου στο Greek Dream: το προνόμιο στην εργασία, την κατανάλωση, την εθνική αυτάρκεια και προπάντων την «καθαρότητα» του τόπου. Το όνειρο αυτό λοιπόν μοιάζει πλέον να καταλήγει σε έναν συλλογικό, διάχυτο εφιάλτη που καλείται να αντιμετωπίσει το «τολμηρό ελληνικό νοικοκυριό» και οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι του στις διαπραγματεύσεις. Πρόκειται για μια αφήγηση που περιστρέφεται γύρω από τον ίδιο τον εθνικό επιβιωτισμό, γύρω από το «φτάνει πια» και τα κουμπούρια. Κάθε έλληνας πλέον, νιώθει ότι οφείλει όταν αποφασίζει να μιλήσει πολιτικά, να ξεκινήσει και να τελειώσει την ιστορία του με το περιβόητο «χρέος», από το «θα σκίσουμε τα Μνημόνια να απελευθερωθούμε» μέχρι το «να απαλλαγούμε από αυτά σταδιακά για να μην ρισκάρουμε την χώρα μας».

Μέσα από αυτό τον τρόμο των απανταχού ελληνόψυχων, ανασυγκροτείται μια εθνική ενότητα (τονίζω το ανασυγκροτείται ακριβώς διότι προϋπάρχει, δε περίμενε το φάντασμα της οικονομικής κρίσης που πλανάται για να μας δείξει τα δόντια της), πένθιμη μεν γιατί έχασε τα παλιά της μεγαλεία (;), μια ενότητα όμως που ενώ θρηνεί τις «χαμένες πατρίδες» της, δείχνει έτοιμη και εξοπλισμένη με νέα εργαλεία και στρατηγικές να τις ανακτήσει. Μια ελληνική συσπείρωση, που πέρα από τις δομικές πρακτικές της με μεγάλη παράδοση (σκληρός ρατσισμός, συνομωσιολογία, θυματοποίηση), δεν διστάζει να πρωτοπορήσει και να μηχανορραφήσει νέα σχέδια. Δε διστάζει να θρυμματίσει την ίδια την ιστορία της, ώστε να ξαναχρησιμοποιήσει και να ανα-νοηματοδοτήσει τα επιμέρους συστατικά της στοιχεία με σκοπό να προβάλει, να απεικονίσει τον εαυτό της στο πολιτικό πεδίο του σήμερα. Πρόκειται για μια ανάμειξη των πατροπαράδοτων λόγων και παραγωγικών τεχνολογιών αληθείας που μπολιάζονται με την πραγματικότητα στο τώρα, το τρέχον ιστορικό-κοινωνικό γίγνεσθαι όπως αυτή το μεταφράζει. Χαρακτηριστικό δείγμα της για μένα, η δήλωση του Α. Τσίπρα προεκλογικά, για το πώς θα φερθεί στις διεθνείς αγορές, το αμίμητο «εμείς θα παίζουμε τη λύρα και αυτοί θα χορεύουν... πεντοζάλη»1.

Την τεχνογνωσία για το που να στηριχτεί φυσικά την έχει. Η τεχνογνωσία αυτής της ενότητας για την οποία μιλάμε, υπάρχει, την έχουμε δει στην πράξη, αποκτήθηκε μέσα από το αίμα των ξένων και των μειονοτήτων, και πλέον καθώς όπως είπαμε προσαρμόζεται, δημιουργεί νέους εχθρούς, τους «γερμανό-τσολιάδες», τους «ανθέλληνες πράκτορες της Μέρκελ» και τους «υποταγμένους». Υπάρχει από τα αντί-αλβανικά πογκρόμ στις αρχές του 2000, γιατί «μας παίρνουν τις δουλειές», μέχρι τα πρόσφατα κυνήγια στους αφρικανούς και ασιάτες μικροπωλητές γιατί «μας κλείνουν τα μαγαζιά». Υπάρχει από τις αλλοδαπές σεξεργάτριες που «μας παίρνουν τους άντρες», μέχρι τους πνιγμένους μετανάστες στα σκατόνερα του Αιγαίου «που τολμάνε να καβαλάνε ένα πλοίο και όπου τους βγάλει». Υπάρχει στα πάμπολλα θύματα επιθέσεων γιατί είναι «είναι πούστηδες, λεσβίες και τρανς» και δεν χωράνε στην βιοπολιτική ομαλότητα του τόπου. Υπάρχει στα πιο απλά και σιωπηρά, στην φιλήσυχη καθημερινότητα των ελλήνων, στα λοξά βλέμματα και στους τραμπουκισμούς τους. Υπάρχει ακόμα καλύτερα γιατί υπάρχουν ξένοι, υπάρχουν Άλλοι. Ο Άλλος, όπως σε όλες τις ρατσιστικές αφηγήσεις, μια εκ των οποίων και η ελληνική ομοψυχία, υπάρχει μόνο ως εχθρός ή ως εργαλείο, ως προέκταση της ταυτότητας και του σώματος του κυρίαρχου, για να ικανοποιεί τις επιδιώξεις, τις ανάγκες και τις επιθυμίες του. Η τεχνογνωσία αυτής της ενότητας λοιπόν υπάρχει, και βρωμάει Ελλάδα.

