Επικαιρότητα

Η Sony, το hacking και η κακιά Κορέα

Στις 24/11/2014 η Sony Pictures Entertainment λαμβάνει ένα περίεργο μήνυμα στους κεντρικούς της σέρβερ. Η εικόνα μιας νεκροκεφαλής υπό τη συνοδεία ενός προειδοποιητικού μηνύματος εμφανίζεται στους υπολογιστές του προσωπικού της Sony.

Το μήνυμα έλεγε συνοπτικώς πως μια ξένη ομάδα, η GΟP (Guardians of Peace) έχει διεισδύσει στην εσωτερική μνήμη των σέρβερ τους και πως εδώ και ένα χρόνο κλέβει επί της ουσίας δεδομένα τα οποία σκοπεύουν να δημοσιοποιήσουν ως μια αλυσίδα προσωπικών πληροφοριών που θα αφορούν τόσο τους υπαλλήλους όσο και γνωστούς ηθοποιούς που συνεργάζονται με την εταιρεία.

Η αναστάτωση που εξαπλώθηκε εκείνο το πρωινό στα κεντρικά γραφεία της Sony χαρακτηρίστηκε αρχικώς από την κεντρική διοίκηση ως πρόβλημα ασφαλείας εσωτερικής φύσεως χωρίς να αποκλείουν ωστόσο και τα σενάρια περί κυβερνοεπίθεσης. Παράλληλα, η σύνδεση με το wi-fi και τον κεντρικό σέρβερ της εταιρείας ήταν απαγορευμένες για κάθε υπάλληλο της εταιρείας. Τέσσερις ημέρες αργότερα, 5 ταινίες της Sony μεταξύ των οποίων κάποιες δεν είχαν ακόμα κάνει την πρεμιέρα τους, "ανέβηκαν" σε ιστοσελίδες file sharing ώστε να γίνουν παρανόμως διαθέσιμες στο ευρύ κοινό. Την επομένη, συγκεκριμένα στις 28/11, ένας ψίθυρος ξεκινά να κυκλοφορεί στο διαδίκτυο σχετικά με τον υπεύθυνο του, όπως όλα έδειχναν, μεγαλύτερου hacking στην σύγχρονη ιστορία του Holywood. Η επίθεση δείχνει να αποκτά βορειοκορεάτικες καταβολές και ο ψίθυρος μετατρέπεται γρήγορα σε πικρή συνειδητοποίηση όταν το FBI δηλώνει πως ερευνά την πιθανή ανάμειξη της Βόρειας Κορέας στην κυβερνοεπίθεση.

Τις μέρες που ακολουθούν ο κυβερνοχώρος γίνεται χώρος υποδοχής δεκάδων προσωπικών δεδομένων για εργαζομένους της εταιρείας αναφορικά με τις αποδοχές τους, αλλά και προσωπικών μηνυμάτων ανάμεσα σε στελέχη της Sony και ηθοποιούς. Το κουτί της Πανδώρας είχε ανοίξει και από μέσα τους ξεχύθηκαν πληροφορίες που έκαναν τη βιομηχανία του σινεμά να μετατραπεί σε υβριστικό reality show. Προσωπικά μηνύματα ρατσιστικού περιεχομένου και πληροφορίες σχετικά με ανισότητες ακόμα και στις κάστες γνωστών ηθοποιών, έγιναν βορρά σε όλους εκείνους που περίμεναν στη γωνία την κατάλληλη ευκαιρία να καταβαραθρώσουν το χολιγουντιανέζικο starsystem. Μέσα σ' ένα τέτοιο κλίμα αποσταθεροποίησης και ανασφάλειας, στις 19/12 ο Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα έκανε επίσημη δήλωση με την οποία έστρεφε και επισήμως πια το δάχτυλο προς τη Βόρειο Κορέα προσθέτοντας πως η Αμερική δε δέχεται απειλές και δεν ενδίδει σε απειλές από διδακτορικά κράτη όπως η Βόρειος Κορέα, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στο θέμα της λογοκρισίας.