Το καινούργιο της υπόθεσης εδώ είναι το εξής: Ο έλληνας πλέον, στην βάση του παραπάνω μύθου και της νέας εθνικής συσπείρωσης που γεννιέται και συζητάμε εδώ, θέλει να πιστεύει, επειδή τον συμφέρει, πως είναι το σύγχρονο θύμα της «γερμανικής κυριαρχίας», θέλει να πιστεύει ότι η Μέρκελ είναι ο νέος Χίτλερ και απεικονίζει τον εαυτό του ως το θύμα του, θέλει εργαλειακά να πιστεύει πως είναι ένας σύγχρονος εβραίος! Έτσι, ένας από τους βασικότερους και διαχρονικότερους πυλώνες αυτής της ελληνικής ενότητας, ο αντισημιτισμός και η υποτίμηση της σημασίας του Ολοκαυτώματος, αποκτά μια νέα μορφή.

Τα απόνερα του Charlie Hebdo ταράζουν τον βάλτο της ελληνικής αρθογραφίας
* Holocaust Trivialization: H σχετικοποίηση του Ολοκαυτώματος με την εξισωτική του χρήση για την περιγραφή άλλων ιστορικών καταστάσεων και φαινόμενων. Η μη αποδοχή της μοναδικότητάς του ως «έγκλημα των εγκλημάτων», ως η ύψιστη στιγμή του εξολοθρευτικού ανθρωπισμού, αλλά αντίθετα η υποβάθμιση του και η απώθηση της μνήμης του και των θυμάτων του. Είναι η ευκαιριακή και φτηνή αναγωγή διαφορετικών ιστορικών εγκλημάτων και συγκυριών στο ίδιο το Ολοκαύτωμα. Ως παράδειγμα, το πανό που ανάρτησαν οι Αντιφασίστες Παναθηναϊκοί (που δεν αντιλέγω ότι μπορεί να εκκινεί από τις καλύτερες των προθέσεων) και έγραφε «Αμυγδαλέζα σημαίνει Άουσβιτς». Αμυγδαλέζα σημαίνει Αμυγδαλέζα. Σημαίνει έγκλημα. Σημαίνει κάτι φρικτό το οποίο δε μπορούμε να ξεχάσουμε ή να μειώσουμε την σημασία του, σημαίνει εγκλεισμό, ρατσισμό, βία και μίσος. Αλλά δε σημαίνει Άουσβιτς. Δεν σημαίνει μελετημένη και σχεδιασμένη εξόντωση και παραγωγή τεχνολογίας ώστε να εξοντωθούν τουλάχιστον 10.000.000 ανθρώπων. Δεν σημαίνει γενοκτονία. *

Για να γίνω λοιπόν περισσότερο κατανοητός για όσα γράφω παραπάνω, αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά σε μια σειρά από άρθρα, σκίτσα, δημοσιεύσεις και δηλώσεις των παραδοσιακά αριστερών μέσων ενημέρωσης του Σύριζα, στην μετά-κυβερνητική εποχή του.

Από πού να αρχίσει κανείς και πού να τελειώσει. Από το σκίτσο του Τ. Αναστασίου στην Αυγή2 που έξυσε τον πάτο του βαρελιού μέχρι το κείμενο του λεβεντομαλάκα Βαξεβάνη με τίτλο «οι Γερμανοί είναι σκληροί, αλλά έτσι ήταν και στον Β’ Π. Π.»3. Από το ρεπορτάζ αμφισβητούμενης πηγής για το ναζιστικό παρελθόν της Α. Μέρκελ που δεν έδινε κανένα ακριβές στοιχείο4, αλλά που πάμπολλοι χώροι έσπευσαν να κοινοποιήσουν με περίσσεια σιγουριά, μέχρι τις αστείες προσπάθειες του Red Notebook να δικαιολογήσει το προαναφερθέν σκίτσο με ασυναρτησίες γύρω από την ελευθερία του λόγου5, ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό. Φτάσαμε να γραφτεί μέχρι και το εξής: Η κριτική στο σκίτσο αυτό είναι προσπάθεια φίμωσης και συνδέεται –αόριστα- με το διακύβευμα του συμβάντος στο Charlie Hebdo!

Φυσικά, για το Red Notebook η κριτική της θρησκείας των μουσουλμάνων του Ηebdo είναι αναφαίρετο «δικαίωμα στην βλασφημία» (sic) πάνω στα double standards της Δύσης. Οι δυτικοί παντογνώστες μπορούν και οφείλουν(;) να μιλάνε για τα πάντα ανοιχτά, αλλά όποιος μιλήσει για αυτούς και το περιεχόμενο της σάτιρας τους, εκπορευόμενο από την προνομιακή θέση τους, τους περιορίζει και τους παίρνει τον χώρο ελευθερίας τους. Γράφτηκε αυτολεξεί για αυτό το σκίτσο μέχρι και το εξής: «Η απαξία του γελοιογράφου ως συνομιλητή είναι -για τη γελοιογραφία, αν και όχι, προφανώς, για τον γελοιογράφο- χειρότερη από την δολοφονία: στην δεύτερη περίπτωση υπάρχει μια ρητή αναγνώριση της εχθρότητας, στην πρώτη μια προσπάθεια περιστολής της στο χώρο της μη ορατότητας». Τι θα ακούσουμε ακόμα.

Ε λοιπόν κύριοι και κυρίες της αριστεράς, όχι, δεν πάει έτσι. Και δε πάει έτσι γιατί κόβετε και ράβετε την Ιστορία στα μέτρα σας.

Μιλώντας για την επιστήμη της Ιστορίας εν γένει, μπορούμε να μιλήσουμε για ένα πεδίο γνώσης που ο τρόπος που κατασκευάστηκε, η οπτική και ο τρόπος που γράφτηκε, διδάχθηκε και διαβάζεται, δεν είναι ουδέτερος, γιατί ακριβώς δημιουργήθηκε εντός κοινωνίας και δεν μπορεί να διεκδικεί καμία απόλυτη αντικειμενικότητα. H Ιστορία δεν είναι μια απλή καταγραφή, αλλά περιέχει την οπτική και την ανάγνωση της κάθε κοινωνίας. Ο ιστορικός που την γράφει δεν ανυψώνεται από την κοινωνία που ζει για να δει την Ιστορία πλήρως καθαρά και διαυγασμένα, αλλά ακρίβως αντίθεταη επηρεάζεται από τις αλήθειες της. Οι θεσμοί που την παραλαμβάνουν μετά, την διαδίδουν και την διδάσκουν επεμβαίνουν και αυτοί με την σειρά τους στο «αντικειμενικό» της καταγραφής με συγκεκριμένους σκοπούς. Έτσι, η Ιστορία μας εξυπηρετεί συμφέροντα και προνόμια, τα συμφέροντα του δυτικού πολιτισμού και ακόμα παραπέρα τα συμφέροντα κάθε κράτους ξεχωριστά σε αυτόν. Η Ιστορία δεν είναι αθώα.

Στην περίπτωση μας τώρα, σε όλες αυτές τις προσπάθειες των μέσων παραπάνω να διαβαστεί και να ξαναειπωθεί η Ιστορία, συναντάμε μια προσπάθεια υπονόμευσης του μεγέθους της φρίκης του Ολοκαυτώματος ώστε να βολέψουμε και τις δυο πλευρές: και την Δύση ώστε να υποβαθμιστεί ο θάνατος που έσπειρε, και την Ελλάδα ώστε να εμφανιστεί ως το εμβληματικό θύμα και να ενώσει τους πολίτες της κάτω από την αγκαλιά της. Συσπείρωση θέλουμε; Συσπείρωση θα έχουμε με κάθε κόστος.

Μάλιστα, αν αυτή είναι η θέση και τα λεγόμενα των ίδιων των αρθογράφων του Σύριζα, των καλλιτεχνών, των think tank και των εκπροσώπων του, τότε πολύ περισσότερο αξίζει να δούμε τις αντιδράσεις του «λαού» του στις συγκεντρώσεις τους.

Για μια ανάσα αναξιοπρέπειας
Μερικές εικόνες, μερικές χιλιάδες λέξεις:

Αυτές ήταν, είναι και θα είναι οι ελληνικές αυθόρμητες μαζώξεις. Αυτός θα είναι πάντα ο συμφεροντολογικός τρόπος που ο ελληνικός λαός θα διαβάζει και θα νομίζει πως γράφει την ιστορία του. Έτσι, για να μη ξεχνάμε τι είναι η Ελλάδα, με ή χωρίς Μνημόνιο, με ή χωρίς δραχμή, με ή χωρίς αριστερά. Και μιας και με την νέα συμφωνία στο Eurogroup, του χρόνου τέτοια εποχή οι έλληνες κατά πάσα πιθανότητα πάλι θα μαζεύονται και θα φωνάζουν στο Σύνταγμα, να ευχηθούμε άντε και του χρόνου παιδιά, και μεις εδώ θα μαστέ να σας καμαρώνουμε! 

1. http://www.protothema.gr/politics/article/434393/tsipras-orio-se-kathe-diapragmateutiki-sumfonia-i-epiviosi-tou-laou-/
2. 
http://www.avgi.gr/article/5296379/skitso-tou-tasou-anasta-274
3. 
http://www.koutipandoras.gr/article/132302/oi-germanoi-tha-einai-skliroi-alla-etsi-itan-kai-ston-v-pagkosmio
4. 
http://tvxs.gr/news/eyropi-eop/ekane-parea-me-neonazi-i-neari-merkel
5. 
http://rednotebook.gr/2015/02/ego-ime-sarli-o-anastasiou-ine-antisimitis-tou-christou-natsi/

Σχετικά με τον αρθρογράφο

Lewnidas V.