Πως κατάφεραν ωστόσο τα πράγματα να φτάσουν σε αυτό το συμπέρασμα; Για να βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά πρέπει πρώτα να πάμε λίγο πίσω. Τον περασμένο Ιούνιο και αφότου βρισκόταν ήδη υπό κυκλοφορία το trailer της ταινίας "The Interview" από την Sony Pictures Entertainment, ο υπουργός εξωτερικών της Βόρειας Κορέας προέτρεψε την αμερικάνικη κυβέρνηση να μην επιτρέψει την "απελευθέρωση" της ταινίας στον κινηματογράφο καθότι η ταινία αυτή συνιστούσε τρομοκρατική ενέργεια κατά την Βόρειας Κορέας και πως αν έβγαινε στους κινηματογράφους θα υπήρχαν σοβαρές αντενέργειες. Για όσους - ελάχιστους πια- που δεν είναι γνώριμοι με την πλοκή της ταινίας αρκεί νομίζω να σας πω πως η ταινία ακολουθεί την ιστορία δύο αμερικάνων, ενός παρουσιαστή και του παραγωγού του, οι οποίοι καταφέρνουν να κλείσουν συνέντευξη με τον Πρόεδρο της Βόρειας Κορέας και οι μυστικές υπηρεσίες της Αμερικής βλέπουν σε αυτή τη συνέντευξη την τέλεια ευκαιρία για να δολοφονήσουν τον βορειοκορεάτη ηγέτη.

Η συνωμοσιολογιακή διοίκηση της Βόρειας Κορέας θεώρησε την ταινία αυτή προσβλητική και άκρως επικίνδυνη προς τον Πρόεδρο της Κιμ Γιονγκ ο οποίος χαρακτηρίζεται από μια γενικότερη τάση καχυποψίας, θα έλεγε κανείς, αναφορικά με την προσωπική του ακεραιότητα. Ωστόσο το νήμα τις ιστορίας πάει ακόμα πιο πίσω χρονολογικά. Σύμφωνα με δημοσίευμα που έγινε στους New York Times η επίθεση στη Sony ήταν μια σχεδόν αναμενόμενη ενέργεια της Βόρειας Κορέας. Συγκεκριμένα, έγινε γνωστό πως από το 2010 η NSA (Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας) έχει διεισδύσει παρανόμως στους σέρβερ της Βόρειας Κορέας σε μια προσπάθεια να ανακαλύψει τις κινήσεις των κυβερνητικών χάκερ τους οποίους σύμφωνα με την NSA η βορειοκορεάτικη κυβέρνηση εκπαιδεύει εξειδικευμένα, με στόχο την διείσδυση σε υπηρεσίες των δυτικών χωρών και στην ίδια την αμερικάνικη υπηρεσία ασφαλείας.

 H ιστορία αυτή ακόμα δεν έχει αποκαλύψει ακόμη όλες τις πτυχές της, μιας και υπάρχουν φωνές από τον χώρο των ιδιωτικών επιχειρήσεων ψηφιακής παρακολούθησης κυρίως που κατακρίνουν τη βιασύνη της αμερικάνικης κυβέρνησης να βγάλει συμπεράσματα. Μέχρι και σήμερα, η ταινία που φαινομενικά πυροδότησε αυτό το ντόμινο δεν έχει κάνει πρεμιέρα στις αίθουσες του σινεμά. Παρά τις διαβεβαιώσεις της Sony ότι θα επέτρεπε σε ορισμένους ανεξάρτητους κινηματογράφους να τη δείξουν. Η εταιρεία προτίμησε να προωθήσει την ταινία διαδικτυακά, και έτσι σήμερα "Η Συνέντευξη" έχει γίνει η πρώτη ταινία που έχει μέχρι στιγμής αποφέρει πάνω από 40 εκατομμύρια δολάρια χωρίς να έχει κάνει το ντεμπούτο της στις αίθουσες του σινεμά.   

Σχετικά με τον αρθρογράφο

Μελίνα Ζαχαρία